Ρωσία: το αλκοόλ χθες και σήμερα

Alexander Nemtsov,  Moscow Research Institute of Psychiatry MPH RF, Russia
E-mail: al-nemtsov@mtu-net.ru

Τίτλος πρωτοτύπου: “Russia: alcohol yesterday and today”, Addiction, Volume 100, Number 5, May 2005

 

Μετάφραση: Αλεξάνδρα Τζάλα

Translation Alexandra Tzala

 

Το αλκοόλ στη Ρωσία πριν τον 20ο αιώνα

Για την κατανόηση της διαδεδομένης χρήσης αλκοόλ στη Ρωσία είναι αναγκαίο να αναλογιστούμε τα χαρακτηριστικά της χώρας.  Οι πρώτοι κάτοικοι της περιοχής, που ονομάζεται τώρα Ρωσία, επιβίωσαν σε ένα κρύο και εχθρικό κλίμα με περιορισμένη δυνατότητα γεωργικής ανάπτυξης.  Οι περισσότεροι κάτοικοι έζησαν σε άθλιες συνθήκες φτώχειας, με πενιχρές ποσότητες φαγητού, όπου η μοναδική πηγή αλκοόλ ήταν η ελαφριά μπύρα και μικρές ποσότητες ενός ροφήματος με βάση το μέλι (mead).  Τον 16ο αιώνα εισήχθη το σύστημα της δουλοπαροικίας οδηγώντας στην επιδείνωση των συνθηκών της ζωής των αγροτών που μετατράπηκαν κυριολεκτικά σε σκλάβους.  Έχοντας οικονομικούς πόρους που μόλις έφταναν για την επιβίωση τους, το αλκοόλ έγινε απρόσιτο για τους περισσότερους.  Σε αντίθεση, αυτοί που κατοικούσαν σε νεοϊδρυθείσες πόλεις ήταν σε θέση να αγοράσουν αλκοόλ από τα korchmas, καταστήματα που παρείχαν φαγητό και ελαφριά αλκοολούχα ποτά.

Η κατανάλωση της βότκας ξεκίνησε κατά τον 15ο ή 16ο αιώνα.  Ωστόσο, μέχρι τα μέσα του 18ου αιώνα, η Ρωσική βότκα δεν περιείχε ποτέ παραπάνω από 20ο βαθμούς αλκοόλ (Pokhebkin 1991).

Το 1474 ο Πρίγκιπας Ιβάν ο 3ος  με ένα διάταγμα επέβαλε φορολογία στη βότκα, δημιουργώντας έτσι μια νέα πηγή εισοδήματος και ένα ισχυρό κίνητρο στο κράτος για την εξάπλωσή της.  Ο Ιβάν ο 4ος (ο Τρομερός) έκλεισε τα korchmas και εισήγαγε τα τσαρικά Kabak (χαμαιτυπεία).  Αυτά τα καταστήματα δεν πουλούσαν πλέον φαγητό (Zhirov & Petrova 1998).  Ως αποτέλεσμα αυτού, τα Kabak έγιναν πολυσύχναστα λόγω της πώλησης οινοπνευματωδών ποτών.  Πολλές ιστορικές περιγραφές για τη Ρωσική μέθη αναφέρονται σε περιστατικά που συνέβαιναν στα Kabak.

Η μεγάλη κατανάλωση αλκοόλ ήταν αστικό φαινόμενο μιας και τα Kabak λειτουργούσαν σχεδόν αποκλειστικά στις πόλεις (Zhirov & Petrova 1998).  Αυτό παρουσιάζεται από τα γραπτά του Kilburger, ενός Σουηδού που επισκέφτηκε τη Ρωσία το 1674, ο οποίος, ενώ περιγράφει γραφικά το μέγεθος και τις επιπτώσεις της κατανάλωσης αλκοόλ στη Ρωσία, σημειώνει ότι «… τα Kabak δεν είναι πολλά, ούτε στη Μόσχα, ούτε στην υπόλοιπη Ρωσία.  Μεταξύ του Νόβγκοροντ (Novgorod) και της Ρωσίας, μια απόσταση μεγαλύτερη των 500 ρωσικών μιλιών (περίπου 500χλμ), συνάντησα μόνο εννέα με δέκα τέτοια καταστήματα.  Για την ακρίβεια, υπάρχουν πολλά χωριά στα οποία δε βρίσκεται ούτε σταγόνα μπύρας»(Kurts 1915).

Ο αστικός-αγροτικός διαχωρισμός στην κατανάλωση αλκοόλ οξύνθηκε από την υψηλή τιμή της βότκας.  Κατά τον 17ο αιώνα ένα μπουκάλι βότκα (12.31) κόστιζε δύο φορές πιο ακριβά από μια αγελάδα (Kurukin 1998).  Συνεπώς οι επιπτώσεις της μεγάλης κατανάλωσης αλκοόλ  συγκεντρωθήκαν σε μια μικρή μερίδα του πληθυσμού.  Μέχρι το 1897, ο αστικός πληθυσμός της Ρωσίας ήταν μόνο το 14,5% του συνολικού πληθυσμού.

Το δεύτερο και πιο σημαντικό στάδιο ανάπτυξης της κατανάλωσης αλκοόλ στη Ρωσία ξεκίνησε το 1716, όταν ο Πέτρος ο 1ος (ο «Μεγάλος») ωθούμενος από την μείωση του πλούτου του, ως αποτέλεσμα των πολέμων με τις ξένες χώρες, κατάργησε προσωρινά όλους τους περιορισμούς για τα αποστάγματα (αλκοολούχα ποτά).  Ο αριθμός των Kabak σημείωσε ραγδαία αύξηση και έως το 1885 ο αριθμός τους έφτανε στα 80.000( Pryzhov 1914), που ισοδυναμεί περίπου με έναν ανά 1400 κατοίκους.  Αυτό συσχετίστηκε με μια αύξηση στη φορολογία από τις πωλήσεις αλκοόλ, οι οποίες αυξήθηκαν κατά 30% στα τέλη του 18ου αιώνα, την περίοδο της Αικατερίνης της 2ης και κατά 38% την περίοδο του Αλεξάνδρου του 2ο (Zhirov & Petrova 1998).

Το τρίτο στάδιο ακολούθησε την κατάργηση της δουλοπαροικίας το 1861.  Το 1863 το κόστος της βότκας μειώθηκε σημαντικά καθώς αυξήθηκε ο αριθμός των αποστακτήρων.  Για πρώτη φορά ή βότκα έγινε προσιτή στο φτωχό αγροτικό πληθυσμό.  Μέχρι τότε, η Ρωσία είχε αναπτύξει ένα σχετικά καλό σύστημα στατιστικών στοιχείων για την κατανάλωση αλκοόλ.  Το 1864 καταγράφτηκε σχεδόν διπλασιασμός της κατανάλωσης αλκοόλ στη Ρωσία (φτάνοντας το 6.2 λίτρα ανά άτομο), ποσοστό που είναι το υψηλότερο που έχει καταγραφεί στην τσαρική Ρωσία (Ostroumov 1914).  Η πραγματική κατανάλωση ήταν κάπως μεγαλύτερη λόγω της παράνομης παραγωγής και πώλησης των αλκοολούχων ποτών, παρόλο που αυτό αποτελούσε σοβαρό ποινικό αδίκημα.  Ωστόσο, τα επόμενα χρόνια η κατανάλωση μειώθηκε στα 4,11 λίτρα, ξεκινώντας μια σταθερή μείωση που συνεχίστηκε μέχρι το 1890, όπου έφτασε τα 2,6 λίτρα.  Αυτό εν μέρει οφείλεται στο κλείσιμο των Kabak (τον Ιανουάριο του 1886) και την αναπλήρωσή τους από traktire, όπου σερβίρονταν και φαγητό μαζί με το αλκοόλΩστόσο, η μείωση αυτή αντανακλούσε επίσης μια σταθερή αύξηση στη φορολογία, η οποία αυξήθηκε κατά 2,5 φορές σε διάστημα 30 ετών.

Στις αρχές του 1890, ωστόσο, η τάση μείωσης συγκρατήθηκε από την ανάπτυξη της βιομηχανίας, όταν ο αγροτικός πληθυσμός μετοίκησε για να εργαστεί στα νέα εργοστάσια των πόλεων (με την κατανάλωση να φτάνει τα 3,3λίτρα το 1913).  Αυτά τα ποσοστά όμως ήταν πολύ χαμηλότερα από τα αντίστοιχα της Δυτικής Ευρώπης κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα, με την ετήσια κατανάλωση να είναι υψηλότερη από 20 λίτρα στη Γαλλία, 15 λίτρα στην Ιταλία και 10 λίτρα στην Ισπανία και στη Μεγάλη Βρετανία.

 

Ο 20ος αιώνας…

Μια σειρά γεγονότων κατά το 2ο μισό του 20ου αιώνα διατήρησαν την κατανάλωση του αλκοόλ σε ελεγχόμενο επίπεδο.  Η Ρωσία έζησε δύο παγκόσμιους πολέμους, έναν εμφύλιο πόλεμο και τον Σταλινισμό του 1930.  Επιπρόσθετα, υπήρξαν «ημι-στεγνές» νομοθεσίες το 1914 και το 1918 οι οποίες, κατά διαστήματα, απαγόρευσαν την παραγωγή και πώληση αλκοολούχων ποτών με περισσότερους από 12ο με 20ο (Zaigraev 1992).  Στις αρχές του 1950 σημειώθηκε στη Ρωσία μια κατακόρυφη αύξηση στην κατανάλωση αλκοόλ, φτάνοντας τα 4,5 λίτρα το 1960, 8,2 λίτρα το 1970 και 10,5 λίτρα το 1980 (ποσοστά για τις καταγεγραμμένες πωλήσεις αλκοόλ, περιλαμβάνοντας το κρασί και τη μπύρα: επίσημα στοιχεία από το Goskomstst της Ρωσικής Ομοσπονδίας).  Ωστόσο για άλλη μια φορά αυτά είναι τα επίσημα στοιχεία : μέχρι τα τέλη του 1970 τα ιδιωτικά αποστακτήρια του samogon (home distilling of samogon) υπολογίστηκε ότι πρόσθεσαν ακόμα 3-4 λίτρα στην κατανάλωση αλκοόλ (Treml 1997, Nemtsov 2000).  Σε αυτό το σημείο ο τρόπος κατανάλωσης αλκοόλ άρχισε να αλλάζει τόσο σε ποσότητα όσο και σε ποιότητα.  Στο παρελθόν, τα μεγαλύτερα ποσοστά κατανάλωσης αλκοόλ στη Ρωσία σημειώνονταν στην περίοδο των διακοπών, ενώ τώρα ήταν συνήθης η κατανάλωση τις εργάσιμες ημέρες, συχνά δε και στη διάρκεια των ωρών  εργασίας και στον εργασιακό χώρο, ενώ επίσης εξαπλώθηκε στα νεαρά άτομα και στις γυναίκες στους οποίους πρωτύτερα ήταν κοινωνικά μη αποδεκτή.

 

Και πιο πρόσφατα…

Το 1985 ο Mikhail Gorbachev ξεκίνησε μια μεγάλη εκστρατεία κατά του αλκοόλ.  Πριν από αυτήν, η πραγματική κατανάλωση ανά άτομο υπολογίστηκε στα 14,2 λίτρα (Nemtsov 2000).  Η καμπάνια συσχετίστηκε με μια πτώση στις πωλήσεις του αλκοόλ οι οποίες σημείωσαν μείωση κατά 63% στα κρατικά καταστήματα. Παρόλ΄ αυτά η πραγματική μείωση στην κατανάλωση ήταν μικρότερη, ποσοστό 25% (στο 10,5 l το 1986) (Nemtsov 2000), λόγω της μαζικής ανάπτυξης στα ιδιωτικά αποστακτήρια η οποία παλαιότερα ήταν μετρίου μεγέθους (ένα τέταρτο της συνολικής κατανάλωσης αλκοόλ).  Ως αποτέλεσμα της καμπάνιας κατά του αλκοόλ, η διάρκειά ζωής των ανδρών αυξήθηκε κατά 3 χρόνια μέσα σε διάστημα 3 ετών (από 62 το 1984 σε 65 το 1987).  Ωστόσο, η θετική επιρροή της καμπάνιας διήρκησε λίγο.  Μέχρι το 1991-92 η κατανάλωση του αλκοόλ και ο μέσος όρος ηλικίας επέστρεψαν στα αρχικά επίπεδα.

 

Η επίδραση στην υγεία του πληθυσμού

Από το 1985 η κατανάλωση αλκοόλ και η προσδόκιμη διάρκεια ζωής είχαν παράλληλες αυξομειώσεις, με αύξηση στην κατανάλωση έως το 1994, πτώση έως το 1998 και μια ακόμα αύξηση από το 1999 μέχρι σήμερα.  Αυτές οι αυξομειώσεις έγιναν το αντικείμενο εντατικής έρευνας, γεγονός που επιβεβαιώνει το σημαντικό ρόλο που έπαιξε το αλκοόλ.  Ενώ, άλλοι παράγοντες όπως το κάπνισμα, η διατροφή και οι αδυναμίες στο σύστημα υγείας συνεισφέρουν στο υψηλό ποσοστό θνησιμότητας στη Ρωσία δεν μπορούν να ερμηνεύσουν αυτές τις αυξομειώσεις.

Μέχρι το 2001 η κατανάλωση αυξήθηκε στα 15.0 l, ενώ η διάρκεια ζωής των ανδρών μειώθηκε στα 59 χρόνια (Nemtsov 2003).  Αντίθετα με την κατάσταση που επικρατούσε στο παρελθόν, η κατανάλωση αλκοόλ στις αγροτικές περιοχές ήταν ακόμα υψηλότερη στα 17,3 l το 2002 (Zaigraev 2004a).  Ένας σημαντικός παράγοντας είναι το χαμηλό κόστος του αλκοόλ, μεγάλο μέρος του οποίου είναι νοθευμένο και δεν φορολογείται.

Στη Ρωσία οι ανησυχητικές επιπτώσεις της χρήσης του αλκοόλ στην υγεία δεν περιορίζονται μόνο στην ποσότητα αλλά και στον τρόπο της κατανάλωσης δηλαδή την κατανάλωση πολύ δυνατών ποτών (έως και 80-90ο αλκοόλ), την υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ (McKEe & Britton 1998) και την κατανάλωση αλκοόλ με άδειο στομάχι.

Ως αποτέλεσμα, έχει υπολογιστεί ότι περισσότερο από το 30% των θανάτων στη Ρωσία μπορεί να αποδοθεί άμεσα ή έμμεσα στο αλκοόλ (Nemtsov 2001).  Σε αντίθεση, τα αντίστοιχα ποσοστά από τις χώρες τις Ευρωπαϊκής Ένωσης (και τη Νορβηγία) είναι μόνο στο 4% (ένας νέος υπολογισμός των δεδομένων του Ramstedt 2002).  Η διάρκεια ζωής των ανδρών σε αυτές τις χώρες είναι μεταξύ των 74 και 77 ετών.  Ωστόσο, τα υψηλά ποσοστά των θανάτων στη Ρωσία που αποδίδονται στο αλκοόλ οφείλονται όχι μόνο στο βαθμό και στον τρόπο κατανάλωσης αλκοόλ, αλλά επίσης και στην έντονη οικονομική εξαθλίωση του πληθυσμού, που επιδεινώνεται λόγω της κακής διατροφής, της κακής ποιότητας των παρεχομένων υπηρεσιών στο χώρο της υγείας, των ανεπαρκών υπηρεσιών πρώτων βοηθειών και των ανεπαρκών δεξιοτήτων των επαγγελματιών υγείας που εργάζονται στο χώρο του αλκοόλ.

Στη Σοβιετική Ένωση υπήρχε ένα καλά οργανωμένο σύστημα για τη θεραπεία του αλκοολισμού, με τη μορφή ενός δικτύου από φαρμακεία σε νοσοκομεία (εξυπηρετώντας τη συνεχή αστικοποίηση με 316 φαρμακεία το 1990) και αίθουσες συμβουλευτικής (με βοηθούς ιατρών ή ιατρούς στην περιφέρεια, με 1943 γραφεία το 1990).  Υπήρχαν 2,7 εκατομμύρια εγγεγραμμένοι αλκοολικοί σε αυτές τις δημόσιες υπηρεσίες, περίπου το 2% του πληθυσμού (Russia,1984). Ωστόσο, ο πραγματικός αριθμός των ανθρώπων που ήταν εξαρτημένοι από το αλκοόλ υπολογίστηκε ότι ήταν 3 φορές υψηλότερος.  Περίπου το 5-6% των εγγεγραμμένων πελατών (150.000 άτομα) υποχρεώθηκε να συμμετέχει σε θεραπεία για παρεκκλίνουσα και ημι-εγκληματική συμπεριφορά λόγω της χρήσης αλκοόλ, συνήθως για χρονικές περιόδους των 6 μηνών έως 1 έτους, από το Υπουργείο των Εσωτερικών, με εντολή Δικαστηρίου.

Μετά το 1991 η Ρωσική Ομοσπονδία είχε διατηρήσει τις αίθουσες συμβουλευτικής, αλλά πολλά από τα φαρμακεία σε νοσοκομεία είχαν κλείσει (το 1991 μόνο 211 λειτουργούσαν) και ο αριθμός των ιατρών που εξειδικεύονταν στη θεραπεία παθήσεων από τη χρήση αλκοόλ μειώθηκαν από 7100 το 1990, σε 4800 το 1999 (Koshkina Korchagina & Shamota 2000).  Η υποχρεωτική θεραπεία των αλκοολικών περιορίστηκε.  Ένα μικρό δίκτυο ιατρικής περίθαλψης αναπτύχθηκε.  Το 1999 λειτουργούσαν 169 νοσοκομεία που παρείχαν θεραπεία για παθήσεις από τη χρήση αλκοόλ, τα περισσότερα υπό την επιμέλεια των φαρμακείων στα νοσοκομεία , καθώς και 11 μεγάλες δημόσιες υπηρεσίες.

Η πιο συνηθισμένη μορφή θεραπείας στη Ρωσία είναι η κατευθυντική συμβουλευτική ψυχοθεραπεία (directive suggestive psychotherapy) που ολοκληρώνεται κατά τη διάρκεια μιας συνάντησης.  Αυτή η ονομαζόμενη «κωδικοποίηση», βασισμένη σε δουλειά του Dovzhenko, φαίνεται να έχει στην καλύτερη των περιπτώσεων ένα πλασματικό αποτέλεσμα.  Δεν έχει γίνει ποτέ αξιολόγηση αυτής της θεραπείας, όμως η διάδοση της συμπίπτει με τις αντιλήψεις του πληθυσμού της Σοβιετικής Ένωσης.  Στα νοσοκομεία και στα φαρμακεία των νοσοκομείων παρέχονται ψυχοφάρμακα, ενώ σπάνια γίνεται χρήση της οικογενειακής και ομαδικής θεραπείας στη Ρωσία.  Η θεραπεία της εξάρτησης από το αλκοόλ έχει  σχετικά φτωχά αποτελέσματα.

Με δυσκολία μπορεί κανείς να περιγράψει ως επιτυχημένη την ερευνητική πολιτική της Ρωσίας σε σχέση με το αλκοόλ.  Το κύριο επιστημονικό κέντρο είναι το Εθνικό Κέντρο για τα Ναρκωτικά του Υπουργείου Υγείας της Ομοσπονδίας της Ρωσίας, το οποίο εστιάζει μόνο σε ιατρικά και βιολογικά θέματα και ασχολείται πολύ λίγο με την αντιμετώπιση του σοβαρού προβλήματος του αλκοόλ στη χώρα.  Αντιθέτως, η πιο σημαντική συνεισφορά στην κατανόηση της κατάστασης έχει έρθει από επιστήμονες άλλων χωρών, συγκεκριμένα από τους Γάλλους ερευνητές Mesle, Hertrich & Vallin που συνεργάζονταν με τον Ρώσο επιστήμονα Shkolnikov (Mesle et al. 1996), τους Φιλανδούς επιστήμονες Simpura και συν.(1997) και μια μεγάλη ομάδα Βρετανών επιστημόνων (McKee & Briton 1998, McKee 1999) που συνεργάζονταν πάλι με τον Shkolnikov.  Οι παραπάνω επιστήμονες απέδειξαν τη σχέση που υπάρχει ανάμεσα στις αυξομειώσεεις στη θνησιμότητα της Ρωσίας κατά το τέλος του 20ου αιώνα και στην αλλαγή στην κατανάλωση αλκοόλ (McKee 1999).  Οι Βρετανοί ερευνητές αναγνώρισαν τη σύνδεση ανάμεσα στην κατανάλωση αλκοόλ και στη θνησιμότητα λόγω καρδιαγγειακών παθήσεων (Chenet et al. 1998, McKee & Britton 1998) γεγονός που ερχόταν σε αντίθεση με την κυρίαρχη άποψη ότι το αλκοόλ είχε προστατευτική δράση για τη λειτουργία της καρδιάς.  Πρόσφατα, Ρώσοι συγγραφείς (Orgurtsov et al. 2003) απέδειξαν μια σημαντική διαφορά ανάμεσα στο Ρωσικό και στο Δυτικοευρωπαϊκό πληθυσμό ως προς τον ρόλο των ενζύμων στην απορρόφηση του αλκοόλ.  Οι Ρώσοι έχουν υψηλή επικράτηση ενός γονιδίου που βοηθά στη γρήγορη ενεργοποίηση της δι-υδρογενάσης (dehydrogenase) του αλκοόλ.  Το γεγονός αυτό επιτρέπει στα άτομα να καταναλώνουν μεγάλες ποσότητες αλκοόλ αλλά να αναρρώνουν από την κατάσταση μέθης σχετικά γρήγορα (αν έχουν επιβιώσει).  Αυτό όπως, πιστεύουν οι επιστήμονες, αυξάνει την πιθανότητα της υπερβολικής περιστασιακής κατανάλωσης αλκοόλ και των άμεσων επιπτώσεων αυτής.

 

Τι πρέπει να γίνει;

Σε ένα πρώτο επίπεδο, η εμφανής λύση στο πρόβλημα της μεγάλης κατανάλωσης αλκοόλ στη Ρωσία και των σοβαρών επιπτώσεων μπορεί να είναι η μείωση της κατανάλωσης του αλκοόλ.  Όμως αρκετοί παράγοντες στέκονται εμπόδιο σε αυτήν τη επίλυση του προβλήματος.  Ο πρώτος παράγοντας είναι η εξάπλωση της διαφθοράς που στηρίζει την παράνομη παραγωγή αλκοόλ.  Ο δεύτερος είναι η ύπαρξη ενός ισχυρού παρασκηνίου που ευδοκιμεί από τα έσοδα της παράνομης παραγωγής αλκοολούχων ποτών.  Υπάρχει επίσης ένα τρίτο στοιχείο: η αδυναμία και η απροθυμία των αρχών όσων αφορά στην αντιμετώπιση του προβλήματος του αλκοόλ στη χώρα.  Τα κυβερνητικά αρχεία σημειώνουν ότι το 40-50% της αγοράς του αλκοόλ δεν ελέγχεται από την πολιτεία.  Η απάντηση του πρωθυπουργού Putin στην πρόταση να γίνουν βήματα για την αντιμετώπιση της υπερβολικής κατανάλωσης αλκοόλ ήταν: «Πιστεύετε ότι θέλω να γίνω ένας δεύτερος Ligachev;»(Zaigraev 2004b).  Ο Ligachev υπήρξε ένας από τους πρωτοπόρους στην προώθηση της καμπάνιας κατά του αλκοόλ το 1985.

Ωστόσο, η μεγαλύτερη δυσκολία είναι ότι το πρόβλημα της χρήσης αλκοόλ σε αυτή τη μεγάλη χώρα με την υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ δεν δημιουργεί σχεδόν καμία ανησυχία στην εθνική συνείδηση.  Τα εκατομμύρια των προσωπικών τραγωδιών που οφείλονται στην κατάχρηση αλκοόλ δε δημιουργούν ένα κοινό αίσθημα ενάντια στο αλκοόλ.  Η μεγάλη κατανάλωση αλκοόλ έχει γίνει μέρος της καθημερινής ζωής για ένα μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού.  Αυτό συντηρεί την αδιαφορία που επικρατεί σχετικά με το πρόβλημα του αλκοόλ.  Ωστόσο, αν η πολιτεία μπορούσε να μειώσει την κατανάλωση του αλκοόλ έστω σε ποσοστό 5-10% θα μπορούσαν να σωθούν 100,000-200,000 ζωές το χρόνο (Nemtsov 2003).  Αν η Ρωσική κυβέρνηση ενδιαφέρεται πραγματικά για τη δραματική μείωση του πληθυσμού της Ρωσίας, τότε αυτός είναι ένας χώρος στον οποίο θα πρέπει να δράσει.

 

References

Chenet. L., McKee. M.. Leon. D.. Shkolnikov. V. & Vasin. S. (19 9 8) Alcohol and cardiovascular mortality in Moscow: new evidence of a causal association. Journal of Epidemiology and Community Health, 52. 772—774.

Koshkina. E. A.. Korchagina. G. A. & Shamota. A. Z. (2000) Zabolevaemost’ I Boleznennost’ Alkogolizrnom I Narkomaniami V Rossiiskoii Federatsii [Morbidity and Morbidness by Alcoholism and Drug Addiction in the Russian Federation]. Moscow: Research Institute of Addiction [in Russian].

Kurts. B. T. (1915) Sochinenie Kil’burgera 0 Russkoii Torgovle V Tsarstvovanie Alekseia Mikhaillvicha [The Kil’burgera’s Oeuvre About Russian Trade in the Reign of Alekseii Mikhailovich]. Kiev: Imperial Saint Vladimir University Publishing House [in Russian].

Kurukin. I. (1998) Gosudarevo kabtskoe delo [Monarch kabak business]. Itogi [Sizing Up], 1. 36-44.

McKee. M.(1999) Alcohol in Russia. Alcohol and Alcoholism. 34. 824-829.

McKee. M. & Britton. A. (1998) The positive relationship between alcohol and heart disease in Eastern Europe: poten­tial physiological mechanisms. Journal of the Royal Society of Medicine. 91.402-407.

Meslé. F.. Shkolnikov. V. M.. Hertrich. V. & Vallin. J. (1996) Tendances rède la mortalité par cause en Russie 1965—94. [Modern tendencies of mortality on causes of death in Russia 1965-1994]. INED. 2.

Nemtsov. A. V. (2000) Estimates of total alcohol consumption in Russia. 1980-94. Drug and Alcohol Dependence. 58. 133-142.

Nemtsov. A. V. (2001) Alkogol’naia smertnost’ v Rossii [Alcohol Mortality in Russia]. Moscow: Nalex [in Russian].

Nemtsov. A. V. (2003) Alkogol’nyii uron regionov Rossii [Alcohol Loss of the Russian Regions]. Moscow: Nalex [in Russian].

Ogurtsov. P. P.. Garmash. I. V.. Miandina. G. I.. Gischin. A. E.. Itkis. A. V. & Moiseev. V. .S. (2001) Alcohol dehydrogenase .VDH2-1 and ADH2-2 allelic isoforms in the Russian popula­tion correlate with type of alcoholic disease. Addiction Biology. 6. 377-383.

Ostroumov. S. (1914) Isistorii p’ianstva na Rusi [From History of Drinking in Russia], edition 259 of the Alexandro-Nevskii Society Sobriety’. Library ‘Sober life’. St. Petersburg: Alexandro-Nevskii Society [in Russian].

Pokhlebkin. V. \’. (1991) Istoria Vodki (IX-XX. V) [The History of Vodka (IX-Xxth Century)].. Moscow: inter-Verso [in Russian].

Pryzhov. I. G. (1914) Istoria kabakov v Rossii v sviazi s istoriei russkogo naroda [The History of Kabaks in Russia in Connection with a History of Russian People]. Kazan: ‘Molodye sily’ [Young Forces] [in Russian].

Ramstedt. M. (2002) Alcohol-related mortality in 15 European countries in the postwar period. European journal of Population, 18.307-323.

Simpura. J.. Levin. B. & Mustonen. H. (1997) Russian drinking in the 1990s: patterns and trends in international compari­son. In: Simpura. J. & Levin. B. M.. eds. Demystifying Russian Drinking, pp. 79-107. Saarijarvi: National Research and Development Centre for Welfare and Health.

Treml. V. G. (1997) Soviet and Russian statistics on alcohol consumption and abuse. In: Bobadilla. J. L. Costello. C. A. & Mitchell. F.. eds. Premature Death in the New Indepen dent States pp. 220-238. Washington: National Research Council.

Zaigraev. G. (1992) Obeshestvo I Alkogol’ [Society and Alcohol]. Moscow: Research Institute of Ministry of Home Affairs [in Russian].

Zaigraev. G. (2004a) The Russian model of noncommercial alco­hol consumption. In: Haworth. A. & Simpson. R. eds. Moon­shine Markets, pp. 211-234. New York: Brunner Routledge.

Zaigraev. G. (2004b) Chernoe pro ‘beluiu’ [Black about ‘white’]. Prophility’ [Profile], 1. 24-25 [in Russian].

Zhirov. N.P. & Petrova. F.N. (1998) Antialcogol’noie zakonoda-tel’atvo Rossiiskoii Imperii: Istoricheskii opyt formirovania [The anti-alcoholic legislation of the Russian Empire: histori­cal experience of formation]. St Petersburg: University of St Petersburg [in Russian].

 

 

Print Friendly, PDF & Email