Κατανάλωση αλκοόλ την περίοδο της πανδημίας COVID-19 στην Ευρώπη: μεγάλης κλίμακας δημοσκοπική μελέτη σε 21 χώρες

Carolin Kilian1*, Jürgen Rehm1,2,3,4,5,6,7, Peter Allebeck8, Fleur Braddick9,10, Antoni Gual10,11, Miroslav Barták12, Kim Bloomfield13, Artyom Gil7, Maria Neufeld1,2,14, Amy O’Donnell15, Benjamin Petruželka12, Vladimir Rogalewicz12, Bernd Schulte16 & Jakob Manthey1,16,1, the European Study Group on Alcohol Use and COVID-19

  1. Institute of Clinical Psychology and Psychotherapy, Technische Universität Dresden, Dresden, Germany,
  2. Institute for Mental Health Policy Research, Centre for Addiction and Mental Health, Toronto, Ontario, Canada,
  3. Dalla Lana School of Public Health, University of Toronto, Toronto, Ontario, Canada,
  4. Faculty of Medicine, Institute of Medical Science, University of Toronto, Medical Sciences Building, Toronto, Ontario, Canada,
  5. Campbell Family Mental Health Research Institute, Centre for Addiction and Mental Health, Toronto, Ontario, Canada,
  6. Department of Psychiatry, University of Toronto, Toronto, Ontario, Canada,
  7. Sechenov First Moscow State Medical University (Sechenov University), Moscow, Russia,
  8. Department of Public Health Sciences, Karolinska Institutet, Stockholm, Sweden,
  9. Clínic Foundation for Biomedical Research (FCRB), Barcelona, Mallorca, Spain,
  10. Clinical Addictions Research Group (GRAC-GRE) Psychiatry Department, Neurosciences Institute, Hospital Clínic, University of Barcelona, Barcelona, Mallorca, Spain,
  11. Institut d’Investigacions Biomèdiques August Pi i Sunyer (IDIBAPS), Barcelona, Mallorca, Spain,
  12. Department of Addictology, First Faculty of Medicine, Charles University and General University Hospital in Prague, Prague, Czech Republic,
  13. Centre for Alcohol and Drug Research, Aarhus University, Copenhagen, Denmark,
  14. World Health Organization European Office for Prevention and Control of Noncommunicable Diseases, Moscow, Russia,
  15. Population Health Sciences Institute, Newcastle University, Newcastle upon Tyne, UK,
  16. Department of Psychiatry, Centre for Interdisciplinary Addiction Research, University Medical Center Hamburg-Eppendorf, Hamburg, Germany
  17. and Department of Psychiatry, Medical Faculty, University of Leipzig, Leipzig, Germany

 

Στοιχεία πρωτοτύπου: Kilian, C., Rehm, J., Allebeck, P., Braddick, F., Gual, A., Barták, M. et al. (2021) Alcohol consumption during the COVID-19 pandemic in Europe: a large-scale cross-sectional study in 21 countries. Addiction, 116(12), 3369– 3380. doi:10.1111/add.15530

*Στοιχεία επικοινωνίας: Correspondence to: Carolin Kilian, Institute for Clinical Psychology and Psychotherapy, Technische Universität Dresden, Chemnitzer Straße 46, Dresden, 01187, Germany. E-mail: carolin.kilian@tu-dresden.de

 

DOI για το μεταφρασμένο κείμενο: https://doi.org/10.57160/WKEV1386

 

Απόδοση στα ελληνικά Τζίνη Χριστοφίλη

 

Περίληψη

Σκοπός: Η διερεύνηση των αλλαγών στην κατανάλωση αλκοόλ κατά τους πρώτους μήνες της πανδημίας COVID-19 στην Ευρώπη, καθώς και οι συσχετίσεις με το εισοδηματικό επίπεδο και τις εμπειρίες δυσφορίας που σχετίζονται με την πανδημία.

Σχεδιασμός: Διαδικτυακή δημοσκοπική μελέτη  που διεξήχθη μεταξύ 24 Απριλίου και 22 Ιουλίου 2020.

Χώρος: Είκοσι μία ευρωπαϊκές χώρες.

Συμμετέχοντες: Συνολικά 31.964 ενήλικες που ανέφεραν ότι κατανάλωναν αλκοόλ το προηγούμενο έτος.

Μετρήσεις: Οι αλλαγές στην κατανάλωση αλκοόλ μετρήθηκαν ρωτώντας τους συμμετέχοντες σχετικά με τις αλλαγές στη συχνότητα κατανάλωσης αλκοόλ κατά τον προηγούμενο μήνα, την ποσότητα που κατανάλωναν και τη συχνότητα εμφάνισης σοβαρών επεισοδίων κατανάλωσης αλκοόλ. Οι επιμέρους δείκτες συνδυάστηκαν σε μια συνολική βαθμολογία μεταβολής της κατανάλωσης και κλιμακώθηκαν σε ένα πιθανό εύρος από -1 έως +1. Χρησιμοποιώντας αυτή τη βαθμολογία ως αποτέλεσμα, οι γραμμικές παλινδρομήσεις πολλαπλών επιπέδων εξέτασαν τις αλλαγές στη συνολική κατανάλωση αλκοόλ, λαμβάνοντας υπόψη τη σταθμιση της δειγματοληψίας / sampling weights και την αρχική κατανάλωση αλκοόλ (AUDIT-C) και τη χώρα διαμονής που χρησιμεύει ως τυχαίο σημείο τομής. Παρόμοια μοντέλα πραγματοποιήθηκαν για κάθε μεμονωμένο δείκτη μεταβολής της κατανάλωσης.

Ευρήματα: Η συνολική βαθμολογία μεταβολής της κατανάλωσης έδειξε μέση μείωση στην κατανάλωση αλκοόλ κατά —0,14 [95% διάστημα εμπιστοσύνης (CI) = —0,18, —0,10]. Στατιστικά σημαντικές μειώσεις στην κατανάλωση βρέθηκαν σε όλες τις χώρες εκτός από την Ιρλανδία (—0,08, 95% CI = —0,17, 0,01) και το Ηνωμένο Βασίλειο (+0,10, 95% CI = 0,03, 0,17). Οι μειώσεις στην κατανάλωση αλκοόλ οφείλονταν κυρίως στη μειωμένη συχνότητα σοβαρών επεισοδίων κατανάλωσης αλκοόλ (-0,17, 95% CI = -0,20, -0,14). Οι μειώσεις στην κατανάλωση ήταν λιγότερο έντονες μεταξύ των συμμετεχόντων με χαμηλό ή μέσο εισόδημα και όσων βίωσαν δυσκολίες.

Συμπεράσματα: Κατά μέσο όρο, η κατανάλωση αλκοόλ φαίνεται να μειώθηκε κατά τους πρώτους μήνες της πανδημίας COVID-19 στην Ευρώπη. Τόσο η μειωμένη διαθεσιμότητα αλκοόλ όσο και τα ανεβασμένα επίπεδα άγχους μπορεί να επηρέασαν την κατανάλωση, αν και το πρώτο φαίνεται να είχε μεγαλύτερο αντίκτυπο όσον αφορά τις άμεσες επιπτώσεις.

 

Λέξεις κλειδιά: κατανάλωση αλκοόλ, κορωνοϊός, πανδημία COVID-19, Ευρώπη, υγειονομική κρίση, SARS-CoV-2.

 

Εισαγωγή

Από τις αρχές του 2020, οι πληθυσμοί σε παγκόσμιο επίπεδο βίωσαν την ταχεία εξάπλωση του σοβαρού οξέος αναπνευστικού συνδρόμου κορωνοϊού 2 (SARS-CoV-2, εφεξής: πανδημία COVID-19), που οδήγησε σε περισσότερους από 200.000 θανάτους στην Ευρώπη μέσα στους πρώτους 6 μήνες του 2020 μόνο [1]. Έχουν ληφθεί πολυάριθμα μέτρα για την αντιμετώπιση της εξάπλωσης της νόσου, με τον ευρωπαϊκό πληθυσμό να υπόκειται σε διαφορετικά επίπεδα τοπικού ή εθνικού lockdown, συμπεριλαμβανομένου του κλεισίματος των συνόρων μεταξύ χωρών εντός και εκτός του Σένγκεν [2]. Αυτά τα μέτρα είχαν επιπτώσεις άνευ προηγουμένου τόσο στην ιδιωτική όσο και τη δημόσια ζωή και συνεχίζουν να επηρεάζουν την υγεία και την ευημερία του πληθυσμού παγκοσμίως [3, 4]. Η χρήση αλκοόλ έχει αναγνωριστεί ως σημαντικός παράγοντας κινδύνου για κακή σωματική και ψυχική υγεία [5] και φαίνεται να είναι επιρρεπής σε αλλαγές κατά τη διάρκεια στρεσογόνων περιόδων, όπως η τρέχουσα πανδημία COVID-19. Ταυτόχρονα, οι αλλαγές στην κατανάλωση αλκοόλ είναι πιθανό να επηρεάσουν την πορεία και την πρόγνωση της νόσου COVID-19 [6–8].

Ειδικότερα, τα μέτρα πολιτικής που εφαρμόζονται ως απάντηση στην πανδημία του COVID-19 είναι πιθανό να επηρεάσουν τις συμπεριφορές και τα επίπεδα κατανάλωσης αλκοόλ [9–11]. Οι υπάρχουσες μελέτες που εξετάζουν τον αρχικό αντίκτυπο της πανδημίας COVID-19 στην κατανάλωση αλκοόλ σε γενικούς πληθυσμούς παρουσιάζουν αντικρουόμενα ευρήματα, αντανακλώντας αντικρουόμενες θεωρίες σχετικά με το ποιοι παράγοντες είναι πιο πιθανό να διαμόρφωσαν την κατανάλωση αλκοόλ κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου. Μια πρώτη ομάδα μελετών υποδηλώνει ότι περισσότερα άτομα αύξησαν τη χρήση αλκοόλ παρά τη μείωσαν, ιδιαίτερα άτομα που κάνουν συχνή κατανάλωση μεγάλων ποσοτήτων αλκοόλ [12-16]. Αυτό που προτείνεται ως πιθανός μηχανισμός/πατερν, και υποστηρίζεται από τα στοιχεία που προκύπτουν, είναι ότι υπάρχει αυξημένη έκθεση στο στρες κατά τη διάρκεια της πανδημίας COVID-19 η οποία οδηγεί σε αύξηση της κατανάλωσης αλκοόλ [17-19]. Έτσι, η αυξημένη κατανάλωση θεωρείται ως μια δυσπροσαρμοστική στρατηγική αντιμετώπισης για τη διαχείριση της ψυχολογικής δυσφορίας και προκύπτει από την αλληλεπίδραση κοινωνικής απομόνωσης, ανασφάλειας και οικονομικών δυσκολιών [10,11,17,20].

Μια δεύτερη ομάδα μελετών δείχνει ότι η κατανάλωση αλκοόλ μπορεί να έχει μειωθεί σε επίπεδο πληθυσμού κατά τους πρώτους μήνες της πανδημίας COVID-19 [16,18,21,22]. Σύμφωνα με αυτά τα ευρήματα, ο μειωμένος αριθμός επιλογών για κατανάλωση αλκοόλ γενικά και ειδικότερα εκτός σπιτιού (π.χ. μπαρ, παμπ) θα μπορούσε, στην πραγματικότητα, να έχει οδηγήσει σε μειωμένα επίπεδα κατανάλωσης αλκοόλ σε γενικούς πληθυσμούς [9,19]. Επιπλέον, η διαθεσιμότητα του αλκοόλ θα είχε μειωθεί λόγω του κλεισίματος των καταστημάτων πώλησης και των χώρων κατανάλωσης, καθώς και των περιορισμών στα συνήθη περιβάλλοντα κατανάλωσης ποτών τα οποία σχετίζονται με τα ταξίδια (π.χ. αεροπλάνα, ξενοδοχεία, κρουαζιερόπλοια). Αντίθετα, η μειωμένη οικονομική ευχέρεια λόγω της αυξανόμενης ανεργίας και της οικονομικής ανασφάλειας μπορεί να έχει επηρεάσει την κατανάλωση αλκοόλ [9,20]. Στοιχεία που υποστηρίζουν αυτόν τον μηχανισμό διαθεσιμότητας-ευχέρειας μπορούν να προκύψουν από έρευνα που εξετάζει τον αντίκτυπο που υπάρχει από τις πολιτικές ελέγχου του αλκοόλ [23] και τις περιόδους οικονομικής κρίσης [20] στη χρήση αλκοόλ, η οποία είναι επίσης συνέπεια της πανδημίας COVID-19. [24].

Δεδομένων των διαφορετικών στοιχείων σχετικά με τις αλλαγές στην κατανάλωση αλκοόλ κατά τη διάρκεια της πανδημίας COVID-19, είναι πιθανό και οι δύο μηχανισμοί να έχουν επηρεάσει την κατανάλωση αλκοόλ στην Ευρώπη, αν και πιθανώς να επηρεάζουν διαφορετικούς υπο-πληθυσμούς με διάφορους τρόπους. Με βάση δείκτες για το εισόδημα και τη δυσφορία, προτείνουμε τις ακόλουθες τρεις a priori υποθέσεις [25]. Πρώτον, αναμένουμε ότι η κατανάλωση αλκοόλ θα μειωθεί κατά μέσο όρο κατά τους πρώτους μήνες της πανδημίας COVID-19 στην Ευρώπη, λόγω μειωμένης διαθεσιμότητας και οικονομικής ευχέρειας. Δεύτερον, λόγω της μειωμένης οικονομικής ευχέρειας για ομάδες χαμηλότερου εισοδήματος, υποθέτουμε ότι τα άτομα με χαμηλότερα εισοδήματα θα αναφέρουν πιο σημαντική μείωση της κατανάλωσης αλκοόλ σε σχέση με τα άτομα με υψηλότερα εισοδήματα. Τρίτον, τα πάτερν της αλλαγής θα εξαρτηθούν από το επίπεδο δυσφορίας που βιώθηκε κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Συγκεκριμένα, και ανεξάρτητα από τα επίπεδα εισοδήματος, οι άνθρωποι που βιώνουν δυσφορία θα είναι πιο πιθανό να αυξήσουν την κατανάλωση αλκοόλ σε σχέση με εκείνους που δεν βιώνουν την ίδια δυσφορία.

 

Μέθοδος

Αυτή η μελέτη συμμορφώνεται πλήρως με τις Οδηγίες για την Ακριβή και Διαφανή Αναφορά Εκτιμήσεων Υγείας (GATHER) [26] (Βλ. Υποστηρικτικό υλικό Πίνακας S1).

 

Δεδομένα

Σε ατομικό επίπεδο λήφθηκαν δεδομένα από τη συγχρονική διαδικτυακή ευρωπαϊκή έρευνα για το αλκοόλ και τον COVID-19, η οποία συγκέντρωσε πληροφορίες σχετικά με τις αλλαγές στην κατανάλωση αλκοόλ μεταξύ των ενηλίκων της Ευρώπης (http://www. COVID19-and-alcohol.eu). Η έρευνα αναπτύχθηκε αρχικά στα αγγλικά, και στη συνέχεια μεταφράστηκε σε 20 γλώσσες και διαδόθηκε σε 21 ευρωπαϊκές χώρες, χρησιμοποιώντας δειγματοληψία ευκολίας. Η συλλογή δεδομένων πραγματοποιήθηκε μεταξύ 24 Απριλίου και 22 Ιουλίου 2020. Προϋποθέσεις συμμετοχής ήταν ηλικία τουλάχιστον 18 ετών και πρότερη  συναίνεση. Η έρευνα διανεμήθηκε στις διάφορες χώρες μέσω των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και αναρτήσεων στους ιστότοπους ιδρυμάτων, μέσω δελτίων τύπου ή δικτύων φοιτητών και επαγγελματιών. Σε ορισμένες περιπτώσεις, χρησιμοποιήθηκαν επίσης δημοσιεύσεις σε συμβατικά μέσα ενημέρωσης για τη στρατολόγηση συμμετεχόντων (για λεπτομέρειες βλ. [27]). Για να εξασφαλιστεί επαρκής εκπροσώπηση μεταξύ φύλου, ηλικίας και μορφωτικού επιπέδου, σε ορισμένες χώρες εφαρμόστηκε στοχευμένη δειγματοληψία (π.χ. μέσω πληρωμένων διαφημίσεων σε ιστότοπους μέσων κοινωνικής δικτύωσης). Το πρωτόκολλο της μελέτης είναι δημόσια διαθέσιμο [25].

 

Μετρήσεις

Οι συμμετέχοντες ρωτήθηκαν εάν (i) η συχνότητα κατανάλωσης αλκοόλ, (ii) η ποσότητα αλκοόλ που κατανάλωναν ανά περίσταση ή (iii) η συχνότητα βαριάς κατανάλωσης αλκοόλ σε μεμονωμένα επεισόδια (HED) είχε αλλάξει κατά τον περασμένο μήνα [δηλ. «πίνω πολύ λιγότερο (συχνά)» (—2), «πίνω ελαφρώς λιγότερο (συχνά)» (—1), «καμία αλλαγή (0)», «πίνω λίγο περισσότερο (συχνά)» (+1) και «πίνω πιο πολύ (συχνά)’ (+2)]. Οι τρεις μεταβλητές αθροίστηκαν και διαιρέθηκαν με το έξι προκειμένου να ληφθεί μια συνολική βαθμολογία μεταβολής κατανάλωσης που κυμάνθηκε σε ένα πιθανό εύρος από -1 έως +1, με τις αρνητικές τιμές να υποδηλώνουν μείωση και τις θετικές τιμές να υποδηλώνουν αύξηση της κατανάλωσης τον περασμένο μήνα [σε σχέση με τους τελευταίους 12 μήνες (κατανάλωση αλκοόλ κατά την έναρξη)]. Η βαθμολογία μεταβολής κατανάλωσης αντιμετωπίστηκε ως συνεχής μεταβλητή (για αναλύσεις ευαισθησίας σε αυτήν την υπόθεση, βλέπε Υποστηρικτικές πληροφορίες, Σχήμα S1 – S4).

Επιπλέον, οι ερωτηθέντες ρωτήθηκαν για το μηνιαίο, καθαρό, οικογενειακό τους εισόδημα πριν από την εξάπλωση της COVID-19 καθώς κι εάν είχαν βιώσει οικονομικές δυσκολίες λόγω μεταβολών στην οικονομική ή επαγγελματική τους κατάσταση ή δυσφορία λόγω αλλαγών στην καθημερινή τους ζωή τον περασμένο μήνα (όλα τα ερωτήματα και οι επιλογές απαντήσεων παρουσιάζονται στις Υποστηρικτικές πληροφορίες, Υλικό S3).

 

Στατιστικές αναλύσεις

Για την προσαρμογή του δείγματος στις αντίστοιχες κατανομές πληθυσμού κάθε χώρας, τα δεδομένα σταθμίστηκαν κατά φύλο (γυναίκες, άνδρες, άλλο), ηλικιακή ομάδα (18–34, 35–54, ≥ 55 ετη) και μορφωτικό επίπεδο (πρωτοβάθμια, δευτεροβάθμια, ανώτερη εκπαίδευση, βλέπε Υποστηρικτικές πληροφορίες, Υλικό S4).

Για να ελεγχθεί η πρώτη υπόθεση, διεξήχθη ένα σταθμισμένο μοντέλο γραμμικής παλινδρόμησης πολλαπλών επιπέδων με τη βαθμολογία μεταβολής της κατανάλωσης ως μεταβλητή αποτελέσματος για ολόκληρο το δείγμα, λαμβάνοντας υπόψη τη στάθμιση του πληθυσμού και τη χώρα ως τυχαία τομή (οι εξισώσεις παρουσιάζονται στις Υποστηρικτικές πληροφορίες, Υλικό S3). Σε μια ανάλυση ευαισθησίας, επαναλάβαμε αυτή τη γραμμική παλινδρόμηση πολλαπλών επιπέδων διαστρωματώματομένη ανά φύλο (γυναίκες, άνδρες) και ηλικιακές ομάδες (18–34, 35–54, 55+ ετών) και ελέγξαμε τις επιδράσεις φύλου και ηλικίας, συμπεριλαμβάνοντας και τις δύο μετρήσεις ως ανεξάρτητες μεταβλητές.

Προκειμένου να αξιολογηθεί εάν οι βαθμολογίες μεταβολής της κατανάλωσης για τη συγκεκριμένη χώρα διαφέρουν σημαντικά από το 0 και επομένως υποδεικνύουν μέσες αυξήσεις ή μειώσεις, εκτελέστηκαν σταθμισμένες γραμμικές παλινδρομήσεις της έρευνας για κάθε εθνικό υπο-δείγμα. Όλα τα μοντέλα προσαρμόστηκαν για την αρχική κατανάλωση αλκοόλ, όπως μετρήθηκε με το τεστ Αναγνώρισης Διαταραχής Χρήσης Αλκοόλ (AUDIT-C) [28], καθώς προηγούμενες μελέτες έχουν δείξει ότι οι μεταβολές στα επίπεδα κατανάλωσης αλκοόλ ποικίλλουν σε μεγάλο βαθμό μεταξύ διαφορετικών ομάδων χρηστών αλκοόλ [18,29]. Το άθροισμα των βαθμολογιών στο AUDIT-C επικεντρώθηκαν για κάθε χώρα, επιτρέποντας την ερμηνεία της τομής ως τη βαθμολογία μεταβολής της κατανάλωσης στο διάμεσο επίπεδο κατανάλωσης αλκοόλ σε κάθε χώρα.

Πραγματοποιήθηκαν γραμμικές παλινδρομήσεις πολλαπλών επιπέδων για να ελεγχθούν οι υποθέσεις 2 και 3, με τη βαθμολογία μεταβολής της κατανάλωσης να χρησιμεύει ως μεταβλητή έκβασης και η ομάδα εισοδήματος (μοντέλο 1), οι οικονομικές δυσκολίες (μοντέλο 2) και η δυσφορία λόγω αλλαγών στην καθημερινότητα (μοντέλο 3 ) ως ανεξάρτητες μεταβλητές. Θεωρήσαμε το εισόδημα ως εκτίμηση για την ευχέρεια απόκτησης αλκοολούχων ποτών [30]. Ένα ακόμη μοντέλο περιελάμβανε επιπλέον την αλληλεπίδραση της εισοδηματικής ομάδας και των οικονομικών δυσκολιών (μοντέλο 4). Τα μοντέλα προσαρμόστηκαν για το φύλο, την ηλικιακή ομάδα, το μορφωτικό επίπεδο και την αρχική κατανάλωση αλκοόλ. Προκειμένου να ληφθούν υπόψη οι χρονικές αλλαγές για την επιβάρυνση από την COVID-19 καθώς και οι διακυμάνσεις στις πολιτικές αντιμετώπισης, συμπεριλήφθηκε επίσης στα μοντέλα η εβδομάδα κατά την οποία ο ερωτώμενος συμμετείχε στην έρευνα. Στα μοντέλα 2 και 3, η ομάδα εισοδήματος συμπεριλήφθηκε ως επιπλέον μεταβλητή ελέγχου. Προκειμένου να ληφθούν υπόψη οι διακρατικές διαφορές στις πολιτικές που εφαρμόστηκαν για τον περιορισμό της εξάπλωσης της COVID-19, η χώρα συμπεριλήφθηκε ως τυχαία τομή στα μοντέλα παλινδρόμησης.

Διεξήχθησαν τρία σετ αναλύσεων ευαισθησίας: ένα πρώτο σύνολο που επαναλάμβανε τα μοντέλα παλινδρόμησης, εξαιρουμένων των Νορβηγών συμμετεχόντων, καθώς αποτελούσαν σχεδόν το 50% του δείγματος∙ ένα δεύτερο σύνολο στο οποίο κάθε δείκτης του συνδυασμένου μέτρου μεταβολής της κατανάλωσης θεωρήθηκε ως μεμονωμένο αποτέλεσμα, π.χ. οι αρχικές τακτικές μεταβλητές συχνότητας κατανάλωσης αλκοόλ, η ποσότητα αλκοόλ που καταναλώθηκε ανά περίσταση και η συχνότητα εμφάνισης συμβάντων HED/the incidence of HED κλιμακώθηκε σε ένα εύρος μεταξύ -1 και +1∙ και ένα τρίτο σύνολο που εξαιρεί τους συμμετέχοντες που ανέφεραν περισσότερα από 10 μέλη στο νοικοκυριό (n = 49).

Χρησιμοποιήθηκε στατιστικό λογισμικό Stata έκδοση 15.1 [31] και έκδοση R 4.0.2 [32]. Το υλικό μελέτης (π.χ. ερωτηματολόγια, στρατηγικές διάδοσης ανά χώρα), τα δεδομένα ερευνών και τα βιβλία κωδικών είναι δημόσια διαθέσιμα στο Figshare [27,33] και μπορούν να χρησιμοποιηθούν για περαιτέρω έρευνα.

 

FIGURE 1

 

Δήλωση κοινής χρήσης των δεδομένων

Τα δεδομένα που υποστηρίζουν τα συμπεράσματα του παρόντος άρθρου βρίσκονται διαθέσιμα στο αποθετήριο Figshare, https://doi.org/ 10.6084/m9.figshare.13580693.v1. Η σύνταξη που χρησιμοποιήθηκε στις στατιστικές αναλύσεις θα διατίθεται κατόπιν αιτήματος που αποστέλλεται στον αντίστοιχο συγγραφέα.

 

Αποτελέσματα

Η διαδικασία επιλογής για τη λήψη του αναλυτικού δείγματος των ερωτηθέντων απεικονίζεται στο Σχήμα 1. Το τελικό αναλυτικό μας δείγμα περιελάμβανε 31.964 άτομα (για σύγκριση με τον πραγματικό πληθυσμό της Ευρώπης, βλ. Υποστηρικτικές πληροφορίες, Πίνακας S2 και Σχήμα S5 – S7). Οι συμμετέχοντες που αποκλείστηκαν (βλ. Σχήμα 1) δεν διέφεραν σημαντικά ως προς την ηλικία, το μορφωτικό επίπεδο ή τις βαθμολογίες AUDIT-C σε σύγκριση με το τελικό δείγμα (βλ. Υποστηρικτικές πληροφορίες, Πίνακας S3 και S4).

Ο αριθμός των συμμετεχόντων κυμαινόταν από 349 από την Αλβανία και 15.686 από τη Νορβηγία. Πληροφορίες σχετικά με την αρχική κατανάλωση αλκοόλ, το διάμεσο εισόδημα, τις αντιληπτές οικονομικές δυσκολίες και τη δυσφορία λόγω αλλαγών στην καθημερινή ζωή ανά χώρα παρουσιάζονται στον Πίνακα 1 (για πληροφορίες σχετικά με τα χαρακτηριστικά του δείγματος, βλ. Υποστηρικτικές πληροφορίες, Πίνακας S5). Κατά μέσο όρο, ένα στα πέντε άτομα ανέφερε ότι αντιμετώπισε σημαντικές ή σοβαρές οικονομικές δυσκολίες που σχετίζονται με την πανδημία της COVID-19 [21,1%, 95% διάστημα εμπιστοσύνης (CI) = 19,5, 22,8], ενώ περισσότερο από το μισό δείγμα ανέφερε δυσφορία λόγω ουσιαστικών αλλαγών στην καθημερινότητά τους (53,7%, 95% CI = 51,7, 55,6).

 

Υπόθεση 1: Συνολική αλλαγή στην κατανάλωση αλκοόλ

Σε όλες τις χώρες, η βαθμολογία μεταβολής της κατανάλωσης έδειξε μέση μείωση -0,14 (95% CI = -0,18, -0,10, P < 0,001). Δεν υπήρχε σημαντική διαφορά μεταξύ γυναικών (-0,13, 95% CI = -0,18, -0,07) και ανδρών (-0,16, 95% CI = -0,20, -0,12; P = 0,059), ενώ η βαθμολογία μεταβολής της κατανάλωσης ήταν ουσιαστικά μεγαλύτερη μεταξύ των νεότερων (-0,20, 95% CI = -0,26, -0,15; P = < 0,001) και των μεγαλύτερων ηλικιακών ομάδων (-0,13, 95% CI = -0,20, -0,07; P = 0,004) σε σύγκριση με την ηλικιακή ομάδα 35–54 έτη (—0,07, 95% CI = —0,11, —0,04; βλ. Υποστηρικτικές πληροφορίες, Πίνακας S6 και S7).

Οι μέσες μεταβολές στη βαθμολογία κατανάλωσης-μεταβολής για συγκεκριμένες χώρες και η κατανομή των δεικτών συνολικής μεταβολής παρουσιάζονται στο Σχήμα 2. Η μέση βαθμολογία μεταβολής κατανάλωσης κυμάνθηκε μεταξύ -0,37 (95% CI = -0,52, -0,22, P <0,001 ) στην Αλβανία και +0,10 (95% CI = 0,03, 0,17; P = 0,004) στο Ηνωμένο Βασίλειο. Από όλες τις χώρες που εξετάστηκαν στο project μας, μόνο το Ηνωμένο Βασίλειο ανέφερε μια σημαντική μέση αύξηση στην κατανάλωση αλκοόλ. Στην Ιρλανδία, δεν αναφέρθηκε καμία στατιστικά σημαντική αλλαγή (-0,08, 95% CI = -0,17, 0,01, P = 0,084). Η ανάλυση του δείκτη συνολικής μεταβολής παρέχει περαιτέρω πληροφορίες για τον αντίκτυπο των επιμέρους επιλογών απόκρισης στη συνολική βαθμολογία μεταβολής της κατανάλωσης, ενώ μεγαλύτερη απόκλιση από το 0 υποδηλώνει μεγαλύτερη αλλαγή. Με άλλα λόγια, οι συμμετέχοντες των οποίων η βαθμολογία υποδηλώνει αύξηση ή μείωση στο επίπεδο 6 έχουν αναφέρει σημαντική αύξηση ή μείωση και στις τρεις μεταβλητές του δείκτη, αντίστοιχα. Τα ενδιάμεσα επίπεδα (αύξηση ή μείωση των επιπέδων 1 έως 5) αντικατοπτρίζουν έναν συνδυασμό μικρών ή ουσιαστικών μεταβολών σε αυτές τις τρεις μεταβλητές δεικτών. Όσον αφορά τη συνολική μεταβολή της κατανάλωσης, σχεδόν οι μισοί συμμετέχοντες με αρνητική βαθμολογία μεταβολής της κατανάλωσης (μείωση επίπεδα 1 έως 6) ανέφεραν ότι μείωσαν σημαντικά την κατανάλωσή τους (47% ή 5967 από 12.709 συμμετέχοντες με επίπεδο μείωσης ≥ 3). Αυτό έρχεται σε αντίθεση με τα άτομα που κάνουν χρήση αλκοόλ με θετική βαθμολογία μεταβολής της κατανάλωσης (αύξηση επίπεδα, 1 έως 6), οι οποίοι σπάνια ανέφεραν σημαντικές αυξήσεις (22% ή 1568 από τους 7240 συμμετέχοντες με επίπεδο αύξησης ≥ 3).

Οι σε βάθος αναλύσεις των επιμέρους δεικτών αλλαγής αποκάλυψαν ότι η συχνότητα κατανάλωσης αλκοόλ δεν άλλαξε σημαντικά σε επτά χώρες (Δανία, Γαλλία, Γερμανία, Ιρλανδία, Πολωνία, Σλοβενία, Ουκρανία), ενώ οι ποσότητες αλκοόλ που καταναλώθηκαν παρέμειναν οι ίδιες μόνο σε δύο χώρες (Γερμανία, Ιρλανδία). Η συχνότητα περιστατικών HED αναφέρθηκε ως φθίνουσα σε σχεδόν όλες τις χώρες εκτός από το Ηνωμένο Βασίλειο όπου, κατά μέσο όρο, η συχνότητα των περιστατικών HED ούτε αυξήθηκε ούτε μειώθηκε (για λεπτομέρειες βλ. Υποστηρικτικές πληροφορίες, Πίνακας S8).

 

Υπόθεση 2: μεταβολές στην κατανάλωση αλκοόλ ανά κατηγορία εισοδήματος

Τα αποτελέσματα των παλινδρομήσεων πολλαπλών επιπέδων που παρουσιάζονται στον Πίνακα 2 δείχνουν ότι η βαθμολογία μεταβολής της κατανάλωσης ήταν σημαντικά υψηλότερη μεταξύ των ερωτηθέντων με χαμηλό ή μέσο εισόδημα σε σύγκριση με εκείνους με υψηλά εισοδήματα (βλ. Υποστηρικτικές πληροφορίες, Πίνακας S9 για πλήρη αποτελέσματα παλινδρόμησης). Αυτό σημαίνει ότι οι ερωτηθέντες με χαμηλό ή μέσο εισόδημα ήταν λιγότερο πιθανό να αναφέρουν μείωση στην κατανάλωση αλκοόλ, ενώ εκείνοι με υψηλά εισοδήματα ήταν πιο πιθανό να το κάνουν, ή, με άλλα λόγια, οι ερωτηθέντες με υψηλά εισοδήματα ανέφεραν τις μεγαλύτερες μειώσεις στην κατανάλωση αλκοόλ. Η εξαίρεση των ερωτηθέντων που ανέφεραν περισσότερα από 10 μέλη νοικοκυριού δεν άλλαξε τα αποτελέσματα (βλ. Υποστηρικτικές πληροφορίες, Πίνακας S10). Ωστόσο, στην ανάλυση ευαισθησίας εξαιρουμένων των Νορβηγών ερωτηθέντων, η βαθμολογία μεταβολής της κατανάλωσης δεν διέφερε σημαντικά μεταξύ ερωτηθέντων με χαμηλά εισοδήματα σε σύγκριση με εκείνους με υψηλά εισοδήματα (P = 0,466).

 

TABLE 1

 

FIGURE 2

 

TABLE 2

 

Υπόθεση 3: Αλλαγές στην κατανάλωση αλκοόλ λόγω της δυσφορίας που βίωσαν

Οι αναφορές τόσο για οικονομικές δυσκολίες όσο και για δυσφορία λόγω αλλαγών στην καθημερινή ζωή συσχετίστηκαν με σημαντικά λιγότερο έντονη μείωση στη βαθμολογία μεταβολής της κατανάλωσης σε σύγκριση με όσους δεν ανέφεραν τέτοιες εμπειρίες δυσφορίας (βλ. Πίνακα 2). Όσοι αντιμετώπισαν οικονομικές δυσκολίες ανέφεραν ελαφρά μείωση στην κατανάλωση -0,06 (95% CI=-0,08, -0,03), σε σύγκριση με μια πιο εμφανή μείωση (-0,12, 95% CI=-0,14, -0,10) μεταξύ αυτών που δεν αντιμετώπισαν τέτοιες δυσκολίες. Σε αντίθεση με τις οικονομικές δυσκολίες, η προβλεπόμενη μέση κατανάλωση διέφερε μόνο ελαφρώς με τη δυσφορία λόγω αλλαγών στην καθημερινή ζωή (—0,12, 95% CI=—0,14, —0,09· σε σύγκριση με καμία δυσφορία: –0,10, 95% CI=—0,12, —0,08). Η εξαίρεση των Νορβηγών συμμετεχόντων ή εκείνων που ανέφεραν περισσότερα από 10 μέλη νοικοκυριού δεν άλλαξε ουσιαστικά τα αποτελέσματα (βλ. Υποστηρικτικές πληροφορίες, Πίνακας S11 και S12).

Η ανάλυση της αλληλεπίδρασης μεταξύ των βιωμένων οικονομικών δυσκολιών και της ομάδας εισοδήματος αποκάλυψε ότι η συσχέτιση μεταξύ οικονομικών δυσκολιών και της βαθμολογίας μεταβολής της κατανάλωσης επηρεάστηκε από τα άτομα με υψηλά εισοδήματα. Όπως φαίνεται στο Σχήμα 3, οι μειώσεις στην κατανάλωση αλκοόλ κατά τη διάρκεια της πανδημίας ήταν πιο έντονες μεταξύ των ατόμων με υψηλό εισόδημα που δεν αντιμετώπιζαν οικονομικές δυσκολίες (-0,17, 95% CI=-0,19, -0,14) σε σύγκριση με ομάδες χαμηλού και μέσου εισοδήματος χωρίς τέτοιες δυσκολίες. Αντίθετα, μεταξύ εκείνων που αντιμετώπισαν οικονομικές δυσκολίες, τα άτομα με υψηλά εισοδήματα ανέφεραν σημαντικά μικρότερη μείωση στην κατανάλωσή (-0,02, 95% CI=-0,06, 0,02) σε σύγκριση με τα αντίστοιχα άτομα χαμηλού και μέσου εισοδήματος που είχαν και με οικονομικές δυσκολίες (αντίστοιχα, –0,10, 95% CI=—0,14, —0,07 και —0,06, 95% CI=—0,08, —0,03, βλέπε Υποστηρικτικές πληροφορίες, Πίνακας S13).

 

Συζήτηση

Τα ευρήματά μας δείχνουν στην Ευρώπη, ότι τα άτομα που κάνουν χρήση αλκόλ και συμμετείχαν στην έρευνά μας μείωσαν κατά μέσο όρο την κατανάλωση αλκοόλ κατά τους πρώτους μήνες της πανδημίας COVID-19 με εξαίρεση την Ιρλανδία και το Ηνωμένο Βασίλειο. Ενώ στην Ιρλανδία, η μέση κατανάλωση παρέμεινε αμετάβλητη οι συχνότητες κατανάλωσης αλκοόλ και οι ποσότητες που καταναλώθηκαν ανά περίσταση αυξήθηκαν σημαντικά στο Ηνωμένο Βασίλειο, δεν αυξήθηκε όμως η συχνότητα των εμφάνισης επεισοδίων binge drinking. Οι μειώσεις στη συνολική κατανάλωση αλκοόλ επηρεάστηκαν κυρίως από τη μείωση της συχνότητας επεισοδίων binge drinking. Οι αλλαγές στην κατανάλωση συσχετίστηκαν με το εισόδημα και τις βιωμένες δυσκολίες: για τα άτομα που κάνουν χρήση αλκοόλ κι έχουν χαμηλό εισοδήμα, η χρήση αλκοόλ γενικά μειώθηκε, ανεξάρτητα από τις οικονομικές δυσκολίες που αντιμετώπισαν. Ωστόσο, για εκείνους με μέσο ή υψηλό εισόδημα, οι αλλαγές στη χρήση αλκοόλ εξαρτήθηκαν από το βίωμα οικονομικών δυσκολιών.

 

Δυνατά σημεία και περιορισμοί

Ξεκινήσαμε την ευρωπαϊκή έρευνα για το αλκοόλ και τον COVID-19 ως απάντηση στην εξαιρετική κατάσταση που δημιουργήθηκε παγκοσμίως από την πανδημία του COVID-19 που έφτασε στην Ευρώπη στις αρχές του 2020. Λόγω των συνεργατικών προσπαθειών των ερευνητών για το αλκοόλ σε όλη την Ευρώπη και χρησιμοποιώντας διαφορετικές στρατηγικές διάδοσης [27], κατέστη εφικτό να προσεγγίσουν περισσότερους από 30.000 χρήστες αλκοόλ μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα.

Τα δεδομένα του έργου αποτελούν δείγμα ευκολίας με περισσότερα από 30.000 άτομα από όλη την Ευρώπη, το οποίο, από πολλές απόψεις, είναι συγκρίσιμο με δείγματα από άλλες έρευνες για το αλκοόλ γενικού πληθυσμού (βλ. Υποστηρικτικές πληροφορίες, Υλικό S5). Σε σύγκριση με τις εκτιμήσεις του εθνικού πληθυσμού, οι γυναίκες, οι νεαροί ενήλικες, τα άτομα με υψηλότερο μορφωτικό επίπεδο και τα άτομα με υψηλότερα εισοδήματα υπερεκπροσωπήθηκαν στο δείγμα μας. Αυτή η σύνθεση είναι παρόμοια με τη σύνθεση άλλων ευρωπαϊκών ερευνών πληθυσμού για την COVID-19 [29,34,35], αυτό σημαίνει ότι οι υποπληθυσμοί που είναι ιδιαίτερα ευάλωτοι σε αυτήν την κατάσταση, όπως οι ηλικιωμένοι, ενδέχεται να μην εκπροσωπούνται επαρκώς στο δείγμα μας. Αξιοσημείωτο, ωστόσο, είναι ότι συμπεριλάβαμε με επιτυχία ένα σημαντικό ποσοστό ατόμων με σοβαρή κατανάλωση αλκοόλ στο δείγμα μας -μια ομάδα που συχνά καλύπτεται ελάχιστα σε άλλες έρευνες γενικού πληθυσμού [36,37].

1For a more general discussion on the use of the term representativeness in general population surveys, see [38].

 

Επειδή αυτό το δείγμα έρευνας μπορεί να μην είναι πλήρως αντιπροσωπευτικό του συνολικού ενήλικου ευρωπαϊκού πληθυσμού1, δεν σκοπεύουμε να εξάγουμε καταληκτικά συμπεράσματα /inferential conclusions σχετικά με τον ευρωπαϊκό γενικό πληθυσμό στο σύνολό του με βάση τα ευρήματά μας. Ωστόσο, δεδομένου ότι ο πρωταρχικός στόχος της μελέτης ήταν να ελέγξει τις σχέσεις μεταξύ των μεταβλητών στο γενικό πληθυσμό, η αντιπροσωπευτικότητα δεν αποτελεί βασική απαίτηση [38,39]. Σε αυτή τη μελέτη, επιδιώξαμε να συγκρίνουμε τις σχέσεις μεταξύ των ομάδων που καθορίστηκαν a priori. Για την εξαγωγή οποιοδνήποτε συμπερασμάτν σχετικά με τον γενικό πληθυσμό, πραγματοποιήθηκαν σταθμίσεις προκειμένου να προσαρμοστεί η κατανομή του πληθυσμού της μελέτης στην πραγματική πληθυσμιακή κατανομή κάθε χώρας. Επικυρώσαμε την προσέγγισή μας με περαιτέρω αναλύσεις ευαισθησίας.

Η υπο-αναφορά της κατανάλωσης αλκοόλ λόγω αυτοαναφεροράς των μετρήσεων είναι ένας άλλος συνηθισμένος περιορισμός των μελετών για το αλκοόλ, ο οποίος, λόγω της δειγματοληψίας ευκολίας και της έλλειψης διαθέσιμων κατά κεφαλήν δεδομένων για την περίοδο της έρευνας, δεν μπορούσε να επικυρωθεί σε σχέση με δεδομένα από τις πωλήσεις [36]. Επιπλέον, η αξιολόγησή μας για τις αλλαγές στην μεταβολή της κατανάλωση αλκοόλ βασίστηκε στις υποκειμενικές αξιολογήσεις των ερωτηθέντων σχετιά με τις μεταβολές στην κατανάλωση αλκοόλ. Προκειμένου να υπολογιστεί η κατανάλωση αλκοόλ πριν από την COVID («κατά την έναρξη»), ρωτήσαμε τους συμμετέχοντες σχετικά με την κατανάλωση αλκοόλ κατά το προηγούμενο έτος χρησιμοποιώντας το επικυρωμένο όργανο AUDIT-C. Ωστόσο, αυτή η μέτρηση δεν είναι πλήρως ανεξάρτητη από τα στοιχεία που χρησιμοποιούνται για την καταγραφή των μεταβολών στην κατανάλωση κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Οι αναφορές των ερωτηθέντων σχετικά με αλλαγές στην κατανάλωση αλκοόλ και οι υποκειμενικές αντιλήψεις τους για τα μέτρα περιορισμού μπορεί επίσης όχι μόνο να αντανακλούν το επίπεδο έκθεσης, αλλά μπορεί επίσης να επηρεάζονται από προκαταλήψεις κοινωνικής επιθυμίας [40], από κοινωνικούς και πολιτισμικούς κανόνες και να έχουν επηρεαστεί από τα εθνικά μέσα ενημέρωσης [41]. Τέλος, τα μέτρα που έλαβαν οι εθνικές κυβερνήσεις για τον περιορισμό της εξάπλωσης του ιού COVID-19 καθώς και ο χρόνος που έγινε αυτό διέφεραν σημαντικά εντός και μεταξύ των χωρών κατά τη διάρκεια της περιόδου μελέτης. Για να λάβουμε υπόψη αυτές τις διακυμάνσεις, συμπεριλάβαμε τις χώρες της μελέτης ως τυχαία σημεία τομής σε όλα τα στατιστικά μοντέλα και την εβδομάδα συμμετοχής στην έρευνα σε μοντέλα που ελέγχουν για συσχετίσεις, με τις τελευταίες να συνδέονται σημαντικά με τη βαθμολογία μεταβολής της κατανάλωσης (βλ. Υποστηρικτικές πληροφορίες, Πίνακας S9).

 

Ερμηνεία των αποτελεσμάτων

Τα ευρήματά μας υποστηρίζουν την a priori υπόθεσή μας ότι η κατανάλωση αλκοόλ θα μειωνόταν κατά τους πρώτους μήνες της πανδημίας COVID-19, υποδηλώνοντας μεγαλύτερο αντίκτυπο του μηχανισμού διαθεσιμότητας-οικονομικής ευχέρειας από τον μηχανισμό δυσκολιών, τουλάχιστον για την Ευρώπη [9]. Ωστόσο, ο αντίκτυπος της μειωμένης οικονομικής ευχέρειας στην κατανάλωση αλκοόλ ως συνέπεια της πανδημίας (υπόθεση 2) ​​μπορεί να υποστηριχθεί μόνο εν μέρει από τα αποτελέσματά μας, καθώς τα άτομα που κατανάλωναν αλκοόλ και είχαν υψηλό εισόδημα ήταν πιο πιθανό να αναφέρουν μείωση στην κατανάλωσή τους, κάτι που έρχεται σε αντίθεση με την υπόθεση ότι αυτή η ομάδα θα επηρεάζονταν λιγότερο από τη μειωμένη οικονομική ευχέρεια κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Επομένως, η μειωμένη διαθεσιμότητα μπορεί να ήταν ο πλέον καθοριστικός παράγοντας από αυτή την άποψη.

Ο περιορισμένος αντίκτυπος της οικονομικής ευχέρειας στη συμπεριφορά κατανάλωσης αλκοόλ θα μπορούσε να οφείλεται: (i) στις σε μεγάλο βαθμό σταθερές ή ελαφρώς μειωμένες τιμές αλκοόλ κατά το πρώτο εξάμηνο του 2020 [42], (ii) στο γεγονός ότι, ανεξαρτήτως εισοδήματος, κατά την έναρξη της πανδημίας οι περισσότεροι ευρωπαϊκοί πληθυσμοί ενδέχεται να επηρεάστηκαν με παρόμοιο τρόπο από αυτήν την κρίση δημόσιας υγείας, ενδεικτικά, συμπεριλαμβανομένων, των πολιτικών για παραμονή στο σπίτι και του κλεισίματος των συνόρων· και (iii) το εισόδημα χρησιμεύει μόνο ως προσέγγιση σχετικά με την οικονομικής ευχέρεια, η οποία δεν λαμβάνει υπόψη τις διαφορές μεταξύ των χωρών στις τιμές αλκοόλ σε σχέση με άλλα αγαθά [43]. Όσον αφορά τις δύο προηγούμενες σκέψεις, μια υγιονομικη κρίση όπως η συνεχιζόμενη πανδημία COVID-19 μπορεί να διαφέρει από τις αμιγώς οικονομικές κρίσεις, τουλάχιστον για μια περιοχή όπου κατά κύριο λόγο υπάρχουν υψηλά εισοδήματα όπως η Ευρώπη. Μπορεί να υπάρχουν άλλοι παράγοντες σημαντικοί για την παρατηρούμενη μείωση της κατανάλωσης αλκοόλ που σχετίζονται με τη διαθεσιμότητα: πρώτον, κατά τη διάρκεια του lockdown, που επιβλήθηκε τουλάχιστον προσωρινά, πλήρως ή εν μέρει σε όλες τις χώρες, οι χώροι κατανάλωσης αλκοόλ, όπως εστιατόρια, μπαρ και παμπ, παρέμειναν σε μεγάλο βαθμό κλειστά, γεγονός που πιθανώς οδήγησε σε μειωμένη διαθεσιμότητα αλκοόλ. Ενώ η κατανάλωση εκτός καταστημάτων θα μπορούσε να παραμείνει σε μεγάλο βαθμό ανεπηρέαστη, καθώς τα παντοπωλεία και τα κρατικά μονοπωλιακά καταστήματα ήταν ως επί το πλείστον ανοιχτά, οι αυστηρές συστάσεις για περιορισμούς στη μετακίνηση ή στις μετακινήσεις κατά ομάδες περιόρισε το κλείσιμο των αγορών. Ωστόσο, και πιθανότατα το σημαντικότερο, ήταν ο περιορισμός των κοινωνικών συναναστροφών όπως οικογενειακές γιορτές, συναυλίες ή πάρτι, που συχνά συνοδεύονται από βαριά χρήση αλκοόλ. Αυτή η λογική υποστηρίζεται από τα ευρήματά μας για σημαντική μείωση στη συχνότητα περιστατικών binge drinking καθώς και στη συνολική κατανάλωση μεταξύ νεαρών ενηλίκων, κάτι που έχει επίσης βρεθεί και σε άλλες μελέτες [12,19].

Δεδομένης αυτής της γενικής εικόνας, η αύξηση της κατανάλωσης αλκοόλ στο Ηνωμένο Βασίλειο και η γενικά αμετάβλητη κατανάλωση στην Ιρλανδία φαίνεται να είναι αξιοσημείωτες ανωμαλίες. Τα ευρήματά μας για το Ηνωμένο Βασίλειο είναι συνεπή με αυτά από άλλες αναλύσεις που δημοσιεύτηκαν πρόσφατα με βάση διαχρονικά δεδομένα [13,15,44], ενώ τα δεδομένα που συλλέγονται τακτικά για τις αγορές των νοικοκυριών υποδηλώνουν ότι δεν υπήρξαν αξιοσημείωτες αλλαγές στις αγορές αλκοόλ στο εμπόριο και οι αγορές εκτός συναλλαγών όταν ελήφθησαν υπόψη [22]./when on-trade and off-trade purchases were taken into account [22].

Μια πιθανή εξήγηση για τα διαφορετικά πάτερν στην Ιρλανδία και το Ηνωμένο Βασίλειο θα μπορούσε να είναι μια αλληλεπίδραση μεταξύ ιδιαίτερα υψηλών επιπέδων άγχους που σχετίζεται με τον COVID-19 σε αυτές τις χώρες και μια ευρύτερη υιοθέτηση του αλκοόλ ως στρατηγικής αντιμετώπισης στον γενικό πληθυσμό. Κατά την περίοδο της μελέτης, στην Αγγλία συγκεκριμένα καταγράφηκε ένα από τα υψηλότερα επίπεδα θνησιμότητας στην Ευρώπη [45] και αύξηση στα ποσοστά θανάτων που σχετίζονται με το αλκοόλ [46]. Είναι επίσης αξιοσημείωτο ότι τόσο η Ιρλανδία όσο και το Ηνωμένο Βασίλειο συγκαταλέγονται μεταξύ εκείνων των χωρών για τις οποίες η μέση βαθμολογία AUDIT-C υπερέβη κατά πολύ τον συνολικό μέσο όρο, υποδεικνύοντας υπερδειγματοληψία των ατόμων που έκαναν σοβαρή χρήση αλκοόλ σε σύγκριση με άλλες χώρες. Ωστόσο, οι συγκρίσεις των απαντήσεων από το AUDIT-C στο ιρλανδικό δείγμα με τα αποτελέσματα μιας ιρλανδικής έρευνας γενικού πληθυσμού έδειξε ότι το επίπεδο υπερδειγματοληψίας ήταν κάτω του 5% (βλ. Συμπληρωματικές πληροφορίες, Υλικό S5). Επιπλέον, αξίζει να αναφερθεί ότι το Ηνωμένο Βασίλειο φαίνεται να είναι μια από τις μόνες ευρωπαϊκές χώρες όπου τα καταστήματα αλκοολούχων ποτών προστέθηκαν στον κατάλογο των «απαραίτητων» επιχειρήσεων που επιτρέπεται να παραμείνουν ανοιχτές κατά τα πρώτα στάδια του lockdown, μαζί με φαρμακεία και σούπερ μάρκετ, με το αλκοόλ να θεωρείται «ουσιώδες» αγαθό κατά τη διάρκεια της κρίσης και να διασφαλίζεται ότι παραμένει διαθέσιμο [47]. Ένα από τα κύρια επιχειρήματα για τη διατήρηση των καταστημάτων πώλησης αλκοόλ ανοιχτών είναι η πρόληψη σοβαρού συνδρόμου στέρησης από το αλκοόλ για τα άτομα με διαταραχή χρήσης αλκοόλ [48,49]. Ωστόσο, η χαλάρωση των πολιτικών για το αλκοόλ, με το να διατηρούνται ανοιχτά τα καταστήματα πώλησης, να επιτρέπεται η παράδοση στο σπίτι και οι ηλεκτρονικές αγορές αλκοόλ μπορεί να οδήγησαν σε αύξηση της κατανάλωσης αλκοόλ στο σπίτι [50,51], με τα πρώτα στοιχεία να προκύπτουν από την Αυστραλία, τον Καναδά, τις Ηνωμένες Πολιτείες και τη Νέα Ζηλανδία [48,52,53]. Τέλος, το Ηνωμένο Βασίλειο δεν ήταν η μόνη χώρα όπου η λιανική πώληση οινοπνευματωδών ποτών εκτός εξειδικευμένων καταστημάτων συνεχίστηκε όπως πριν. Σε χώρες όπου το αλκοόλ δεν πωλείται σε αδειοδοτημένα καταστήματα αλκοολούχων ποτών αλλά σε σούπερ μάρκετ, όπως στην Τσεχία, τη Γερμανία και την Ολλανδία, η λιανική πώληση αλκοόλ δεν περιορίστηκε με κανέναν τρόπο κατά τις περιόδους lockdown. Επομένως, οι περιορισμοί στο λιανικό εμπόριο αλκοόλ ίσως να μην μπορούν να εξηγήσουν ικανοποιητικά τα ευρήματα. Προκειμένου να διαχωριστούν και να κατανοηθούν οι σχετικές πορείες, απαιτείται με εις βάθος έρευνα σχετικά με την κατανάλωση αλκοόλ κατά τη διάρκεια της πανδημίας COVID-19 στο Ηνωμένο Βασίλειο καθώς και σε όλες τις χώρες.

Σύμφωνα και με προηγούμενα ευρήματα, βρήκαμε περαιτέρω αποδείξεις ότι οι οικονομικές δυσκολίες και η δυσφορία λόγω μεταβολών στην καθημερινή ζωή μπορεί να αυξήσουν τα επίπεδα κατανάλωσης αλκοόλ [12,13,15,16,22,29]. Παραδόξως, διαπιστώσαμε ότι ο αντίκτυπος των οικονομικών δυσκολιών στην κατανάλωση αλκοόλ είναι ιδιαίτερα έντονος μεταξύ των ατόμων με υψηλά εισοδήματα σε σύγκριση με εκείνα με χαμηλό ή μέσο εισόδημα. Μια εξήγηση θα μπορούσε να είναι ότι τα άτομα υψηλού εισοδήματος αντιλαμβάνονται την απώλεια εισοδήματος ή τις ανησυχίες σχετικά με την εργασιακή ανασφάλεια ως μεγαλύτερη απειλή για την τρέχουσα κοινωνικοοικονομική τους θέση.

 

Δήλωση αντικρουόμενων συμφερόντων: Καμία

 

Ευχαριστίες

Το έργο βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στη δέσμευση της Ευρωπαϊκής Ομάδας Μελέτης για τη Χρήση Αλκοόλ και της COVID-19, οι συνεισφορές των μελών της οποίας ήταν απολύτως απαραίτητες για την υλοποίηση αυτού του έργου. Θα θέλαμε λοιπόν να ευχαριστήσουμε τους εταίρους μας ονομαστικά: Henri-Jean Aubin, Le Centre de recherche en Epidémilogie et Santé des Populations, France; Katerina Koutra and Sofia Trivila, University of Crete, Greece; Elekes Zsuzsanna, Institute of Communication and Sociology, Corvinus University of Budapest, Hungary; Manuel Cardoso and Patricia Pissarra, Serviço de Intervenção nos Comportamentos Aditivos e nas Dependências, Portugal; Eugenia Fadeeva, Artyom Gil and Konstantin Vyshinsky, National Research Centre on Addictions— branch, V. Serbsky National Medical Re- search Centre for Psychiatry and Narcology, Ministry of Health of the Russian Federation, Russian Federation; Beata Gavurova, Technical University of Košice, Slovakia; Sheila Gilheany, Alcohol Action Ireland, Ireland; Sveinbjörn Kristjánsson and Rafn M Jónsson, Directorate of Health, Iceland; Ólafsdóttir Jóna Margrét, Faculty of Social Work, University of Iceland, Iceland; Igor Linskiy, Institute of Neurology, Psychiatry and Narcology of the NAMS of Ukraine, Ukraine; Silvia Matrai, Nina Potapova, Chrisanthi Blithikioti and Blanca Paniello, Clínic Foundation for Biomedical Research (FCRB) and Clinical Addictions Research Group (GRAC-GRE) Psychiatry Department, Neurosciences Institute, Hospital Clínic, Universitat de Barcelona, Spain; Jacek Moskalewicz, Michaeł Kucharski, and Janusz Sierosławski, Institute of Psychiatry and Neurology, Poland; Sandra Rados-Krnel, National Institute of Public Health, Slovenia; Kirsimarja Raitasalo, Finnish Institute for Health and Welfare, University of Helsinki, Finland; Ingeborg Rossow, Norwegian Institute of Public Health, Norway; Emanuele Scafato, Claudia Gandin, Silvia Ghirini, Alice Matone and Riccardo Scipione, Instituto Superiore di Sanità, Italy; and Enkeleda Shkurti, Universiteti i Mjekesise Tirane, Albania. Οι συγγραφείς επιθυμούν να ευχαριστήσουν τους ακόλουθους συνεργάτες Astrid Otto, Sofia Trivila και Konstantin Vyshinsky για τις διορθώσεις στην αγγλική έκδοση και τη Silvia Matrai για την υποστήριξή της για την υλοποίηση του έργου και τη διαχείριση των επικοινωνιών με τους  πιθανούς συνεργάτες. Οι συγγραφείς είναι οι μόνοι υπεύθυνοι για τις απόψεις που εκφράζονται σε αυτή τη δημοσίευση οι οποίες δεν αντιπροσωπεύουν απαραίτητα τις αποφάσεις ή τη δηλωμένη πολιτική του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, στον οποίο κατέχει συμβουλευτικό ρόλο η Maria Neufeld.

 

Συμβολή συγγραφικής ομάδας

Carolin Kilian: Conceptualization; data curation; formal analysis; investigation; methodology; project administration; validation; visualization; writing – original draft. Jürgen Rehm: Conceptualization; investigation; methodology; project administration; resources; supervision; writing – review & editing. Peter Allebeck: Investigation; writing – review & editing. Fleur Braddick: Investigation; resources; writing – review & editing. Antoni Gual: Investigation; resources; writing – review & editing. Miroslav Barták: Investigation; writing – review & editing. Kim Bloomfield: Investigation; writing – review & editing. Artyom Gil: Investigation; writing – review & editing. Maria Neufeld: Investigation; writing – review & editing. Amy O’Donnell: Investigation; writing – review & editing. Benjamin Petruželka: Investigation; writing – review & editing. Vladimir Rogalewicz: Investigation; writing – review & editing. Bernd Schulte: Investigation; resources; writing – review & editing. Jakob Manthey: Conceptualization; formal analysis; investigation; methodology; project administration; supervision; validation; visualization; writing – review & editing.

 

Παραπομπές

  1. World Health Organization (WHO). Coronavirus disease (COVID-19) dashboard. Geneva, Switzerland: WHO. Available at: https://covid19.who.int/ (accessed 7 June 2020).
  2. Hale T., Webster S., Petherick A., Phillips T., Kira B. Oxford COVID-19 Government Response Tracker. Available at: https://www.bsg.ox.ac.uk/research/research-projects/coronavirus-government-response-tracker (accessed 7 September 2020).
  3. Chiappini S., Guirguis A., John A., Corkery J. M., Schifano F. COVID-19: the hidden impact on mental health and drug ad- diction. Front Psychol 2020; 11: 767.
  4. Pierce M., Hope H., Ford T., Hatch S., Hotopf M., John A., et al. Mental health before and during the COVID-19 pandemic: a longitudinal probability sample survey of the UK population. Lancet Psychiatry 2020; 10: 883–92.
  5. Rehm J., Gmel G. E., Gmel G., Hasan O. S. M., Imtiaz S., Popova S., et al. The relationship between different dimensions of alcohol use and the burden of disease—an update. Addiction 2017; 112: 968–1001.
  6. Lancet Gastroenterology and Hepatology Drinking alone: COVID-19, lockdown, and alcohol-related harm. Lancet Gastroenterol Hepatol 2020; 5: 625.
  7. Testino G. Are patients with alcohol use disorders at increased risk for Covid-19 infection? Alcohol Alcohol 2020; 55: 344–6.
  8. Saengow U., Assanangkornchai S., Casswell S. Alcohol: a probable risk factor of COVID-19 severity. Addiction 2020; 116: 204–5.
  9. Rehm J., Kilian C., Ferreira-Borges C., Jernigan D., Monteiro M., Parry C. D. H., et al. Alcohol use in times of the COVID 19: implications for monitoring and policy. Drug Alcohol Rev 2020; 39: 301–4.
  10. Clay J. M., Parker M. O. Alcohol use and misuse during the COVID-19 pandemic: a potential public health crisis? Lancet Public Health 2020; 5: e259.
  11. Gonçalves P. D., Moura H. F., do Amaral R. A., Castaldelli-Maia J. M., Malbergier A. Alcohol use and COVID-19: can we predict the impact of the pandemic on alcohol use based on the previous crises in the 21st century? A brief review. Front Psychol 2020; 11: 581113.
  12. Vanderbruggen N., Matthys F., Van Laere S., Zeeuws D, Santermans L, Van den Ameele S., et al. Self-reported alcohol, tobacco, and cannabis use during COVID-19 lockdown mea- sures: results from a web-based survey. Eur Addict Res 2020; 26: 309–15.
  13. Niedzwiedz C. L., Green M. J., Benzeval M., Campbell D., Craig P., Demou E., et al. Mental health and health behaviours before and during the initial phase of the COVID-19 lock- down: longitudinal analyses of the UK household longitudinal study. J Epidemiol CoMMunity Health 2020; 75(3): 224–31. https://doi.org/10.1136/jech-2020-215060
  14. Koopmann A., Georgiadou E., Kiefer F., Hillemacher T. Did the general population in Germany drink more alcohol during the COVID-19 pandemic lockdown? Alcohol Alcohol 2020; 55: 698–9.
  15. Daly M., Robinson E. High-risk drinking in midlife before ver- sus during the COVID-19 crisis: longitudinal evidence from the United Kingdom. AM J Prev Med 2021; 60: 294–7.
  16. Alpers S. E., Skogen J. C., Mæland S., Pallesen S., Rabben Å. K., Lunde L. H., et al. Alcohol consumption during a pandemic lockdown period and change in alcohol con- sumption related to worries and pandemic measures. Int J Environ Res Public Health 2021; 18: 1220.
  17. Wardell J. D., Kempe T., Rapinda K. K., Single A., Bilevicius E., Frohlich J. R., et al. Drinking to cope during COVID-19 pandemic: the role of external and internal factors in coping motive pathways to alcohol use, solitary drinking, and alcohol problems. Alcohol Clin Exp Res 2020; 44: 2073–83.
  18. Manthey J., Kilian C., Schomerus G., Kraus L., Rehm J., Schulte B. Alkoholkonsum in Deutschland und Europa während der SARS-CoV-2 Pandemie [Alcohol Use in Germany and Europe during the SARS-CoV-2 Pandemic]. Sucht 2020; 66: 247–58.
  19. Callinan S., Mojica-Perez Y., Wright C. J. C., Livingston M., Kuntsche S., Laslett A. M., et al. Purchasing, consumption, de- mographic and socioeconomic variables associated with shifts in alcohol consumption during the COVID-19 pandemic. Drug Alcohol Rev 2020; 40: 183–91.
  20. de Goeij M. C. M., Suhrcke M., Toffolutti V., van de Mheen D., Schoenmakers T. M., Kunst A. E. How economic crises affect alcohol consumption and alcohol-related health problems: a realist systematic review. Soc Sci Med 2015; 131: 131–46.
  21. Reinstadler V., Ausweger V., Grabher A.-L., Kreidl M., Huber S., Grander J., et al. Monitoring drug consumption in Innsbruck during coronavirus disease 2019 (COVID-19) lock- down by wastewater analysis. Sci Total Environ 2021; 757: 144006.
  22. Anderson P., Llopis E. J., O’Donnell A., Kaner E. Impact of COVID-19 confinement on alcohol purchases in Great Britain: controlled interrupted time-series analysis during the first half of 2020 compared with 2015–2018. Alcohol Al- cohol 2020; 56: 307–16.
  23. Chisholm D., Moro D., Bertram M., Pretorius C., Gmel G., Shield K., et al. Are the ‘best buys’ for alcohol control still valid? An update on the comparative cost-effectiveness of alcohol control strategies at the global level. J Stud Alcohol Drugs 2018; 79: 514–22.
  24. International Monetary Fund. Whatever It Takes: Europe’s Response to COVID-19. International Monetary Fund. October 2020. Available at: https://www.imf.org/en/Publica- tions/REO/EU (accessed 25 February 2021).
  25. Kilian C., Manthey J., Braddick F., Matrai S., Gual A., Rehm J. with the European Study Group on Alcohol Use and Covid-19 (ESAC). Changes in alcohol consumption since the outbreak of the SARS-CoV-2 pandemic in Europe: a study protocol. 2020. Available at: https://www.deep-seas.eu/standard-eu- alcohol-survey/. (accessed 1 August 2020)
  26. Stevens G. A., Alkema L., Black R. E., Boerma J. T., Collins G. S., Ezzati M., et al. Guidelines for accurate and transparent health estimates reporting: the GATHER statement. Lancet 2016; 388: e19–e23.
  27. Kilian C. Dissemination strategies 1.2. 2020. Available at: https://doi.org/10.6084/m9.figshare.12738728. (accessed 15 August 2020)
  28. Bush K., Kivlahan D., McDonell M., Fihn S. D., Bradley K. A. The AUDIT alcohol consumption questions (AUDIT-C) an effective brief screening test for problem drinking. Arch Intern Med 1998; 158: 1789–95.
  29. Georgiadou E., Hillemacher T., Müller A., Astrid M., Anne K., Tagrid L., et al. Alkohol und Rauchen: die Covid-19-Pandemie als idealer Nährboden für Süchte [Alcohol and smoking: The COVID-19 pandemic as an ideal breeding ground for addictions]. Ärzteblatt 2020; 117: 1251–4.
  30. Nelson J. P. Meta-analysis of alcohol price and income elastic- ities—with corrections for publication bias. Health Econ Rev 2013; 3: 17.
  31. StataCorp Stata Statistical Software: Release 15. College Station, TX: StataCorp LLC; 2017.
  32. R Core Team. R: A Language and Environment for Statistical Computing. Vienna, Austria: R Foundation for Statistical Computing; 2020.
  33. Kilian C. Surveys. 2020. Available at: https://doi.org/ 10.6084/m9.figshare.12738734.v1. (accessed 15 August 2020)
  34. Rolland B., Haesebaert F., Zante E., Benyamina A, Haesebaert J, Franck N Global changes and factors of increase in caloric/salty food, screen, and substance use, during the early COVID-19 containment phase in France: a general population online survey. (preprint). JMIR Public Health Surveill 2020; 6: e19630.
  35. European Monitoring Centre for Drugs and Drug Addiction IMpact of COVID-19 on Patterns of Drug Use and Drug-Related Harms in Europe. Luxembourg: Publications Office of the European Union; 2020.
  36. Kilian C., Manthey J., Probst C., Brunborg G. S., Bye E. K., Ekholm O., et al. Why is per capita consumption underestimated in alcohol surveys? Results from 39 surveys in 23 European countries. Alcohol Alcohol 2020; 55:554–63.
  37. Dawson D. Volume of ethanol consumption: effects of different approaches to measurement. J Stud Alcohol 1998; 59: 191–7.
  38. Rehm J., Kilian C., Rovira P., Shield K. D., Manthey J. The elusiveness of representativeness in general population surveys for alcohol. Drug Alcohol Rev 2021; 40: 161–5.
  39. Rothman K. J., Gallacher J. E., Hatch E. E. Why representativeness should be avoided. Int J Epidemiol 2013; 42: 1012–4.
  40. Davis C., Thake J., Vilhena N. Social desirability biases in self-reported alcohol consumption and harms. Addict Behav 2010; 35: 302–11.
  41. Dryhurst S., Schneider C. R., Kerr J., Freeman A. L. J., Recchia G., van der Bles A. M., et al. Risk perceptions of COVID-19 around the world. J Risk Res 2020; 23:994–1006.
  42. Statista. Alcoholic drinks—Price per Unit. Europe. 2020. Available at: https://www.statista.com/outlook/10000000/ 102/alcoholic-drinks/europe (accessed 31 July 2020).
  43. Seabrook R. A new measure of alcohol affordability for the UK. Alcohol Alcohol 2010; 45: 581–5.
  44. Naughton F., Ward E., Khondoker M., Belderson P., Minihane M. A., Dainty J., et al. Health behaviour change during the UK COVID-19 lockdown: findings from the first wave of the C-19 health behaviour and well-being daily tracker study. Br J Health Psychol 2021; 26: 624–43.
  45. Office for National Statistics. Comparisons of all-cause mortality between European countries and regions: January to June 2020. London, UK: Office for National Statistics; 2020. Available at: https://www.ons.gov.uk/peoplepopulation andcommunity/birthsdeathsandmarriages/deaths/articles/ comparisonsofallcausemortalitybetweeneuropeancountriesa- ndregions/januarytojune2020 (accessed 11 March 2021).
  46. Holmes J., Colin A. Alcohol deaths rise sharply in England and Wales. BMJ 2021; https://doi.org/10.1136/bmj.n607
  47. Hamilton I. Is alcohol really ‘essential’ during COVID-19? [on- line]. BMJ Opinion; 2020. Available at: https://blogs.bmj. com/bmj/2020/04/07/ian-hamilton-is-alcohol-really-essential-during-covid-19/ (accessed 8 July 2020).
  48. Paradis C. Open versus Closed: The Risks Associated With Liquor Retail Stores During COVID-19. Ottawa, Canada: Canadian Centre on Substance Use and Addiction; 2021.
  49. Nadkarni A., Kapoor A., Pathare S. COVID-19 and forced alcohol abstinence in India: the dilemmas around ethics and rights. Int J Law Psychiatry 2020; 71: 101579.
  50. Neufeld M., Lachenmeier D. W., Ferreira-Borges C., Rehm J. Is alcohol an ‘essential good’ during COVID-19? Yes, but only as a disinfectant! Alcohol Clin Exp Res 2020; https://doi.org/ 10.1111/acer.14417
  51. Reynolds J., Wilkinson C. Accessibility of ‘essential’ alcohol in the time of COVID-19: casting light on the blind spots of li- censing? Drug Alcohol Rev 2020; 39: 305–8.
  52. Huckle T., Parker K., Romeo J. S., Casswell S. Online alcohol delivery is associated with heavier drinking during the first New Zealand COVID-19 pandemic restrictions. Drug Alcohol Rev 2020; https://doi.org/10.1111/dar.13222
  53. Colbert S., Wilkinson C., Thornton L., Richmond R. COVID-19 and alcohol in Australia: industry changes and public health impacts. Drug Alcohol Rev 2020; 39: 435–40.

 

Υποστηρικτικό Υλικό

Πίνακας S1 Λίστα ελέγχου πληροφοριών (GATHER) που θα πρέπει να περιλαμβάνονται σε νέες εκθέσεις αναφορικά με τις παγκόσμιες εκτιμήσεις για την υγεία.

Πίνακας S2 Αριθμός και αναλογία ερωτηθέντων με ελλιπείς πληροφορίες ανά χώρα.

Πίνακας S3 Σύγκριση βασικών δημογραφικών χαρακτηριστικών των ερωτηθέντων που αποκλείστηκαν λόγω έλλειψης πληροφοριών σε σχέση με το τελικό δείγμα.

Πίνακας S4 Δημογραφικά χαρακτηριστικά του πληθυσμού της έρευνας και του πραγματικού ευρωπαϊκού πληθυσμού.

Πίνακας S5 Περιγραφικά στατιστικά στοιχεία ανά χώρα.

Πίνακας S6 Σταθμισμένος μέσος όρος της βαθμολογίας κατανάλωσης-μεταβολής ανά φύλο και ηλικιακή ομάδα.

Πίνακας S7 Πολυεπίπεδη γραμμική παλινδρόμηση των μεταβολών στην κατανάλωση αλκοόλ (μεταβλητή έκβασης) για (α) το φύλο και (β) την ηλικιακή ομάδα.

Πίνακας S8 Σταθμισμένος μέσος όρος της βαθμολογίας μεταβολής κατανάλωσης και μεταβλητών αλλαγής της ατομικής κατανάλωσης ανά χώρα.

Πίνακας S9 Πλήρη αποτελέσματα γραμμικών παλινδρομήσεων πολλαπλών επιπέδων των μεταβολών στη συνολική κατανάλωση αλκοόλ (αποτέλεσμα).

Πίνακας S10 Αναλύσεις ευαισθησίας των μεταβολών στην κατανάλωση αλκοόλ (μεταβλητή έκβασης) για το εισόδημα (μοντέλο 1).

Πίνακας S11 Αναλύσεις ευαισθησίας των μεταβολών στην κατανάλωση αλκοόλ (μεταβλητή έκβασης) για την αντιμετώπιση οικονομικών δυσχερειών (μοντέλο 2).

Πίνακας S12 Αναλύσεις ευαισθησίας των μεταβολών στην κατανάλωση αλκοόλ λόγω δυσφορίας από τις αλλαγές στην καθημερινή ζωή (μοντέλο 3).

Πίνακας S13 Πολυεπίπεδη γραμμική παλινδρόμηση για την επίδραση της αλληλεπίδρασης των οικονομικών δυσκολιών και του εισοδηματικού επιπέδου στις μεταβολές της συνολικής κατανάλωσης αλκοόλ (αποτέλεσμα, μοντέλο 4).

Σχήμα S1 Κατανομή των ατομικών δεικτών μεταβολής (συχνότητα κατανάλωσης, ποσότητα αλκοόλ ανά περίσταση, συχνότητα περιστατικών σοβαρών επεισοδίων κατανάλωσης αλκοόλ- HED) και η μέση μεταβολή με βάση την υπολογιζόμενη συνεχή μεταβλητή (λευκός κύκλος).

Σχήμα S2 Κατανομή του δείκτη μεταβολής της συχνότητας κατανάλωσης αλκοόλ και της σταθμισμένης μέσης μεταβολής (λευκό κύκλο) ανά χώρα.

Σχήμα S3 Κατανομή του δείκτη μεταβολής για τις ποσότητες αλκοόλ ανά περίσταση και τη σταθμισμένη μέση μεταβολή (λευκός κύκλος) ανά χώρα.

Σχήμα S4 Κατανομή του δείκτη αλλαγής για τη συχνότητα των σοβαρών επεισοδίων κατανάλωσης αλκοόλ και της σταθμισμένης μέσης αλλαγής (λευκός κύκλος) ανά χώρα.

Σχήμα S5 Μέσο κατά κεφαλήν εισόδημα ανά χώρα με βάση εξωτερικά δεδομένα (Παγκόσμια Ανασκόπηση Πληθυσμού) [7], μη σταθμισμένα δεδομένα έρευνας και σταθμισμένα δεδομένα έρευνας. Για την Ισλανδία, δεν υπήρχαν διαθέσιμα δεδομένα.

Σχήμα S6 Επιπολασμός των ατόμων που έκαναν κατανάλωση αλκοόλ το προηγούμενο έτος όπως αξιολογήθηκε στην έρευνα και οι εκτιμήσεις επιπολασμού με βάση μια παγκόσμια μελέτη μοντελοποίησης ανά χώρα.

Σχήμα S7 Η κατανομή των απαντήσεων για κάθε στοιχείο στο AUDIT-C από την παρούσα έρευνα (Νορβηγία, συνολικό δείγμα εκτός της Νορβηγίας) και μια γενική έρευνα πληθυσμού από το 2012/2013 (Νορβηγία).

 

Print Friendly, PDF & Email