Μακρόχρονη επίδραση της ανεργίας των νέων στην νοσηρότητα από το αλκοόλ

Emelie Thern1,2, Mats Ramstedt1,3 & Johan Svensson1,4

(1) The Swedish Council for Information on Alcohol and Other Drugs (CAN), Stockholm, Sweden,

(2) Department of Public Health Sciences, Karolinska Institutet, Stockholm, Sweden,

(3) Department of Clinical Neuroscience, Karolinska Institutet, Solna, Sweden and

(4) Department of Public Health Sciences, Stockholm University, Stockholm, Sweden

 

Στοιχεία Πρωτοτύπου: Long-term effects of youth unemployment on alcohol- related morbidity, ADDICTION, Volume115, Issue3, March 2020, Pages 418-425

Διεύθυνση επικοινωνίας: Emelie Thern, The Swedish Council for Information on Alcohol and Other Drugs (CAN), Klara Norra Kyrkogatan 34, 107 25 Stockholm, Sweden. E-mail: emelie.thern@can.se

DOI για το κείμενο της μετάφρασης: https://doi.org/10.57160/TGVR9339

 

Απόδοση στα ελληνικά: Τζίνη Χριστοφίλη

Translation into Greek: Genie Christofili

 

Περίληψη

Στόχος Να ελέγξει εάν η έκθεση στην ανεργία κατά τη νεαρή ενηλικίωση, σχετίζεται με αυξημένο μεταγενέστερο κίνδυνο για νοσηρότητα από αίτια που σχετίζονται με το αλκοόλ. Σχεδιασμός Μια εθνική, διαχρονική πληθυσμιακή μελέτη που βασίζεται σε επίσημα αρχεία. Χώρος Σουηδία. Συμμετέχοντες Συνολικά 16.490 άτομα που γεννήθηκαν από το 1967 έως το 1978, και συμμετείχαν στην έρευνα για το Εργατικό Δυναμικό σε ηλικία μεταξύ 16–24 ετών το διάστημα 1990–95. Μετρήσεις Οι πληροφορίες σχετικά με τη νοσηρότητα που σχετίζεται με το αλκοόλ λήφθηκαν από το Εθνικό Αρχείο Κίνησης Ασθενών (National Hospital Discharge Register). Το Σουηδικό αρχείο για την ενδονοσοκομειακή φροντίδα ασθενών για προβλήματα με το αλκοόλ αξιοποιήθηκε για να οριστεί το αποτέλεσμα. Επίσης συγκεντρώθηκαν πληροφορίες για το φύλο, τη χώρα γέννησης, καθώς και στοιχεία για τους γονείς: εκπαιδευτικό επίπεδο, κοινωνικό-οικονομική κατάσταση, και προβλήματα υγείας που σχετίζονται με το αλκοόλ. Ο μέσος χρόνος follow-up ήταν τα 22 έτη. Πραγματοποιήθηκε ανάλυση παλινδρόμησης Cox για να βρεθεί η αναλογία κινδύνου (HR) με διάστημα εμπιστοσύνης (CI) 95%. Ευρήματα Σε σύγκριση με τους φοιτητές πλήρους απασχόλησης, τα άτομα που βίωσαν βραχυπρόθεσμη ή μακροπρόθεσμη ανεργία σε νεαρή ηλικία εμφάνιζαν αυξημένο κίνδυνο νοσηρότητας από αίτια που σχετίζονταν με το αλκοόλ αργότερα στη ζωή, < 3 μήνες (HR = 2.04, 95% CI = 1.35–3.09), 3–6 μήνες (HR = 2.20, 95% CI = 1.29–3.75) και > 6 μήνες (HR = 1.99, 95% CI = 1.06–3.71) ανεργίας, μετά την προσαρμογή για αρκετές σημαντικές ατομικές και οικογενειακές συμμεταβλητές. Συμπεράσματα Στη Σουηδία, μια εθνική μελέτη που βασίζεται σε επίσημα αρχεία με 22-ετές follow-up υποστηρίζει ότι το να είναι κανείς άνεργος σε νεαρή ηλικία σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο νοσηρότητας από αιτία που σχετίζεται με το αλκοόλ αργότερα στη ζωή.

 

Λέξεις κλειδιά: Αλκοόλ, νοσηλεία, αρχείο, Σουηδία, ανεργία, νεαροί ενήλικες.

 

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Τις τελευταίες δεκαετίες, τα επίπεδα ανεργίας των νέων διατηρούνται σε σταθερά υψηλά επίπεδα σε πολλές χώρες, μεταξύ αυτών και η Σουηδία [1]. Η μετάβαση από το σχολείο και η είσοδος στην αγορά εργασίας μπορεί να θεωρηθεί ένα ευαίσθητο και δύσκολο ζήτημα. Η ανεπιτυχής είσοδος και σταθεροποίηση στην αγορά εργασίας μπορεί να έχει μακροπρόθεσμες αρνητικές συνέπειες για την υγεία [2,3]. Όπως δείχνουν τα στοιχεία η ανεργία σε νεαρή ηλικία μπορεί να έχει μια ανεξάρτητη επίδραση στην ψυχική και σωματική υγεία του ατόμου αργότερα στη ζωή του, αυτό το καθιστά εξαιρετικά σημαντικό ζήτημα για τη δημόσια υγεία [3-7].

Η ανεργία ή η ακούσια απώλεια της θέσης εργασίας είναι ένα κρίσιμο γεγονός στη ζωή, το οποίο συχνά συνδέεται με την απώλεια εισοδήματος, κοινωνικού δικτύου, πολύτιμης εργασιακής εμπειρίας, κοινωνικού status και προσωπικής ταυτότητας. Στη συνέχεια, αυτό μπορεί να οδηγήσει σε ανθυγιεινές στρατηγικές αντιμετώπισης προκειμένου να αντιμετωπιστεί το αυξημένο άγχος, όπως είναι για παράδειγμα η αυξημένη πρόσληψη αλκοόλ [8]. Προηγούμενες μελέτες σχετικά με την επικίνδυνη πρόσληψη αλκοόλ και τα προβλήματα που σχετίζονται με το αλκοόλ έχουν καταδείξει αν κι όχι με συνέπεια, μια γενικά θετική σχέση με την ανεργία των νέων [8-12]. Υπάρχουν ωστόσο έρευνες που καταδεικνύουν την αντίστροφη επίδραση, ή καμία επίδραση [5, 10, 13, 14]. Συνεπώς, η σχέση μεταξύ αλκοόλ και ανεργίας είναι πολύπλοκη, καθώς η επικίνδυνη χρήση αλκοόλ φαίνεται να αποτελεί και παράγοντα κινδύνου αλλά και συνέπεια της ανεργίας [8,10].

Στην τρέχουσα βιβλιογραφία, τα κριτήρια του DSM-IV για την κατάχρηση και την εξάρτηση από το αλκοόλ χρησιμοποιούνται σε μεγάλο βαθμό για να προσδιορίσουν το αποτέλεσμα των προβλημάτων που σχετίζονται με το αλκοόλ μεταξύ των νέων [10-12]. Αν και τα κριτήρια του DSM-IV φαίνεται να είναι αρκετά ευαίσθητα στο να ανιχνεύουν τις διαφορές μεταξύ των υποομάδων [10-12], έχουν δεχθεί αρκετή κριτική όσον αφορά τη χρήση αυτού του εργαλείου για την αξιολόγηση των συμπτωμάτων για τη διαταραχή χρήσης αλκοόλ (κατάχρηση ή εξάρτηση από το αλκοόλ) μεταξύ νέων [15]. Οι νέοι άνθρωποι αναφέρουν μεγαλύτερη επικράτηση προβλημάτων από τη χρήση αλκοόλ σε σύγκριση με τα άτομα μεγαλύτερης ηλικιακής ομάδας, κάτι που καθιστά δύσκολη την αποσαφήνιση εάν οι μετρήσεις εντοπίζουν κάποια θεραπευτική πτυχή της διαταραχής της χρήσης αλκοόλ, ή εάν πρόκειται για μια συνήθη, για αυτήν την ηλικιακή ομάδα, συμπεριφορά [15]. Ένας τρόπος να ξεπεραστεί αυτό το πρόβλημα είναι να διερευνηθεί η επίδραση που έχει η ανεργία σε νεαρή ηλικία στη διάγνωση που σχετίζεται με το αλκοόλ και χρήζει νοσηλείας. Αυτές οι διαγνώσεις γενικά αποτελούν μακροπρόθεσμες συνέπειες από τη σοβαρή κατάχρηση αλκοόλ για μεγάλο χρονικό διάστημα, συνεπώς είναι λιγότερο πιθανό να καθρεφτίζουν φυσιολογικές συμπεριφορές των νέων [16].

Οι λίγες μελέτες αναφορικά με τη νοσηρότητα που σχετίζεται με το αλκοόλ, οι οποίες χρησιμοποιούν το μητρώο φροντίδας ασθενών έχουν, σε μεγάλο βαθμό, επικεντρωθεί στις επιπτώσεις της απώλειας εργασίας ή της ανεργίας στη μέση ηλικία [16-20]. Τα αποτελέσματα αυτών των μελετών έχουν δείξει αυξημένο κίνδυνο νοσηρότητας και θνησιμότητας, που σχετίζεται με το αλκοόλ, μετά από την απώλεια εργασίας ή περίοδο ανεργίας. Μια πρόσφατη σουηδική μελέτη δείχνει ότι η ανεργία σε νεαρή ηλικία σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο νοσηλείας για ψυχική διάγνωση (π.χ. διαταραχή χρήσης αλκοόλ ή ναρκωτικών, συναισθηματική διαταραχή, νευρική διαταραχή ή αγχώδη διαταραχή και αυτοτραυματισμός) αργότερα στη ζωή [6]. Τα αποτελέσματα της επιπλέον ανάλυσης, όπου το αποτέλεσμα της ψυχικής διάγνωσης κατανεμήθηκε σε τέσσερις κατηγορίες διάγνωσης κατά το εξιτήριο, κατέδειξαν μια θετική συσχέτιση μεταξύ οποιασδήποτε διάρκειας ανεργίας σε νεαρή ηλικία και διαταραχών χρήσης αλκοόλ ή ναρκωτικών [6]. Ωστόσο, λόγω του μικρού αριθμού παρατηρήσεων σε κάθε ομάδα, οι συγγραφείς αναγνωρίζουν ότι είναι σημαντικό να ερμηνευτούν τα αποτελέσματα αυτά με προσοχή. Επιπλέον, στο αποτέλεσμα συμπεριλήφθηκε η διάγνωση διαταραχής χρήσης άλλων ουσιών.

Έτσι, ο στόχος της παρούσας μελέτης είναι να ελεγχθεί, εάν η ανεργία των νέων σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο νοσηρότητας η οποία σχετίζεται με αλκοόλ. Για τον σκοπό αυτό, θα χρησιμοποιήσουμε υψηλής ποιότητας αρχεία σε εθνικό επίπεδο και θα ακολουθήσουμε μια μεγαλύτερη ομάδα σε σύγκριση με προηγούμενη έρευνα. Αυτό κρίνεται απαραίτητο όταν εξετάζουμε σπάνια φαινόμενα, όπως είναι τα προβλήματα υγείας που σχετίζονται με το αλκοόλ και χρήζουν νοσηλείας. Επιπλέον, σε αντίθεση με προηγούμενες έρευνες, η ομάδα αναφοράς θα είναι φοιτητές πλήρους απασχόλησης, καθώς αυτή είναι η πιο συνηθισμένη εργασιακή κατάσταση σε αυτήν την ηλικιακή ομάδα (15-24 ετών). Η πλειοψηφία των παλαιότερων ερευνών χρησιμοποίησαν ως ομάδα αναφοράς είτε μη-άνεργους είτε εργαζόμενους πλήρους απασχόλησης, κάτι που θα μπορούσε να επηρεάζει τα αποτελέσματα, ειδικά όταν εξετάζονται μακροπρόθεσμες προοπτικές [5, 6, 10, 12]. Οι μη άνεργοι περιλαμβάνουν ένα μεγάλο εύρος εργασιακής κατάστασης, όπως φοιτητές, εργαζόμενους, στρατευμένους ή ασθενείς. Τα άτομα πλήρους απασχόλησης για αυτήν την ηλικιακή ομάδα πιθανά θα είναι άτομα χαμηλής ειδίκευσης ή χειρωνακτικής εργασίας.

 

ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ

Μελέτη πληθυσμού

Ο πληθυσμός της μελέτης περιλάμβανε όλα τα άτομα που γεννήθηκαν μεταξύ 1967-1978, τα οποία συμμετείχαν στην εθνική μελέτη Labour Force Survey (LFS) σε ηλικία μεταξύ 16-24 έτη, την περίοδο 1990-95 (n = 20.808). Η μελέτη LFS είναι μια τηλεφωνική συνέντευξη, κατά την οποία ένα τυχαίο δείγμα ατόμων που είναι καταγεγραμμένοι στη Σουηδία (ηλικίας 16-65 ετών) συμμετέχουν σε συνεντεύξεις κάθε 3 μήνες για μια περίοδο 2 ετών. Συνολικά συμμετείχαν σε 8 συνεντεύξεις ο καθένας, αναφορικά με την τρέχουσα εργασιακή τους κατάσταση [21]. Σύμφωνα και με παλαιότερες έρευνες [6], τα άτομα εξαιρούνταν σε περίπτωση που είχαν ελλιπείς πληροφορίες στη μεταβλητή έκθεσης: εργασιακή κατάσταση για περισσότερες από τρεις από τις οκτώ συνεντεύξεις, ή εάν συμμετείχαν σε λιγότερες από πέντε συνεντεύξεις (n = 4318). Τα άτομα που εξαιρέθηκαν ήταν πιθανότερο να είναι άντρες, γεννημένοι εκτός Σουηδίας, με γονείς ελαφρώς χαμηλότερου εκπαιδευτικού και κοινωνικο-οικονομικού επιπέδου (SEI) (Υποστηρικτικά στοιχεία, Πίνακας S1). Μεγαλύτερο ποσοστό προβλημάτων υγείας που σχετίζονται με το αλκοόλ και χρήζουν νοσηλείας, κατά τη διάρκεια του follow-up εντοπίστηκε μεταξύ των ατόμων που εξαιρέθηκαν. Το τελικό δείγμα που αναλύθηκε αποτελούταν από 16.490 άτομα. Η μελέτη είχε λάβει έγκριση από το Stockholm Regional Ethical Review Board (no. 2018/607–31/5).

 

Έκθεση: εργασιακή κατάσταση

Το LFS κατηγοριοποιεί τον γενικό πληθυσμό σε ηλικία κατάλληλη για εργασία σε δύο μεγάλες κατηγορίες: άτομα ενεργούς εργασιακής κατάστασης (δηλ. εργαζόμενοι ή άνεργοι) και άτομα που είναι οικονομικά ανενεργά (δηλ. φοιτητές, στρατευμένους, συνταξιούχους, ή άτομα μακροχρόνια άρρωστα). Για να οριστεί κάποιος ως εργαζόμενος θα πρέπει να συμμετέχει σε τουλάχιστον μίας ώρας πληρωμένη εργασία κάθε εβδομάδα. Άτομα που εργάζονται για λιγότερο από μια ώρα πληρωμένης εργασίας ανά εβδομάδα, βρίσκονται σε ενεργή αναζήτηση για εργασία και είναι σε θέση να ξεκινήσουν νέα δουλειά εντός 2 εβδομάδων, ορίζονται ως άνεργοι [21].

Σύμφωνα με τους ορισμούς του LFS για τις διαφορετικές εργασιακές καταστάσεις, και σύμφωνα με τις προσαρμογές από προηγούμενες έρευνες [6], η μελέτη πληθυσμού κατηγοριοποιήθηκε σε επτά αλληλοαποκλειόμενες ομάδες. Αυτές οι ομάδες συμπεριλάμβαναν το να είναι άνεργος για λιγότερο από 3 μήνες (συμμετέχοντες που ανέφεραν ανεργία σε μία συνέντευξη), άνεργος 3-6 μήνες (συμμετέχοντες που ανέφεραν ανεργία σε δύο διαδοχικές συνεντεύξεις), άνεργος για περισσότερο από 6 μήνες (συμμετέχοντες που ανέφεραν ανεργία σε τρεις ή περισσότερες διαδοχικές συνεντεύξεις), εργαζόμενος πλήρους απασχόλησης (άτομα που αναφέρουν εργασία 35 ώρες/εβδομάδα σε τουλάχιστον πέντε από τις οκτώ συνεντεύξεις και καθόλου ανεργία), οικονομικά ανενεργός (άτομα που αναφέρουν ότι είναι φοιτητές μερικής απασχόλησης, στρατευμένοι, ή ασθενείς σε τουλάχιστον πέντε από τις οκτώ συνεντεύξεις και καθόλου ανεργία), ασταθούς εργασιακής κατάστασης (άτομα που αναφέρουν συνδυασμό διαφορετικών εργασιακών καταστάσεων ή εργασία μερικής απασχόλησης (< 35 ώρες/εβδομάδα) και καθόλου ανεργία) και φοιτητής πλήρους απασχόλησης (άτομα που αναφέρουν ότι είναι φοιτητές πλήρους απασχόλησης σε τουλάχιστον πέντε από τις οκτώ συνεντεύξεις και καθόλου ανεργία), η τελευταία ομάδα ήταν η ομάδα αναφοράς.

 

Αποτέλεσμα: νοσηρότητα που σχετίζεται με το αλκοόλ

Πληροφορίες αναφορικά με την ημερομηνία και τη διάγνωση που έγινε για το θέμα της νοσηρότητας που σχετίζεται με το αλκοόλ, σύμφωνα με τη Σουηδική έκδοση της Διεθνούς Ταξινόμησης των Ασθενειών (ICD) έκδοση 9 (1987-96) και 10 (από το 1997), λήφθηκαν από το Αρχείο Κίνησης των Ασθενών. Το αρχείο καθιερώθηκε το 1964 για σωματικές νόσους και το 1973 για τις ψυχικές νόσους, και έφτασε να έχει κάλυψη σε εθνικό επίπεδο το 1987 [22]. Το σουηδικό μητρώο για τις νοσηλείες που σχετίζονται με το αλκοόλ χρησιμοποιήθηκε για να ορίσει το αποτέλεσμα, συμπεριλαμβάνοντας και διαγνώσεις όπως αλκοολική ψύχωση, εξάρτηση από το αλκοόλ, ηπατικές νόσους λόγω αλκοόλ και μέθη [23]. Μας ενδιέφερε ιδιαίτερα η πρώτη εισαγωγή σε νοσοκομείο με διάγνωση που σχετίζεται με το αλκοόλ, είτε ήταν η κύρια είτε δευτερεύουσα διάγνωση.

 

Συμμεταβλητές

Η επιλογή και η συμπερίληψη των ατομικών και οικογενειακών συμμεταβλητών βασίστηκε σε παλαιότερη έρευνα [6,8,12]. Τα κοινωνιοδημογραφικά χαρακτηριστικά του υπό μελέτη πληθυσμού όπως το φύλο, η ηλικία κατά την έναρξη του follow-up (διαρκής), η χώρα γέννησης, το υψηλότερο κοινωνικό-οικονομικό επίπεδο οποιουδήποτε από τους γονείς, και το υψηλότερο εκπαιδευτικό επίπεδο οποιουδήποτε από τους γονείς, εξήχθησαν από τα Statistics Sweden’s Multi-Generation Register (MGR) και τη Πληθυσμιακή και Στεγαστική Απογραφή του 1990.

Από τα Νοσοκομειακά Αρχεία για τα Εξιτήρια και τα Πιστοποιητικά Θανάτου, βρήκαμε επίσης πληροφορίες σχετικά με ίδιες καταγραφές επεισοδίων νοσηλείας για διάγνωση σχετιζόμενη με το αλκοόλ ή με ψυχική νόσο (πριν τη συμμετοχή στο LFS). Επίσης χρησιμοποιώντας τον ίδιο ορισμό για το αποτέλεσμα, εντοπίσαμε οποιαδήποτε καταγεγραμμένη περίπτωση νοσηρότητας ή θνησιμότητας κάποιου γονέα από αίτια αναφορικά με το αλκοόλ. Οι συμμεταβλητές κατηγοριοποιήθηκαν όπως φαίνεται στον Πίνακα 1.

 

Πίνακας 1: Χαρακτηριστικά κατά την έναρξη της μελέτης, του υπό μελέτη πληθυσμού που συμμετείχε στην Labour Force Survey το διάστημα 1990–95, άνδρες και γυναίκες ηλικίας 16–24 ετών (n = 16.490).

 

 

Άνεργος

Πλήρους απασχόλησης Οικονομικά Ανενεργός Ασταθής εργασιακή κατάσταση Φοιτητής πλήρους απασχόλησης
Διαρκώς άνεργος

N (%)

< 3 μήνες

N (%)

36 μήνες

N (%)

> 6 μήνες

N (%)

        N (%) N (%) N (%) N (%)
n 4344 (26.3) 2684 (16.3) 1019 (6.8) 641 (3.9) 3478 (21.1) 1144 (6.9) 2019 (12.2) 5505 (33.4)
Ηλικία 21.50 (1.84) 21.23 (1.91) 21.81 (1.65) 22.14 (1.59) 22.63 (1.52) 20.46 (2.18) 19.51 (1.89) 21.2 (2.09)
Φύλο
Άνδρας 2420 (55.8) 1421 (52.9) 586 (57.5) 413 (64.4) 1958 (56.3) 598 (52.3) 716 (35.5) 2708 (49.2)
Γυναίκα 1924 (44.3) 1263 (47.1) 433 (42.5) 228 (35.6) 1520 (43.7) 546 (47.7) 1303 (64.5) 2797 (50.8)
Χώρα γέννησης
Σουηδία 4033 (92.8) 2501 (93.2) 942 (92.4) 590 (92.0) 3301 (94.9) 1028 (89.9) 1917 (94.5) 5140 (93.4)
Άλλο 311 (7.2) 183 (6.8) 77 (7.6) 51 (8.0) 177 (5.1) 116 (10.1) 102 (5.1) 365 (6.6)
Ακαδημαϊκό επίπεδο γονιών
Πρωτοβάθμια 1341 (30.9) 765 (28.5) 358 (35.1) 218 (34.0) 1223 (35.2) 202 (17.7) 564 (27.9) 1025 (18.6)
Δευτεροβάθμια 1786 (41.1) 1069 (39.8) 435 (42.7) 282 (44.0) 1377 (39.6) 392 (34.3) 764 (37.8) 2007 (36.5)
Πανεπιστήμιο ή περισσότερο 1023 (23.6) 735 (27.4) 180 (17.7) 108 (16.9) 752 (21.6) 462 (40.4) 620 (30.7) 2247 (40.8)
Missing 194 (4.5) 115 (4.3) 46 (4.5) 33 (5.2) 126 (3.6) 88 (7.7) 71 (3.5) 226 (4.1)
Κοινωνικοοικονομικό επίπεδο γονιού
Υψηλό, μη χειρωνακτική εργασία 591 (13.6) 438 (16.3) 96 (9.4) 57 (8.9) 500 (14.4) 300 (26.2) 397 (19.7) 1389 (25.2)
Μεσαίο, μη χειρωνακτική εργασία 922 (21.2) 615 (22.9) 190 (18.7) 117 (18.3) 710 (20.4) 256 (22.4) 457 (22.6) 1412 (25.7)
Χαμηλό, μη χειρωνακτική εργασία 669 (15.4) 390 (14.5) 170 (16.7) 109 (17.0) 623 (17.9) 125 (10.9) 297 (14.7) 799 (14.5)
Αυτοαπασχολούμενος / αγρότης 282 (6.5) 170 (6.3) 68 (6.7) 44 (6.9) 319 (9.2) 70 (6.1) 175 (8.7) 339 (6.2)
Εξειδικευμένος εργάτης 715 (16.5) 415 (15.5) 184 (18.1) 116 (18.1) 541 (15.6) 132 (11.5) 289 (14.3) 654 (11.9)
Ανειδίκευτος εργάτης 759 (17.5) 428 (16.0) 211 (20.7) 120 (18.7) 531 (15.3) 123 (10.8) 269 (13.3) 545 (9.9)
Άλλο, μη προσδιορισμένο 282 (6.5) 154 (5.7) 70 (6.9) 58 (9.1) 166 (4.8) 71 (6.2) 84 (4.2) 226 (4.1)
Missing 124 (2.9) 74 (2.8) 30 (2.9) 20 (3.1) 88 (2.5) 67 (5.9) 51 (2.5) 141 (2.6)
Προβλήματα του γονιού που σχετίζονται με το αλκοόλ 481 (11.1) 272 (10.1) 109 (10.7) 100 (15.6) 306 (8.8) 97 (8.5) 206 (10.2) 365 (6.6)
Προσωπικά προβλήματα ψυχικής υγείας ή σχετιζόμενα με τη χρήση αλκοόλ 95 (2.2) 48 (1.8) 27 (2.7) 20 (3.1) 37 (1.1) 56 (4.9) 31 (1.5) 77 (1.4)

 

 

 

Στατιστικές αναλύσεις

Η αναλογία κινδύνου (HR) με διάστημα εμπιστοσύνης (CI) 95% για τη συσχέτιση ανάμεσα στην εργασιακή κατάσταση και τη νοσηρότητα που σχετίζεται με το αλκοόλ, βρέθηκε με ανάλυση αναλογικής παλινδρόμησης κινδύνου του Cox. Η υπόθεση αναλογικού κινδύνου ελέγχθηκε με γραφήματα log–log και με τον έλεγχο Schoenfeld για κατάλοιπα. Ο επιπολασμός μετρήθηκε από το τέλος του παραθύρου έκθεσης (με την ολοκλήρωση του LFS) μέχρι την πρώτη ημερομηνία διάγνωσης σχετιζόμενης με το αλκοόλ, μέχρι μια πιθανή μετακίνηση ή μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2012, ό,τι συνέβαινε πρώτο. Η περίοδος του follow-up έληξε το 2012, που ήταν ο μέγιστος δυνατός χρόνος follow-up που επέτρεπε το σύνολο των δεδομένων μας.

Στο πρώτο μοντέλο συμπεριλάβαμε ατομικούς παράγοντες ως πιθανές μεταβλητές επίδρασης (φύλο, ηλικία και χώρα γέννησης). Οι πληροφορίες για προγενέστερα προβλήματα υγείας (προβλήματα ψυχικής υγείας ή προβλήματα που σχετίζονται με τη χρήση αλκοόλ) εισήχθησαν ξεχωριστά στο δεύτερο μοντέλο, επειδή αυτή η μεταβλητή είχε μεγάλη σημασία αναφορικά με τον ρόλο της υγείας (health selection) (δηλ. η κακή υγεία αποτελεί παράγοντα επικινδυνότητας για ανεργία). Στο τελικό μοντέλο, οι οικογενειακοί παράγοντες (το υψηλότερο ακαδημαϊκό και κοινωνικοοικονομικό επίπεδο οποιουδήποτε γονέα, καθώς και τα προβλήματα υγείας που σχετίζονται με το αλκοόλ οποιουδήποτε γονέα) εισήχθησαν ως πιθανοί παράγοντες επίδρασης.

Οι μεταβλητές που έλλειπαν κωδικοποιήθηκαν ως ξεχωριστές κατηγορίες. Πραγματοποιήθηκαν αναλύσεις ευαισθησίας στα άτομα των οποίων τα ελλιπή στοιχεία είχαν εξαιρεθεί (δηλ. πλήρης ανάλυση περιστατικού). Για να μπορέσουμε να αξιολογήσουμε το ενδεχόμενο μεροληψίας λόγω του ζητήματος της υγείας, πραγματοποιήθηκε μια ανάλυση ευαισθησίας εξαιρώντας όλα τα άτομα με προγενέστερα προβλήματα ψυχικής  υγείας ή προβλήματα που σχετίζονται με το αλκοόλ. Όλες οι αναλύσεις υπολογίστηκαν με το Stata Statistical Software, έκδοση 13.

 

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ

Ο Πίνακας 1 δείχνει τα βασικά χαρακτηριστικά του υπό μελέτη  πληθυσμού. Γενικά, το μεγαλύτερο ποσοστό των ανδρών ήταν άνεργοι ή εργαζόμενοι, ενώ το μεγαλύτερο ποσοστό των γυναικών δήλωναν σε ασταθή εργασιακή κατάσταση. Οι γονείς των ανέργων ανέφεραν χαμηλότερα επίπεδα εκπαίδευσης, χαμηλότερο επίπεδο κοινωνικοοικονομικών δεικτών και υψηλότερο ποσοστό προβλημάτων υγείας που σχετίζονται με το αλκοόλ σε σύγκριση με τις άλλες ομάδες. Για τους συμμετέχοντες τα προηγούμενα προβλήματα ψυχικής υγείας ή προβλήματα που σχετίζονται με το αλκοόλ ήταν πιο συνηθισμένα μεταξύ των ατόμων που είτε δήλωναν άνεργοι είτε οικονομικά ανενεργοί.

Συνολικά, 218 (1,3%) άτομα χρειάστηκαν φροντίδα νοσηλείας λόγω διάγνωσης που σχετιζόταν με το αλκοόλ τουλάχιστον μία φορά κατά τη διάρκεια του follow up.  Κατά μέσο όρο, ο χρόνος follow up ήταν 22 έτη. Αν και η γραφική εκτίμηση της υπόθεσης αναλογικού κινδύνου παρουσίασε μικρές αποκλίσεις από την υπόθεση (Περισσότερες πληροφορίες, Σχήμα S1), ο έλεγχος Schoenfeld για κατάλοιπα δεν έδωσε σημαντικά αποτελέσματα (P = 0,457), επομένως υποθέσαμε ότι ικανοποιήθηκε η υπόθεση αναλογικότητας.

Στο πλήρως προσαρμοσμένο μοντέλο, η σύγκριση με τους φοιτητές πλήρους απασχόλησης, έδειξε αυξημένο κίνδυνο νοσηρότητας που σχετίζεται με το αλκοόλ μεταξύ όλων των ανέργων: άνεργοι για λιγότερο από 3 μήνες (HR = 2,04, 95% CI = 1,35-3,09), άνεργοι 3–6 μήνες (HR = 2,20, 95% CI = 1,29–3,75) και άνεργοι για περισσότερο από 6 μήνες (HR = 1,99, 95% CI = 1,06–3,71) (Πίνακας 2). Διαπιστώθηκε επίσης μια τάση αυξημένου κινδύνου μεταξύ των εργαζομένων πλήρους απασχόλησης (HR = 1,28, 95% CI = 0,78-2,08) και των ατόμων με ασταθή εργασιακή κατάσταση (HR = 1,11, 95% CI = 0,65-1,90), κάτι που δεν εντοπίστηκε μεταξύ των οικονομικά ανενεργών (HR = 0,94, 95% CI = 0,48-2,83).

 

Πίνακας 2 Ακατέργαστες και προσαρμοσμένες αναλογίες κινδύνου (HR) με διάστημα εμπιστοσύνης 95% (CI) για τους συσχετισμούς μεταξύ εργασιακής κατάστασης και τη νοσηρότητα που σχετίζεται με το αλκοόλ.

Ανεπεξέργαστα στοιχεία HR  Μοντέλο 1 προσαρμογή για HR Μοντέλο προσαρμοσμένο για HR Μοντέλο 3 προσαρμοσμένο για HR Αριθμός περιστατικών
(95% CI) (95% CI) (95% CI) (95% CI)  (%)
Φοιτητές πλήρους απασχόλησης (ref) 1.00 1.00 1.00 1.00 48 (0.9)
Άνεργοι
Λιγότερο από 3 μήνες 2.29 (1.55, 3.78) 2.48 (1.65, 2.43) 2.45 (1.63, 3.69) 2.04 (1.35, 3.09) 54 (2.0)
3–6 μήνες 2.56 (1.56, 4.21) 2.86 (1.69, 4.84) 2.74 (1.62, 4.65) 2.20 (1.29, 3.75) 23 (2.3)
Περισσότερο από 2.65 (1.49, 4.74) 3.00 (1.53, 5.55) 2.86 (1.52, 5.28) 1.99 (1.06, 3.71) 15 (2.3)
6 μήνες
Διαρκώς εργαζόμενοι 1.28 (0.84, 1.95) 1.50 (0.93, 2.43) 1.51 (0.93, 2.44) 1.28 (0.78, 2.08) 40 (1.2)
Οικονομικά ανενεργοί 1.13 (0.58, 2.18) 1.17 (0.60, 2.25) 1.06 (0.55, 2.05) 0.94 (0.48, 2.83) 11 (1.0)
Όχι σε σταθερή εργασιακή κατάσταση 1.19 (0.81, 1.99) 1.30 (0.77, 2.21) 1.29 (0.76, 2.20) 1.11 (0.65, 1.90) 21 (1.9)

HR = αναλογία κινδύνου, CI = 95% διάστημα εμπιστοσύνης, SEI = κοινωνικοοικονομική κατάσταση, LFS = Μελέτη Labour Force Survey. Ανεπεξέργαστα στοιχεία: μοντέλο χωρίς προσαρμογές. Μοντέλο 1: προσαρμοσμένο για φύλο, ηλικία και χώρα γέννησης, Μοντέλο 2: επιπλέον προσαρμογές για προγενέστερα προσωπικά προβλήματα ψυχικής υγείας ή διάγνωση που σχετίζεται με τη χρήση αλκοόλ πριν τη συμμετοχή στην LFS, Μοντέλο 3: επιπλέον προσαρμογές για το υψηλότερο κοινωνικοοικονομικό και ακαδημαϊκό επίπεδο των γονιών, καθώς και τα προβλήματα υγείας που σχετίζονται με το αλκοόλ οποιουδήποτε από τους γονείς.

 

Ανάλυση ευαισθησίας

Στον Πίνακα S2 (Περισσότερες πληροφορίες, Πίνακας S2) παρουσιάζονται τα αποτελέσματα της πλήρους ανάλυσης περιπτώσεων, συμπεριλαμβανομένων των ατόμων που είχαν ελλιπή δεδομένα σε κάποιες συμμεταβλητές (n = 705), και είχαν εξαιρεθεί. Στην κύρια ανάλυση, οι τιμές που έλλειπαν από τις συμμεταβλητές κωδικοποιήθηκαν ως ξεχωριστές κατηγορίες για κάθε συμμεταβλητή, καθώς τα αποτελέσματα που φάνηκαν και με τις δύο μεθόδους ήταν παρόμοια. Πραγματοποιήθηκε ανάλυση ευαισθησίας με εξαίρεση των ατόμων (n = 296) που είχαν προηγούμενα προβλήματα ψυχικής υγείας και / ή προβλήματα με το αλκοόλ, καθώς αυτά αποτελούν παράγοντες κινδύνου για ανεργία. Τα αποτελέσματα που βγήκαν από τις αναλύσεις ευαισθησίας ήταν παρόμοια με αυτά των κύριων αναλύσεων (Περισσότερες πληροφορίες, Πίνακας S3).

 

ΣΥΖΗΤΗΣΗ

Τα αποτελέσματα αυτής της μελέτης, που βασίζεται σε αρχεία εθνικής εμβέλειας, υποδηλώνουν ότι η ανεργία των νέων, τόσο η βραχυπρόθεσμη όσο και η μακροπρόθεσμη, σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο προβλημάτων υγείας που σχετίζονται με το αλκοόλ και απαιτούν νοσοκομειακή φροντίδα αργότερα στη ζωή τους.

Αυτά τα αποτελέσματα υποστηρίζουν και επεκτείνουν με διάφορους τρόπους την τρέχουσα βιβλιογραφία σχετικά με τη μακροπρόθεσμη αρνητική συνέπεια της ανεργίας των νέων [6, 10, 11]. Πρώτον, σύμφωνα και με προηγούμενες διαχρονικές μελέτες με νέους και άτομα μέσης ηλικίας, εντοπίστηκε θετική συσχέτιση μεταξύ της ανεργίας των νέων και της νοσηρότητας που σχετίζεται με το αλκοόλ και η οποία απαιτεί νοσοκομειακή φροντίδα [6, 16-20]. Προηγούμενες έρευνες έχουν διαπιστώσει μια θετική σχέση μεταξύ της απώλειας των θέσεων εργασίας στη μέση ηλικία και της νοσηρότητας και θνησιμότητας που σχετίζονται με το αλκοόλ, με βάσει τα εθνικά αρχεία [16–20], ενώ υπάρχει μόνο μία προηγούμενη μελέτη που προσπάθησε να διερευνήσει αυτή τη σχέση για εφήβους και νεαρούς ενήλικες [6]. Επεκτείνοντας προηγούμενες έρευνες για τη θετική συσχέτιση ανάμεσα στην ανεργία των νέων και την αυτοαναφορά συμπτωμάτων κατάχρησης αλκοόλ και εξάρτησης, όπως ορίζεται από τα κριτήρια του DSM-IV [10–12], τα αποτελέσματα αυτής της έρευνας υποδηλώνουν αυξημένο κίνδυνο για ακόμη πιο σοβαρά προβλήματα υγείας που σχετίζονται με το αλκοόλ. Υπήρξε κάποια κριτική όσον αφορά τη χρήση των κριτηρίων DSM-IV για τα συμπτώματα κατάχρησης και εξάρτησης από το αλκοόλ μεταξύ των νεαρών ενηλίκων, καθώς είναι δύσκολο να διαπιστωθεί εάν τα αποτελέσματα που προκύπτουν αντανακλούν φυσιολογική συμπεριφορά αυτής της ηλικιακής ομάδας ή κάποια κλινική συμπεριφορά [15]. Δεδομένου ότι οι διαγνώσεις αλκοόλ που χρησιμοποιήθηκαν στην παρούσα μελέτη γενικά προϋπέθεταν αρκετά χρόνια κατάχρησης αλκοόλ, αυτό υποδηλώνει ότι η ανεργία των νέων μπορεί να έχει μακροχρόνιες μόνιμες συνέπειες για την υγεία. Αυτό είναι σημαντικό, καθώς ένας ολοένα αυξανόμενος αριθμός μελετών υποδηλώνει ότι η ανεργία σε νεαρή ηλικία θα μπορούσε να είναι πιο επιζήμια για την ευημερία και την υγεία κάποιου λόγω του τραυματικού χαρακτήρα που έχει, σε σύγκριση με μεταγενέστερες περιόδους ανεργίας [3,7].

Πρέπει επίσης να επισημανθεί ότι η έκθεση σε περιόδους ανεργίας αναφέρεται σε μια περίοδο με υψηλά επίπεδα ανεργίας στη Σουηδία. Στις αρχές της δεκαετίας του 1990, η ανεργία των νέων αυξήθηκε από 3,4 σε περίπου 18% [24]. Αυτό θα μπορούσε ενδεχομένως να έχει επηρεάσει τα αποτελέσματά μας, επειδή η απώλεια της κοινωνικής κατάστασης και τα αισθήματα στιγματισμού λόγω ανεργίας μπορεί να είναι λιγότερο προβληματικά, καθώς η κατάσταση της ανεργίας είναι πολύ εξαπλωμένη και είναι ευκολότερο να αποδοθεί η κατάσταση κάποιου σε εξωτερικά αίτια [25]. Εναλλακτικά, τα υψηλά επίπεδα ανεργίας στην κοινωνία θα μπορούσαν να προκαλούν μια αβεβαιότητα σχετικά με τη δυνατότητα επιστροφής στην εργασία, η οποία θα μπορούσε επίσης να επηρεάσει τη σύνδεση [26-28]. Από την άλλη πλευρά, παλαιότερες έρευνες σχετικά με τις επιπτώσεις της ανεργίας στην ομάδα των νέων δεν εντόπισαν στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι η εμπειρία της ανεργίας επηρεάζεται από το εθνικό ποσοστό ανεργίας [6,29,30]. Ακόμη, η ομάδα των  άνεργων για λιγότερο από 3 μήνες θα πρέπει να ερμηνευθεί με προσοχή, καθώς αυτό μπορεί να περιλαμβάνει και μακροχρόνια άνεργους οι οποίοι δεν συμμετείχαν σε όλες τις συνεντεύξεις, καθώς αυτό που μας ενδιέφερε ήταν η συνεχόμενη ανεργία.

Τα αποτελέσματα του παρόντος δείχνουν ότι οι νέοι μπορεί να χρησιμοποιούν το αλκοόλ ως στρατηγική αντιμετώπισης όταν βιώνουν ανεργία. Παρόλο που η επικίνδυνη χρήση αλκοόλ όταν είναι κανείς νέος αποτελεί ισχυρό παράγοντα κινδύνου για μετέπειτα κατανάλωση αλκοόλ και σχετικές βλάβες, οι μηχανισμοί που υποβόσκουν δεν έχουν κατανοηθεί πλήρως ακόμη [31]. Λαμβάνοντας την προοπτική ζωής, η εφηβεία και η νεαρή ενήλικη ζωή θα μπορούσαν να θεωρηθούν μια ευαίσθητη περίοδο στη ζωή του ατόμου, κατά την οποία οι παράγοντες κινδύνου μπορούν να επηρεάσουν την υγεία και τις ασθένειες μακροπρόθεσμα [2]. Ως εκ τούτου, είναι η περίοδος έναρξης και διαμόρφωσης συμπεριφορών που σχετίζονται με την υγεία, όπως είναι η χρήση αλκοόλ. Έτσι, μια υπόθεση είναι ότι οι νεαροί ενήλικες που χρησιμοποιούν το αλκοόλ ως στρατηγική αντιμετώπισης, αποκτούν τη συνήθεια να καταναλώνουν μεγαλύτερες ποσότητες αλκοόλ, σε σύγκριση με τους άνεργους ομοτίμους τους. Η συνήθεια αυτή διατηρείται και μετά το τέλος της περιόδου ανεργίας κάτι που με τη σειρά του, αυξάνει τον κίνδυνο προβλημάτων υγείας που σχετίζονται με το αλκοόλ αργότερα στη ζωή.

Οι νεαροί ενήλικες που εισήλθαν πρόσφατα στην αγορά εργασίας είναι πιο ευάλωτοι από τους ενήλικες που απασχολούνται για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, καθώς δεν διαθέτουν ούτε επαγγελματική εμπειρία ούτε κοινωνικά επιδόματα σε περίπτωση ανεργίας. Τα στοιχεία δείχνουν ότι η έκθεση στην ανεργία σε νεαρή ηλικία μπορεί να είναι τραυματική εμπειρία. Όσον αφορά την επίδραση του «ψυχικού τραύματος» στα άτομα, καθώς η επίδραση της ανεργίας των νέων στην ψυχική υγεία φαίνεται να διατηρείται αργότερα στη ζωή ανεξάρτητα από την εργασιακή κατάσταση μετά την ηλικία των 25 ετών [3,7], και το «τραύμα» που προκαλείται από την αγορά εργασίας, όσον αφορά χαμηλότερες αμοιβές και υψηλότερο κίνδυνο μελλοντικής ανεργίας [32,33], όλα αυτά αποτελούν πιθανούς παράγοντες κινδύνου για προβλήματα με τη χρήση αλκοόλ στο μέλλον. Έτσι, όσον αφορά ζητήματα πολιτικής, η στόχευση της ανεργίας των νέων ενδέχεται να μειώσει το ποσοστό νέων που ξεκινούν και διατηρούν την επικίνδυνη χρήση αλκοόλ αργότερα στη ζωή τους. Ενδεχομένως μπορεί να είναι σημαντικό να σημειωθεί, από άποψη πολιτικής, ότι το τρέχον σουηδικό σχέδιο δράσης για το αλκοόλ και τα άλλα ναρκωτικά [34], αναφέρει τη σημασία του έγκαιρου εντοπισμού και παρέμβασης αναφορικά με τα προβλήματα που σχετίζονται με το αλκοόλ στο εργασιακό πλαίσιο, αλλά δεν αναφέρει συγκεκριμένα την ανεργία, ούτε ως παράγοντα κινδύνου ούτε ως χώρο για πιθανές παρεμβάσεις. Τα ευρήματα αυτής της μελέτης υποστηρίζουν ότι η ανεργία αποτελεί παράγοντα κινδύνου και ένα πεδίο παρέμβασης και, ως εκ τούτου, θα πρέπει ίσως να συμπεριληφθεί σε μελλοντικά σχέδια δράσης.

 

Πλεονεκτήματα και περιορισμοί

Το μακροχρόνιο follow up, το μεγάλο μέγεθος δείγματος και η έρευνα που προέρχεται από επίσημα αρχεία όλα αποτελούν σημαντικά πλεονεκτήματα. Τα δεδομένα σχετικά με την έκθεση συγκεντρώθηκαν με προοπτική, από μια έρευνα που διενεργείται σε τακτική βάση από την Statistics Sweden, κάτι που μειώνει το ζήτημα προκατάληψης λόγω ανάκλησης, αλλά αυξάνει τον κίνδυνο ελλιπών δεδομένων και απώλειας δείγματος, τα οποία μπορεί να επηρέασαν τα αποτελέσματά μας. Από την παρούσα μελέτη, περίπου το 20% της αρχικής ερευνητικής βάσης αποκλείστηκε λόγω έλλειψης στοιχείων σχετικά με την εργασιακή τους κατάσταση στη μελέτη LFS, με μεγαλύτερη πιθανότητα να αποκλειστούν άνδρες, άτομα που γεννήθηκαν εκτός Σουηδίας και άτομα με προβλήματα υγείας που σχετίζονται με το αλκοόλ. Αυτή η μεροληψία επιλογής μπορεί ενδεχομένως να είχε επηρεάσει τα αποτελέσματά μας, καθώς τα άτομα που αποκλείστηκαν ήταν συστηματικά διαφορετικά όσον αφορά το αποτέλεσμα και πιθανότατα άνεργα σε μεγαλύτερο βαθμό σε σύγκριση με τα άτομα που συμπεριλήφθηκαν. Συνεπώς, αυτή η προκατάληψη θα μπορούσε να έχει ως αποτέλεσμα την υποτίμηση της σχέσης μεταξύ ανεργίας των νέων και μελλοντικής νοσηρότητας που σχετίζεται με το αλκοόλ. Υπάρχουν πολλές ερωτήσεις στο LFS που σχετίζονται με τον προσδιορισμό της εργασιακής κατάστασης, αυτό μειώνει τον κίνδυνο προκατάληψης λόγω εσφαλμένης ταξινόμησης. Επιπλέον, ο ορισμός της ανεργίας που χρησιμοποιείται στην παρούσα μελέτη είναι σύμφωνος με τον ευρωπαϊκό ορισμό της ανεργίας όπως ορίζεται από το EURO Stat [35]. Ένα ακόμη δυνατό σημείο, ήταν η δυνατότητα να χρησιμοποιηθούν οι φοιτητές πλήρους απασχόλησης ως κατηγορία αναφοράς, καθώς αυτή είναι η πιο συνηθισμένη εργασιακή κατάσταση σε αυτή την ηλικιακή ομάδα.

Το αποτέλεσμα ορίστηκε και συλλέχθηκε σωστά, από υψηλού επιπέδου καταγραφές, μειώνοντας τον κίνδυνο προκατάληψης από την αυτοαναφορά και thδιαρροή. Ωστόσο, μόνο ένα μέρος των ατόμων με προβλήματα υγείας τα οποία σχετίζονται με το αλκοόλ χρειάζονται νοσοκομειακή  φροντίδα. Λόγω περιορισμών στις καταγραφές, στην τρέχουσα μελέτη δεν καταφέραμε να συμπεριλάβουμε το μητρώο εξωτερικών ασθενών [22]. Στη Σουηδία, υπάρχει μια γενική παρότρυνση του πληθυσμού να αναζητά ιατρική φροντίδα σε πλαίσιο πρωτοβάθμιας υγειονομικής περίθαλψης, κάτι που τα τρέχοντα δεδομένα δεν θα μπορούσαν να εντοπίσουν. Ωστόσο, αυτή η τάση θα πρέπει να επηρέασε εξίσου όλες τις ομάδες [36]. Ένας περιορισμός του δείκτη για το αλκοόλ είναι ότι μπορεί να εντοπίσει μόνο ένα μικρό ποσοστό των προβλημάτων υγείας που οφείλονται στο αλκοόλ, π.χ. δεν περιλαμβάνονται καρδιαγγειακές παθήσεις ή καρκίνοι, παρά τις σημαντικές ενδείξεις ότι το αλκοόλ αποτελεί παράγοντα κινδύνου για αυτές [37]. Από την άλλη η συμπερίληψη ενός ευρύτερου φάσματος προβλημάτων υγείας που σχετίζονται με το αλκοόλ, ως αποτέλεσμα θα ήγειρε ερωτήματα σχετικά με το κατά πόσον το αλκοόλ ήταν όντως παράγοντας κινδύνου μιας διάγνωσης [18]. Ένας άλλος περιορισμός είναι ότι ο υπό μελέτη πληθυσμός ήταν ακόμη πολύ νεαρός κατά την ολοκλήρωση του follow up (μέγιστη ηλικία 46 ετών) σε σχέση με το αποτέλεσμα της ανάγκης φροντίδας νοσηλείας για διάγνωση που σχετίζεται με το αλκοόλ. Στη Σουηδία, η πλειονότητα των ατόμων που νοσηλεύονται για τέτοιους λόγους είναι άνω των 50 ετών. Έτσι, λόγω πολύ μικρού αριθμού περιπτώσεων σε ορισμένες από τις ομάδες εργασιακής κατάστασης, οι εκτιμήσεις είναι λιγότερο ακριβείς [38].

Ένα δυνατό σημείο ήταν η μέτρηση προηγούμενων προβλημάτων ψυχικής υγείας και προβλημάτων που σχετίζονται με το αλκοόλ, που αποτελούν και τα δύο παράγοντες κινδύνου για ανεργία [8,10]. Στη συνέχεια, προκειμένου να περιοριστεί το ζήτημα της υγείας και της αντίστροφης αιτιότητας, η τρέχουσα μελέτη περιελάμβανε στις αναλύσεις τόσο μέτρηση προηγούμενων προβλημάτων υγείας όσο και τη διεξαγωγή ανάλυσης ευαισθησίας εξαιρώντας τα άτομα με προηγούμενα προβλήματα υγείας. Ωστόσο, όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, το μητρώο περίθαλψης ασθενών καταγράφει μόνο τις σοβαρές περιπτώσεις. Επομένως, ένας περιορισμός της τρέχουσας μελέτης ήταν ότι δεν μπόρεσε να συμπεριλάβει μέτρηση αυτοαναφοράς προηγούμενης κατανάλωσης αλκοόλ για συννοσηρότητα που δεν χρειάστηκε θεραπεία νοσηλείας. Έτσι, ενδέχεται να υφίσταται ένα ζήτημα υπολειπόμενων παραγόντων επίδρασης λόγω μη (κατά)μετρημένων παραγόντων, λόγω των περιορισμών του αρχείου, που ενδέχεται να έχουν επηρεάσει τα αποτελέσματά μας. Συγκεκριμένα, οι εκτιμήσεις μας θα μπορούσαν ενδεχομένως να είναι επηρεασμένες προς τα πάνω, καθώς προηγούμενες έρευνες έχουν διαπιστώσει ότι όχι ολόκληρο, αλλά ένα μεγάλο ποσοστό, της συσχέτισης μεταξύ ανεργίας και νοσηλείας για διάγνωση που σχετίζεται με το αλκοόλ σε μεσήλικες άνδρες σχετίζεται με προϋπάρχοντες παράγοντες κινδύνου, όπως η επικίνδυνη χρήση αλκοόλ και οι απουσίες με αναρρωτική άδεια [19].

 

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

Στη Σουηδία, μια εθνική μελέτη που βασίζεται σε αρχεία με 22 ετές follow-up υποστηρίζει ότι το να είναι κανείς άνεργος σε νεαρή ηλικία σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο νοσηρότητας από αίτια που σχετίζονται με το αλκοόλ αργότερα στη ζωή. Αυτό είναι πολύ σημαντικό καθώς τα επίπεδα ανεργίας τόσο στη Σουηδία όσο και σε άλλες χώρες παραμένουν σταθερά υψηλά.

 

ΔΗΛΩΣΗ ΑΝΤΙΚΡΟΥΟΜΕΝΩΝ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΩΝ: ΚΑΝΕΝΑ.

 

ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ

Αυτή η έρευνα δέχθηκε χρηματοδότηση προς τον J.S. από το Systembolaget’s Alcohol Research Council, αριθμός χρηματοδότησης FO2017–0080. Θα θέλαμε να ευχαριστήσουμε τον Anton Lager από το Karolinska Institute για τα στοιχεία που μας έδωσε.

 

Παραπομπές

  1. International Labour Office Global Employment Trends for Youth 2017: Paths to a Better Working Future. Geneva: International Labour Office; 2017.
  2. Viner R. M., Ross D., Hardy R., Kuh D., Power C., Johnson A., et al. Life course epidemiology: recognising the importance of adolescence. J Epidemiol Community Health 2015; 69: 719–20.
  3. Strandh M., Winefield A., Nilsson K., Hammarström A. Unemployment and mental health scarring during the life course. Eur J Public Health 2014; 24: 440–5.
  4. Reneflot A., Evensen M. Unemployment and psychological distress among young adults in the Nordic countries: a review of the literature. Int J Soc Welfare 2014; 23: 3–15.
  5. Hammarström A., Janlert U. Early unemployment can contribute to adult health problems: results from a longitudinal study of school leavers. J Epidemiol Community Health 2002; 56: 624–30.
  6. Thern E., de Munter J., Hemmingsson T., Rasmussen F. Long- term effects of youth unemployment on mental health: does an economic crisis make a difference? J Epidemiol Community Health 2017; 71: 344–9.
  7. Daly M., Delaney L. The scarring effect of unemployment throughout adulthood on psychological distress at age 50: estimates controlling for early adulthood distress and childhood psychological factors. Soc Sci Med 2013; 80: 19–23.
  8. Henkel D. Unemployment and substance use: a review of the literature (1990–2010). Curr Drug Abuse Rev 2011; 4: 4–27.
  9. Janlert U., Hammarström A. Alcohol consumption among unemployed youths: results from a prospective study. Br J Addict 1992; 87: 703–14.
  10. Boden J. M., Lee J. O., Horwood L. J., Grest C. V., McLeod G. F. Modelling possible causality in the associations between unemployment, cannabis use, and alcohol misuse. Soc Sci Med 2017; 175: 127–34.
  11. Lee J. O., Jones T. M., Kosterman R., Rhew I. C., Lovasi G. S., Hill K. G., et al. The association of unemployment from age 21 to 33 with substance use disorder symptoms at age 39: the role of childhood neighborhood characteristics. Drug Alcohol Depend 2017; 174: 1–8.
  12. Fergusson D. M., Horwood L. J., Woodward L. J. Unemployment and psychosocial adjustment in young adults: causation or selection? Soc Sci Med 2001; 53: 305–20.
  13. Hammer T. Unemployment and use of drug and alcohol among young people: a longitudinal study in the general population. Br J Addict 1992; 87: 1571–81.
  14. Berg N., Kiviruusu O., Huurre T., Lintonen T., Virtanen P., Hammarström A. Associations between unemployment and heavy episodic drinking from adolescence to midlife in Sweden and Finland. Eur J Public Health 2017; 28: 258–63.
  15. Harford T. C., Grant B. F., Hy Y., Chen C. M. Patterns of DSM- IV alcohol abuse and dependence criteria among adolescents and adults: results from the 2001 National Household Survey on drug abuse. Alcohol Clin Exp Res 2005; 29: 810–28.
  16. Browning M., Heinesen E. Effect of job loss due to plant closure on mortality and hospitalization. J Health Econ 2012; 31: 599–616.
  17. Backhans M. C., Balliu N., Lundin A., Hemmingsson T. Unemployment is a risk factor for hospitalization due to alcohol problems: a longitudinal study based on the Stockholm public health cohort (SPHC). J Stud Alcohol Drugs 2016; 77: 936–42.
  18. Eliason M. Alcohol-related morbidity and mortality following involuntary job loss: evidence from Swedish register data. J Stud Alcohol Drugs 2014; 75: 35–46.
  19. Lundin A., Backhans M., Hemmingsson T. Unemployment and hospitalization owing to an alcohol-related diagnosis among middle-aged men in Sweden. Alcohol Clin Exp Res 2012; 36: 663–9.
  20. Garcy A. M., Vågerö D. The length of unemployment predicts mortality, differently in men and women, and by cause of death: a six year mortality follow-up of the Swedish 1992– 1996 recession. Soc Sci Med 2012; 74: 1911–20.
  21. Statistics Sweden. Labour Force Survey. Stockholm, Sweden; 2014.
  22. The National Board of Health and Welfare Quality and content in the National Patient Register [In Swedish: Kvalitet och innehåll i patientregistret]. Stockholm: Socialstyrelsen: Epidemiologiska centrum; 2009.
  23. The National Board of Health and Welfare Inpatient care diagnoses [In Swedish: Sjukdomar i sluten vård 1987–2001]. Stockholm: Socialstyrelsen: Epidemiologiska centrum; 2003.
  24. Bergmark Å., Palme J. Welfare and the unemployment crisis: Sweden in the 1990s. Int J Social Welfare 2003; 12: 108–22.
  25. Martikainen P. T., Valkonen T. Excess mortality of unemployed men and women during a period of rapidly increasing unemployment. Lancet 1996; 348: 909–12.
  26. Clark A. E. Unemployment as a social norm: psychological evidence from panel data. J Labor Econ 2003; 21: 323–51.
  27. McKee-Ryan F., Song Z., Wanberg C. R., Kinicki A. J. Psychological and physical well-being during unemployment: a meta-analytic study. J Appl Psychol 2005; 90: 53–76.
  28. Frasquilho D., Matos M. G., Salonna F., Guerreiro D., Storti C. C., Gaspar T., et al. Mental health outcomes in times of economic recession: a systematic literature review. BMC Public Health 2016; 16: 115.
  29. Novo M., Hammarström A., Janlert U. Health hazards of unemployment—only a boom phenomenon? A study of young men and women during times of prosperity and times of recession. Public Health 2000; 114: 25–9.
  30. Strandh M., Novo M., Hammarström A. Mental health among the unemployed and the unemployment rate in the municipality. Eur J Public Health 2011; 21: 799–805.
  31. McCambridge J., McAlaney J., Rowe R. Adult consequences of late adolescent alcohol consumption: a systematic review of cohort studies. PLOS Med 2011; 8: e1000413.
  32. Bell D. N., Blanchflower D. G. Young people and the great recession. Oxf Rev Econ Policy 2011; 27: 241–67.
  33. Arulampalam W., Gregg P., Gregory M. Unemployment scarring. Econ J 2001; 111: 577–84.
  34. Socialdepartementet A cohesive strategy for alcohol, narcotic drugs, doping and tobacco (ANDT) policy 2016–2020 [In Swedish: En samlad strategi för alkohol-, narkotika-, dopnings- och tobakspolitiken 2016–2020]. Stockholm, Sweden: Socialdepartementet; 2015.
  35. Statistics Sweden. Youth Unemployment—Comparability in Statistics Between a Number of Eurpean Counties. Report no. 4. Stockholm, Sweden: Statistics Sweden; 2013.
  36. Anell A, Glenngård AH, Merkur S. Health Systems in Transition: Sweden: Health System Review: European Observatory on Health Systems and Policies; 2012. Accessed 2019-02-15. Available at: http://www.euro.who.int/ data/assets/ pdf_file/0008/164096/e96455.pdf.
  37. Rehm J., Gmel G. E. Sr., Gmel G., Hasan O. S., Imtiaz S., Popova S., et al. The relationship between different dimensions of alcohol use and the burden of disease—an update. Addiction 2017; 112: 968–1001.
  38. The Swedish Council for Information on Alcohol and Other Drugs. Drug Trends in Sweden 2017. CAN report no. 163. Stockholm: The Swedish Council for Information on Alcohol and Other Drugs; 2017.

 

Συμπληρωματικές πληροφορίες βρίσκονται online, στην ενότητα Συμπληρωματικές πληροφορίες στο τέλος της πρωτότυπης δημοσίευσης https://onlinelibrary.wiley.com/doi/abs/10.1111/add.14838

 

Σχήμα S1. Log–log για την αξιολόγηση της υπόθεσης αναλογικού κινδύνου

Πίνακας S1. Αρχικά χαρακτηριστικά των ατόμων που συμπεριλήφθηκαν και εξαιρέθηκαν του υπό μελέτη πληθυσμού Baseline characteristics of the individuals included and excluded in the study population (n = 20.800).

Πίνακας S2. Πλήρης ανάλυση περιπτώσεων που εξαιρεί 705 άτομα με ελλιπή στοιχεία στις συμμεταβλητές, ακατέργαστα στοιχεία και προσαρμοσμένες αναλογίες κινδύνου (HR) με 95% διάστημα εμπιστοσύνης (CI) για τους συσχετισμούς μεταξύ εργασιακής κατάστασης και νοσηρότητας που σχετίζεται με το αλκοόλ.

Πίνακας S3. Ανάλυση ευαισθησίας που εξαιρεί 296 άτομα με προγενέστερα προβλήματα που σχετίζονται με το αλκοόλ ή προβλήματα ψυχικής υγείας, ακατέργαστα στοιχεία και προσαρμοσμένες αναλογίες κινδύνου (HR) με 95% διάστημα εμπιστοσύνης (CI) για τους συσχετισμούς μεταξύ εργασιακής κατάστασης και νοσηρότητας που σχετίζεται με το αλκοόλ

Print Friendly, PDF & Email