Συνέντευξη με τον GRIFFITH EDWARDS

GRIFFITH EDWARDS

Οικογενειακό υπόβαθρο
Addiction (A): Θα μπορούσα να ξεκινήσω ρωτώντας σας για τον πατέρα σας και την επιρροή που είχε στην καριέρα σας;
Griffith Edwards (GE): Ο πατέρας μου ήταν ο James Thomas Edwards (McC. 1954). Ήταν κτηνίατρος βακτηριολόγος και ήταν ο πρώτος που βρήκε το εμβόλιο κατά της πανώλης των ζώων, περνώντας τον ιό μέσα σε κατσίκια.

A: Είχε ποτέ σχέση με τις περιοδικές εκδόσεις;
GE: Όταν ήταν 20 ετών, ήταν εκδότης ενός περιοδικού (τροπικής) κτηνιατρικής. Νωρίτερα ο πατέρας της μητέρας μου, John McFadyean (Pattison 1981), είχε ιδρύσει και ήταν εκδότης του Περιοδικού Συγκριτικής Παθολογίας [Journal of Comparative Pathology].

A: Πιστεύατε ποτέ ότι θα γινόσασταν κι εσείς εκδότης;
GE: Όχι, όταν έπαιζα παιδί σκαρφαλώνοντας στα δέντρα. Όταν όμως σπούδαζα ιατρική στο Νοσοκομείο του Αγ.Βαρθολομαίου [St Bartholomew’s Hospital, Barts], ήμουν ήδη εκδότης του περιοδικού Barts. Αυτό ήταν περισσότερο φοιτητικοί πειραματισμοί. Ωστόσο, ήταν μια καλή εισαγωγή στον χώρο των περιοδικών, με βοήθησε πολύ να κατανοήσω, τι σημαίνει συντάσσω ένα εκδοτικό σημείωμα και τι χρειάζεται για να μπορώ να βγάζω ένα μηνιαίο περιοδικό. Ήταν συναρπαστικό, όταν ζητούσα από διάφορους ανθρώπους να γράψουν κάτι. Ανακάλυψα ότι ένα από τα σημαντικότερα καθήκοντα, αλλά και ευχαρίστηση από τον ρόλο μου, ως εκδότης, ήταν να υποστηρίζω και να διευκολύνω τους ανθρώπους στη συγγραφή. Το περιοδικό Barts ήταν μια καλή εμπειρία μάθησης και αυτή η ευκαιρία πιστεύω ότι θα έπρεπε να είναι διαθέσιμη στους νέους. Ένας από τους προκατόχους μου σε αυτό το περιοδικό ήταν ο Stephen Lock, ο οποίος μετά έγινε εκδότης του πολύ γνωστού Βρετανικού Περιοδικού Ιατρικής [British Medical Journal].

A: Η μητέρα σας;
GE: Η μητέρα μου Connie McFadyean ήταν κόρη του John McFadyean, είχα λοιπόν την επιστήμη της κτηνιατρικής και από τις δύο πλευρές καταγωγής μου. Επίσης, ο παππούς της, από τη μεριά της μητέρας της, ήταν κι αυτός διακεκριμένος επιστήμονας στην κτηνιατρική (Walley 1891), ήταν λοιπόν σχεδόν αιμομικτικό! Μεγαλώνοντας όταν τους άκουγα να συζητούν για «Το Επάγγελμα» ήξερα ακριβώς για τι μιλούσαν.

ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ
A: Τελειώνοντας το λύκειο, πήγατε στην Οξφόρδη για να σπουδάσετε μαθηματικά.
GE: Είχαμε στο σχολείο μου, Andover Grammar School, έναν εξαιρετικό μαθηματικό που τον έλεγαν Joseph Osipoff, έναν Μονσεβίκο, ο οποίος δεν μπορούσε να επιστρέψει στην πατρίδα του. Δεν μας δίδασκε μαθηματικά, ανακαλύπταμε τα μαθηματικά. Αργότερα μάθαμε ότι είχε ακολουθήσει με διστακτικά βήματα την ίδια πορεία με το Νεύτωνα. Αρκετοί νέοι σαν κι εμένα μπήκαμε στο πανεπιστήμιο με υποτροφία στα μαθηματικά χάρη στη δουλειά του Jo Osipoff. Στην Οξφόρδη πήγα το 1947. Τότε ήμασταν μόνο τριάντα άτομα στο κολέγιο μου (Balliol), που μας φώναζαν ‘σχολιαρόπαιδα’. Όλοι οι υπόλοιποι φορούσαν ακόμη τους στρατιωτικούς χιτώνες και συζητούσαν για τη δυτική έρημο και τη Νορμανδία. Υπερτερούσαν σημαντικά αυτοί, τα ‘σχολιαρόπαιδα’ ήμασταν πολύ λίγοι, το φαγητό μοιραζόταν ακόμη με δελτίο και υπήρχε λίγο κάρβουνο διαθέσιμο για τις σόμπες στον κρύο χειμώνα. Και σε αυτό το πλαίσιο τρομοκρατίας, σύντομα ανακάλυψα ότι δεν θα κατάφερνα ποτέ να γίνω κάτι περισσότερο από ένας μαθηματικός δεύτερης κατηγορίας. Ως εκ θαύματος, ο Balliol, αντί να με διώξει, με άφησε να αλλάξω σχολή και να πάω στην ιατρική. Αντίο λοιπόν στα μαθηματικά των κορυφαίων και καλωσόρισμα στην επιστήμη της ιατρικής. Μια τυχερή απόδραση και νέοι ορίζοντες γεμάτοι γοητεία.

A: Η εμπειρία σας στην Οξφόρδη ήταν θετική λοιπόν;
GE: Ναι, στην Οξφόρδη ήμουν εξαιρετικά χαρούμενος. Έμαθα πολλά από τους σύγχρονούς μου, κάποιοι από τους οποίους ήταν γιατροί ή επιστήμονες, άκουσα φιλοσοφικές διαφωνίες καθισμένος στο γρασίδι του κολεγίου μου, έκανα φιλίες που κράτησαν μια ολόκληρη ζωή. Υπήρχε επίσης ένα εξαιρετικό σύστημα συμπληρωματικής διδασκαλίας, επιστήμονες στο αποκορύφωμα της καριέρας τους, οι οποίοι κάθονταν μαζί με έναν ή δύο από εμάς για μία ώρα την εβδομάδα, συζητούσαμε αυτά που είχαμε διαβάσει και μας έδιναν κι άλλα συμπληρωματικά βιβλία για διάβασμα. Ενθάρρυνση, κριτική, γέλια, μια περίοδος γεμάτη ελπίδες. Η καθηγήτρια της συμπληρωματικής διδασκαλίας μου, η Sandy Ogston, με έκανε να νιώθω ότι βρίσκομαι πάλι με τον Jo Osipoff. Στάθηκα πολύ τυχερός με τους καθηγητές μου, τόσο όσον αφορά στη γενναιοδωρία τους όσο και στη γνώση τους.

‘στην Οξφόρδη ήμουν εξαιρετικά χαρούμενος, έμαθα πολλά από τους σύγχρονούς μου,
κάποιοι από τους οποίους ήταν γιατροί ή επιστήμονες,
άκουσα φιλοσοφικές διαφωνίες καθισμένος στο γρασίδι του κολεγίου μου,
έκανα φιλίες που κράτησαν μια ολόκληρη ζωή’

A: Τι ακολούθησε μετά την Οξφόρδη;
GE: Μετά την Οξφόρδη ακολούθησε η πρακτική άσκηση και έτσι βρέθηκα στο Barts. Αντίο όνειρο, καλωσόρισες ‘Αγορά Κρέατος Smithfield’. Κατά τη διαδικασία εισαγωγής μου, έπρεπε να περάσω από συνέντευξη από τον Πρύτανη, έναν χειρουργό ο οποίος δεν σου άφηνε καμιά αμφιβολία. Όταν τον ρώτησα, τι βιβλία θα έπρεπε να έχω διαβάσει πριν ξεκινήσω πήρα την απάντηση: «Βιβλία! Μη χαλάσεις τα χρήματά σου σε βιβλία, αγόρασε καλύτερα ένα καλό κουστούμι». Το Barts ήταν ένα εξαιρετικό ίδρυμα του 19ου αιώνα, ωστόσο τα τρία χρόνια που πέρασα εκεί αποτέλεσαν μια αποκρουστική εισαγωγή στην κλινική αλαζονεία. Το παρατσούκλι του Πρύτανη ήταν ‘ο κόφτης’.

A: Πότε άρχισε να αναπτύσσεται το ενδιαφέρον σας στην ψυχιατρική;
GE: Από την αρχή που πήγα στην ιατρική, ο στόχος μου ήταν η ψυχιατρική. Φυσικά τότε δεν γνώριζα περί τίνος πρόκειται, ήμουν αφελής. Ωστόσο, ποτέ δεν αμφέβαλα ότι αυτή ήταν η σωστή επιλογή.

A: Μετά το St Bartholomew, που πήγατε;
GE: Η γνωστή πορεία: ιατρικά ραντεβού. Ξεκίνησα τον Ιανουάριο του 1956 από το Νοσοκομείο King George, στο Ilford. Είχα δύο πτέρυγες ενηλίκων και μια πτέρυγα για παιδιά. Ήταν ένας απαίσιος χειμώνας. Το νέφος στο Λονδίνο ήταν δηλητηριώδες όσο ποτέ άλλοτε, οι καπνοί ήταν τόσο πυκνοί στο κτίριο ώστε δεν μπορούσες να δεις από τη μία άκρη της πτέρυγας στην άλλη. Έξι άνθρωποι μπορεί να πέθαιναν από αναπνευστικά προβλήματα μέσα σε μια νύχτα και εμείς θα μέναμε στο περιθώριο να κλαίμε. Αυτό απείχε πολύ από τις χαλαρές φιλοσοφικές συζητήσεις στα διαλείμματα. Όλα αυτά, η εξέλιξη από την κλινική αλαζονεία του Barts στην ανικανότητά μας στο Ilford, με έκαιγαν. Η εκπαίδευσή μου συνεχιζόταν.

A: Πότε πήγατε στο Maudsley;
GE: Πήγα στο Maudsley τον Απρίλιο του 1959. Η κυρίαρχη επιρροή εκεί ήταν ο Aubrey Lewis. Ο Aubrey είχε μεγαλώσει στη Αυστραλία. Είχε έρθει στο Ηνωμένο Βασίλειο ως νεαρός γιατρός και δούλεψε με τον Adolf Meyer στο Νοσοκομείο Johns Hopkins. Είχε μια ευρεία άποψη για το τι ήταν η ψυχιατρική και τι θα έπρεπε να είναι. Ήταν ένας απαιτητικός καθηγητής που είχε υιοθετήσει τις μεθόδους του Σωκράτη. Όλοι έτρεμαν τις «πνευματικές του επιθέσεις», από φόβο μήπως πουν κάτι που θα θεωρούσε ατυχές. Εάν άντεχες την τριετή εκπαίδευση μαζί του, τότε πιθανώς είχες μάθει να σκέφτεσαι κριτικά γύρω από την ψυχιατρική.

A: Είχατε συνειδητοποιήσει τότε ότι υπήρχε ένας δυναμισμός στο Maudsley;
GE: Ναι, υπήρχε ένας δυναμισμός στη διδασκαλία. Τα πάντα αφορούσαν την κλινική ψυχιατρική, αλλά και την επιστήμη και τη μάθηση. Ήταν ένα κέντρο εκπαίδευσης, στο οποίο περιστοιχιζόμουν και μάθαινα από εξαιρετικούς ομότιμους. Μια γενιά που θα προωθούσε περαιτέρω τις εκλεκτές θεωρήσεις του Aubrey. Η καντίνα στο Maudsley ήταν ένας πολύ καλός χώρος να καθίσεις, το ίδιο με την αυλή στο Balliol, ακόμη κι αν αισθητικά υστερούσε.

ΤΑ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝΤΑ ΣΕ ΘΕΜΑΤΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ 
A: Αυτό είναι το υπόβαθρο, και η ενασχόλησή σας με την πολιτική στο χώρο αυτό;
GE: Υπάρχουν πολλά επίπεδα στην απάντηση. Επιστρέφοντας στις οικογενειακές καταβολές, οι πρόγονοί μου στο χώρο της κτηνιατρικής είχαν ασχοληθεί ευρέως με ζητήματα πολιτικής, καθώς και με την επιστήμη τους. Η ιατρική επιστήμη συχνά παρεξηγείται από τις κοινωνικές επιστήμες λόγω του ότι εστιάζει πολύ στη φροντίδα των ατόμων, καθώς και επειδή εξατομικεύει ζητήματα που είναι κατ’εξοχήν κοινωνικά και θα έπρεπε να αντιμετωπίζονται σε επίπεδο πληθυσμού. Αυτό όμως δεν είναι απόλυτα σωστό. Όταν πλέον τελείωσα την ιατρική γνώριζα αρκετά για το κίνημα της δημόσιας υγείας του 19ου αιώνα και μετέπειτα. Η εκπαίδευσή μου στο Maudsley εστίασε ιδιαίτερα στην ψυχιατρική επιδημιολογία, την κοινωνική ψυχιατρική αλλά και σε επίπεδο πολιτικής. Το 1966, μου ζητήθηκε, κατά ένα παράλογο τρόπο, από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (Π.Ο.Υ.-WHO) να αναλάβω μόνος μου να σχεδιάσω το πρόγραμμα του Π.Ο.Υ. για το αλκοόλ. Αργότερα το επανέλαβα για το πρόγραμμα για τα ναρκωτικά. Περίπου την ίδια περίοδο, είχα σημαντική εμπλοκή με ζητήματα πολιτικής συναναστρεφόμενος με τους Kettil Bruun, Wolf Schmidt και Bob Popham και με τη δουλειά που τελικά οδήγησε στο Μωβ Βιβλίο [Purple Book] (Bruun et al. 1975). Παράλληλα, δούλευα με τον Joy Moser (Edwards 2002) και άλλους σε ένα έργο το οποίο κατέληξε στην έκθεση για Δυσλειτουργίες που Σχετίζονται με το Αλκοόλ [Alcohol Related Disabilities] (Edwards et al. 1977b). Σε αυτές τις δύο δραστηριότητες υπήρχε ο φίλος μου ο Robin Room, ο οποίος φρόντιζε να μην παρασυρθώ σε πολύ πελατο-κεντρικές απόψεις. Η περισσότερη γνώση έρχεται και οι καλύτερες πολιτικές εξελίσσονται όταν κάποιος μπορεί να δει και να σεβαστεί την πραγματικότητα του ατόμου, αλλά ταυτόχρονα μπορεί να κατανοήσει τις πραγματικότητες του πληθυσμού. Δεν τίθεται θέμα συναγωνισμού, θα έλεγα ότι η ιατρική είναι ο πυρήνας της κοινωνικής επιστήμης.

A: Ποια είναι η άποψή σας σχετικά με την αξία του Π.Ο.Υ., σε διεθνές επίπεδο;
GE: Τρέφω ένα πολύ ειλικρινή και βαθύ σεβασμό για τον Π.Ο.Υ., ως οργανισμό, για τη συμπόνια του, για τη δέσμευσή του στο να συμβάλει στη βελτίωση της υγείας σε ολόκληρο τον κόσμο. Ήταν τιμή μου να γνωρίσω τους ανθρώπους που δουλεύουν στον Π.Ο.Υ., οι οποίοι είχαν ένα όραμα και εξαιρετικές ικανότητες. Ήταν άνθρωποι, οι οποίοι με πολύ λίγους πόρους έκαναν πολλά πράγματα, ήταν άνθρωποι με ιδιαίτερες δεξιότητες να ξεπερνούν τις δύσκολες καταστάσεις και με μεγάλη ευαισθησία για άλλους πολιτισμούς. Με τον δευτερεύοντα ρόλο μου στις δράσεις του Π.Ο.Υ., έμαθα πάρα πολλά για αυτού του είδους τις επαφές (Moser 1984; Arif 1986; Edwards 2002).

A: Δράσεις πολιτικής στο Ηνωμένο Βασίλειο;
GE: Με το πέρασμα του χρόνου έχω βιώσει αρκετά τη σχέση της επιστήμης και της πολιτικής στη χώρα μου. Η πρώτη επαφή μου με αυτές τις ευθύνες ήταν όταν το διάστημα 1967–70 υπήρξα μέλος του Γραφείου του Εργατικού Κόμματος για τη θεραπεία των Ατόμων-Παραβατών με Χρόνιο Αλκοολισμό [Treatment of the Chronic Drunkenness Offender]. Το 1974–75 ήμουν στο Υπουργείο Συγκοινωνιών, στην Επιτροπή για την οδήγηση υπό την επήρεια αλκοόλ [Department of Transport’s Committee on Drinking and Driving] (the Blenerhassett Committee). Και οι δύο αυτές περιπτώσεις ήταν πολύ καλές εμπειρίες και οδήγησαν σε σημαντικούς απολογισμούς. Επίσης, ήμουν στο Συμβουλευτικό Τμήμα της Κυβέρνησης για την Κατάχρηση Ουσιών [Advisory Council on the Misuse of Drugs] αυτό ήταν ένα συνεχές σεμινάριο για τη διαμόρφωση πολιτικής. Επίσης, η Ομάδα εργασία για την πολιτική της Πρόληψης της οποίας υπήρξα πρόεδρος έδωσε ορισμένες πολύ σημαντικές εκθέσεις. Από το 1981 έως το 1989 ήμουν στο Συμβούλιο Οικονομικών και Κοινωνικών Ερευνών και αυτό ήταν πολύ συναρπαστικό. Από το 1985 έως το 1993 υπήρξα Σύμβουλος για τα Προβλήματα της χρήσης Αλκοόλ στο Υπουργείο Υγείας. Τώρα πρόσφατα (2003) ανήκω σε μια ομάδα, η οποία έχει συμβουλευτικό ρόλο στο Υπουργικό Συμβούλιο για την πολιτική γύρω από το αλκοόλ. Αρκετά όμως με τις επιτροπές, δεν θα ήθελα ο απολογισμός της ζωής μου να φαίνεται σαν ένα σύνολο συναντήσεων των διαφόρων επιτροπών.

A: Τι νομίζετε πως έχετε μάθει για το παιχνίδι μεταξύ πολιτικής και επιστήμης από όλη αυτή την εμπειρία; Από το ρόλο του συμβούλου;
GE: Έμαθα ότι ο σύμβουλος καλά θα κάνει να έχει λογικές προσδοκίες, να εξακολουθεί να προσπαθεί, να λέει την αλήθεια όσο παράξενη κι αν ακούγεται και να παραμένει ευγενικός. Δεν συμφωνώ με την αρνητική και στερεότυπη φράση ότι η σχέση προκαλεί μια αναπόφευκτη σύγχυση, ότι η συμβουλή κάποιου θα απορριφθεί σίγουρα. Σαφώς αυτοί που βρίσκονται σε θέσεις κλειδιά λαμβάνουν τις αποφάσεις. Η επιστήμη αποτελεί μόνο το μέρος των δεδομένων. Έμαθα επίσης ότι πριν τη δημοσίευση μιας έκθεσης καλό είναι κανείς να συζητά από πριν με τους υπαλλήλους που θα την πάρουν, κι όχι απλά τελειώνοντας τη να τους την παραδίδει. Πρέπει κανείς να μπορεί να δουλεύει σε προσωπικό επίπεδο πριν την εφαρμογή κάποιου προγράμματος με τους ανθρώπους που θα το παραλάβουν –δεν θα λειτουργήσει πάντοτε αυτό, αλλά σίγουρα αυξάνει τις πιθανότητες για ένα καλό αποτέλεσμα.

A: Όταν κοιτάτε τη δουλειά που έχετε κάνει με τον Π.Ο.Υ. και γενικότερα στο Ηνωμένο Βασίλειο σε διάφορες κυβερνητικές υποθέσεις, για ποιο από τα επιτεύγματά σας είσαστε πιο περήφανος στο χώρο της πολιτικής, όσον αφορά την επίδραση που είχε;
GE: Δεν μου αρέσει η ιδέα των ‘προσωπικών επιτευγμάτων’, είναι πολύ ωφελιμιστική οπτική, ακόμη και ψευδαίσθηση. Στην καλύτερη περίπτωση, κάποιος μαζί με άλλους, μπορεί να συμβάλει λίγο σε κάτι πολύτιμο, ωστόσο αυτό είναι χρονικά καθορισμένο, ενδεχομένως και εφήμερο. Πάντα θεωρούσα ότι είναι σημαντικό να αποφεύγεις τις Ναπολεωνικές ψευδαισθήσεις, είναι μια κολλητική ασθένεια.

‘στην καλύτερη περίπτωση, κάποιος μαζί με άλλους,
μπορεί να συμβάλει λίγο σε κάτι πολύτιμο,
ωστόσο αυτό είναι χρονικά καθορισμένο, ενδεχομένως και εφήμερο’

A: Σωστά. Ακόμη όμως κι αν είστε μέρος της διαδικασίας, δεν υπήρξαν κάποια σαφή επιτεύγματα που θα μπορούσατε να δείξετε; Όπου θεωρείτε πως η ομάδα με την οποία δουλέψατε είχε κάποιο αποτέλεσμα στο σύστημα της δημόσιας υγείας;
GE: Και οι ομάδες θα πρέπει να αποφεύγουν τις ψευδαισθήσεις. Νομίζω ωστόσο ότι η ομάδα της Kettil Bruun, βοήθησε να ενταχθεί η πολιτική για το αλκοόλ σε ένα σύγχρονο πλαίσιο. Υπήρχε κι από πριν με τους ανθρώπους από το Πρόγραμμα Temperance, και στο Temperance έχουν επίσης δικές τους επιστημονικές μεθόδους. Αυτό που ξεκίνησε η Kettil (Bruun et al. 1975), προσπαθήσαμε κι άλλοι από μας να το προωθήσουμε με συναδελφικότητα. Υποθέτω πως η Πολιτική για το Αλκοόλ και το Κοινωνικό Καλό [Alcohol Policy and the Public Good] (Edwards et al. 1994) ήταν χρήσιμη. Ακόμη, η ηγεσία του Tom Babor έρχεται τώρα μας να προσθέσει μια ακόμη έκθεση σε αυτή τη σειρά πολιτικών θέσεων (Babor et al. 2003). Έτσι, σε περίπου 30 χρόνια έχουμε μια συνέχεια τριών βιβλίων, που προέρχονται από μια πολύ όμορφη διεθνή συνεργασία, κατά την οποία απόλαυσα πολλά δείπνα με φίλους και νομίζω πως όλοι μας θεωρούμε ότι αυτές οι προσπάθειες πραγματικά αξίζουν.

A: Κάτι που σας ακούω να λέτε όταν περιγράφετε τη δουλειά σας με τον ΠΟΥ, αλλά και με τις ομάδες που έκαναν πολιτικά σχόλια, είναι ότι η επαγγελματική σας ζωή έχει πολύ στενά συνδεθεί με την κοινωνική και προσωπική σας ζωή. Μέχρι ποιο βαθμό η φιλία είχε σημαντικό ρόλο στα επιτεύγματά σας σε επαγγελματικό επίπεδο;
GE: Όπως και οι περισσότεροι άνθρωποι στον κόσμο, θεωρώ τη φιλία πολύ σημαντική, και πιστεύω πως η ζωή μου θα ήταν πολύ φτωχότερη χωρίς αυτήν. Δεν μπορώ να φανταστώ, ότι θα υπάρξει κείμενο, που θα απολάμβανα το διάβασμά του που θα έχει συνταχθεί από μια ομάδα, που δεν συνεργάζεται καλά.

ΕΝΑΣΧΟΛΗΣΗ ΜΕ ΤΗ ΜΕΛΕΤΗ ΤΩΝ ΕΞΑΡΤΗΣΕΩΝ
A: Πως ασχοληθήκατε με τη μελέτη των εξαρτήσεων;
GE: Όπως και με πολλά ακόμη σημαντικά πράγματα στη ζωή μου, η είσοδός μου σε αυτό το χώρο ήταν συμπτωματική. Οποιαδήποτε κατοπινή απόπειρα αιτιολόγησης αποτελεί αποκύημα της φαντασίας. Η τύχη λοιπόν ήταν το βασικό στοιχείο. Στο Maudsley εργάστηκα στην τήρηση του αρχείου (resident) για τον D. L. Davies (Davies 1979), ο οποίος συνέβαλε ετερόδοξα στις θεωρίες γύρω από το αλκοόλ (Davies 1962), όταν δημοσίευσε ένα άρθρο του σχετικά με τη φυσιολογική χρήση αλκοόλ από θεραπευμένους αλκοολικούς. Στρεφόμουν ήδη κι εγώ προς αυτή την κατεύθυνση, κυρίως λόγω του πλούτου της βιβλιογραφίας, λόγω των ερεθισμάτων που είχα από το Τριμηνιαίο Περιοδικό Μελετών για το Αλκοόλ [Quarterly Journal of Studies on Alcohol], αλλά και λόγω των σημαντικών σχέσεων φιλίας που είχα αποκτήσει με όλους αυτούς τους εμπνευσμένους ανθρώπους. Στη δεκαετία του 1960, η μελέτη γύρω από το αλκοόλ είχε αρχίσει να εξελίσσεται σημαντικά και να αποκτά μια πολύ-επιστημονική διάσταση και αυτό μου φαινόταν ιδιαίτερα ενδιαφέρον. Τέλος, ένας ακόμη παράγοντας που με οδήγησε προς αυτήν την κατεύθυνση ήταν αδιαμφισβήτητα οι ασθενείς που συναντούσα.

A: Από το 1960 και μετά κάνατε τις δικές σας έρευνες που αφορούσαν στο αλκοόλ.
GE: Ναι, στο Maudsley μου άνοιξαν μια πόρτα προς το χώρο των ερευνών και πολύ γρήγορα είχα τη δική μου ερευνητική ομάδα. Οι ορίζοντες ανοίγονταν μπροστά μας. Κοιτώντας τώρα προς τα πίσω, συνειδητοποιώ το απερίγραπτο θάρρος αυτών των ανθρώπων να με εμπιστευτούν και να χρηματοδοτήσουν αυτή την ομάδα. Νομίζω πως ήμασταν η πρώτη πλήρως χρηματοδοτούμενη ομάδα επαγγελματιών στο χώρο της έρευνας για το αλκοόλ στο Ηνωμένο Βασίλειο. Ξεκινήσαμε τις εργασίες μας από το 1965. Πολύ σύντομα είχα στην ομάδα μου τον Jim Orford, ενδεχομένως τον πρώτο ψυχολόγο στο Ηνωμένο Βασίλειο με θέση πλήρους απασχόλησης, επί πληρωμή, στο χώρο των ερευνών για το αλκοόλ. Σύντομα είχαμε τον Michael Russell (Russell 2004), ο οποίος αυτόνομα, και με μεγάλη επιτυχία, ξεκίνησε τις έρευνες για το κάπνισμα. Το 1967, η ομάδα μας εξελίχθηκε στην Ομάδα Έρευνας Εξαρτήσεων [Addiction Research Unit] και συμπεριλάβαμε στις έρευνές μας και τα ναρκωτικά εκτός από το αλκοόλ και τη νικοτίνη. Οι Gerry Stimson, Alan Ogborne, Adele Kosviner και Jim Zacune εντάχθηκαν στην ομάδα μας εκείνη την περίοδο και ενδεχομένως ήταν οι πρώτοι κοινωνικοί ψυχολόγοι, που ήρθαν σε αυτό το χώρο στη χώρα μας. Μεταξύ άλλων που συνέβαλαν σημαντικά ήταν και οι Virginia Berridge, Deborah Brooke, Ilana Crome, Colin Dummond, Betsy Ettore, Hamid Ghodse, Steve Glautier, Ray Hodgson, Gloria Lit-man, Edna Oppenheimer, David Robinson, Howard Rankin, Carol Smart, Gay Sutherland, Tim Stockwell και Betsy Thom. Ενώ για κάποιο διάστημα ο David Hawks υπήρξε αναπληρωτής διευθυντής μου. Οι Celia Hensman και Margaret Sheehan, εκτός από ερευνήτριες, είχαν επίσης πολύ σημαντικό διοικητικό ρόλο. Ενώ πολύ σημαντική ήταν, η επί πολλά έτη, συμβολή των στατιστικολόγων Colin Taylor και John Stapleton. Ήμουν πάρα πολύ τυχερός που όλοι αυτοί οι εξαιρετικά προικισμένοι άνθρωποι ήταν πρόθυμοι να έρθουν και να δουλέψουν σε μια καλύβα στο Camberwell. Πάνω σε αυτή, αναπτύξαμε πολλές πρωτοβουλίες κοινοτικής φροντίδας, υλοποιήσαμε πολλές υπηρεσίες σε νοσοκομειακό πλαίσιο, ασχοληθήκαμε, σε εθνικό και διεθνές επίπεδο, με την κατάρτιση πολιτικής ενώ στην ουσία πραγματοποιήσαμε ένα ερευνητικό πρόγραμμα, το οποίο επί εικοσιπέντε συναπτά έτη χρηματοδοτούνταν από μια επιχορήγηση από το Ιατρικό Συμβούλιο Έρευνας (Medical Research Council, MRC). Επιπλέον, εκπαιδεύσαμε πολλούς επαγγελματίες. Όλα αυτά τα χρόνια είχα μόνο δύο γραμματείς, τη Julia Polglaze και μετά την Patricia Davis, η οποία είναι μαζί μας μέχρι και σήμερα, η ζωή μου σίγουρα δεν θα ήταν το ίδιο πλούσια χωρίς αυτές. Τα τελευταία χρόνια το περιοδικό Addiction μου έδωσε χώρο στο Εθνικό Κέντρο για τις Εξαρτήσεις [National Addiction Centre], δεν έχω όμως πλέον διευθυντική ευθύνη εκεί. Η ζωή μου εμπλουτίζεται σημαντικά από τους ανθρώπους που εξακολουθούν να περνούν απλά για να μιλήσουμε. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον είχε για μένα η φιλία των Michael Farrell, Michael Gossop, Jane Marshall, Malcolm Lader, και φυσικά του John Strang. Είναι ένας καλός χώρος για να εργάζεσαι.

A: Το 1961 επισκεφθήκατε τη Βόρειο Αμερική και μεταξύ άλλων συναντηθήκατε με τον E. M. Jellinek. Πως σας επηρέασε αυτή η συνάντηση;
GE: Το 1961 κατάφερα και συγκέντρωσα κάποια χρήματα για ένα ταξίδι, και πήγα στις Ηνωμένες Πολιτείες, έτσι πέρασα και από το New Haven. Ο Mark Keller, δείχνοντας εξαιρετική γενναιοδωρία, μου αφιέρωσε μια ολόκληρη ημέρα από το χρόνο του. Δεν μπορώ να καταλάβω ακριβώς για ποιο λόγο το έκανε αυτό. Ωστόσο αυτό αποτελεί πολύ καλό παράδειγμα στο πως θα πρέπει όλοι μας να αντιμετωπίζουμε τους νέους. Μετά πήγα στο Τορόντο, στο Ίδρυμα Έρευνας των Εξαρτήσεων [Addiction Research Foundation], και συναντήθηκα με σημαντικά στελέχη και εκεί, οι οποίοι ήταν εξίσου ευγενικοί με τον νεαρό ταξιδιώτη. Με έστειλαν λοιπόν για φαγητό με τον Jellinek. Μια εξαιρετική ευκαιρία: εκείνος στο αποκορύφωμα της φήμης του, κι εγώ, αντικειμενικά μιλώντας, ο κανένας. Μιλήσαμε αρκετά και φλυαρούσε όλο χαρά κι ενθουσιασμό. Κάποια στιγμή λοιπόν, τον ρώτησα τι νομίζει ότι θα δημοσιεύσει σε 10 χρόνια το Τριμηνιαίο Περιοδικό Μελετών για το Αλκοόλ [Quarterly Journal of Studies on Alcohol]. Έχω κρατήσει τη σημείωση που έκανα στο ημερολόγιό μου όταν μου απάντησε ο Jellinek: «ίσως να έχουμε διατυπώσει μια καλύτερη ψυχαναλυτική άποψη». Αυτή ήταν μια συνάντηση που με ενέπνευσε και μεταξύ άλλων έμαθα από αυτή να μην προβλέπω ποτέ το μέλλον και να το αγνοώ, όταν μου κάνουν οι νέοι μια τέτοια ερώτηση.

‘Με έστειλαν, λοιπόν, για φαγητό με τον Jellinek.
Μια εξαιρετική ευκαιρία: εκείνος στο αποκορύφωμα της φήμης του,
κι εγώ, αντικειμενικά μιλώντας, ο κανένας…
φλυαρούσε όλο χαρά κι ενθουσιασμό’

A: Θέλατε να φτιάξετε ένα ερευνητικό κέντρο, όμως ποιο μοντέλο οργανισμού είχατε στο μυαλό σας;
GE: Κανείς δεν με πήρε στην άκρη να μου εξηγήσει και να μου πει, με αυτό τον τρόπο θα φτιάξεις ένα ερευνητικό κέντρο. Κι αυτό ήταν κρίμα. Νομίζω όμως ότι η ιδέα ενός οργανισμού όπου όλοι δουλεύουμε μαζί για ένα πρόβλημα, όπου προσπαθούμε να καλλιεργήσουμε τη δημιουργικότητα, όπου οι προσπάθειες οδηγούν σε ένα συνεχώς καλύτερο αποτέλεσμα, όπου υπηρετούμε ορισμένες κοινές ιδέες και ζούμε στον ευρύτερο κόσμο, εκτός των ερευνών μέσα στο εργαστήριό μας, αυτό αποτελεί ουσιαστικά μια πολύ συναρπαστική ιδέα. Όταν ξεκίνησα, είχα μια γενική ιδέα ως προς το πώς είχαν δημιουργηθεί τα μεγάλα επιστημονικά εργαστήρια. Έκανα αρκετά οργανωτικά λάθη και έμαθα στην πράξη. Εάν μπορούσα να τα ξανακάνω τώρα, ελπίζω πως θα τα κατάφερνα καλύτερα. Μέγιστη προσοχή στις καθημερινές λεπτομέρειες, σαφή και αδιαπραγμάτευτη δέσμευση για την υποστήριξη των ατόμων με τα οποία δουλεύουμε, νοιάξιμο για το ευρύτερο σύνολο και τις στρατηγικές αποφάσεις, φροντίδα για την ατμόσφαιρα του ιδρύματος. Αυτό σημαίνει επί της ουσίας φροντίζω για την καλή κατάσταση ενός κέντρου.

A: Διατηρήσατε κλινικές ευθύνες;
GE: Ναι, συμμετείχα ενεργά στην κλινική δουλειά και έβλεπα ασθενείς κάθε μέρα. Για πολλά χρόνια, ήμουν επικεφαλής σύμβουλος σε ένα κέντρο αντιμετώπισης του αλκοολισμού του Εθνικού Συστήματος Υγείας στο Maudsley και στο Bethlem Royal. Για ένα διάστημα είχα στην ευθύνη μου μια υπηρεσία για άτομα εξαρτημένα από τα οπιοειδή και στο τέλος της δεκαετίας του 1960 συνταγογραφούσαμε υψηλές δόσεις ηρωίνης, μοιράζαμε καθαρές βελόνες, και παρείχαμε ένα χώρο για να κάνουν χρήση –οι ιδέες δείχνουν να ανακυκλώνονται εάν παραμείνεις πολύ καιρό στο χώρο. Έτσι, εν συντομία, ναι, ήθελα να διατηρήσω και την κλινική και την ερευνητική μου δράση. Αυτό οδήγησε στο βιβλίο «Η Θεραπεία των Προβλημάτων της χρήσης Αλκοόλ» [The Treatment of Drinking Problems] (Edwards 1982), ένα έργο που αυτή τη στιγμή επανακυκλοφορεί για τέταρτη φορά, σε συνεργασία με τους Jane Marshall και Christopher Cook (Edwards et al. 2003).

A: Η ομάδα σας συμμετείχε στη δημιουργία πολλών κοινοτικών κέντρων θεραπείας;
GE: Ναι, μας άρεσε να βγαίνουμε στο δρόμο και να δουλεύουμε σε πραγματικές καταστάσεις. Για παράδειγμα, με κάποια ομάδα, για αρκετά χρόνια, βοηθήσαμε Skid Row drinkers και στην ανάπτυξη σχετικής πολιτικής. Στήσαμε μια θεραπευτική κοινότητα για εξαρτημένους από την ηρωίνη και ένα κέντρο ημερήσιας φροντίδας για χρήστες μέσα σε μία εκκλησία. Η καλή μας νεράιδα, (και χρηματοδότης μας) σε αρκετές από αυτές τις δράσεις ήταν η Stella Reading (η χήρα Μαρκησία του Reading). Ήταν επικεφαλής των ανεξάρτητων βουλευτών στη Βουλή των Λόρδων, μιας δύναμης που έπρεπε να λάβει κανείς υπόψη, αλλά και κάποιος που θα μπορούσε να καλέσει σε δείπνο τον Υπουργό Εσωτερικών. Η Λαίδη Reading ήταν ένα πρόσωπο μαγικό. Πέρασε, βράδια ολόκληρα με αλκοολικούς που προσπαθούσαν να βγουν από το βούρκο, αλλά και με Υπουργούς της κυβέρνησης, αυτή ήταν μια καλή βάση για τη διαμόρφωση πολιτικής.

A: Εάν κοιτάξουμε τις δημοσιεύσεις που κυκλοφόρησαν στα τέλη της δεκαετίας του 1960 και στις αρχές της δεκαετίας του 1970, συνήθως υπάρχουν συγκεκριμένοι συγγραφείς. Πολλές φορές είστε ο πρώτος συγγραφέας, ενώ άλλες φορές απλά συνυπογράφετε ένα άρθρο. Βλέπουμε, ωστόσο, ένα συνδυασμό ψυχιάτρων και συμπεριφοριστών και τα ερωτήματα φαίνεται να είναι αλληλένδετα. Είχατε καθόλου την αίσθηση εκείνη την περίοδο, πως η ομάδα σας κατείχε τα ηνία της διεπιστημονικής μελέτης των εξαρτήσεων, όχι μόνο στο Ηνωμένο Βασίλειο αλλά και σε ολόκληρο τον κόσμο;
GE: Προσθέστε στο μείγμα αυτό μια ιστορικό, την Virginia Berridge (Berridge & Edwards 1981). Πάντα υπήρχε η αίσθηση ότι ένας μόνος του μπορεί να οδηγούσε την έρευνα σε λανθασμένες κατευθύνσεις. Αυτό που είχε σημασία ήταν να μη γίνονται πρόχειρες έρευνες, να μην πραγματοποιούνται τετριμμένες έρευνες οι οποίες θα σπαταλούσαν άδικα το χρόνο κάποιου. Όταν ήμουν νεαρός, δούλευα στις διακοπές μου μαζί με έναν αγρότη. Μου έλεγε λοιπόν ότι είναι σημαντικό, εάν κάποιος θέλει να είναι επιτυχημένος αγρότης να μάθει να μην ασχολείται με το κλάδεμα των θάμνων, όταν υπάρχουν πιο χρήσιμα πράγματα να κάνει. Μου έλεγε: αυτό που δεν κάνει κάποιος, είναι αυτό που κάνει τη διαφορά στον καλό αγρότη. Αυτή είναι μια καλή συμβουλή για κάποιον μελλοντικό διευθυντή ερευνών. Όχι, θα ήταν παράλογο να θεωρήσουμε την ομάδα μας ως πρωτοπόρα, ήμασταν πρόθυμοι να μάθουμε από οποιαδήποτε ομάδα με την οποία συνεργαζόμασταν. Γνώριζα πολύ καλά όμως ότι ήταν πάρα πολύ δύσκολο να πραγματοποιηθεί μια καλή έρευνα. Έμαθα, πως ένα ερευνητικό πρόγραμμα για να πετύχει κάτι σημαντικό, θα πρέπει να είναι πολύ επικεντρωμένο και να έχει πολύ καλή δομή. Παρατήρησα και έμαθα από πολλά ερευνητικά κέντρα σε άλλες χώρες. Αυτό που πάντοτε κινούσε το ενδιαφέρον μου ήταν ο τρόπος οργάνωσής τους και οι σχέσεις που είχαν μεταξύ τους, με απασχολούσε το ερώτημα: πως μπορούν να διευκολυνθούν οι ερευνητές. Γνώριζα ότι θα ήταν πολύ δύσκολο για ένα απόμακρο νησί να καταστήσει αισθητή την παρουσία του μπροστά στην απεραντοσύνη της αμερικανικής ηπείρου. Οι Καναδοί και οι Αμερικανοί ήταν εξαιρετικά φιλικοί και ευγενικοί, έπρεπε όμως να ανακαλύψουμε τη δική μας φωνή.

A: Πως εντάξατε αυτή την ομάδα στο πλαίσιο της Βορειοαμερικανικής ερευνητικής βάσης;
GE: Ζούσαμε στις ρωγμές. Ένα ακόμη δυνατό μας σημείο ήταν ότι πάντα είχαμε μια ισχυρή στατιστική βάση. Νομίζω ότι χρησιμοποιήσαμε πολυπαραγοντικές τεχνικές πολύ νωρίτερα από τις ομάδες των Αμερικανών. Ο Camberwell μας έδωσε ένα κοινοτικό εργαστήριο, αναγνωρίζαμε και σεβόμασταν την ενορία μας, αυτό ήταν ένα πλεονέκτημα. Και ήταν πολύ βοηθητικό ότι ήμουν επικεφαλής των κλινικών υπηρεσιών, οι οποίες με ηθικές ασφαλιστικές δικλείδες, παρείχαν μια ερευνητική βάση που ακόμη και ορισμένα αμερικάνικα κέντρα δεν μπορούσαν να διαθέτουν. Ίσως το γεγονός ότι περιστοιχιζόμασταν από στερήσεις και σαφή κοινωνικά προβλήματα, να αποτελούσε πλεονέκτημα. Φοβάμαι ότι αρκετές φορές, εντελώς συνειδητά έχουμε την τάση να κατακλύζουμε τα μεγάλα κέντρα και να επιλέγουμε τα πιο πολλά υποσχόμενα ερωτήματα, που παραβλέπαν. Η δουλειά μας στη σύγκριση της θεραπείας και της συμβουλευτικής και όσον αφορά το σύνδρομο της εξάρτησης, προήλθε κατά κύριο λόγο από αυτού του είδους τον υγιή ανταγωνισμό- μια μικρή βάση σε μια σχετικά μικρή χώρα, ναι, πάντα έπρεπε να θυμόμαστε αυτό τον περιορισμό.

Η εξέλιξη της ιδέας της εξάρτησης
A: Το 1976, έχοντας μια μεγάλη λίστα δημοσιεύσεων και εν μέσω ενός άρθρου για μια Αγγλο-γαλλική διάσκεψη και ακόμη ένα άρθρο για την κάνναβη, δημοσιεύσατε ένα άρθρο στο Βρετανικό Ιατρικό Περιοδικό [British Medical Journal] μαζί με τον Milton Gross. Το άρθρο είχε τίτλο «Εξάρτηση από το Αλκοόλ: προσωρινή περιγραφή ενός κλινικού συνδρόμου» [Alcohol dependence: provisional description of a clinical syndrome] (Edwards & Gross 1976). Υποθέτω πως τότε δεν θα είχατε εκτιμήσει τη μελλοντική σημασία αυτού του άρθρου. Μπορείτε να μας πείτε πως οδηγηθήκατε σε αυτό και ποιες ήταν οι σκέψεις σας όταν το γράφατε; Δεν στηρίζεται σε έρευνες, δεν είναι ούτε θεωρητικό είναι…
GE: …μια προσωρινή περιγραφή! Μας ενδιέφερε η νοσολογία, και αυτό ήταν μέρος μιας πολύ ισχυρής εξελικτικής γραμμής σκέψης στο χώρο της ψυχιατρικής στη Βρετανία. Το Maudsley και το St Louis, αποτελούσαν άξονα. Όρισε για τι πράγμα μιλάς, σε αυτό επέμεναν στο Maudsley, οποιαδήποτε ώρα της ημέρας. Εάν μπορείς να το ορίσεις, να το μετρήσεις και να διακρίνεις τι ανήκει σε αυτό και τι όχι, τότε βρίσκεσαι στην αρχή του διαφωτισμού. Έτσι από τις αρχές της δεκαετίας του 1960, ασχολήθηκα με τη συστηματική αξιολόγηση ασθενών για αρκετές από τις ερευνητικές μας μελέτες. Αισθανόμουν πως μπορούσα μέσα από τα ομιχλώδη τοπία να ξεχωρίσω ένα σύνδρομο εξάρτησης από το αλκοόλ. Ήμουν καλά μυημένος στην ψυχιατρική του 19ου αιώνα και κατανοούσα τις συμβολές του Kraepelin. Από τη μαθηματική λογική γνώριζα ορισμένα πράγματα σχετικά με τον ορισμό του συνδρόμου και τις ψυχομετρικές μεθόδους εγκυρότητας του συνδρόμου (ενδεχομένως η αποτυχημένη μου απόπειρα μα τα μαθηματικά με βοήθησε να εντοπίζω σχήματα και δομές). Στο ξεκίνημα όμως βρισκόμουν στη θέση ενός γιατρού, του 19ου αιώνα, ο οποίος προσπαθούσε να διακρίνει τη μορφή και τις ομοιότητες σε αυτά που του περιέγραφαν οι ασθενείς του. Μετά ήρθε και ο Milton Gross και αναπτύχθηκε μια πολύ καλή συνεργασία αλλά και μία πλούσια φιλία. Ακόμη πενθώ για τον πρόωρο χαμό του Milt. Ναι, νομίζω είχες δίκιο στην προηγούμενη ερώτηση που μου έκανες, η φιλία είναι ο άγραφος κανόνας. Νιγηριανά γλυπτά, πρωινό στο Brooklyn, μια ημέρα στο σαλέ του Joy Moser στην Ελβετία, εκθέσεις τέχνης που επισκεφθήκαμε με τον Milt σε αρκετές πόλεις, και έτσι οδηγηθήκαμε στην προσωρινή περιγραφή του συνδρόμου.

‘Έτσι από τις αρχές της δεκαετίας του 1960,
ασχολήθηκα με τη συστηματική αξιολόγηση ασθενών
για αρκετές από τις ερευνητικές μας μελέτες.
Αισθανόμουν πως μπορούσα μέσα από τα ομιχλώδη τοπία
να ξεχωρίσω ένα σύνδρομο εξάρτησης από το αλκοόλ’

A: Εκπλαγήκατε από την ανταπόκριση που έλαβε αυτό το άρθρο;
GE: Πίστευα και τότε ότι επρόκειτο για κάτι δημιουργικό. Ωστόσο, αυτό συνέβη στο Maudsley, όπου ο νεαρός Norman Sartorius μόλις είχε ξεκινήσει τις μεταπτυχιακές του σπουδές και οι John Cooper, John Wing, Robert Kendell και David Goldberg εργάζονταν όλοι πάνω στις διαφορετικές πλευρές ορισμών των συνδρόμων και τη δημιουργία διαγνωστικών εργαλείων. Ο νεαρός Michael Rutter εντωμεταξύ εργαζόταν σε μια ριζοσπαστική βάση ορισμών της παιδοψυχιατικής. Το κλίμα ευνόησε, ανέπτυξε και διέδωσε αυτό που προσπαθούσαμε να κάνουμε με το αλκοόλ. Νομίζω πως η αποδοχή του έργου μας επηρεάστηκε σημαντικά από τη γενική παλίρροια θα μπορούσαμε να πούμε. Το γεγονός ότι αυτή η ιδέα θα μπορούσε να υλοποιηθεί (Stockwell et al. 1979) κατέστησε την ιδέα του συνδρόμου μια υπόθεση ικανή για αντιπαράθεση, και αυτό ήταν ζωτικής σημασίας.

A: Γύρω στο 1981 επεκτείνατε την ιδέα του συνδρόμου ώστε να καλύπτει κι άλλες ουσίες, σε ένα άρθρο που δημοσιεύσατε με τους Ray Hodgson και Awni Arif (Edwards et al. 1981).
GE: Ναι, έμοιαζε να είναι μια φυσική επέκταση. Σε αυτό μας βοήθησε ιδιαίτερα και ο Jerome Jaffe (ο Jerry υπήρξε φίλος μου σε αυτό το ταξίδι στις εξαρτήσεις για πάρα πολλά χρόνια). Ήταν καλό που έπρεπε να ανοίξουμε το μυαλό μας (Sutherland et al. 1986) πέραν της μίας ουσίας και να προσπαθήσουμε να ξεχωρίσουμε εάν κάποιες γενικές, αρχές μπορούσαν να διαμορφωθούν για περισσότερες ουσίες.

A: Το 1987 η ιδέα του συνδρόμου εντάχθηκε στο Διαγνωστικό και Στατιστικό Εγχειρίδιο [Diagnostic and Statistical Manual (DSM)] από το Σύνδεσμο Αμερικανών Ψυχολόγων. Με το DSM-III-R, οι αμερικανοί αποδέχθηκαν την έννοια του συνδρόμου και το 1990 ο ΠΟΥ το υιοθέτησε ως ενίσχυση του ορισμού της εξάρτησης από το αλκοόλ και τα ναρκωτικά για τη Διεθνή Ταξινόμηση των Ασθενειών [International Classification of Diseases (ICD-10)]. Έτσι μέχρι το τέλος της δεκαετίας του 1990, η έννοια της εξάρτησης έφτασε από προσωρινό σύνδρομο να είναι η κυρίαρχη άποψη για τη διάγνωση της εξάρτησης από το αλκοόλ και τα ναρκωτικά σε ολόκληρο τον κόσμο. Εκπλαγήκατε όταν είδατε πως η ιδέα αυτή παρέμεινε και εξελίχθηκε μέσα σε αυτό το διάστημα;
GE: Οι ιδέες μας στηρίζονται σε ακόμη παλαιότερα στοιχεία ακόμη και στους προβληματισμούς που είχαν αναπτυχθεί κατά τον 19ο αιώνα. Το γεγονός όμως ότι ζήτησαν την υλοποίηση μέσα σε λίγα χρόνια επέφερε μια τεράστια αλλαγή σε ορισμένες απόψεις στην επιστήμη των εξαρτήσεων. Θα ήθελα να επιστρέψω στην έννοια της παλίρροιας που συζητήσαμε. Το σύνδρομο της εξάρτησης ήταν συντονισμένο με τις απόψεις που υπήρχαν στα ICD και DSM ούτως ή άλλως, και τις οποίες μάλιστα, προσπαθούσε να αναπτύξει, ευρύτερα. Δεν κάναμε κάποιον άθλο, απλά ήταν η σωστή χρονική στιγμή. Όπως το σκέφτομαι μάλιστα, από τύχη ήταν επίσης έγκυρη η υπόθεση, κατά κύριο λόγο επειδή είχαμε ακούσει προσεκτικά τι μας περιέγραφαν οι ασθενείς μας.

A: Αυτό μας μεταφέρει σε έναν άλλο χώρο που εργαστήκατε στη μελέτη της θεραπείας των προβλημάτων από το αλκοόλ και τα ναρκωτικά. Το 1977, δημοσιεύσατε μαζί με άλλους, ένα άρθρο για το διαχωρισμό ανάμεσα στη θεραπεία έναντι της συμβουλευτικής (Edwards et al. 1977a). Θέλετε να μου πείτε πως έγινε αυτό;
GE: Ακόμη κι αν στο Maudsley προωθούσαν ιδέες για την ψυχιατρική επιδημιολογία και τη νομενκλατούρα, διερευνούσαν την εφαρμογή στο χώρο της ψυχιατρικής της νέας ιδέας των τυχαίων ελεγχόμενων δοκιμών. Αρκετά νωρίς είχα δημοσιεύσει ένα ερευνητικό πείραμα για τη χρήση της ύπνωσης στη θεραπεία των προβλημάτων με το αλκοόλ (Edwards 1966). Δεν ήταν τίποτα σημαντικό αλλά μάθαινα τα βασικά στοιχεία των ελεγχόμενων δοκιμών. Για ένα μικρό διάστημα, δούλεψα με τον Michael Shepherd και δημοσίευσα μια πιλοτική προσπάθεια για τη θεραπεία της κατάθλιψης (Edwards 1965) κι αυτό ήταν μια σημαντική εμπειρία μάθησης. Ακολούθησε μια μελέτη, η οποία σύγκρινε τις διαφορές που υπάρχουν στη θεραπεία της εξάρτησης από το αλκοόλ, ανάμεσα στα πλαίσια εσωτερικής και εξωτερικής παρακολούθησης (Edwards & Guthrie 1967). Αυτό ενίσχυσε περισσότερο την ήδη επικρατούσα άποψη ότι αυτούς τους ασθενείς θα μπορούσαμε να τους βοηθήσουμε περισσότερο, εάν για ένα διάστημα τους κρατούσαμε κλεισμένους σε ένα νοσοκομείο. Με αυτά τα αποτελέσματα ανά χείρας, ήταν απόλυτα λογικό να συγκρίνουμε την επίδραση της δομημένης, σκόπιμης, ατομικής συμβουλευτικής με τα πλέον σύγχρονα θεραπευτικά εργαλεία. Η συμβουλευτική γενικώς για χρονικό διάστημα 12 μηνών, είχε τα ίδια θετικά αποτελέσματα με τη θεραπεία (Edwards et al. 1977a). Αυτή η μελέτη ήταν δική μου και του Jim Orford, αλλά ενεπλάκη και μια ευρύτερη ομάδα. Νομίζω ότι το ερώτημα τέθηκε από την ίδια τη δουλειά και αυτή προώθησε λίγο τα πράγματα. Ωστόσο έχει εξελιχθεί τόσο η τεχνολογία, ώστε δεν ντρέπομαι να παραδεχτώ ότι σήμερα δεν θα μπορούσε να δημοσιευθεί. Υπήρχε μια απεριόριστη αποδοχή αυτού του συμπεράσματος.

A: Πάμε σε άλλο κομμάτι της ζωής σας. Στα τέλη της δεκαετίας του 1970, είχατε την ευκαιρία να αναλάβετε το τότε Βρετανικό Περιοδικό για τις Εξαρτήσεις [British Journal of Addiction].
GE: Αυτό έγινε το 1978. Ανέλαβα στη θέση του Max Glatt, ο οποίος πέθανε το 2002 σε ηλικία 90 ετών (Edwards 2002). Ήταν κάποιος που θαύμαζα πολύ και στα μετέπειτα χρόνια φάγαμε αρκετές φορές μαζί, με τις συζύγους μας σε ένα kosher κινέζικο εστιατόριο. Ο Max είχε έρθει από το Βερολίνο πρόσφυγας. Είχε κάνει πολύ καλή δουλειά στο περιοδικό, από απλό τοπικό περιοδικό, έγινε διεθνές. Είχε όραμα. Όμως ο Max δεν έλεγε ποτέ όχι σε ένα άρθρο και δεν γνώριζε τι θα πει κριτική ανάγνωση. Όταν ανέλαβα, μου παρέδωσε άρθρα τριών χρόνων, τα οποία είχαν γίνει όλα δεκτά και ήταν αρχειοθετημένα σε κουτιά από παπούτσια.

A: Πείτε μου λίγα πράγματα γενικά για τα ερευνητικά σας ενδιαφέροντα όλα αυτά τα χρόνια.
GE: Επιδημιολογία, ψυχομετρία, έρευνα για τη θεραπεία, μια προσπάθεια να κατανοήσω τη φυσική ιστορία (επηρεάστηκα πολύ από τον George Vaillant), η εξέλιξη της πολιτικής, αυτά περίπου θα μπορούσαν να ορίσουν τα ερευνητικά μου ενδιαφέροντα. Πάντα με ενδιέφερε η ιστορία, και έχω προσπαθήσει πολύ να διαβάσω και να κατανοήσω το αντικείμενό μου. Δεν έχω όμως διαπιστευτήρια ως ιστορικός (η συνεργασία μου με την Virginia Berridge με έκανε να σέβομαι πολύ τις μεθόδους των ιστορικών καθώς και την πραγματικά επαγγελματική τους εξειδίκευση).

ΕΚΔΟΣΕΙΣ
A: Το περιοδικό που εργαστήκατε ήταν μέλος του Οργανισμού για τη μελέτη των Εξαρτήσεων [Society for the Study of Addiction];
GE: Ναι, το γνώριζε, και ανήκε σε αυτό. Αυτός ο χώρος στα χρόνια μετά το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, αποτελούσε ένα χώρο χαμένων περιπτώσεων. Είχα σαφή ιδέα τι ήθελα να πετύχω με το περιοδικό όταν το ανέλαβα μετά τον Max (Edwards 1978). Δεν ήθελα μόνο να το φτάσω να είναι ένα σύγχρονο περιοδικό με κριτικούς αναγνώστες, σε διεθνές επίπεδο, αλλά έλπιζα ακόμη να φτάσει να παίζει ουσιαστικό ρόλο στην αναβάθμιση της ποιότητας σε αυτό το χώρο. Τρελή φιλοδοξία μπορείτε να πείτε. Ήταν ωστόσο μια ιδέα που μοιραζόμουν με πολλούς ακόμη ανθρώπους από ολόκληρο τον κόσμο, οι οποίοι ήταν πρόθυμοι να αναλάβουν ενεργό ρόλο και να στηρίξουν αυτή τη φιλοδοξία. Το 1986 καταφέραμε να φτάσουμε τα έξι τεύχη το χρόνο από τα τέσσερα που ήταν ως τότε, και το 1987 το περιοδικό έγινε μηνιαίο. Ενώ το 1993, ιδρύθηκαν τοπικά γραφεία στην Αμερική, στην Αυστραλία και τη Βρετανία. Πρόκειται για ένα επίτευγμα εκατό τοις εκατό ομαδικό –έχουμε περισσότερους από 130 βοηθούς εκδότες σε 12 χώρες. Ναι, μπορεί ακόμη να έχουμε πολύ δρόμο μπροστά μας, η φιλοδοξία όμως παραμένει ακόμη ζωντανή. Το περιοδικό ‘Addiction’ (έτσι μετονομάστηκε από το 1993) αποτελεί πλέον ένα δίκτυο αφοσιωμένο σε συγκεκριμένες αξίες και προσπαθεί να είναι τόσο διασκεδαστικό όσο και σοβαρό. Ο Robert West (Διευθυντής Εκδόσεων από τον Ιανουάριο του 2005), ο Tom Babor (σήμερα βοηθός εκδότη) και οι Wayne Hall και John Marsden αποτελούν τον πυρήνα της εκδοτικής ομάδας, μαζί με τις Patricia Davis, Margaret Eagers, Gillian Rangel, Susan Savva, Deborah Talamini οι οποίοι ανήκουν στο διοικητικό κομμάτι. Σε αυτό το σημείο θα πρέπει να απαλλαγώ από τη μετριοφροσύνη και να πω πως η συμβολή όλων στην ομάδα είναι εξαιρετική. Ο Tim Stockwell μας είχε βοηθήσει νωρίτερα να ξεκινήσουμε τα πράγματα στην Αυστραλία. Έπαψα να είμαι Διευθυντής Εκδόσεων όταν ανέλαβε ο Robert και πραγματικά αδημονώ, να δω την περαιτέρω εξέλιξη του περιοδικού τώρα που το έχει αναλάβει ένας τόσο ταλαντούχος και έμπειρος άνθρωπος. Εντωμεταξύ, θα εξακολουθήσω να έχω σχέση με το περιοδικό, διατηρώντας το ρόλο του Επίτιμου ή Εντεταλμένου Εκδότη [Commissioning Editor], μια θέση που δημιουργήθηκε μόλις πρόσφατα.

A: Θα θέλατε να μας μιλήσετε περισσότερο όσον αφορά στον σκοπό του περιοδικού;
GE: Η διατήρηση της επαφής με το χώρο αυτό, η υπηρεσία ενός χώρου, η συμβολή μας στη διαμόρφωση ενός αόρατου κολεγίου, η αμφίδρομη σχέση με αυτό, αυτά για μένα είναι θεμελιώδη (Edwards 2005). Το να τολμάς να προκαλείς συζητήσεις, δείχνοντας όμως σεβασμό στις απόψεις όλων. Το να συμβάλεις στο χώρο αυτό να ανακαλύψει την ταυτότητά του και να διαμορφώσει το μέλλον του, χωρίς να ξοδεύεις ιδιαίτερο χρόνο με περιττά πράγματα. Έπειτα θεωρώ ότι ένα περιοδικό πρέπει να έχει ένα ευρύτερο λειτουργικό πρόγραμμα, ευέλικτο με το πέρασμα του χρόνου. Ένα από τα θέματα στο πρόγραμμά μας αυτή την περίοδο, είναι να προσπαθήσουμε να προκαλέσουμε συζητήσεις γύρω από τα θέματα ηθικής φύσης σχετικά με τις εκδόσεις των περιοδικών. Ως ομάδα, θεωρούμε ότι πρόκειται για ένα πολύ σημαντικό ζήτημα που στο παρελθόν είχε παραμεληθεί. Η σχέση ανάμεσα στην επιστήμη και την πολιτική είναι ένα άλλο ζήτημα. Ενώ θεωρώ ότι το θέμα του διεθνισμού οφείλει να ενταχθεί επίσης στο πρόγραμμά μας. Προσπαθούμε επίσης να προωθήσουμε την ποιότητα της επιστήμης. Οι συνεντεύξεις που περιέχονται στο περιοδικό μας στην αντίστοιχη στήλη, συμβάλουν στο να δώσουμε ένα πιο ανθρώπινο προφίλ σε αυτή την προσπάθεια. Ενώ οι τόμοι που έχουν συγκεντρώσει όλες τις συνεντεύξεις μαζί και περιέχουν και σχετικούς σχολιασμούς (Edwards 1991; Edwards 2002) παρέχουν μια μοναδική πληροφόρηση για το πως πραγματικά δημιουργήθηκε αυτή η τέχνη που ονομάζουμε «επιστήμη της εξάρτησης». Ουσιαστικά αυτό που λέω είναι πως το καλύτερο περιοδικό, είναι αυτό που εξυπηρετεί καλύτερα τη χρονική στιγμή και το χώρο στον οποίο κινείται, που αποτελεί μια ζωντανή και δημιουργική δύναμη, είναι ένα διεθνές περιοδικό με στόχους κι όχι παθητικό. Ορισμένες φορές όλα πάνε στραβά. Έχουμε κάνει τρομερά λάθη. Ακόμη και η Patricia καμιά φορά στεναχωριέται. Όμως, αυτό που έχω να πω τελικά, είναι ότι η εργασία μου με το περιοδικό Addiction είναι τόσο ικανοποιητική και δημιουργική εμπειρία ζωής, όσο ποτέ δε θα τολμούσα να ονειρευτώ.

‘Ουσιαστικά αυτό που λέω είναι πως
το καλύτερο περιοδικό, είναι αυτό που εξυπηρετεί καλύτερα τη χρονική στιγμή
και το χώρο στον οποίο κινείται,
που αποτελεί μια ζωντανή και δημιουργική δύναμη,
είναι ένα διεθνές περιοδικό με στόχους κι όχι παθητικό’

A: Γενικά θεωρείτε τον εαυτό σας περισσότερο άνθρωπο του αλκοόλ ή των άλλων ουσιών;
GE: Η επιστήμη των εξαρτήσεων, όταν θέλει να είναι δημιουργική, δεν γνωρίζει όρια μεταξύ των ουσιών. Υπάρχουν πολλά οφέλη από τη σύγκριση των μηχανισμών της εξάρτησης, του επιμερισμού της χρήσης, των θεραπευτικών διεργασιών, της πολιτικής και του ελέγχου ανταπόκρισης ανάμεσα στις ουσίες. Οι περισσότερες έρευνες που έχω κάνει, αν και όχι όλες, αφορούν στο αλκοόλ. Σε επίπεδο πολιτικής, η ζωή διασταύρωσε πολλές φορές αυτά τα όρια, και λόγω της δουλειάς μου στο περιοδικό ‘Addiction’ οφείλω να είμαι ενήμερος για έρευνες και εξελίξεις της πολιτικής σε ολόκληρο το φάσμα. Ως εκδότης όμως συχνά στηρίχτηκα πολύ στις εξειδικευμένες γνώσεις συναδέλφων μου, ή στη μεγαλύτερη εμπειρία τους σε κάποια επιστήμη διαφορετική από αυτήν που κατέχω.

A: Ο ρόλος σας ήταν θεμελιώδης στην ενθάρρυνση πολλών εκδοτών περιοδικών για εξαρτήσεις να συγκεντρωθούν όλοι μαζί, να μοιραστούν πληροφορίες, να αλληλοστηριχθούν και να συνεργαστούν. Μέσα από αυτές τις προσπάθειες έχει δημιουργηθεί μια διεθνής κοινότητα.
GE: Το σημαντικότερο πρόσωπο πίσω από αυτή τη σκέψη ήταν αδιαμφισβήτητα ο Thomas Babor. Εκείνος ήταν που έτρεφε την ιδέα της Διεθνούς Επιτροπής Εκδοτών Περιοδικών για τις Εξαρτήσεις [International Society of Addiction Journal Editors (ISAJE)] (Edwards & Babor 2001). Εκείνος και ο Robert Balster είχαν σημαντικό ρόλο για την έναρξη της Επιτροπής αυτής το 2002. Επίσης, η Susan Savva, η συνεργάτης μου στο Addiction, είναι Υπεύθυνη του Γραφείου στο ISAJE, ήταν εκείνη που κατάφερε να κινήσει το θέμα. Υπάρχει πολύ καλή συνεργασία πλέον. Με πιο πρόσφατο αποτέλεσμα την έκδοση από το ISAJE, ενός βιβλίου για ανθρώπους που απασχολούνται στο χώρο των εξαρτήσεων και θέλουν να δημοσιεύσουν το έργο τους (Babor et al. 2004). Είναι μια ενδιαφέρουσα εξέλιξη, η οποία κατά τη σύμφωνη γνώμη πολλών που εμπλέκονται καλύπτει μια πολύ πραγματική ανάγκη.

A: Αντισταθήκατε πάντοτε με σθένος απέναντι στην εμπλοκή της βιομηχανίας στην επιστήμη για το αλκοόλ καθώς επίσης και των επιστημόνων γύρω από το αλκοόλ με τις ποτοβιομηχανίες. Τι σας έχει κάνει να πιστεύετε πως μια τέτοια σχέση θα ήταν καταστροφική;
GE: Η βασική μας ανησυχία πρέπει να είναι διατήρηση της ακεραιότητας της επιστήμης, πραγματικά πολύτιμο αγαθό. Η επιστήμη πρέπει να είναι ανεξάρτητη και ειλικρινής, αλλιώς δεν είναι τίποτα. Δεν πρέπει να προφυλασσόμαστε μόνο από την βιομηχανία που σχετίζεται με το αλκοόλ, γενικότερα πρέπει να προσέχουμε πάντα ενδεχόμενα αντικρουόμενα συμφέροντα. Η ηθική δεν πρέπει να είναι κάτι πληκτικό, πομπώδες και περιστασιακό, αλλά αποτελεί μέρος της καθημερινότητας στη συνείδηση μας που τρέφει την επαγγελματική μας ζωή.

A: Υπήρχε μια περίπτωση κατά τη διάρκεια της ανάπτυξης του Alcohol Policy and the Public Good (Edwards et al. 1994), όπου ακόμη και πριν εκδοθεί, έγινε μια απόπειρα, από τον χώρο της βιομηχανίας του αλκοόλ, να το απαξιώσουν. Θέλετε να μας μιλήσετε λίγο γι’αυτό;
GE: Ήταν μια φάρσα που ετοίμασε ένα λόμπι στο χώρο του αλκοόλ, η Ομάδα Portman. Ο Nick Heather ήταν ο άνθρωπος που είχε το θάρρος να αδιαφορήσει για τις ανοησίες της Ομάδας Portman. Τα λόμπι στο χώρο του αλκοόλ, όπως η Ομάδα του Amsterdam, η Ομάδα Portman και η ICAP, είναι τόσο μπλεγμένα με αντικρουόμενα συμφέροντα ώστε δεν έχουν ίχνος αξιοπιστίας στο χώρο της πολιτικής και της δημόσιας υγείας, αυτή είναι εν ολίγοις η ουσία του πράγματος.

A: Τα τελευταία χρόνια γράψατε δύο βιβλία για το ευρύτερο αναγνωστικό κοινό. Πως ήταν αυτή η εμπειρία;
GE: Ήταν δύσκολη, έπρεπε να προσπαθήσω. Θεωρώ, πως μια ζωή προσπαθούσα να γράψω πειθαρχημένα, επιστημονικά κείμενα και το γεγονός αυτό δεν αποτέλεσε το καλύτερο υπόβαθρο για τον πιο ελεύθερο τρόπο γραφής. Όπως και να είναι, το αποτέλεσμα παρόλα αυτά ήταν δύο βιβλία (Edwards 2000, 2004).

A: Βιβλία, περιοδικά, εκδόσεις, για μεγάλο χρονικό διάστημα αυτό φαίνεται να αποτέλεσε ένα θέμα με πολλές παραλλαγές.
GE: Όντως, πολλές παραλλαγές. Μου άρεσε πολύ, για παράδειγμα, το ότι υπήρξα εκδότης μιας σειράς του International Research Monographs in the Addictions (IRMA), μια έκδοση του Cambridge University Press. Ήταν σημαντικό να αναπτύξω την ικανότητα έκδοσης κειμένων με έκταση βιβλίου στο θέμα των εξαρτήσεων, τα οποία υπόκειταν σε κριτική ανάγνωση και ήταν γραμμένα με πολύ υψηλά στάνταρ. Είχαμε εξαιρετικές δημοσιεύσεις (Holder 1998; Solowij 1998; Meyers & Miller 2001; Babor & Del Boca 2002; Humphreys 2004).

ΕΡΓΑΣΙΑΚΑ ΚΑΙ ΜΗ 
A: Ποιος ανέλαβε τα καθήκοντά σας στο Maudsley;
GE: Πριν αφήσω την πανεπιστημιακή μου έδρα το 1994, καταφέραμε να ιδρύσουμε το Εθνικό Κέντρο για τις Εξαρτήσεις [National Addiction Centre (NAC)]. Αυτό περιλαμβάνει ένα αμάλγαμα κλινικών, ερευνητικών και εκπαιδευτικών δράσεων. Διευθυντής του είναι ο John Strang. Τώρα ως απλός θεατής χαίρομαι να βλέπω τις δικές του επιτυχίες καθώς και των συναδέλφων του. Τα γραφεία του περιοδικού Addiction βρίσκονται στο κτίριο των κεντρικών υπηρεσιών του Εθνικού Κέντρου για τις Εξαρτήσεις [National Addiction Centre (NAC)], έτσι υπάρχει η ευκαιρία για διατήρηση των στενών φιλικών σχέσεων.

A: Κοιτώντας την πορεία σας συνολικά, φαίνεται ότι έχετε εμπειρία από ένα μεγάλο εύρος δραστηριοτήτων που σχετίζονται με τις εξαρτήσεις. Μπορείτε να εντοπίσετε το βασικό κίνητρο;
GE: Πολλές φορές φαίνεται πως μάλλον υπερέβαλλα. Πολλά τα κίνητρα ενδεχομένως. Αμφιβάλω εάν υπάρχει κάποιος που έχει μόνο έναν στόχο. Η επιστήμη ήταν το κίνητρό μου και η αναζήτηση της επιστημονικής αλήθειας, ακόμη κι αν δεν ήμουν αρκετά έξυπνος για να τη φτάσω. Η κλινική μου δράση ήταν πολύ σημαντική για μένα και πάντα ήθελα να είμαι καλός σε αυτό. Η δημιουργία όμως πολιτικής αποτελούσε επίσης κίνητρο για μένα. Υποθέτω το ότι δούλευα με ανθρώπους αποτέλεσε ένα εγωιστικό κίνητρο από μόνο του. Οι κοινές και σοβαρές προσπάθειες, τα απογεύματα που περνούσαμε μετά μαζί, τα γέλια στο τραπέζι του φαγητού, αυτά ήταν για μένα η σημαντικότερη επιβράβευση. Κίνητρο αποτελούσε το όραμα ενός ενιαίου κόσμου, η διεθνοποίηση, η πρόκληση να γνωρίζεις άλλες χώρες, οι μεταπτυχιακοί φοιτητές άλλων χωρών με τους οποίους συνεργάστηκα, να μαθαίνω τις επιτυχίες τους, για μένα όλα αυτά είναι κίνητρο. Να βλέπω άτομα που πριν δούλευαν μαζί μου να κάνουν σπουδαία πράγματα. Τι ήταν όμως αυτό που με κράτησε τις δύσκολες ημέρες, όταν κάτι τραγικό συνέβαινε σε κάποιον ασθενή, και αποτυγχάναμε; Όταν ένα ακόμη άρθρο απορριπτόταν και οι κριτικοί αναγνώστες μου είχαν δίκιο; Όταν οι πολιτικοί αγνοούσαν τις πολύ προσεκτικές συμβουλές μας; Έχω νομίζω κάποια ιδέα τι μπορεί να με κράτησε κινητοποιημένο σε αυτές τις καταστάσεις. Νομίζω ότι πρόκειται για μια ουσιαστική, αναλλοίωτη πεποίθηση στην αξία της προσπάθειας αυτής να προλάβουμε, να ελαχιστοποιήσουμε και να εξαλείψουμε τον πόνο στο χώρο στον οποίο επέλεξα να απασχοληθώ. Έτσι μέσω μιας κυκλικής πορείας, απάντησα στην ερώτησή σου. Απολογισμός ζωής [My apologia pro vita sua].

A: Τι επιτεύγματα ή ενδιαφέροντα έχετε εκτός του εργασιακού χώρου;
GE: Επιτεύγματα; Κανένα! Πάντοτε γνώριζα πως ήμουν ανεπίδεκτος μαθήσεως στη μουσική και στις καλλιτεχνικές δραστηριότητες. Στο σχολείο αναγκάστηκα να σταματήσω το μάθημα των καλλιτεχνικών επειδή οι επιδόσεις μου έριχναν δραματικά το μέσο όρο της τάξης. Δεν μπορώ να παίξω κανένα μουσικό όργανο. Ενδιαφέροντα όμως: πολλά, μου αρέσει πολύ να ακούω μουσική και να κοιτάω φωτογραφίες. Ακόμη μου αρέσει πάρα πολύ η ποίηση, και πολλές φορές βρήκα ότι ο Keats (Edwards 1990) ή ο Yeats (Edwards 1989) με ενέπνευσαν. Ωστόσο δεν είμαι ποιητής. Η Sue κι εγώ έχουμε ταξιδέψει πολύ μαζί, ενώ δεν σταματήσαμε ποτέ να απολαμβάνουμε τα αγγλικά τοπία, τους κήπους και τις εκκλησίες που υπάρχουν σε διάφορα χωριά. Πολλές φορές φιλοξενήσαμε φοιτητές σπίτι μας, και περάσαμε όμορφα βράδια με συναδέλφους του χώρου από πολλά μέρη του κόσμου. Πάντοτε όμως μας άρεσε να περνάμε χρόνο και με φίλους μας εκτός αυτού του κύκλου αλλά και στο Greenwich, όπου ζήσαμε πολλά ευτυχισμένα χρόνια έχουμε πολλούς φίλους. Έτσι εκτός εργασίας και εντός εργασίας, μαζί και χωριστά, και τα δύο αποτελούν σημαντικά κομμάτια της ύπαρξης. Ακόμη σημαντικό κομμάτι στην πληρότητα της ζωής μου αποτελεί η απόλαυση μιας ανέμελης στιγμής από το γραφείο μου στον επάνω όροφο, απ’όπου χαζεύω τη βροχή που πέφτει στο πάρκο του Greenwich.

‘…σημαντικό κομμάτι στην πληρότητα της ζωής μου
αποτελεί η απόλαυση μιας ανέμελης στιγμής από το γραφείο μου στον επάνω όροφο,
απ’όπου χαζεύω τη βροχή που πέφτει στο πάρκο του Greenwich’

ΣΥΜΒΟΥΛΕΥΟΝΤΑΣ ΕΝΑΝ ΝΕΟ 
A: Κλείνοντας τι θα θέλατε να πείτε σε έναν νέο άνθρωπο που τώρα ξεκινάει την πορεία του στο χώρο αυτό και ελπίζει σε μια πολλά υποσχόμενη καριέρα;
GE: Πάντα ευχόμουν να μην έρθει η μέρα που θα έπρεπε να απαντήσω εγώ αυτή την ερώτηση, αντίθετα θα προτιμούσα να ήμουν στη θέση του νέου. Στο μεσημεριανό που έφαγα με τον Jellinek συνειδητοποίησα ότι δεν θα πρέπει να αφήνω τους ανθρώπους στην τύχη τους. Αναζητήστε καλούς δασκάλους. Κάντε ένα καλό γάμο (με τη Sue υπήρξα εξαιρετικά τυχερός). Το να έχετε καλά παιδιά είναι επίσης ενισχυτικό (Dan και Rosie). Να φροντίζετε πάντα τις φιλίες σας. Η δουλειά σας είναι πολύ σημαντική, βρείτε ωστόσο το χρόνο να απολαύσετε και τις συζητήσεις στο γρασίδι. Θα ήθελα πολύ όμως να ξέρω τι θα είχε να πει ο νέος.

Βιβλιογραφία
Arif, A. (1986) Journal Interview 13. Conversation with Awni Arif. British Journal of Addiction, 81, 607–611.

Babor, T. F., Caetano, R., Casswell, S., Edwards, G., Giesbrecht, N., Graham, K., Grube, J., Gruenewald, P., Hill, L., Holder, H., Homel, R., Osterberg, E., Rehm, J., Room, R. & Rossow, I. (2003) Alcohol: No Ordinary Commodity—Research and Public Policy. Oxford: Oxford University Press.

Babor, T. F. & Del Boca, F. (2002) Treatment Matching in Alcoholism. Cambridge: Cambridge University Press.

Babor, T. F., Stenius, K. & Savva, S. (2004) Publishing Addiction Science: A Guide for the Perplexed. London: International Society of Addiction Journal Editors/World Health Organization.

Berridge, V. & Edwards, G. (1981/1986) Opium and the People Opium Use in Nineteenth Century English Society. London: Allen Lane (1981). Paperback edition: Yale: Yale University Press (1986).

Bruun, K., Edwards, G., Lumio, M., Makela, K., Pan, L., Popham,
R., Room, R., Schmidt, W., Skog, O.-J., Sulkunen, P. & Osterberg, E. (1975) Alcohol Control Policies in Public Health Perspective. Helsinki: Finnish Foundation for Alcohol Studies.

Davies, D. L. (1962) Normal drinking by recovered alcohol addicts. Quarterly Journal of Studies on Alcohol, 23, 194–104.

Davies, D. L. (1979) Journal Interview 1. Conversation with D. L. Davies. British Journal of Addiction, 74, 239–249.

Edwards, G., ed. (1991) Addictions Personal Influences and Scientific Movements. New Brunswick, NJ: Transaction Publishers.

Edwards, G., ed. (2002) Addiction: Evolution of a Specialist Field. Oxford: Blackwell Publishing Ltd.

Edwards, G. (1965) Comparison of the effects of impiramine and desipramine on some symptoms of depressive illness. British Journal of Psychiatry, 111, 889–897.

Edwards, G. (1966) Hypnotic treatment of alcohol addiction. Quarterly Journal of Studies on Alcohol, 27, 221–241.

Edwards, G. (1978) Journals of a second kind. British Journal of Addiction, 73, 225–227.

Edwards, G. (1982) The Treatment of Drinking Problems, 1st edn. London: Grant McIntyre.

Edwards, G. (1989) As the years go rolling by. Drinking problems in the time dimension. British Journal of Psychiatry, 154, 18– 26.

Edwards, G. (1990) Withdrawal symptoms and alcohol dependence: fruitful mysteries. British Journal of Addiction, 85, 447– 461.

Edwards, G. (2000) Alcohol the Ambiguous Molecule. London: Penguin Books.

Edwards, G. (2002) Joy Moser, 1921–2001: the woman who gave WHO’s programme on alcohol its golden age. Addiction, 97, 759–760.

Edwards, G. (2002) Max Glatt: distinguished Fellow of the Society for the Study of Addiction. Addiction, 97, 1224– 1226.

Edwards, G. (2005) The Society Lecture: Addiction: a journal and its invisible college. Addiction, 100, in press.

Edwards, G. (2004) Matters of Substance: Drugs and Why Everyone’s a User. London: Allen Lane.

Edwards, G., Anderson, P., Babor, T. F., Casswell, S., Ferrence, R., Giesbrecht, N., Godfrey, C., Holder, H. D., Lemmens, P., Makela, K., Midanik, L. T., Norstrom, T., Osterberg, E., Romelsjo, A., Room, R., Simpura, J. & Skog, O.-J. (1994) Alcohol Policy and the Public Good. Oxford: Oxford University Press, 1994 [translated into Finnish, French, German, Norwegian, Portuguese, Russian, Spanish and Swedish: translation of short version into Italian and Hebrew].

Edwards, G., Arif, A. & Hodgson, R. (1981) Nomenclature and classification of drug- and alcohol-related problems. Bulletin of the World Health Organization, 59, 225–242.

Edwards, G. & Babor, T. (2001) The International Society of Addiction Journal Editors (ISAJE) has become established. Addiction, 96, 541–553.

Edwards, G. & Gross, M. M. (1976) Alcohol dependence: provisional description of a clinical syndrome. BMJ, 1, 1058– 1061.

Edwards, G., Gross, M. M., Keller, M., Moser, J. & Room, R. (1977b) Alcohol-Related Disabilities [with French translation]. WHO Offset Publication no. 32. Geneva: WHO.

Edwards, G. & Guthrie, S. (1967) A controlled trial of in-patient and outpatient treatment of alcohol dependency. Lancet, 1, 555–559.

Edwards, G., Marshall, J. & Cook, C. (2003) The Treatment of Drinking Problems, a Guide for the Helping Professions, 4th edn. Cambridge: Cambridge University Press.

Edwards, G., Orford, J., Egert, S., Guthrie, S., Hawker, A., Hensman, C., Mitcheson, M., Oppenheimer, E. & Taylor, C. (1977a) Alcoholism. A controlled trial of ‘treatment’ and ‘advice’. Journal of Studies on Alcohol, 38, 1004–1031.

Holder, H. D. (1998) Alcohol and the Community A Systems Approach to Prevention. Cambridge: Cambridge University Press.

Humphreys, K. (2004) Circles of Recovery: Self-Help Organizations for Addictions. Cambridge: Cambridge University Press.

McC., J. [full name not known] (1954) The James Thomas Edwards Memorial Fund. The Veterinary Record, 18 September, 76–86.

Meyers, R. J. & Miller, R. J. (2001) A Community Reinforcement Approach to Addiction Treatment. Cambridge: Cambridge University Press.

Moser, J. (1984) Journal Interview 7. Conversation with Joy Moser. British Journal of Addiction, 79, 355–363.

Pattison, I. (1981) John McFadyean. Founder of a Modern Veterinary Research. London: J. A. Allen.

Russell, M. A. H. R. (2004) Journal Interview 63. Conversation with Michael A. H. Russell. Addiction, 98, 9–19.

Solowij, N. (1998) Cannabis and Cognitive Functioning. Cambridge: Cambridge University Press.

Stockwell, T., Hodgson, R., Edwards, G., Taylor, C. & Rankin, H. (1979) The development of a questionnaire to measure severity of alcohol dependence. British Journal of Addiction, 74, 79– 87.

Sutherland, G., Edwards, G., Taylor, C., Phillips, G., Gossop, M. & Brady, R. (1986) The measurement of opiate dependence. British Journal of Addiction, 81, 539–548.

Walley, T. (1891) A Practical Guide to Meat Inspection, 2nd edn. Edinburgh: Young J. Pentland.

 

Απόδοση στα Ελληνικά: Τζίνη Χριστοφίλη

ΕΞΑΡΤΗΣΕΙΣ τεύχος 7

Print Friendly, PDF & Email