Ευρωπαϊκή Πρόγραμμα “DAILY DOSE”-Ζώντας με την καθημερινή χρήση

 

Ε. Ιωαννίδη*, Δρ. Κοινωνιολογίας-Ερευνήτρια, Δ. Αγραφιώτης, Καθ. Κοινωνιολογίας

DOI: https://doi.org/10.57160/BIMM5836

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Ο σκοπός της εργασίας ήταν η διερεύνηση της πρόσβασης και της συμμόρφωσης σε αντιρετροϊκή θεραπεία των οροθετικών ατόμων που είναι παράλληλα και χρήστες τοξικών ουσιών. Η έρευνα έγινε στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού προγράμματος με τίτλο: Daily Dose (Ζώντας με την καθημερινή χρήση). Συμμετείχαν 12 Ευρωπαϊκές χώρες με κύριο στόχο τη συγκριτική μελέτη μεταξύ της πολιτικής και των πρακτικών που ισχύουν στις χώρες της Ε.Ε που συμμετείχαν στο πρόγραμμα για τη θεραπεία οροθετικών ατόμων που είναι χρήστες ουσιών.

Η έρευνα βασίσθηκε σε: 1) ημι-κατευθυνόμενες συνεντεύξεις σε 25 οροθετικούς χρήστες τοξικών ουσιών που α) ακολουθούσαν αντιρετροϊκή θεραπεία, β) δεν ακολουθούσαν καμία θεραπεία και γ) άτομα που ακολουθούσαν αλλά κατά διαστήματα διέκοπταν την αντιρεοτροΪκή θεραπεία. 2) Συνεντεύξεις με το προσωπικό (γιατρούς, νοσηλευτές, ψυχολόγους, κοινωνικούς λειτουργούς και άλλες ειδικότητες) που συμμετέχουν ενεργά στη θεραπεία και αποτοξίνωση αυτών των ατόμων

Στη χώρα μας φαίνεται ότι οι οροθετικοί χρήστες τοξικών ουσιών δεν αντιμετωπίζουν ιδιαίτερα προβλήματα, δυσκολίες ή εμπόδια ως προς την πρόσβασή τους στις υπηρεσίες υγείας καθώς η θεραπεία είναι δωρεάν για όλα τα άτομα, όπου η αντιρετροϊκή θεραπεία κρίνεται απαραίτητη. Οι ιδιαιτερότητες παρατηρούνται ως προς την τήρηση και συμμόρφωση στη θεραπεία. Εκεί φαίνεται, ότι αρκετά άτομα δεν ακολουθούν συστηματικά τη υποδεικνυόμενη θεραπεία. Αυτό οφείλεται περισσότερο σε δυσκολίες που σχετίζονται με τη διαχείριση της καθημερινής ζωής (έλλειψη σταθερότητας, συνθήκες διαβίωσης κλπ).

Οι ιδιαιτερότητες της συγκεκριμένης κοινωνικής ομάδας σε θέματα συμμόρφωσης στην αντιρετροϊκή θεραπεία θα μπορούσαν να αντιμετωπιστούν αρχικά με τη στενότερη συνεργασία μεταξύ των φορέων που εμπλέκονται στο χώρο της παροχής υπηρεσιών υγείας σε οροθετικά άτομα με τους αντίστοιχους φορείς στο χώρο των χρηστών ουσιών.

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Το ερευνητικό αυτό έργο σχεδιάσθηκε και κατατέθηκε από τη Μη Κυβερνητική Οργάνωση Stichting Mainline (Ολλανδία), που ήταν και οι συντονιστές του έργου, και εγκρίθηκε από τη SANCO/G/4 στα πλαίσια του Προγράμματος AIDS και άλλα μεταδοτικά νοσήματα (SPC.2002434).

Ο σκοπός του έργου ήταν διττός: αφενός η συγκριτική μελέτη μεταξύ της πολιτικής και των πρακτικών που ισχύουν στις 12 χώρες της Ε.Ε – Ολλανδία, Γερμανία, Αυστρία, Βέλγιο, Ελλάδα, Ιρλανδία, Δανία, Σουηδία, Ηνωμένο Βασίλειο, Ιταλία, Πορτογαλία, Ισπανία- (που συμμετείχαν στο Ευρωπαϊκό πρόγραμμα Daily Dose (Ζώντας με την καθημερινή χρήση), για την πρόσβαση σε αντιρετροϊκή θεραπεία των HIV + ατόμων που είναι χρήστες τοξικών ουσιών και αφετέρου η συμμόρφωση τους στην αντιρετροϊκή θεραπεία

Για την υλοποίηση του έργου κάθε χώρα που συμμετείχε συγκέντρωσε αρχικά όλα τα στοιχεία τα οποία σχετίζονται με την υπάρχουσα νομοθεσία, την πολιτική και τις πρακτικές που ακολουθεί: α) σχετικά με την πρόσβαση στις υπηρεσίες υγείας και την παροχή αντιρετροϊκής θεραπείας σε άτομα με AIDS β) σε σχέση με τους χρήστες τοξικών ουσιών.

Η σημαντικότητα του έργου σχετίζεται με τις ιδιαιτερότητες οι οποίες παρατηρούνται ως προς την τήρηση της θεραπείας από την πλειοψηφία των χρηστών. Μέσα από τα συγκριτικά αποτελέσματα επιχειρείται σε Ευρωπαϊκό επίπεδο ο εντοπισμός των κυριοτέρων προβλημάτων, που θα μπορούσαν να αντιμετωπισθούν με την επιλογή και εφαρμογή επιτυχημένων πρακτικών, οι οποίες έχουν δοκιμασθεί σε κάποιες από τις συμμετέχουσες χώρες και αποδεδειγμένα βελτιώνουν την κατάσταση.

  1. HIV / AIDS και χρήστες τοξικών ουσιών στην Ελλάδα

Ο συνολικός αριθμός των ατόμων με HIV/AIDS στην Ελλάδα, μέχρι τον Ιούνιο του 2003, (περίοδο που διεξήχθη η έρευνα) ήταν 6.521, από τους οποίους οι 87 ήταν κάτω των 15 ετών. Ο συνολικός αριθμός των ενδοφλέβιων χρηστών ναρκωτικών με HIV/AIDS ήταν 237.

Ο αριθμός των χρηστών που προσβλήθηκαν από τον ιό του HIV το έτος 2003 (Ιούνιο) ήταν 243, από τους οποίους οι 178 ήταν άντρες και οι 61 γυναίκες. Ανάμεσα σε αυτούς, οι 5 έκαναν ενδοφλέβια χρήση ναρκωτικών.

Οι νέες διαγνώσεις περιπτώσεων του AIDS το 2003 ήταν 25, από τους οποίους οι 2 έκαναν ενδοφλέβια χρήση ναρκωτικών.

Οι συνολικές περιπτώσεις του AIDS που είχαν αναφερθεί στην Ελλάδα μέχρι τις 30/6/2003 ήταν 2.394, από τους οποίους οι 93 αναφέρθηκαν ως ενδοφλέβιοι χρήστες ναρκωτικών, 71 άντρες και 22 γυναίκες.

Ο συνολικός αριθμός των θανάτων από AIDS από το ξεκίνημα της επιδημίας είναι 1.359, από τους οποίους οι 1.193 ήταν άντρες και οι 166 ήταν γυναίκες. Η πλειοψηφία των ατόμων αυτών ήταν ηλικίας 25 – 49 ετών.

Σε αυτούς τους θανάτους θα πρέπει να περιλαμβάνεται σημαντικός αριθμός ενδοφλέβιων χρηστών με AIDS/HIV. Δεν υπάρχουν επίσημα στοιχεία για τους θανάτους όσον αφορά στον τρόπο μόλυνσης, αλλά είναι γνωστό ότι στη χώρα μας το ποσοστό των θανάτων στους χρήστες ηρωίνης είναι υψηλό. Το 2002 σημειώθηκαν 259 θάνατοι τοξικομανών, από τους οποίους 99,2% ήταν χρήστες ηρωίνης. Σύμφωνα με το ΕΚΤΕΠΝ (2002), είναι η πρώτη φορά από το 1990 που υπήρξε μείωση στον αριθμό των θανάτων τοξικομανών. Αυτή η μείωση ήταν σε ποσοστό 19,3% σε σχέση με το 2001. Αυτό σημαίνει ότι ο συνολικός αριθμός των χρηστών με HIV/AIDS εν ζωή σήμερα ενδέχεται να είναι μικρότερος από τον αναφερόμενο συνολικό αριθμό των 237.

Συνολικά, για τη συντριπτική πλειοψηφία των αναφερόμενων περιπτώσεων του HIV σε ενήλικες/ εφήβους ευθύνεται η σεξουαλική μετάδοση. Οι περισσότεροι από αυτούς είναι άντρες (40%) που έχουν μολυνθεί από ομοφυλοφιλική επαφή και περίπου ένα ποσοστό 18,6% είναι άντρες και γυναίκες που έχουν μολυνθεί από ετεροφυλοφιλική μετάδοση. Η αναλογία των μεθόδων μετάδοσης δείχνει μείωση στον αριθμό των αντρών που έχουν σεξουαλική επαφή με άλλους άντρες την περίοδο μεταξύ 1996 – 1999, αλλά σταθεροποιείται τα τελευταία χρόνια σε μικρή αλλά σταθερή αύξηση της ετεροφυλοφιλικής μετάδοσης. Στις 1.214 συνολικά περιπτώσεις με θετική διάγνωση HIV, οι οποίες περιλαμβάνονται και οι περιπτώσεις του AIDS, με μετάδοση από ετεροφυλοφιλική επαφή, η πλειοψηφία είναι γυναίκες (756).  Η ετεροφυλοφιλική επαφή είναι η μόνη μέθοδος μετάδοσης της νόσου όπου υπερέχουν οι γυναίκες στις περισσότερες περιπτώσεις (ΚΕΕΛ, 2003).

Την ίδια χρονική περίοδο, είχαν καταγραφεί 21 κρατούμενοι με HIV και κανένα άτομο με HIV στα ψυχιατρικά νοσοκομεία.

  1. Μεθοδολογία των συνεντεύξεων

Η συλλογή στοιχείων βασίσθηκε σε ποιοτική έρευνα με την εφαρμογή ημι-κατευθυνόμενων συνεντεύξεων σε 25 οροθετικούς χρήστες τοξικών ουσιών. Τα άτομα αυτά έπρεπε να είναι χρήστες τοξικών ουσιών που κατά τη διάρκεια της έρευνας: α) ακολουθούσαν αντιρετροϊκή θεραπεία, β) δεν ακολουθούσαν καμία θεραπεία και γ) ακολουθούσαν αλλά κατά διαστήματα διέκοπταν την αντιρετροϊκή θεραπεία. Παράλληλα, έπρεπε να διεξαχθούν συνεντεύξεις με 10- 15 άτομα από το προσωπικό (ιατρούς, νοσηλευτές, ψυχολόγους, κοινωνικούς λειτουργούς και άλλες ειδικότητες) που συμμετέχουν ενεργά στη θεραπεία και στην αποτοξίνωση αυτών των ατόμων.

Ένα από τα μεγαλύτερα εμπόδια στη χώρα μας ήταν η ανεύρεση των ατόμων, καθώς ο αριθμός των χρηστών, που είναι φορείς του HIV, είναι αξιοσημείωτα μικρός και δεν είναι εύκολο να εντοπίσει κανείς αυτή την υποομάδα. Κατά το σχεδιασμό της τακτικής προσέλκυσης των χρηστών, οι ερευνητές αποφάσισαν να παραλείψουν τα στέκια των χρηστών καθώς έμοιαζε σχεδόν αδύνατο να επιλέξουν ανάμεσα σε αυτούς, τους ελάχιστους που είναι οροθετικοί. Το επόμενο βήμα ήταν να απευθυνθούν στους μη-κυβερνητικούς οργανισμούς που προσφέρουν υποστήριξη στους ασθενείς με AIDS. Εκείνη την περίοδο δεν υπήρχαν χρήστες μεταξύ των ατόμων που επισκέπτονταν αυτά τα κέντρα, με την εξαίρεση του ΞΕΝΩΝΑ για άτομα με AIDS, όπου λειτουργεί βραδινό κατάλυμα. Η εξήγηση που δόθηκε ήταν ότι αρκετοί χρήστες δεν αναφέρουν την ασθένειά τους και δεν αναζητούν βοήθεια στους χώρους, όπου μπορούν να απευθυνθούν σε οροθετικά άτομα. Έτσι ο μόνος τρόπος να βρεθούν ήταν μέσα από τα θεραπευτικά κέντρα για τοξικομανείς, τα νοσοκομεία, τις φυλακές και το ΚΕΝΤΡΟ ΒΟΗΘΕΙΑΣ, όπου πάνε οι χρήστες για ανταλλαγή συριγγών και για δωρεάν αιματολογικές, οδοντιατρικές και ιατρικές εξετάσεις. Σε αυτό το κέντρο δεν προσφέρονται  θεραπευτικά προγράμματα, αλλά μόνο υπηρεσίες υποστήριξης. Τέλος, δύο συνεντεύξεις πραγματοποιήθηκαν σε συνεργασία με το ΚΕΕΛ Θεσσαλονίκης.

Στην προσπάθεια να βρεθεί το δείγμα έγινε πρώτα επικοινωνία με τους επαγγελματίες υγείας στους παραπάνω φορείς. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα ένα μεγάλο αριθμό συνεντεύξεων (27) με επαγγελματίες οι οποίοι έχουν σχέση με την ομάδα-στόχο. Αυτός αποδείχθηκε ένας έμμεσος τρόπος πληροφόρησης σχετικά με το αντικείμενο της έρευνας. Όταν εξαντλήθηκαν όλες οι δίοδοι που θα οδηγούσαν στην ομάδα-στόχο χωρίς να βρεθούν περισσότερα άτομα οι ερευνητές αποφάσισαν να συμπεριλάβουν μεγάλο αριθμό κρατουμένων.

Πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι 4 άτομα δεν προσήλθαν στη συνάντηση που είχε ορισθεί από τους επαγγελματίες υγείας στις Ειδικές Μονάδες και τα κέντρα υποκατάστασης.

Τελικά έγιναν 25 συνεντεύξεις με χρήστες – φορείς του HIV, 14 με χρήστες –φορείς του HIV που εκείνο το διάστημα βρισκόταν σε αντιρετροϊκή θεραπεία, 5 με χρήστες – φορείς του HIV που δεν ακολουθούσαν αντιρετροϊκή θεραπεία, και 6 με χρήστες – φορείς του HIV που είχαν ξεκινήσει και διέκοπταν κατά διαστήματα την αντιρετροϊκή θεραπεία.

Η μεγαλύτερη εκπροσώπηση της ομάδας που βρισκόταν σε αντιρετροϊκή θεραπεία εξηγείται από τον τρόπο συλλογής του δείγματος καθώς οι χρήστες στα κέντρα υποκατάστασης και στη φυλακή αποτελούσαν την πλειοψηφία του δείγματός μας. Συγκεκριμένα, μεταξύ των 10 κρατουμένων που έδωσαν συνέντευξη, οι 8 ακολουθούσαν εκείνο το διάστημα θεραπεία. Την ίδια στιγμή από τα άτομα που νοσηλεύονταν μερικά ακολουθούσαν κάποια θεραπεία ή την ξεκινούσαν και τη διέκοπταν κατά διαστήματα.

Οι συνεντεύξεις δεν ηχογραφήθηκαν καθώς οι περισσότεροι ασθενείς αρνήθηκαν. Το διπλό στίγμα του χρήστη και του φορέα HIV κάνει τους περισσότερους καχύποπτους στο φόβο της αναγνώρισης. Οι ερευνητές κρατούσαν λεπτομερείς σημειώσεις στο ερωτηματολόγιο ενώ παράλληλα διατηρούσαν οπτική επαφή με τον ερωτώμενο. Μετά την ολοκλήρωση της συνέντευξης ο ερευνητής, καθώς μπορούσε να ανακαλέσει με ευκολία τις πληροφορίες που μόλις είχε συλλέξει, σημείωνε πρόσθετες σημαντικές πληροφορίες οι οποίες προέκυπταν κατά τη διάρκεια της συνέντευξης, αλλά δεν ήταν δυνατό να καταγραφούν εκείνη τη στιγμή για να μη διακοπεί η επικοινωνία με τον ερωτώμενο.

Σε γενικές γραμμές, οι ερωτώμενοι  μίλησαν ανοικτά, δεν ζήτησαν χρήματα προκειμένου να λάβουν μέρος στην έρευνα και οι περισσότεροι συστήθηκαν στους ερευνητές μέσα από κάποιον επαγγελματία, όπως γιατρό, ψυχολόγο, κοινωνικό λειτουργό, κ.α. Οι περισσότεροι ήταν πεπεισμένοι ότι η συμβολή τους θα βελτίωνε την κατάσταση άλλων ατόμων στην ίδια θέση.

Οι συνθήκες υπό τις οποίες επιλέχθηκε το δείγμα θέτουν ορισμένους περιορισμούς όσον αφορά στη γενίκευση των συμπερασμάτων. Οι ερευνητές θεωρούν πως η δυσανάλογη εκπροσώπηση κρατουμένων περιορίζει την παρουσίαση μιας πραγματικής εικόνας αυτής της ομάδας ανθρώπων. Για το λόγο αυτό έγιναν συνεντεύξεις με περισσότερους επαγγελματίες, ώστε να συμπεριληφθούν οι διάφορες αντιλήψεις και στάσεις των επαγγελματιών που έρχονται σε επαφή με την ομάδα-στόχο. Ήταν επίσης και ένας τρόπος να συλλεχθούν οι απαραίτητες πληροφορίες που θα συνέβαλλαν σε μια πιο ολοκληρωμένη αποτύπωση της πραγματικότητας που έπρεπε να μελετηθεί.

2.1 Δημογραφικά χαρακτηριστικά του δείγματος

Ανάμεσα στους 25 ερωτώμενους υπήρχαν 22 άνδρες και 3 γυναίκες. Η κατανομή αυτή είναι αντιπροσωπευτική του προφίλ των τοξικομανών στην Ελλάδα, όπου οι άνδρες αποτελούν την πλειοψηφία (84,6%) (ΚΕΘΕΑ, 2003, ΕΚΤΕΠΝ, 2002).

Η ηλικιακή κατανομή τους ήταν η εξής: 11 ανήκαν στην ηλικιακή ομάδα των 24-35, και 14 στην ηλικιακή ομάδα των 36-45. Δεν υπήρχαν άτομα στις ομάδες ηλικιών 16-23 και 46-60+. Σε ό,τι αφορά τη στέγη, εκτός από τους 10 κρατούμενους, οι 4 μοιράζονται διαμέρισμα (3 άτομα με σύντροφο, 1 άτομο με τη μητέρα του), 5 ζουν μόνοι, 5 ζουν σε καταλύματα νυκτός και ένας ήταν άστεγος την περίοδο που διεξήχθη η συνέντευξη. Ανάμεσα στους 25 ερωτώμενους, οι 12 ήταν παντρεμένοι, οι 2 διαζευγμένοι, οι 3 σε διάσταση και οι 8 ήταν άγαμοι.

Το επίπεδο εκπαίδευσης σύμφωνα με τις εκπαιδευτικές κατηγορίες της χώρας μας ήταν τρεις απόφοιτοι δημοτικού, δεκατρείς απόφοιτοι βασικής εκπαίδευσης (γυμνασίου), επτά απόφοιτοι λυκείου και δύο απόφοιτοι πανεπιστημίου.

Σε ό,τι αφορά την οικονομική τους κατάσταση οι περισσότεροι εξαρτώνται από την κοινωνική παροχή που δικαιούνται τα άτομα με HIV της τάξεως των 750 ευρώ κάθε δύο μήνες. Τρία άτομα ανέφεραν επίσης ότι έχουν περιστασιακό εισόδημα από τη δουλειά τους και αυτά ήταν τα άτομα που είχαν κάποια εξειδίκευση.

Στο δείγμα μας τα άτομα που διέθεταν  κάποια  ιατρική ασφάλιση ήταν είτε μέσω του συντρόφου τους είτε μέσω της κοινωνικής πρόνοιας.

Οι 27 συνεντεύξεις με επαγγελματίες υγείας περιελάμβαναν:

  • 11 με ιατρικό προσωπικό
  • 2 με προσωπικό κέντρων υποκατάστασης
  • 1 με ιατρικό προσωπικό στη φυλακή
  • 1 με προσωπικό σε καταλύματα ημέρας και νυκτός
  • 4 με κοινωνικούς λειτουργούς
  • 4 με θεραπευτές – συμβούλους
  • 4 με άλλες ειδικότητες – 1 με άτομο που κάνει προσέγγιση στο δρόμο, 1 με κοινωνιολόγο, 1 με νοσηλευτή, 1 με προϊστάμενο δημόσιας υγείας
  1. Παρουσίαση των αποτελεσμάτων

3.1 HIV μόλυνση και 1η θεραπεία

Ο τρόπος με τον οποίο έμαθαν για τη λοίμωξή τους δεν είναι ο ίδιος σε όλες τις περιπτώσεις. Οι περισσότεροι ανέφεραν ότι παρουσίαζαν συμπτώματα που τους οδήγησαν στο νοσοκομείο ή σε ιδιωτικό ιατρείο και με ένδειξη του γιατρού έκαναν το τεστ και πληροφορήθηκαν για τη μόλυνση από τον ιό HIV.

Κανένας από τους ερωτώμενους δεν ανέφερε τη χρήση κοινής σύριγγας ως πιθανή μέθοδο μόλυνσης. Οι περισσότεροι υποστηρίζουν ότι είχαν έρθει σε σεξουαλική επαφή με άλλους χρήστες χωρίς καμία προφύλαξη, ένα άτομο ανέφερε ότι μολύνθηκε από μετάγγιση αίματος σε νοσοκομείο, όπου νοσηλευόταν μετά από ατύχημα, ενώ 5 άτομα δεν απάντησαν λέγοντας ότι ακόμα αγνοούν τον τρόπο με τον οποίο μολύνθηκαν. Ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι η γυναίκα που ισχυρίζεται ότι μολύνθηκε από μετάγγιση αίματος έκανε χρήση ηρωίνης για πολλά χρόνια, παραδέχτηκε ότι είχε κάνει χρήση κοινής σύριγγας και ανέφερε επίσης σεξουαλικές επαφές χωρίς προφυλάξεις. Παρ’ όλα αυτά, ήταν πεπεισμένη ότι για τη μόλυνσή της ευθύνονταν ιατρικές πράξεις κι όχι η δική της συμπεριφορά.

H περίοδος έναρξης της αντιρετροϊκής θεραπείας δεν απέχει πολύ από την περίοδο που τα άτομα πληροφορήθηκαν τη μόλυνσή τους. Σε πολλές περιπτώσεις οι ημερομηνίες συμπίπτουν. Αν λάβουμε υπόψη μας τη δωρεάν πρόσβαση στη θεραπεία για όλους, αλλά και τη στρατηγική συλλογής του δείγματος, το αποτέλεσμα αυτό είναι αναμενόμενο.

Όλα τα άτομα άρχισαν θεραπεία για το HIV ύστερα από ιατρική ένδειξη και όλα, εκτός από δύο, δήλωσαν προσωπικά κίνητρα για να ξεκινήσουν θεραπεία. Η πλειοψηφία των ατόμων σε αντιρετροϊκή θεραπεία, ή εκείνων που ξεκινούν και διακόπτουν, εξετάστηκαν για τελευταία φορά μέσα στους τελευταίους δυο μήνες πριν από τη συνέντευξη.

Μεταξύ των 14 που ακολουθούν σωστά τη θεραπεία τους, όλοι λάμβαναν κάποια ιατρική θεραπεία τη συγκεκριμένη στιγμή. Ανέφεραν ότι το ιικό φορτίο ήταν μειωμένο σε σχέση με την περίοδο πριν την έναρξη της θεραπείας για το HIV.

Μεταξύ των 6 που ξεκινούν και διακόπτουν τη θεραπεία, μόνο δύο ακολουθούσαν τη θεραπεία τους την περίοδο των συνεντεύξεων. Μερικοί σταμάτησαν κατόπιν ιατρικής ένδειξης και άλλοι εξαιτίας των παρενεργειών. Ένα άτομο ανέφερε ότι το ιικό φορτίο του είναι στο ίδιο επίπεδο που ήταν πριν από την έναρξη της πιο πρόσφατης θεραπείας.

Τρία από τα άτομα που δεν ακολουθούσαν κάποια θεραπεία την περίοδο της έρευνας, ανέφεραν ότι αυτό έγινε  ύστερα από ένδειξη του γιατρού. Ο ένας από τους δύο που ισχυρίζονται ότι ήταν προσωπική απόφαση ανέφερε :

 «Εξαρτάται από το τι θεωρεί ο καθένας ποιότητα ζωής και το να ‘είναι ζωντανός’. Ενίοτε είναι προτιμότερο να πεθάνει κανείς παρά να είναι ζωντανός και να ζει την υπόλοιπη ζωή του εξαρτημένος από φάρμακα».

Οι περισσότεροι από τους ερωτώμενους, όταν ρωτήθηκαν, αν ένιωθαν επαρκώς πληροφορημένοι σχετικά με την κατάστασή τους, απάντησαν καταφατικά. Αξίζει να σημειωθεί εδώ, ότι όλοι οι κρατούμενοι δήλωσαν ότι νιώθουν πολύ καλά πληροφορημένοι. Μια εξήγηση είναι ότι, αφού είναι διαρκώς υπό επιτήρηση, είναι πιο εύκολο να έχει κανείς μια πιο ξεκάθαρη εικόνα της κατάστασής του. Από την άλλη, ίσως αυτά τα άτομα να αισθάνθηκαν υποχρεωμένα να δώσουν θετικές απαντήσεις.

3.2 Χρήση ναρκωτικών παράλληλα με την αντιρετροϊκή θεραπεία

Από τους 25 ερωτώμενους οι 11 έπαιρναν μεθαδόνη. Οι περισσότεροι από αυτούς δήλωσαν ότι δεν έκαναν παράλληλη χρήση άλλων ουσιών. Εκείνοι που ανέφεραν κάποια άλλη χρήση έπαιρναν κάποιου είδους υπνωτικά ή ηρεμιστικά. Οφείλουμε να λάβουμε υπόψη το γεγονός ότι οι 10 κρατούμενοι δεν μπορούσαν να δηλώσουν καμία χρήση. Εντούτοις όλοι έκαναν χρήση κάποιου καταπραϋντικού /υπνωτικού ή ηρεμιστικού.

Μεταξύ αυτών που δεν έπαιρναν μεθαδόνη, ένα άτομο ανέφερε πως έκανε χρήση ηρωίνης από τη μύτη για σχεδόν 20 χρόνια, αλλά ότι απείχε από τη χρήση τις τελευταίες 30 ημέρες. Τα ναρκωτικά που χρησιμοποιούσε τους τελευταίους μήνες ήταν άλλα οπιούχα/ αναλγητικά, βαρβιτουρικά και καταπραϋντικά/ υπνωτικά/ ηρεμιστικά. Άλλο ένα άτομο, που έκανε χρήση ηρωίνης από τη μύτη για τα τελευταία 16 χρόνια, ανέφερε χρήση τις τελευταίες 30 ημέρες και παράλληλα κάπνισμα κάνναβης και χρήση καταπραϋντικών/ υπνωτικών/ ηρεμιστικών. Ένα τρίτο άτομο που δεν έπαιρνε μεθαδόνη κάπνιζε κάνναβη περιστασιακά, όπως δήλωσε, για τα τελευταία 8 χρόνια, αφού έκανε χρήση ηρωίνης για 16 χρόνια.

Στην ομάδα των ατόμων που έπαιρναν μεθαδόνη, ένα άτομο ανέφερε ότι έκανε ενδοφλέβια χρήση ηρωίνης και παράλληλη χρήση άλλων οπιούχων/ αναλγητικών, καταπραϋντικών/ υπνωτικών/ ηρεμιστικών, κάνναβης και παραισθησιογόνων. Ένα άλλο άτομο ανέφερε τη χρήση αλκοόλ, αλλά όχι στο σημείο μέθης. Ένα τρίτο άτομο που έκανε ενδοφλέβια χρήση ηρωίνης και κοκαΐνης για 18 χρόνια κάπνιζε εκείνο το διάστημα κάνναβη παράλληλα με τη μεθαδόνη. Το άτομο που έπαιρνε μεθαδόνη και χρησιμοποιούσε σχεδόν κάθε μέρα κάποια άλλη ουσία ανέφερε τη χρήση αλκοόλ μια φορά την εβδομάδα, ενδοφλέβια χρήση ηρωίνης καθημερινά, καταπραϋντικά/ υπνωτικά/ ηρεμιστικά σχεδόν καθημερινά, ενδοφλέβια χρήση κοκαΐνης μια φορά το μήνα και κάνναβη κάθε δυο μέρες.

Και πάλι, η δυσανάλογα μεγάλη αντιπροσώπευση κρατουμένων στους οποίους δεν επιτρέπεται η χρήση ναρκωτικών δεν μας επιτρέπει να παρουσιάσουμε αντιπροσωπευτική εικόνα σχετικά με τη χρήση ναρκωτικών στην ομάδα των χρηστών – φορέων του HIV.

Οι περισσότεροι από τα άτομα που έπαιρναν μεθαδόνη αλλά και τα άτομα  που συνέχιζαν τη χρήση ναρκωτικών είπαν ότι δεν νιώθουν καμία διαφορά στην επίδραση του φαρμάκου/ ουσιών κατά τη διάρκεια της αντιρετροϊκής θεραπείας. Τρία άτομα ανέφεραν ότι αύξησαν τη χρήση βενζοδιαζεπινών ή τη δόση ηρωίνης.

Με εξαίρεση δύο άτομα, όλοι οι υπόλοιποι δήλωσαν ότι δεν είχαν υπόψη τους κάποια πιθανή αλληλεπίδραση μεταξύ των αντιρετροϊκών φαρμάκων  και της μεθαδόνης/ βουπρενορφίνης. Για μερικούς δεν ήταν σχετικό με την περίπτωσή τους, και άλλοι είπαν ότι ουδέποτε είχαν ακούσει τίποτα για το συγκεκριμένο θέμα. Οι δυο που ήταν πληροφορημένοι είχαν βρει τις πληροφορίες σε φυλλάδια σχετικά με τα προγράμματα μεθαδόνης, ενώ είχαν πληροφορηθεί και από το γιατρό τους για τις συνέπειες.

3.3 Πρόσβαση

Ανάμεσα στους 25 ερωτώμενους, είτε σε θεραπεία είτε όχι, έχει ενδιαφέρον να σημειώσουμε ότι μόνο 3 δήλωσαν πως αντιμετώπιζαν κάποιες δυσκολίες ως προς την πρόσβασή τους στη θεραπεία. Ένα άτομο σε αντιρετροϊκή θεραπεία κατόπιν ιατρικής συμβουλής, δήλωσε ότι η θεραπεία ερχόταν σε αντίθεση με τα προσωπικά του κίνητρα και ανέφερε συγκεκριμένα  ότι είχε δυσκολία στο να πείσει το ιατρικό προσωπικό ότι συμμορφώνεται με τη θεραπεία. Άλλα δύο άτομα, ένα σε θεραπεία και ένα εκτός, ανέφεραν την ψυχική τους υγεία και πιο συγκεκριμένα την κατάθλιψη ως τον κυριότερο λόγο που τους εμποδίζει να ξεκινήσουν κάποια θεραπεία.

Όλοι οι επαγγελματίες (27) υπέδειξαν ότι η μόνη προϋπόθεση για να ακολουθήσει ο ασθενής τη θεραπεία είναι η ιατρική ένδειξη, αλλά ότι εξίσου σημαντική είναι η θέληση του ατόμου να ακολουθήσει τη θεραπεία. Ωστόσο, πολλοί από τους επαγγελματίες ανέφεραν παραδείγματα περιπτώσεων, όπου η ιατρική παραπομπή δεν ήταν αρκετή, όταν το άτομο δεν είχε τη θέληση να συμμορφωθεί με το ιατρικό προσωπικό.

Σύμφωνα με τους επαγγελματίες δεν υπάρχουν προϋποθέσεις προκειμένου να εγκριθεί η έναρξη της θεραπείας. Για παράδειγμα, η αποτοξίνωση δεν είναι απαραίτητη προϋπόθεση, αλλά κατά τη διάρκεια της θεραπείας ζητείται από τους ασθενείς να διακόψουν τη χρήση και το ιατρικό προσωπικό τους παροτρύνει εντατικά να ενταχθούν σε πρόγραμμα αποτοξίνωσης. Παράλληλα, οι συνθήκες μιας σταθερής ζωής δεν είναι απαραίτητη προϋπόθεση, αλλά μερικοί από τους επαγγελματίες ανέφεραν ότι οι ασταθείς συνθήκες διαβίωσης προκαλούν μεγάλα προβλήματα στα θεραπευτικά προγράμματα. Πολλοί ασθενείς εξαφανίζονται και δεν είναι εύκολο να εντοπιστούν, άλλοι πάλι δεν μπορούν να πάρουν τα φάρμακά τους τακτικά εξαιτίας του τρόπου ζωής τους.

Η μόνη αιτία απόρριψης κάποιου, σύμφωνα πάντα με τους επαγγελματίες, είναι τα προβλήματα συμπεριφοράς. Αναφέρθηκαν παραδείγματα ασθενών που δεν μπορούσαν να συμμορφωθούν με τις ιατρικές υποδείξεις και κατά καιρούς ήταν πολύ βίαιοι με το προσωπικό.  Σε μερικές περιπτώσεις ο ασθενής είχε επιτεθεί στο προσωπικό και είχε προκαλέσει τραυματισμό. Στις περιπτώσεις αυτές ο ασθενής είχε απορριφθεί.

Οι επαγγελματίες σχολίασαν επίσης τη συμμετοχή των ασθενών και τη διαδικασία λήψης της απόφασης να αρχίσουν θεραπεία. Όπως δήλωσαν, αυτή η διαδικασία εξαρτάται από τον ασθενή και από το πόσο είναι διατεθειμένος να πληροφορηθεί για την κατάστασή του ή όχι. Συμβουλευτικές υπηρεσίες πριν από την εξέταση παρέχονται μόνο από το ΚΕΕΛ και σε ένα από τα μεγάλα νοσοκομεία στο κέντρο της Αθήνας. Παρόλα αυτά, μετά το τεστ και αν το ιικό φορτίο CD4  καθιστά απαραίτητο το άτομο να αρχίσει θεραπεία, το ιατρικό προσωπικό το πληροφορεί σχετικά με την κατάστασή του και την ανάγκη για το θεραπευτικό πρόγραμμα. Οι επαγγελματίες ανέφεραν ότι στην περίπτωση των τοξικομανών, εξαρτάται από το κάθε άτομο, αν θα λάβει κάποια συμβουλευτική υπηρεσία, εφόσον στο πρώτο στάδιο της θεραπείας δεν υπάρχει η διάθεση για κανενός είδους θεραπεία, ενόσω αυτό σημαίνει ότι θα τους ζητηθεί να διακόψουν τη χρήση ουσιών. Έτσι δεν θέλουν να μάθουν πληροφορίες σχετικά με την κατάστασή τους ή σχετικά με τα οφέλη της θεραπείας. Όταν αρχίζουν, τα συμπτώματα είναι αυτά που τους οδηγούν πάλι στο γιατρό και όταν είναι αναπόφευκτη η έναρξη της θεραπείας ζητούν περισσότερες πληροφορίες.

Αφού δεν υπάρχουν προϋποθέσεις για την πρόσβαση στη θεραπεία, το άτομο  πληροφορείται συνήθως από το προσωπικό σχετικά με την ασθένεια και τις λεπτομέρειες της θεραπευτικής αγωγής και το συνδυασμό των φαρμάκων. Ένα από τα πιο σημαντικά θέματα που συζητούνται, σύμφωνα με τους επαγγελματίες, είναι η συμμόρφωση με τη θεραπευτική αγωγή. Τους εξηγείται ότι είναι θεραπεία εφ’ όρου ζωής και ότι δεν πρέπει να διακοπεί αφού αρχίσει. Από ό,τι φαίνεται, το θέμα των παρενεργειών δεν συζητιέται τόσο, για να μην αποθαρρυνθούν οι ασθενείς. Αυτό είναι επίσης φανερό από τις απαντήσεις των ασθενών που είπαν ότι δεν είχαν πληροφορηθεί από κανέναν σχετικά με τις παρενέργειες, απλά τις ένιωσαν.

3.4 Συμμόρφωση

Το μεγαλύτερο εμπόδιο σύμφωνα με τους επαγγελματίες, είναι οι ασταθείς συνθήκες διαβίωσης. Η κακή οικονομική κατάσταση δεν καθιστά ιδιαίτερο πρόβλημα, καθώς η θεραπεία παρέχεται σε όλους δωρεάν. Όπως επίσης τονίστηκε προηγουμένως, οι ασταθείς συνθήκες διαβίωσης δημιουργούν πολλά προβλήματα στη συμμόρφωση με την αντιρετροϊκή θεραπεία.

Η αλληλεπίδραση μεταξύ των ναρκωτικών και των φαρμάκων καθίσταται προβληματική μόνο στις περιπτώσεις υπερβολικής χρήσης βενζοδιαζεπινών.

Μερικοί από τους επαγγελματίες τόνισαν επίσης την έλλειψη υποστήριξης για αυτή την ομάδα ατόμων, καθώς πολλοί έχουν διακόψει τις σχέσεις με οικογένειες και φίλους.

Οι περισσότεροι επαγγελματίες, πάντως, τόνισαν πως η συμπεριφορά και οι αντιλήψεις αυτής της ομάδας αποτελούν το μεγαλύτερο εμπόδιο. Όπως επισήμαναν, για τους τοξικομανείς η ανάγκη να εξασφαλίσουν τη δόση τους αποτελεί τον κεντρικό πυρήνα της ζωής τους και καθορίζει τις δραστηριότητές τους και τη συμπεριφορά τους. Εξήγησαν, ότι όσο κάνουν χρήση τα άτομα αυτής της ομάδας δεν δείχνουν να ενδιαφέρονται τόσο για την κατάσταση της υγείας τους. Η αξία που έχει για εκείνους η υγεία τους δεν είναι τόσο μεγάλη, όσο είναι για τους υπόλοιπους ασθενείς. Κατ’ αυτό τον τρόπο είναι δύσκολο να τους πείσει κανείς να ξεκινήσουν τη θεραπεία. Ως αποτέλεσμα, ο βαθμός συμμόρφωσης με τη θεραπεία διαφέρει από αυτόν των άλλων ασθενών που επενδύουν πολλά στην υγεία τους.

Παρακάτω παρατίθενται μερικές χαρακτηριστικές απαντήσεις των επαγγελματιών σχετικά με τα εμπόδια για τη θεραπεία του HIV:

  • «Αυτοί οι ασθενείς πολλές φορές δεν συμμορφώνονται με το συνδυασμό της θεραπείας και των εξετάσεων. Τους εξηγούμε τους λόγους, για τους οποίους οφείλουν να κάνουν ορισμένα πράγματα, μας ακούν και όταν φεύγουν είτε εξαφανίζονται είτε ακολουθούν μόνο το μέρος εκείνο, που προσαρμόζεται πιο εύκολα στις συνθήκες της ζωής τους»
  • «Δεν τηρούν τα ραντεβού τους, πολλές φορές δεν εμφανίζονται και οι πιθανότητες για αυτήν την ομάδα να διακόψει την αντιρετροϊκή θεραπεία είναι περισσότερες»
  • «Η προτεραιότητά τους είναι να βρουν τη δόση τους, δεν ενδιαφέρονται για το σώμα τους και γι αυτό χρειάζονται επιτήρηση προκειμένου να ακολουθήσουν τη θεραπεία τους. Πολλές φορές οι νοσοκόμες τους ζητούν να πάρουν τα φάρμακά τους μπροστά τους, αλλιώς θα τα ξεχάσουν ή θα τα πετάξουν»

Καταγράφηκε όμως και η αντίθετη άποψη, που εμφανίζει τους χρήστες τοξικών ουσιών να μη διαφέρουν από τους υπόλοιπους ασθενείς, αλλά αντίθετα να συμμορφώνονται και καλύτερα στις οδηγίες των γιατρών:

  • «Εφόσον αποδεχτούν την ιδέα της θεραπείας, είναι πιο θετικοί από τους υπόλοιπους στη συμμόρφωση με τις εντολές των γιατρών και πολλές φορές ακολουθούν τη θεραπεία πιο πιστά»

Όλοι οι επαγγελματίες επισήμαναν ότι η καλύτερη λύση θα ήταν η ζωή χωρίς ναρκωτικά. Ωστόσο αυτός ο στόχος είναι ανέφικτος και η επόμενη προσέγγιση είναι η μείωση της βλάβης, που βελτιώνει την ποιότητα  της ζωής τους και πιθανότατα ενισχύει τη συμμόρφωσή τους στη θεραπεία. Επισήμαναν επίσης, ότι οι ομάδες υποστήριξης για άτομα με HIV δεν είναι ιδιαίτερα αποτελεσματικές, ειδικά όσον αφορά στην ομάδα αυτή, που έχει διαφορετική ταυτότητα και συμπεριφορά από εκείνη του μέσου ατόμου με HIV. Τέλος, οι επαγγελματίες δείχνουν να συγκλίνουν στην άποψη, ότι η ψυχολογική ή ψυχιατρική θεραπεία είναι αποτελεσματική σε ορισμένες περιπτώσεις.

Οι Μονάδες Ειδικών Λοιμώξεων στα δύο κεντρικά νοσοκομεία της Αθήνας δήλωσαν, ότι δεν υπάρχει συγκεκριμένη υπηρεσία για τους χρήστες ναρκωτικών, που θα θεωρούσαν χρήσιμη, προκειμένου να βελτιωθεί η συμμόρφωσή τους. Είναι υπεύθυνες για τη θεραπεία τους, αλλά πέρα από την προσωπική ιατρική υπόδειξη να μην διακοπεί η θεραπεία δεν μπορούν να προσφέρουν άλλους τρόπους για τη συνέχιση της θεραπείας χωρίς διακοπή. Από την άλλη πλευρά ο ΟΚΑΝΑ (Οργανισμός Κατά των Ναρκωτικών) με τα κέντρα Υποκατάστασης και το Κέντρο Βοήθειας στα πλαίσια της προσέγγισης για τη μείωση της βλάβης, θεωρεί ως πιο σημαντική υπηρεσία την υποστήριξη και την επιτήρηση που παρέχεται από τους ψυχολόγους στα υπό θεραπεία άτομα.  Θεωρούνται επίσης σημαντικές οι δωρεάν εξετάσεις, που παρέχονται στους ασθενείς τους, και εν συνεχεία, η ιατρική παρέμβαση για να παρακολουθήσουν τη θεραπεία. Στα κέντρα αυτά οι χρήστες ναρκωτικών μπορούν να αποκτήσουν πληροφορίες και υποστήριξη, ώστε να μεταβούν στις Μονάδες Ειδικών Λοιμώξεων των νοσοκομείων για θεραπεία.

Το ΚΕΕΛ θεωρεί ως πιο σημαντική υπηρεσία για τους οροθετικούς χρήστες ναρκωτικών ουσιών τις ομάδες αυτοβοήθειας που οργανώνει. Υπάρχει επίσης τηλεφωνική γραμμή, όπου μπορεί κάποιος να πληροφορηθεί για όλα τα στοιχεία σχετικά με το AIDS και να συζητήσει ανώνυμα όλους τους δισταγμούς και τις τυχόν παρεξηγήσεις σχετικά με θέματα θεραπείας και τοξικομανίας. Παρέχεται επιπλέον ψυχολογική υποστήριξη στους υπό θεραπεία ασθενείς καθώς το συμβουλευτικό κέντρο λειτουργεί στους χώρους ενός από τα μεγαλύτερα νοσοκομεία για λοιμώξεις στην Ελλάδα. Υπό αυτές τις συνθήκες το κέντρο είναι προσιτό για τα άτομα υπό θεραπεία.

3.4.1 Προβλήματα από τη χρήση φαρμάκων

Όσοι ξεκίνησαν θεραπεία μετά το 2000 και έχουν ακολουθήσει μια ή δύο διαφορετικές αγωγές ανέφεραν ότι δεν αντιμετώπισαν προβλήματα, αφού τα χάπια δεν ήταν τόσα πολλά και δεν είχαν μεγάλες δυσκολίες στη λήψη.  Ωστόσο, ένα άτομο που έχει ακολουθήσει δύο διαφορετικές θεραπείες δήλωσε:

   «Δεν είναι πιο εύκολο τώρα γιατί παίρνω 3 χάπια το πρωί, 3 το βράδυ και πρέπει να έχω φάει προηγουμένως και αυτό δυσκολεύει τα πράγματα γιατί δεν μπορώ να φάω το πρωί, συνήθως δεν τρώω τίποτα».

Ένας ασθενής που ξεκίνησε θεραπεία το 1994 και έχει ακολουθήσει 4 διαφορετικές θεραπείες μέχρι τώρα παραδέχεται ότι είναι ευκολότερη η θεραπεία τώρα γιατί παίρνει λιγότερα χάπια.

Ένα ακόμα άτομο, που ξεκίνησε θεραπεία το 1996, και έχει διακόψει τώρα εξαιτίας των παρενεργειών, είπε ότι στην πιο πρόσφατη θεραπεία έπαιρνε λιγότερα χάπια, αλλά οι παρενέργειες ήταν πιο πολλές και υπήρχαν και διατροφικές προϋποθέσεις που το καθιστούσαν πιο δύσκολο να ακολουθήσει πιστά την θεραπεία.

Ένα άτομο που έμαθε ότι είχε μολυνθεί το 1982 και δεν ακολουθεί καμία θεραπεία τώρα έπειτα από συμβουλή του γιατρού είπε ότι ακολούθησε 7 διαφορετικές θεραπείες μέχρι τώρα.  Ανέφερε συγκεκριμένα:

«Δεν είναι πιο εύκολο τώρα να αρχίσει κανείς θεραπεία γιατί τα χάπια δεν κάνουν πια κανένα καλό… Στο παρελθόν μπορούσες να δεις βελτίωση, σήμερα τίποτα…»

Υπάρχουν 5 άτομα, που δεν έχουν διακόψει καθόλου ή που δεν έχουν αλλάξει το συνδυασμό των φαρμάκων τους. Οι υπόλοιποι ανέφεραν τις παρενέργειες ως τον πρωταρχικό λόγο διακοπής της θεραπείας, παράλληλα με τη δυσκολία της θεραπευτικής αγωγής. Από τους δύο ασθενείς που ανέφεραν τις δύσκολες συνθήκες διαβίωσης, ο ένας εξήγησε ότι ξεχνούσε να πάρει τα χάπια τη σωστή ώρα ή στη σωστή ποσότητα και ο άλλος είπε:

«Αν παίρνεις ναρκωτικά η προτεραιότητά σου είναι η δόση σου και όχι τα χάπια σου… Μερικές φορές ξεχνάς, μερικές φορές αδιαφορείς…»

Αρκετοί ερωτώμενοι δεν ήθελαν να γίνουν πολύ συγκεκριμένοι ή πιθανόν δεν γνώριζαν πολλά για τα φάρμακα που έπαιρναν. Αυτό ίσχυε στην φυλακή, όπου παίρνουν τα φάρμακα που τους δίνονται και δεν ασχολούνται πραγματικά με το να θυμηθούν πότε ή πόσα χάπια παίρνουν.

Αρκετοί από τους ερωτώμενους ανέφεραν ότι η μόνη περίσταση κατά την οποία ήταν εξαιρετικά δύσκολο να πάρουν τα χάπια τους ήταν, όταν τους έπιανε κατάθλιψη. Μια χαρακτηριστική απάντηση:

«Σκοτίστηκα για τα φάρμακα… Είχα προβλήματα με τη γυναίκα μου, είχα κατάθλιψη, αδιαφορούσα για τη ζωή μου… Τι να μου έκαναν τα χάπια; Να με βοηθήσουν; Αποκλείεται… Οπότε; Γιατί να ασχοληθώ;»

Ο εγκλεισμός ήταν εμπόδιο για δύο από τα άτομα μόνο στην αρχή, αφού συνελήφθησαν και κρατούνταν, πριν σταλούν στην φυλακή. Εκεί δεν επιτρέπεται κανένα φάρμακο και αυτό ήταν μεγάλο πρόβλημα.

Οι περισσότεροι υπό θεραπεία την περίοδο των συνεντεύξεων ή εκείνοι που ενίοτε ακολούθησαν κάποια θεραπεία απάντησαν θετικά στο ερώτημα αν γνωρίζουν πώς, και γιατί να πάρουν τα χάπια τους, καθώς και γιατί είναι απαραίτητο ένα πρόγραμμα, τις πιθανές παρενέργειες και τις αλληλεπιδράσεις με άλλα φάρμακα και ναρκωτικά. Εξήγησαν ότι το ιατρικό προσωπικό τους παρέχει αυτές τις πληροφορίες για να ξέρουν γιατί να ξεκινήσουν τη θεραπεία. Τρεις από τους ερωτώμενους έκαναν σχόλια που αξίζει να αναφερθούν:

  • «Κανείς δεν σου λέει για τις παρενέργειες για να ξεκινήσεις την θεραπεία. Μετά όταν αρχίζουν τα συμπτώματα σου λένε ότι είναι από τα φάρμακα.»
  • «Δεν ήξερα για την αλληλεπίδραση των ναρκωτικών με τα φάρμακα μέχρι που η κοκαΐνη με έριξε στο κρεβάτι για τρεις μέρες. Τότε κατάλαβα ότι κάτι δεν πήγαινε καλά…»
  • «Το μόνο που μου είπε ο γιατρός είναι ότι το AIDS και η ηρωίνη δεν πάνε μαζί… Δεν είπαν τίποτα για παρενέργειες. Μετά άρχισα να τις νιώθω… Τότε σου το λένε… Όταν τις έχεις και δεν μπορείς να κάνεις τίποτα.»

 3.4.2 Ενσωμάτωση της αντιρετροϊκής θεραπείας στο καθημερινό πρόγραμμα

Μια εικόνα για την ενσωμάτωση της θεραπείας στο καθημερινό πρόγραμμα μπορεί να δοθεί μέσα από τις απαντήσεις των ερωτώμενων:

            – «Δεν θα έλεγα, ότι η θεραπεία έχει κυριαρχήσει στη ζωή μου, αλλά έχω αλλάξει ορισμένα πράγματα στην καθημερινή μου ρουτίνα. Για παράδειγμα, όταν πηγαίνω σε πάρτι πρέπει να φεύγω νωρίτερα για να πάρω τα φάρμακά μου.»

            – «Φυσικά και έπρεπε να αλλάξω τη ζωή μου γιατί μερικές φορές πρέπει να παραλείψω τη δόση μου, άλλες φορές δεν μπορώ να βγω με φίλους..»

            – «Το μόνο, που άλλαξε, είναι ότι έπρεπε να σταματήσω τα ναρκωτικά. Τίποτα άλλο. Μπορώ να κοιμηθώ ή να φάω όποτε θέλω και μπορώ να πάω όπου θέλω, όποτε θέλω.»

Σε περίπτωση που ξεχάσουν ή παραλείψουν κάποια από τα χάπια, οι περισσότεροι είπαν ότι παίρνουν κατευθείαν το επόμενο χάπι, αλλά το συζητούν με το ιατρικό προσωπικό. Μόνο μια γυναίκα είπε:

            «Στο παρελθόν πετούσα το χάπι αλλά τώρα τα μετρά ο άντρας μου οπότε το παίρνω αργότερα.»

Η κατάσταση στις φυλακές είναι διαφορετική, αφού τα χάπια δίνονται στους ασθενείς και έτσι δεν μπορούν να τα ξεχάσουν.

Όλα τα άτομα υπό αντιρετροϊκή θεραπεία είπαν ότι έχουν συζητήσει με το γιατρό τους τις επιπτώσεις που συνεπάγεται η παράλειψη των χαπιών ή η διακοπή της θεραπείας και είναι καλά πληροφορημένα για τις συνέπειες. Εντούτοις, οι περισσότεροι δεν γνώριζαν ή δεν μπορούσαν να απαντήσουν πόσες φορές γίνεται να παραλείψουν ένα χάπι χωρίς να θέσουν σε κίνδυνο την αποτελεσματικότητα της θεραπείας. Επιπλέον, δεν φάνηκαν να ανησυχούν πολύ για τις συνέπειες της παράλειψης χαπιών, την αντιμετώπιζαν απλώς σαν προειδοποίηση από το ιατρικό προσωπικό και ήξεραν ότι ήταν κάτι που πρέπει να αποφύγουν.

Εδώ πρέπει να σημειώσουμε τη διάσταση μεταξύ των απαντήσεων που έδωσαν οι ερωτώμενοι και των γεγονότων. Για παράδειγμα, όλοι έδειξαν να είναι ενημερωμένοι σχετικά με τις επιπτώσεις, αν δεν πάρουν τα χάπια τους. Παρόλα αυτά, σε άλλα σημεία της συνέντευξης μερικοί ανέφεραν ότι ξεχνούν να πάρουν τα χάπια τους ή ότι πιστεύουν πως τα χάπια δεν τους βοηθούν και πολύ, ή ότι το δυσκολότερο μέρος της θεραπείας είναι να πάρουν τα χάπια στην ώρα τους. Οι απαντήσεις αυτές σε σχέση με το γεγονός ότι οι ίδιοι δεν φαίνεται να το θεωρούν αρκετά σημαντικό, φέρνει στο φως ένα σοβαρότατο πρόβλημα όσον αφορά στη συμμόρφωση αυτής της ομάδας με τη θεραπεία.

Όσο για τις παρενέργειες, επειδή δόθηκαν ποικίλες απαντήσεις, αναφέρουμε παρακάτω μερικές χαρακτηριστικές:

            – «Υποφέρω συχνά από πόνους στο στομάχι και νιώθω σωματικά και ψυχολογικά καταβεβλημένος… Ειδικά όταν ξεχνάω να πάρω τα χάπια μου, δεν μπορώ να σταθώ στα πόδια μου. Συνήθως ηρεμώ ή παίρνω αντικαταθλιπτικά χάπια.»

            – «Μια φορά το μήνα έχω διάφορα συμπτώματα, ζαλάδες, εξάντληση, κατάθλιψη…και αντιδρώ άσχημα…ξέρω πως δεν είναι καλό αλλά δεν μπορώ να κάνω τίποτα…»

            – «Κάθε μέρα πρήζονται τα πόδια μου, και έχω φαγούρα.  Ξύνομαι συνέχεια. Βγάζω σπυριά στο σώμα, υποφέρω από διάφορες αλλεργίες… Δεν είναι πολύ ευχάριστο ξέρετε…»

3.5 Σχέσεις με το ιατρικό προσωπικό που επιβλέπει τη θεραπεία για το HIV

Σε αυτή την ερώτηση δεν έχουν ληφθεί σοβαρά υπόψη οι απαντήσεις των έγκλειστων ατόμων, καθώς όλα απάντησαν ότι οι σχέσεις τους με το προσωπικό είναι άριστες, πράγμα αναμενόμενο αφού οι συνεντεύξεις έλαβαν χώρα στο νοσοκομείο της φυλακής. Μάλιστα τρία άτομα τόνισαν ότι είναι πολύ σημαντική η ψυχολογική υποστήριξη που τους παρέχει το προσωπικό. Αυτό ίσως αληθεύει, αλλά οφείλουμε να είμαστε διστακτικοί και να μην βασίσουμε τα συμπεράσματά μας σε αυτές τις απαντήσεις.

Μεταξύ των υπόλοιπων ατόμων τα περισσότερα χαρακτήρισαν θετική τη σχέση τους με το προσωπικό και όταν ρωτήθηκαν σχετικά με βελτιώσεις, ένα άτομο υπέδειξε:

«οι άνθρωποι που δουλεύουν μαζί μας δεν θα έπρεπε να είναι ρατσιστές, θα έπρεπε να μας φέρονται όπως στους υπόλοιπους ασθενείς.»

Μία άλλη ασθενής είπε ότι η σχέση της με το προσωπικό είναι πλέον φιλική, αφού έχουν συχνές συναντήσεις και νιώθει ότι τη σέβονται και την αγαπούν.

Κατά τη γνώμη των ερωτώμενων τα ραντεβού θα έπρεπε να αλλάξουν. Δεν είναι πάντα εύκολο να κλείσει κανείς ραντεβού μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα, μερικές φορές η αναμονή είναι μεγάλη. Θα ήθελαν επίσης να βελτιωθεί η διοίκηση, να ευαισθητοποιηθεί απέναντί τους. Τέλος, τρία άτομα πρότειναν να υπάρξουν καλύτερα εκπαιδευμένα άτομα στα μικροβιολογικά εργαστήρια, για να βρίσκουν εύκολα τις φλέβες όταν παίρνουν αίμα και να μην τους κάνουν να υποφέρουν. Ένα άτομο υπέδειξε ότι το ιατρικό προσωπικό θα έπρεπε να είναι πιο ειλικρινές μαζί τους και να τους λέει τα πάντα χωρίς να αποκρύπτει πληροφορίες.

3.5 Υποστηρικτικά δίκτυα για συμμόρφωση στην αντιρετροϊκή θεραπεία

Εδώ οι απαντήσεις διαφέρουν μεταξύ των διαφόρων ομάδων που ρωτήθηκαν. Όλοι οι κρατούμενοι αναφέρθηκαν στο ιατρικό προσωπικό και στους κοινωνικούς λειτουργούς ως τα άτομα στα οποία μπορούν να βασίζονται για τη θεραπεία τους κατά του HIV.

Από τους υπόλοιπους που ακολουθούν την αντιρετροϊκή θεραπεία, εκτός από το ιατρικό προσωπικό και ένα άτομο, που αναφέρθηκε συγκεκριμένα στους ψυχιάτρους, ένας ανέφερε το σύντροφό του και ένας άλλος είπε ότι δεν χρειάζεται κανέναν:

«Δεν χρειάζομαι βοήθεια, έχω συνηθίσει αυτή τη διαδικασία και τα καταφέρνω μόνος μου.» 

Έχει ενδιαφέρον το γεγονός, ότι 4 άτομα ανάμεσα σε εκείνους, που δεν ακολουθούν αντιρετροϊκή θεραπεία, έκαναν λόγο για τον κοινωνικό τους περίγυρο (οικογένεια και φίλους) που θα μπορούσαν να βοηθήσουν σε περίπτωση ανάγκης. Μόνο ένα άτομο ανέφερε το ιατρικό προσωπικό.

Τέλος, οι απαντήσεις των ατόμων εκείνων, που ξεκινούν και διακόπτουν τη θεραπεία είναι παρόμοιες, αφού τα 4 στα 6 πιστεύουν ότι κανείς δεν μπορεί να βοηθήσει. Μία ερμηνεία:

 «Δεν μπορείς να βασίζεσαι σε κανέναν. Όταν είχα αδυναμία λόγω παρενεργειών της θεραπείας και δεν μπορούσα να ανέβω τις σκάλες ποιος μπορούσε να βοηθήσει; Κανείς. Ήταν δικό μου το πρόβλημα.  Εγώ έπρεπε να το αντιμετωπίσω.»

Τα άλλα δύο άτομα αναφέρθηκαν στο ιατρικό προσωπικό.

Από το σύνολο των απαντήσεων φαίνεται ότι, όσοι ήταν υπό αντιρετροϊκή θεραπεία τον καιρό της συνέντευξης, βασίζονται στο ιατρικό προσωπικό και πιστεύουν στη βοήθειά του, αφού είναι μέρος της διαδικασίας την παρούσα στιγμή. Οι υπόλοιποι, που δεν είναι υπό θεραπεία, βασίζονται κυρίως στο κοινωνικό τους δίκτυο για υποστήριξη που πιθανότατα τους δίνουν οι άνθρωποι γύρω τους. Εκείνοι, που έχουν διακόψει τη θεραπεία είτε για προσωπικούς λόγους είτε ύστερα από ιατρική συμβουλή έχουν τις πιο αρνητικές στάσεις και πιστεύουν ότι δεν μπορούν να βασίζονται σε κανέναν.

3.6 Προσδοκίες από τη θεραπεία

Η πλειοψηφία των ερωτώμενων προσδοκά μεγαλύτερη διάρκεια ζωής και παράλληλα σωματική και ψυχολογική βελτίωση. Τρία άτομα μάλιστα μίλησαν για πλήρη θεραπεία. Μόνο τέσσερα άτομα περίμεναν ότι η θεραπεία θα έθετε υπό έλεγχο την χρήση ουσιών.

Μερικές αντιπροσωπευτικές απαντήσεις:

            – «Περιμένω να δυναμώσω, να νιώσω καλύτερα σωματικά»

            – «Αυτό που περιμένω είναι να σταματήσω με κάποιον τρόπο τον ιό, να μην τον αφήσω να με σκοτώσει…»

            – «Κάνω την θεραπεία για να ζήσω καλύτερη ζωή, να ζήσω σαν άνθρωπος»

  • «Αυτό που περιμένω εκτός από μεγαλύτερη διάρκεια ζωής είναι να μπορέσω κάποια μέρα να κάνω παιδί, είναι το όνειρό μου και ελπίζω με τα φάρμακα να το καταφέρω»

3.7 Εκτός θεραπείας

Τα άτομα (5 στη συγκεκριμένη περίπτωση) που δεν ακολουθούν κανενός είδους θεραπεία, υποβλήθηκαν σε αρκετές ερωτήσεις για την κατάστασή τους. Όταν ρωτήθηκαν, αν υποφέρουν από μακρόχρονες/ επαναλαμβανόμενες επιπτώσεις της μόλυνσής τους, μόνο δύο απάντησαν θετικά. Ο ένας έπαθε βρογχίτιδα μία φορά και υπεβλήθη σε θεραπεία. Ο άλλος υπέφερε από αδυναμία και ποικίλα ψυχοσωματικά συμπτώματα της νόσου. Είπε ότι τα συμπτώματα επανέρχονται συχνά, αλλά δεν ζητά βοήθεια, αφού γνωρίζει την αιτία και θέλει να τον αφήνουν ήσυχο.

Τέσσερα άτομα απάντησαν ότι δεν βρέθηκαν ποτέ σε θέση να εύχονται να είχαν αποφασίσει να ξεκινήσουν αντιρετροϊκή θεραπεία. Το άλλο άτομο είπε ότι ήταν έτοιμο εκείνη την περίοδο να ξεκινήσει την θεραπεία κατόπιν ιατρικής υπόδειξης.

Μόνο ένα άτομο παραδέχτηκε ότι ο λόγος που δεν ξεκίνησε τη θεραπεία, ήταν η πιθανή αλληλεπίδραση μεταξύ των φαρμάκων και των ναρκωτικών που έπαιρνε ο ίδιος. Πρόκειται για το ίδιο άτομο, που ήταν έτοιμο να ξεκινήσει την θεραπεία.

  1. 8 Προτάσεις για τη βελτίωση των υπηρεσιών σχετικά με την πρόσβαση και την παραμονή στη θεραπεία

Οι επαγγελματίες, όταν τους ζητήθηκαν προτάσεις για τη βελτίωση της πρόσβασης και συμμόρφωσης με την αντιρετροϊκή θεραπεία, έδωσαν διάφορες απαντήσεις. Παρακάτω είναι μερικές αντιπροσωπευτικές απαντήσεις από το κάθε σώμα ξεχωριστά:

Οι Μονάδες Ειδικών Λοιμώξεων στα νοσοκομεία δήλωσαν:

«Το πιο σημαντικό στοιχείο για να διευκολυνθεί η πρόσβαση και να βελτιωθεί η συμμόρφωση των χρηστών με HIV με την αντιρετροϊκή θεραπεία είναι να βελτιωθεί η επαφή και επικοινωνία μεταξύ μας, με άλλα λόγια να εγκαταστήσουμε ένα καλύτερο δίκτυο μεταξύ των νοσοκομείων και των κέντρων υποκατάστασης. Παράλληλα είναι αναγκαία η περαιτέρω ανάπτυξη της κοινωνικής μας υπηρεσίας. Αυτό είναι και το πιο αδύναμο σημείο στην παροχή των υπηρεσιών που προσφέρουμε στα άτομα με HV

Ο ΜΗΚΥΟ για την υποστήριξη των ατόμων με AIDS τονίζει ότι οι ομάδες υποστήριξης θα έπρεπε να είναι καλύτερα οργανωμένες, αφού συχνά ο τρόπος λειτουργίας τους δεν φέρνει αποτέλεσμα. Θεωρείται επίσης απαραίτητη μια υπηρεσία στέγασης προκειμένου να βελτιωθούν οι συνθήκες διαβίωσης των ανθρώπων αυτών, με αποτέλεσμα να αυξηθεί και η παραμονή τους στη θεραπεία.

Ο γιατρός στο νοσοκομείο της φυλακής αναφέρει ότι οι υπηρεσίες ψυχολογικής υποστήριξης, ως έχουν, δεν είναι επαρκείς. Θα έπρεπε να υπάρχουν περισσότεροι εξειδικευμένοι επαγγελματίες για να βοηθήσουν τους κρατούμενους χρήστες – φορείς του HIV.

Όλες οι μονάδες του ΟΚΑΝΑ ζητούν καλύτερη συνεργασία ανάμεσα στις υπηρεσίες τους και το ΚΕΕΛ. Όπως έχουν τα πράγματα σήμερα, δεν υπάρχει συνεργασία μεταξύ των δύο. Ένα δίκτυο επικοινωνίας μεταξύ των δύο υπηρεσιών θα βοηθούσε σημαντικά τους ασθενείς που έχουν ανάγκη από ψυχολογική υποστήριξη. Πρότειναν επίσης να υπάρχει η προϋπόθεση για τους χρήστες ναρκωτικών να ξεκινήσουν αντιρετροϊκή θεραπεία προκειμένου να εισαχθούν σε πρόγραμμα υποκατάστασης.  Θα ήταν επίσης επιθυμητή η στενότερη συνεργασία μεταξύ των κέντρων υποκατάστασης και των Μονάδων Ειδικών Λοιμώξεων των νοσοκομείων. Μία ακόμη πρόταση είναι, να παρέχουν τα κέντρα υποκατάστασης τα φάρμακα για την αντιρετροϊκή θεραπεία, αφού είναι σε θέση να επιβλέψουν τους ασθενείς καλύτερα από τις Μονάδες Ειδικών Λοιμώξεων.

Το Κέντρο Βοήθειας και τα κέντρα υποκατάστασης μπορούν να διαθέσουν όλα τα φάρμακα δωρεάν εκτός από τα αντιρετροϊκά. Ζητούν επίσης ξεχωριστή μονάδα μέσα στα κέντρα υποκατάστασης με εξειδικευμένο προσωπικό αποκλειστικά για τους χρήστες – φορείς του HIV, καθώς σήμερα οι γιατροί στα κέντρα αυτά δεν είναι σε θέση να αντιμετωπίσουν αυτές τις περιπτώσεις. Η ανάγκη για εξειδικευμένο προσωπικό για τα άτομα με HIV στα κέντρα υποκατάστασης και στο Κέντρο Βοήθειας εκφράστηκε όχι μόνο από τους γιατρούς, αλλά και από όλους τους επαγγελματίες που έδωσαν συνέντευξη.

Ο σύνδεσμος μεταξύ των γιατρών σε αυτές τις μονάδες και κάποιων επαγγελματικών στα Κέντρα Πληροφόρησης του AIDS επίσης θα διευκόλυνε την πρόσβαση των ατόμων με HIV στα κέντρα υποκατάστασης.

Στη χώρα μας η θεραπεία των χρηστών – φορέων HIV με ΑΖΤ  δεν είναι καθιερωμένη, επομένως κανένας από τους οργανισμούς, που δουλεύουν με χρήστες – φορείς, δεν προώθησε τέτοιου είδους θεραπεία.

  1. Συμπεράσματα και προτάσεις για βελτιώσεις στην πράξη

α. Όσον αφορά στην πρόσβαση δεν υπάρχουν σχόλια, καθώς τα ευρήματά ήταν αναμενόμενα. Όλοι οι ασθενείς έχουν τη δυνατότητα να ξεκινήσουν θεραπεία με εντολή γιατρού.

Στην περίπτωση της παραμονής στη θεραπεία έχει ενδιαφέρον το γεγονός ότι οι επαγγελματίες ζητούν καλύτερη συνεργασία μεταξύ των Ειδικών Μονάδων των νοσοκομείων, των Κέντρων Πληροφόρησης του AIDS, των υπηρεσιών υποστήριξης για το AIDS στο ΚΕΕΛ (κυρίως της συμβουλευτικής) και των υπηρεσιών για τους χρήστες ναρκωτικών όπως το ΚΕΘΕΑ και τον ΟΚΑΝΑ. Έδωσαν ιδιαίτερη έμφαση στην ανάγκη να συνδέονται οι παραπάνω υπηρεσίες, ώστε να παρακολουθήσουν τον ασθενή από τη στιγμή της διάγνωσης του HIV μέχρι την έναρξη της θεραπείας. Προς το παρόν οι χρήστες – φορείς του HIV μπορούν να πάνε σε ένα από τα κέντρα για συμβουλευτική, αλλά το προσωπικό εκεί δεν είναι εξειδικευμένο στο συγκεκριμένο θέμα. Επιπλέον, καθώς δεν υπάρχει καθιερωμένο δίκτυο επικοινωνίας μεταξύ των συμβουλευτικών υπηρεσιών για το AIDS και των κέντρων για την τοξικομανία, το άτομο χάνεται στη διαδικασία. Ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός, ότι μερικοί επαγγελματίες δήλωσαν πως κάνουν προσωπικά αυτή τη διασύνδεση. Από την άλλη πλευρά , οι γιατροί κάνουν την επαφή με ψυχολόγους, που γνωρίζουν εκεί, για να παραπέμψουν τους ασθενείς τους. Έτσι, ανάλογα με τη θέληση των επαγγελματιών, παρακολουθείται η μετάβαση του ασθενή από τη διάγνωση στη θεραπεία.

β. Είναι εμφανές ότι η αντιρετροϊκή θεραπεία ενός ασθενή δεν παρακολουθείται, κι έτσι δεν είναι ασυνήθιστο για τους ασθενείς να ξεκινήσουν τη θεραπεία μετά από εντολή γιατρού και να τη διακόψουν, όταν νιώσουν ότι δεν μπορούν να συνεχίσουν. Το θετικό στοιχείο εδώ είναι η εύκολη πρόσβαση και η δωρεάν θεραπεία για όλους τους ασθενείς με HIV. Το γεγονός αυτό σχολίασε η πλειοψηφία του δείγματός μας, καθώς οι περισσότεροι αντιμετωπίζουν μεγάλες οικονομικές δυσχέρειες. Στο Κέντρο Βοήθειας όλα τα φάρμακα και οι εξετάσεις για οποιαδήποτε ασθένεια παρέχονται δωρεάν. Έτσι οι όποιες οικονομικές δυσχέρειες δεν θα έπρεπε να είναι εμπόδιο για τη θεραπεία. Οι υπηρεσίες που δεν είναι τόσο καλά αναπτυγμένες για τους ασθενείς με HIV είναι η συμβουλευτική πριν και μετά από τη διάγνωση που προσφέρεται. Εν μέρει αυτό εξηγείται από τον περιορισμένο αριθμό περιπτώσεων του HIV/AIDS στη χώρα μας, που με τη σειρά του έχει δημιουργήσει μια πολιτική δημόσιας υγείας όπου το AIDS δεν έχει προτεραιότητα ως στόχος. Αυτό ίσως αλλάξει, αν στο μέλλον το HIV εξαπλωθεί περισσότερο σε αυτή την κοινωνική ομάδα. Σε αυτό το στάδιο δεν υπάρχουν ακριβή στοιχεία για τον αριθμό των μολυσμένων τοξικομανών, αφού τα στοιχεία μας βασίζονται κυρίως σε άτομα, που προσέρχονται στα κέντρα μεθαδόνης ή τις υγειονομικές υπηρεσίες. Το μόνο θετικό στοιχείο είναι η χαμηλή διάδοση του ιού στα άτομα που έχουν εξεταστεί στο Κέντρο Βοήθειας.  Αυτοί είναι οι λιγότερο προνομιούχοι στην ομάδα – στόχο.

γ.  Η θετική πτυχή της εν λόγω έρευνας ήταν η ευκαιρία που δόθηκε στη χώρα μας να μελετηθεί η μικρή αυτή ομάδα, που έχει σαφή ανάγκη από ιδιαίτερη προσοχή. Υπήρχαν, βέβαια, και αρνητικά στοιχεία όσον αφορά στην πραγματοποίηση της έρευνας. Πρώτον, τα άτομα από τη συγκεκριμένη ομάδα – στόχο δεν πείθονται εύκολα να μιλήσουν, ιδιαίτερα στη χώρα μας, όπου είναι περιορισμένοι σε αριθμό και δεν επιθυμούν να γνωστοποιήσουν την οροθετικότητά τους. Επίσης, τα άτομα που διαγνώσθηκαν πριν από μερικά χρόνια δυσκολεύτηκαν να θυμηθούν το χρόνο, τον τόπο και τον τρόπο μόλυνσής τους. Πρόκειται για λεπτομέρειες, που θα προτιμούσαν να ξεχάσουν, και για μερικούς ήταν σίγουρα επώδυνη η συνέντευξη. Οι ερευνητές παρατήρησαν πως αυτές οι ερωτήσεις ήταν πιο δύσκολες από οποιαδήποτε ερώτηση σχετικά με τα ναρκωτικά. Επίσης η μεγάλη εκπροσώπηση των κρατουμένων στο δείγμα περιόρισε την ερμηνεία των αποτελεσμάτων. Ένα μεγαλύτερο δείγμα με καλύτερη αντιπροσώπευση όλων των κατηγοριών (είτε υπό αντιρετροϊκή θεραπεία είτε όχι) θα συντελούσε σε μια πιο αντιπροσωπευτική  παρουσίαση της κατάστασης ή της ομάδας – στόχου.

δ. Η πιο σημαντική πρόταση προκειμένου να βελτιωθεί η παραμονή των ενδοφλέβιων χρηστών ναρκωτικών στην αντιρετροϊκή θεραπεία, είναι η στενότερη παρακολούθηση και συνεργασία μεταξύ όλων των φορέων. Καλύτερη παρακολούθηση μπορεί να επιτευχθεί με την παροχή μεθαδόνης παράλληλα με την αντιμετώπιση των προσωπικών περιστάσεων του καθένα καθώς στην περίπτωση αυτή ο ασθενής αναζητά τις παρεχόμενες υπηρεσίες και έχει λόγους να συνεχίσει. Σύμφωνα με τα λόγια ενός γιατρού από Μονάδα Ειδικών Λοιμώξεων:

«Η μη-συμμόρφωση δεν είναι παράλογη συμπεριφορά. Έχει μάλλον σχέση με την ατομική ευθύνη, με τη σχέση με το γιατρό πρωταρχικά και κατά δεύτερο λόγο με το σύστημα υγείας στο σύνολό του. Επιπλέον, ας μην υποτιμήσουμε το ρόλο του κοινωνικού περιβάλλοντος.»

 

*Διεύθυνση Επικοινωνίας: Τομέας Κοινωνιολογίας, Εθνική Σχολή Δημόσιας Υγείας, Λ. Αλεξάνδρας 196, Αθήνα 115 21, Τηλ. 2106466243, 2106460958, eioannid@nsph.gr

Βιβλιογραφικές αναφορές :

Agrafiotis D., Ioannidi E., Manti P. (1999) “HIV prevention in Europe: Policy and Practice. The Greek Case”, Dept. of Sociology, National School of Public Health, Research Monograph No. 18.

Αγραφιώτης Δ.,  (1987), « Σ.Ε.Α.Α, ως αίτιο και αποτέλεσμα κοινωνικό-πολιτιστικών αλλαγών», Ιατρική Επιθεώρηση των Ενόπλων Δυνάμεων, τεύχος 21, σ. 177-180

Αγραφιώτης Δ.,& et.al (1991) « Γνώσεις, Στάσεις, Πιστεύω και Πρακτικές των Αθηναίων σχετικά με το  AIDS» Ιατρική Συνεργασία, τόμος 4, τεύχος 11, σ. 9 – 23.

Agrafiotis, D., (1991), « Greek society and AIDS»,  Experience and actions in Greece. What new for AIDS;» Contradictory views and thoughts ,  ΒΗΤΑ Publisher, pag. 27-32, Athens.

EKTEΠN (2002), Ετήσια Έκθεση του ΕΚΤΕΠΝ για την κατάσταση των ναρκωτικών στην Ελλάδα 2002, Εθνικό Κέντρο Τεκμηρίωσης και Πληροφόρησης για τα Ναρκωτικά και την Τοξικομανία, Ερευνητικό Πανεπιστημιακό Ινστιτούτο Ψυχικής Υγιεινής, Αθήνα.

ΚΕΝΤΡΟ ΒΟΗΘΕΙΑΣ (OKANA) (2002) , Στοιχεία Δράσης Υπηρεσιών για το έτος 2002, Αθήνα.

Ιωαννίδη Ε., Αγραφιώτης Δ., (1998), « Οι κίνδυνοι μόλυνσης από τον ιό HIV στην Ευρώπη και η σημασία της πρόσληψης των νέων «θεραπειών». Πρώτα αποτελέσματα στην Ευρώπη», Ελληνικά Αρχεία AIDS, 6 (4), σελ. 362 – 367

ΚΕΘΕΑ, (2003), Κοινωνικό-δημογραφικά χαρακτηριστικά και συνθήκες χρήσης των ατόμων που απευθύνθηκαν στα συμβουλευτικά κέντρα του ΚΕ.Θ.Ε.Α      (1995-2002), Κέντρο Θεραπείας Εξαρτημένων Ατόμων, Αθήνα.

Κορνάρου Ε., . et al., (1999) “ Συγκριτική μελέτη  αλλαγών στη συμπεριφορά  των Ελλήνων χρηστών ενδοφλεβίων ναρκωτικών (ΧΕΝ) μεταξύ 1993-1998”, Ελληνικά Αρχεία  AIDS , 1999, 7 (1) :30-36.

Koulierakis G.,et.al (1999) Injecting drug use amongst inmates in Greek prisons, Addiction Research, Vol.7No.3pp.193-212

Tselepi Ch., Pantzou P., Metallinou O., Agrafiotis D., (2000) « HIV seropositivity, adaptation and everyday life in Greece» in : Moatti et al., (eds) AIDS in Europe, New Challenges for the social sciences,Routledge, London.

Print Friendly, PDF & Email