Διαχρονική μελέτη για τα αποτελέσματα της χρήσης κάνναβης από έφηβους με την ολοκλήρωση του σχολείου*

 

Michael T.Lynskey, Carolyn Coffey, Louisa Degenhardt, John B. Carlin & George Patton

Μετάφραση Γεωργία Χριστοφίλη

DOI: https://doi.org/10.57160/EGSZ6881

Περίληψη

Στόχος: να διερευνήσει κατά πόσο η εβδομαδιαία χρήση κάνναβης κατά τη διάρκεια της εφηβείας μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο πρόωρης εγκατάλειψης του σχολείου.

Χώρος: μια μελέτη προοπτικής σε δείγμα του γενικού πληθυσμού εφήβων, ηλικίας 15-21 ετών στη Μελβούρνη Αυστραλίας.

Μεθοδολογία: αυτοχορηγούμενα ερωτηματολόγια βάσει ηλεκτρονικού υπολογιστή και τηλεφωνικές συνεντεύξεις, που πραγματοποιήθηκαν σε 6 στάδια στις ηλικίες 15-18 και ξανά σε ηλικία 21 ετών σε ένα δείγμα 1.601 μαθητών αγοριών και κοριτσιών.

Αποτελέσματα: αναλύθηκε η εβδομαδιαία χρήση κάνναβης και συσχετίστηκε με τον αυξημένο κίνδυνο πρόωρης εγκατάλειψης του σχολείου.  Αυτό το αποτέλεσμα παρέμεινε και μετά την προσαρμογή και διαδοχική εξέταση πολλών μεταβλητών όπως δημογραφικά χαρακτηριστικά, χρήση άλλων ουσιών, ψυχιατρική νοσηρότητα και αντικοινωνική συμπεριφορά.  Ήταν σαφείς οι ενδείξεις πως η σημαντική αλληλεπίδραση της εβδομαδιαίας χρήσης κάνναβης και της πρόωρης εγκατάλειψης του σχολείου ήταν πιο έντονη στις νεαρότερες ηλικίες και μειώνονταν σταδιακά με το χρόνο.

Συμπεράσματα: η τακτική χρήση κάνναβης σε νεαρή ηλικία (εβδομαδιαία χρήση σε ηλικία 15 ετών) σχετίζεται άμεσα με αυξημένο κίνδυνο πρόωρης εγκατάλειψης του σχολείου.  Τα αποτελέσματα αυτά δείχνουν να μειώνονται στις μεγαλύτερες ηλικίες και λειτουργούν διαφορετικά ανάλογα με το πλαίσιο μέσα στο οποίο γίνεται η χρήση κάνναβης και αποκτάται η ουσία.

Λέξεις κλειδιά: Εφηβεία, κάνναβη, εκπαίδευση

Εισαγωγή

Η κάνναβη είναι η συχνότερα χρησιμοποιούμενη παράνομη ουσία μεταξύ των νέων στις περισσότερες δυτικές κοινωνίες (Hall, Johnston & Donnelly 1999; Lynksey κ.ά. 1999; Johnston, O’Malley & Bachman 2000) και η πλειοψηφία των νέων σε αρκετές χώρες αναφέρει τουλάχιστον κάποια χρήση της ουσίας αυτής (Smart & Ogborne 2000).  Αν και τα αποτελέσματα της κάνναβης στην υγεία είναι λιγότερο γνωστά από ό,τι αυτά του καπνού και του αλκοόλ (Hall, Room & Bondy 1999) η ανησυχία της ευρύτερης κοινωνίας και οι έρευνες σχετικά με τα αποτελέσματα της χρήσης κάνναβης από εφήβους αυξάνουν ολοένα και περισσότερο.

Ένα από τα βασικά σημεία αυτής της ανησυχίας είναι ο βαθμός στον οποίο η χρήση κάνναβης από τους εφήβους μπορεί να επηρεάσει ή να βλάψει την απόδοση στο σχολείο (Lynksey & Hall 2000).  Τα αυξημένα επίπεδα χρήσης κάνναβης σχετίζονται με χαμηλό μέσο όρο στο σχολείο (Resnick κ.ά. 1997), με μικρότερη ικανοποίηση από το σχολείο (Brook κ.ά. 1998), με αρνητική στάση απέναντι στο σχολείο (Jones & Heaven 1998) και χαμηλές επιδόσεις στα μαθήματα (Novins & Mitchell 1998).  Άλλες έρευνες έχουν δείξει πως τα ποσοστά χρήσης κάνναβης και άλλων παρανόμων ουσιών είναι υψηλότερα για τους νέους που έχουν σταματήσει το σχολείο (Swaim κ.ά. 1997) ή που απουσιάζουν από το σχολείο συχνά (Fergusson, Lynksey & Horwood 1995; Lynksey κ.ά. 1999).

Ενώ αυτές οι συγχρονικές μελέτες δείχνουν πως η χρήση κάνναβης σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο για χαμηλές επιδόσεις στην εκπαίδευση, δεν προσδιορίζουν τους μηχανισμούς που ενυπάρχουν σε αυτό το συσχετισμό.  Αρκετές μελέτες προοπτικής έχουν διερευνήσει τη συσχέτιση μεταξύ της χρήσης κάνναβης και της εκπαιδευτικής απόδοσης και έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα πως η χρήση κάνναβης από τους εφήβους αυξάνει τον κίνδυνο πρόωρης εγκατάλειψης του σχολείου (Fergusson & Horwood1997; Fergusson, Lynskey & Horwood 1997; Brook, Balka & Whiteman 1999; Ellickson, Collins & Bell 1999).  Ομοίως, μακροχρόνιες μελέτες που εξετάζουν τα αποτελέσματα της χρήσης ουσιών γενικά (συμπεριλαμβανομένης της χρήσης κάνναβης) έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η χρήση ουσιών σε νεαρή ηλικία μπορεί να προβλέψει πρόωρη εγκατάλειψη του σχολείου, αποτυχία στην ολοκλήρωση της φοίτησης στο γυμνάσιο και μειωμένη συμμετοχή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση (Ellickson κ.ά. 1999; Newcomb & Bentler I988; Krohn, Lizotte & Perez 1997; Tanner. Davies & O’ Grady 1999).

Έτσι, τα διαθέσιμα στοιχεία υποδηλώνουν ότι η χρήση κάνναβης σε νεαρή ηλικία θέτει τους εφήβους σε αυξημένο κίνδυνο για χαμηλές εκπαιδευτικές επιδόσεις και, πιο συγκεκριμένα, για πρόωρη εγκατάλειψη του σχολείου.  Ωστόσο, παραμένουν ακόμη διάφορα ζητήματα.  Κατ’ αρχάς, μόνο ένας σχετικά μικρός αριθμός μακροχρόνιων μελετών έχει πραγματοποιηθεί γύρω από αυτό το θέμα.

Κατά δεύτερον, υπάρχει μεγάλη ανακρίβεια στο χρόνο των μετρήσεων της χρήσης κάνναβης και των εκπαιδευτικών επιδόσεων.  Πιο συγκεκριμένα, στις μελέτες του Fergusson και συναδέλφων του μεταξύ των περιόδων συλλογής των στοιχείων μεσολαβούσαν διαστήματα ενός (Fergusson κ.ά. 1996) και δύο (Fergusson κ.ά. 1997) ετών, ενώ στη μελέτη από τον Brook κ.ά. (1999) μεσολαβούσε διάστημα 5 ετών.  Αυτό το ζήτημα δεν είναι απλώς μεθοδολογικής σημασίας, καθώς υπάρχουν σοβαροί λόγοι να υποθέσουμε ότι τα αποτελέσματα από τη χρήση κάνναβης ποικίλλουν ανάλογα με την ηλικία έναρξης της χρήσης.  Πιο συγκεκριμένα, παλιότερες έρευνες έχουν δείξει ότι η έναρξη της χρήσης κάνναβης ή άλλων ουσιών σε νεαρή ηλικία συνδέεται με μεγαλύτερο κίνδυνο ανάπτυξης σοβαρότερης χρήσης ή εξάρτησης (Fergusson & Horwood 1997· Grant & Dawson 1997, 1998: Brook κ.ά. 1999), αυξάνει την πιθανότητα χρήσης άλλων παράνομων ουσιών (Brook κ.ά. 1999: Kandel. Yamaguchi & Chen 1992), αυξάνει τις πιθανότητες υιοθέτησης επικίνδυνης σεξουαλικής συμπεριφοράς (Newcomb & Bentler I988; Brook κ.ά. 1999) και εμπλοκής σε εγκληματικές δραστηριότητες (Brook κ.ά. 1999).  Αυτοί οι συσχετισμοί παρέμειναν ακόμη και μετά τον έλεγχο άλλων παραγόντων, συμπεριλαμβανομένων του κοινωνικοοικονομικού υπόβαθρου, της χρήσης και κατάχρησης αλκοόλ από τους γονείς και της υιοθέτησης συμπεριφοράς της πρώιμης παιδικής ηλικίας (Fergusson, Lynskey & Horwood 1994· Pederson & Skrondal 1998).

Τρίτον, ο τρόπος με τον οποίο εκτιμάται η ποσότητα χρήσης κάνναβης ποικίλλει από χρήση καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής (Fergusson κ.ά. 1996), σε σοβαρή χρήση (που ορίζεται ως 10 ή περισσότερες περιπτώσεις χρήσης κατά τη διάρκεια του προηγούμενου έτους) (Fergusson & Horwood 1997) και σε μηνιαία χρήση (Brook κ.ά. 1999).  Ας σημειωθεί πως σε όλες τις μελέτες το επίπεδο χρήσης κάνναβης που συνδέεται με την πρόωρη εγκατάλειψη του σχολείου είναι τόσο χαμηλό ώστε τα αποτελέσματα που έχουν παρατηρηθεί είναι απίθανο να οφείλονται στη «συμβολή» της κάνναβης σε γνωσιακές βλάβες ή στα κίνητρα.  Δύο υποθέσεις κυριαρχούν στη βιβλιογραφία σχετικά με τα πιθανά αποτελέσματα της χρήσης κάνναβης, αν και χαίρουν περιορισμένης εμπειρικής υποστήριξης (Hall, Degenhardt & Lynskey 2001).  Δεδομένων των τόσο χαμηλών επιπέδων χρήσης κάνναβης, τα αποτελέσματα που παρατηρούνται σε αυτές τις μελέτες μπορεί να οφείλονται είτε σε προϋπάρχουσες καταστάσεις στα άτομα που κάνουν χρήση κάνναβης, είτε στο κοινωνικό πλαίσιο μέσα στο οποίο γίνεται η χρήση κάνναβης (Fergusson & Horwood 1997).  Στην αξιολόγηση των αποτελεσμάτων της χρήσης κάνναβης στις εκπαιδευτικές επιδόσεις, μια άλλη ανησυχία αφορά το βαθμό στον οποίο η παρατεταμένη ή τακτική, σοβαρή χρήση κάνναβης αυξάνει τον κίνδυνο πρόωρης εγκατάλειψης του σχολείου.  Συγκεκριμένα, λαμβάνοντας υπόψη τις γνωστές έντονες επιδράσεις της χρήσης κάνναβης, που περιλαμβάνουν βλάβη στο χρόνο αντίδρασης, εξασθένηση της βραχυπρόθεσμης μνήμης και χαλάρωση των δεσμών (Hall κ.ά.. 2001), είναι λογικό να υποτεθεί ότι η τακτική, σοβαρή χρήση κάνναβης μπορεί να επηρεάσει τις ακαδημαϊκές επιδόσεις.

Σύμφωνα με αυτή την κατάσταση, οι στόχοι αυτής της μελέτης ήταν να χρησιμοποιηθούν τα στοιχεία που συλλέχθηκαν με μεσοδιαστήματα 6 μηνών για να διερευνηθεί ο βαθμός στον οποίο η τακτική χρήση κάνναβης κατά τη διάρκεια της εφηβείας μπορεί να συνδεθεί με τον αυξανόμενο κίνδυνο πρόωρης εγκατάλειψης του σχολείου αφού έχουν ληφθεί υπόψη μια σειρά συμμεταβλητών.  Αυτή η εργασία στηρίζεται και επεκτείνει την υπάρχουσα βιβλιογραφία:

  1. Αποτιμώντας τη χρήση κάνναβης και τη σχολική παρουσία σε ετήσια βάση.
  2. Αποτιμώντας τα άτομα κατά τη διάρκεια της περιόδου (15-18 ετών) μέγιστου κινδύνου τόσο για σοβαρή χρήση κάνναβης όσο και για πρόωρη εγκατάλειψη του σχολείου.
  3. Θέτοντας ως επίκεντρο τα αποτελέσματα της εβδομαδιαίας χρήσης κάνναβης κι όχι τη δια βίου ή τη λιγότερο τακτική χρήση κάνναβης.
  4. Εξετάζοντας τις διαφορές ηλικίας όσον αφορά στην επιρροή της τακτικής χρήσης κάνναβης στη συμμετοχή στην εκπαίδευση.

Μεθοδολογία

Τα στοιχεία, σχετικά με την υγεία των εφήβων στη Βικτώρια, Αυστραλίας, συλλέχθηκαν κατά τη διάρκεια μιας μελέτης σε ομάδες σε επτά στάδια,.  Πραγματοποιήθηκε συλλογή στοιχείων από τους εφήβους σε έξι στάδια στο χρονικό διάστημα μεταξύ Αυγούστου 1992 και Ιουλίου 1995 και μια περαιτέρω συλλογή στοιχείων στα τέλη του 1998, όταν η ομάδα ήταν 3 έτη μεγαλύτερη από τη συνηθισμένη ηλικία αποφοίτησης από το σχολείο.  Η ομάδα ορίστηκε χρησιμοποιώντας μια διαδικασία δειγματοληψίας σε δύο στάδια.  Στο 1ο στάδιο επιλέχθηκαν 45 σχολεία από ένα στρωματοποιημένο πλαίσιο κρατικών, καθολικών και ανεξάρτητων σχολείων, (συνολικός αριθμός μαθητών 60.905).  Το ένα σχολείο από την αρχική συγχρονική επισκόπηση δεν ήταν διαθέσιμο για τη μελέτη των ομάδων, έτσι ο τελικός αριθμός σχολείων ήταν 44.  Στο 2ο στάδιο, επιλέχτηκε τυχαία μια ολόκληρη τάξη από κάθε σχολείο και αυτοί οι μαθητές μετρήθηκαν στο 1ο στάδιο (μέση ηλικία 14,9 έτη [SD 0,46], 48% αγόρια).  Στο δεύτερο στάδιο συλλογής στοιχείων, 6 μήνες αργότερα, όταν η ομάδα βρισκόταν στο 10ο έτος φοίτησης (μέση ηλικία 15,4 έτη [SD 0,44]), ακόμη μια ολόκληρη τάξη από τον ίδιο επίπεδο επιλέχτηκε τυχαία από κάθε σχολείο που συμμετείχε (Σχήμα 1).  Ολόκληρο το δείγμα παρακολουθήθηκε ως την ολοκλήρωση της μελέτης, όταν η μέση ηλικία ήταν 20,7 έτη (SD 0,47).

Οι συμμετέχοντες συμπλήρωσαν ένα ερωτηματολόγιο με μεσοδιαστήματα 6 μηνών μεταξύ του 9ου και 12ου σχολικού έτους (έξι στάδια).  Αυτές οι έρευνες έγιναν μέσω υπολογιστή με αυτοχορηγούμενα στο σχολείο ερωτηματολόγια, και επέτρεψαν τη συλλογή λεπτομερών στοιχείων από αυτοαναφορά μέσω διακλαδισμένων ερωτηματολογίων.  Οι συμμετέχοντες που δεν ήταν διαθέσιμοι στο σχολείο για το follow-up υποβλήθηκαν σε τηλεφωνική συνέντευξη.  Η έρευνα με τους νεαρούς ενήλικες πραγματοποιήθηκε από το τηλέφωνο με συνεντεύξεις μέσω υπολογιστή μεταξύ Απριλίου και Δεκεμβρίου 1998.  Στην έκθεση αυτή περιλαμβάνονται στοιχεία που συλλέχθηκαν στα στάδια 2, 4 και 6, κατά τη διάρκεια της εφηβείας και την έρευνα με τους νεαρούς ενήλικες του 1998.

ΣΧΗΜΑ 1 ΕΔΩ

Σχήμα 1. Ποσοστά συμμετοχής 2.032 μαθητών δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης ως την περίοδο της ενηλικίωσής τους σε ομάδες από τη μελέτη σχετικά με την υγεία των εφήβων στη Βικτώρια, Αυστραλίας, που δείχνει τον υποπληθυσμό που περιλήφθηκε στην ανάλυση πρόωρης εγκατάλειψης του σχολείου.

Περιγραφή του δείγματος και απώλεια ως το follow-up

Συνολικά 1.601 νεαροί ενήλικες (79% του συνολικού δείγματος, 82% όλων των συμμετεχόντων) πέρασαν από συνέντευξη στο στάδιο 7.  Τριακόσιοι σαράντα έξι από τους αρχικούς συμμετέχοντες (18%) δεν συμμετείχαν σε συνέντευξη στο στάδιο 7.  Οι λόγοι για τη μη-συμμετοχή σε αυτό το στάδιο ήταν: αρνήθηκαν (n= 152), εντοπίστηκαν αλλά δεν ήρθαμε σε επαφή μαζί τους (n= 59), δεν εντοπίστηκαν στο follow-up (n=133) και είχαν πεθάνει από φυσικές αιτίες (n= 2).  Μόνο 1.535 από τους 1.601 που συμμετείχαν στις συνεντεύξεις στο στάδιο 7 συμπεριλήφθηκαν στην ανάλυση, καθώς 66 άτομα που ήταν στο στάδιο 7 δεν είχαν συμμετάσχει στις παρατηρήσεις στα στάδια 2, 4 ή 6.

Χρησιμοποιήσαμε τη μέθοδο πολλαπλής λογαριθμικής παλινδρόμησης για να χαρακτηρίσουμε τους συμμετέχοντες που δεν εντοπίστηκαν στο follow-up.  Αυτά τα άτομα ήταν πιθανότερο: (α) να είναι αγόρια [OR 1,8, 95% διάστημα εμπιστοσύνης (ΔΕ) 1,3-2,4 ], να έχουν βιώσει ένα διαζύγιο ή χωρισμό των γονιών τους (OR 1,5, ΔΕ 1,1-2,2) και (γ) να έχουν τους γονείς που δεν ολοκλήρωσαν τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση (έναντι πλήρους δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης /τεχνικής εκπαίδευσης OR 1,4, ΔΕ 1,1-1,9).  Η φοίτηση σε σχολείο της επαρχίας, το κάπνισμα και η χρήση κάνναβης, τουλάχιστον περιστασιακά, στην έναρξη της μελέτης δεν συνδέθηκαν με τον αποκλεισμό από την ανάλυση.

Μετρήσεις

Εβδομαδιαία χρήση κάνναβης

Οι συμμετέχοντες σε όλα τα στάδια ανέφεραν τη χρήση κάνναβης κατά τη διάρκεια των προηγούμενων 6 μηνών χρησιμοποιώντας την ακόλουθη κλίμακα εκτίμησης: (1) ποτέ, (2) δεν έκανα χρήση τους τελευταίους 6 μήνες, (3) μερικές φορές, (4) σε μηνιαία βάση, (5) σε εβδομαδιαία βάση ή (6) καθημερινά.  Για τους σκοπούς αυτής τής ανάλυσης, τα άτομα που ανέφεραν εβδομαδιαία ή καθημερινή χρήση κάνναβης ταξινομήθηκαν ως τουλάχιστον εβδομαδιαίοι χρήστες κάνναβης.

Πρόωρη εγκατάλειψη του σχολείου

Η δευτεροβάθμια εκπαίδευση στη Βικτώρια αρχίζει στο έτος 7 όταν οι μαθητές είναι ηλικίας 11-12 χρονών.  Το τελευταίο έτος του σχολείου είναι το 12ο και το Πιστοποιητικό Εκπαίδευσης της Βικτώρια που απονέμεται με την επιτυχή ολοκλήρωση του 12ου έτους, είναι το μόνο σχολικό πτυχίο που απονέμεται.  Η πολιτική της κυβέρνησης της Βικτώρια είναι όλοι οι μαθητές να παρακολουθούν και τα 12 έτη μαθημάτων, ενώ υποχρεωτικό είναι να παρακολουθήσουν το σχολείο μόνο μέχρι την ηλικία των 15 ετών, με την προσδοκία όλοι οι μαθητές να παρακολουθούν ως το 10ο έτος.

Στο 7ο στάδιο της μελέτης ζητήθηκε από όλους τους συμμετέχοντες να ονομάσουν τον τελευταίο χρόνο φοίτησής τους σε σχολείο δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης (το 12ο έτος ήταν το τελευταίο και επομένως υψηλότερο έτος δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης).  Τα άτομα που δήλωναν το 10ο και 11ο έτος και καμία περαιτέρω εκπαίδευση θεωρήθηκε πως έχουν αφήσει το σχολείο κατά τη διάρκεια ή στο τέλος εκείνου του έτους.

Στο τελευταίο έτος εκπαίδευσης (έτος 12) απονέμεται σε όλους τους μαθητές που ολοκληρώνουν επιτυχώς τουλάχιστον τέσσερα μαθήματα για το Πιστοποιητικό Εκπαίδευσης της Βικτώρια (ΠΕΒ).  Κάθε μαθητής λαμβάνει επίσης την Κατάταξη Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης (ΚΤΕ), ένα αθροιστικό αποτέλεσμα που δίνει την ποσοστιαία κατάταξη κάθε μαθητή βάσει των αποτελεσμάτων του ΠΕΒ σε όλη η χώρα για τη συγκεκριμένη χρονιά.  Ζητήθηκε από τους συμμετέχοντες να αναφέρουν το ΚΤΕ και οποιαδήποτε πρόοδο στην εκπαίδευση μετά το σχολείο (τεχνική, επαγγελματική ή τριτοβάθμια).  Τα άτομα που δεν παρείχαν την ΚΤΕ και που δεν συνέχισαν την εκπαίδευσή τους σε οποιοδήποτε επίπεδο θεωρήθηκε πως δεν έχουν ολοκληρώσει το 12ο έτος.  Από τους 1.601 συμμετέχοντες στο στάδιο 7, 49 ανέφεραν το 10ο έτος ως το τελευταίο έτος εκπαίδευσης, 57 ανέφεραν το 11ο έτος και 68 φάνηκε να μην έχουν ολοκληρώσει το 12ο έτος (Σχήμα 1).

Συμμεταβλητές

Δημογραφικές μεταβλητές

Σε αυτές συμπεριλαμβάνονται: (α) τόπος γέννησης, (β) τύπος σχολείου (σε αστικό κέντρο ή σε επαρχία), (γ) χωρισμός ή διαζύγιο των γονέων και (δ) εκπαιδευτικό επίπεδο των γονέων, το οποίο ταξινομήθηκε σε τέσσερα επίπεδα: ελλιπής δευτεροβάθμια εκπαίδευση (αναφορά κατηγορίας) πλήρης δευτεροβάθμια ή/και τεχνική εκπαίδευση, τριτογενής εκπαίδευση, ο συμμετέχοντας δεν γνώριζε αυτές τις πληροφορίες.

Κάπνισμα

Σε κάθε στάδιο, ζητήθηκε από τους συμμετέχοντες που ανέφεραν πως κάπνισαν κατά τη διάρκεια της προηγούμενης εβδομάδας να τηρήσουν ένα αναδρομικό ημερολόγιο καταγράφοντας τις ημέρες και τον αριθμό των τσιγάρων που κάπνισαν.  Εκείνοι που ανέφεραν πως είχαν καπνίσει τουλάχιστον 6 ημέρες την προηγούμενη εβδομάδα ταξινομήθηκαν ως καθημερινοί καπνιστές.

Κατανάλωση αλκοόλ

Σε κάθε στάδιο ζητήθηκε από τους συμμετέχοντες που ανέφεραν ότι είχαν καταναλώσει αλκοόλ κατά τη διάρκεια της εβδομάδας πριν από την έρευνα να τηρήσουν ένα αναδρομικό ημερολόγιο μιας εβδομάδας σχετικά με την κατανάλωση αλκοόλ.  Από το ημερολόγιο προέκυψαν δύο δείκτες κατανάλωσης αλκοόλ:

  1. Συχνή κατανάλωση: Εκείνοι που ανέφεραν κατανάλωση αλκοόλ τρεις ή περισσότερες ημέρες την προηγούμενη εβδομάδα ταξινομήθηκαν ως συχνοί πότες.
  2. Σοβαρή κατανάλωση: Υπολογίστηκε ο μέσος αριθμός μονάδων αλκοόλ που καταναλώθηκαν ανά ημέρα κατανάλωσης (μια μονάδα είναι ισοδύναμη με ένα σύνηθες ποτό, 9g αιθανόλης). Τα άτομα που ανέφεραν μέση κατανάλωση 5 μονάδων ή περισσότερο ταξινομήθηκαν ως πότες υψηλών δόσεων.

 

Αντικοινωνική συμπεριφορά

Οι αντικοινωνικές συμπεριφορές κατά τη διάρκεια των προηγούμενων 6 μηνών αξιολογήθηκαν χρησιμοποιώντας 10 ερωτήσεις από την κλίμακα αυτοαναφοράς πρόωρης εγκληματικότητας Moffitt & της Silva (Moffitt & Silva 1988).  Στις ερωτήσεις συμπεριλαμβάνονταν ζημία κατά περιουσίας (βανδαλισμός, ζημία αυτοκινήτων, graffiti), διαπροσωπικές συγκρούσεις (τσακωμοί, κατοχή όπλου, φυγή από το σπίτι, αποβολή από το σχολείο) και κλοπή (κλοπή από τους γονείς, ή άλλον, κλοπή αυτοκινήτων).  Ερωτήσεις σχετικά με τη χρήση αλκοόλ ή άλλων ουσιών δεν συμπεριλαμβάνονταν.  Οι αντικοινωνικές συμπεριφορές ταξινομήθηκαν σύμφωνα με το εάν εμφανίστηκαν περισσότερες από μια συμπεριφορές «περισσότερο από μία φορά» προκειμένου να διακριθούν οι συμμετέχοντες με γενικότερα αντικοινωνικές συμπεριφορές.

Ψυχιατρική νοσηρότητα

Η ψυχιατρική νοσηρότητα αξιολογήθηκε χρησιμοποιώντας μια μορφή του Κλινικού Προγράμματος Συνέντευξης μέσω υπολογιστή (CIS-R: Lewis & Ουίλιαμς 1989 Lewis κ.ά. 1992), μια δομημένη ψυχιατρική συνέντευξη που σχεδιάστηκε για την αξιολόγηση των συμπτωμάτων της γενικής ψυχιατρικής νοσηρότητας σε μη-κλινικούς πληθυσμούς.  Περιλαμβάνει τους δείκτες: κατάθλιψη και άγχος και παράγει 14 υποκλίμακες που μπορούν να αθροιστούν διαμορφώνοντας μια κλίμακα που δείχνει το βαθμό ψυχιατρικής νοσηρότητας.  Η υψηλή ψυχιατρική νοσηρότητα ορίστηκε με βαθμολογία μεγαλύτερη από 11.  Αυτό αντιστοιχεί με το επίπεδο στο οποίο ένας επαγγελματίας υγείας ανησυχεί για τη διανοητική υγεία ενός ατόμου (Lewis & Ουίλιαμς 1989 Lewis κ.ά. 1992).

Ανάλυση των στοιχείων

Η ανάλυση των στοιχείων πραγματοποιήθηκε χρησιμοποιώντας το Stata (Stata 1999).  Τα στοιχεία περάστηκαν με τρόπο που να επιτρέπει την εμφάνιση πολλών δεδομένων για κάθε άτομο, ένα για κάθε έτος παρατήρησης στο οποίο διέτρεχαν «τον κίνδυνο» εγκατάλειψης του σχολείου και είχαν ένα πλήρες σύνολο συμμεταβλητών.  Προκειμένου να επιλεχτούν οι πιο πρόσφατες παρατηρήσεις και να προβλεφθεί η εγκατάλειψη του σχολείου, συνδυάσαμε τα στοιχεία από το στάδιο 7 προσδιορίζοντας την παραμονή/αποχώρηση από το σχολείο και κοινωνικοδημογραφικά αποτελέσματα με τα αντίστοιχα στοιχεία από τα προηγούμενα στάδια συλλογής στοιχείων: στάδια 2 (στις αρχές του 10ου), 4 (στις αρχές 11ου έτους) και 6, (στις αρχές 12ου έτους).  Χρησιμοποιήθηκε η μέθοδος λογαριθμικής παλινδρόμησης για να εντοπιστούν οι παράγοντες πρόβλεψης της πρόωρης εγκατάλειψης του σχολείου βάσει σημαντικών τυπικών σφαλμάτων και να επιτραπεί η συγκέντρωση και έλλειψη ανεξαρτησίας μεταξύ των διαδοχικών αποτελεσμάτων του έτους στο ίδιο άτομο (Carlin κ.ά. 1999).  Συνεπώς το μοντέλο προσαρμόστηκε στα στοιχεία με τέτοιον τρόπο ώστε οι πιθανότητες εγκατάλειψης του σχολείου κατά τη διάρκεια κάθε σχολικού έτους (10, 11, 12) να διαμορφωθούν βάσει της χρήσης κάνναβης όπως αυτή μετρήθηκε στο αντίστοιχο στάδιο (2, 4, 6) που προηγήθηκε εκείνη τη χρονιά και μια σειρά των ενδεχομένων παραγόντων κινδύνου. Οι αλληλεπιδράσεις αξιολογήθηκαν χρησιμοποιώντας τα τεστ Wald.

Οι συσχετισμοί μεταξύ της πρόωρης εγκατάλειψης του σχολείου και των μετρήσεων των κοινωνικών αποτελεσμάτων αξιολογήθηκαν χρησιμοποιώντας λογαριθμική παλινδρόμηση προσαρμοσμένη για την ηλικία και το φύλο.  Οι αναλογίες και τα ποσοστά πιθανοτήτων εμφανίζονται με διαστήματα εμπιστοσύνης 95%.

Αποτελέσματα

Εβδομαδιαία χρήση κάνναβης και πρόωρη εγκατάλειψη του σχολείου

Οι νέοι άνθρωποι συνολικά ήταν πιθανότερο να εγκαταλείψουν πρόωρα το σχολείο εάν φοιτούσαν σε σχολείο της επαρχίας (37% δεν ολοκλήρωσαν το σχολείο έναντι 25% που το ολοκλήρωσαν, P= 0,002), οι γονείς τους ήταν σε διάσταση ή χωρισμένοι (27% έναντι 18%, P= 0,014) και εάν οι γονείς τους δεν είχαν ολοκληρώσει τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση (59% έναντι 33%, P<0,001).  Δεν υπήρξε καμία διαφορά ανάμεσα στα δύο φύλα όσον αφορά την πρόωρη εγκατάλειψη του σχολείου και την ολοκλήρωση της εκπαίδευσης.  Τα άτομα που διέκοπταν την φοίτηση στο 10ο έτος ήταν κατά μέσον όρο μεγαλύτερα σε ηλικία από τα άτομα που ολοκλήρωναν τη φοίτησή τους στο στάδιο 2 (15,7 χρονών έναντι 15,4 χρονών, P<0,001), τα άτομα που διέκοπταν την φοίτηση στο 11ο έτος ήταν ενδεχομένως λίγο μεγαλύτερα σε ηλικία στο στάδιο 4 (16,5 χρονών έναντι 16,3 ετών, P= 0,09), τα άτομα που διέκοπταν την φοίτηση στο 12ο έτος είχαν την ίδια μέση ηλικία με τα άτομα που ολοκλήρωναν τη φοίτησή τους στο στάδιο 6 (και οι δύο 17,4 χρονών, P= 0,53).

Οι νέοι άνθρωποι που έκαναν εβδομαδιαία χρήση κάνναβης ήταν πιθανότερο να εγκαταλείψουν το σχολείο από ό,τι οι ομότιμοί τους: στα έτη 10 και 11 τα ποσοστά πρόωρης εγκατάλειψης του σχολείου ήταν 2-5 φορές υψηλότερα μεταξύ των εβδομαδιαίων χρηστών κάνναβης από ό,τι μεταξύ άλλων ομάδων (Πίνακας 1).  Ιδιαίτερα ενδιαφέρον ήταν το γεγονός πως ο συσχετισμός μεταξύ της εβδομαδιαίας χρήσης κάνναβης και της πρόωρης εγκατάλειψης του σχολείου φάνηκε να είναι ισχυρότερος σε νεαρή ηλικία ενώ σταδιακά μειώθηκε με την αύξηση της ηλικίας: στο 10ο έτος οι εβδομαδιαίοι χρήστες κάνναβης είχαν 5,8 φορές περισσότερες πιθανότητες να αφήσουν το σχολείο, στο 11ο έτος οι πιθανότητες ήταν 3,2 φορές περισσότερες και μέχρι το 12ο έτος ήταν 2,0 φορές περισσότερες να αφήσουν το σχολείο.

Πίνακας 1: εβδομαδιαία χρήση κάνναβης και κίνδυνοι πρόωρης εγκατάλειψης του σχολείου ανά σχολικό έτος.

 

Ακαδημαϊκό έτος Εβδομαδιαία χρήση κάνναβης n Πρόωρη εγκατάλειψη του σχολείου
% 95% ΔΕ
Έτος 10 Ναι 46 15 6-29
Όχι 1396 3 2-4
Έτος 11 Ναι 77 9 4-18
Όχι 1306 3 2-4
Έτος 12 Ναι 66 8 3-17
No smi-              —   — 1245 4 3-6

 

Ενώ αυτά τα αποτελέσματα υποδηλώνουν μια σχέση μεταξύ της εβδομαδιαίας χρήσης κάνναβης και της πρόωρης εγκατάλειψης του σχολείου, αυτή η σχέση μπορεί να μην είναι αιτιακή, αλλά να προκύπτει από τις επιδράσεις άλλων παραγόντων που σχετίζονται με αυξημένους κινδύνους τόσο για εβδομαδιαία χρήση κάνναβης όσο και για πρόωρη εγκατάλειψη του σχολείου.  Αξιολογήσαμε αρχικά το μεταβλητό συσχετισμό μεταξύ της πρόωρης εγκατάλειψης του σχολείου και μιας σειράς ενδεχομένως μετρήσιμων συμμεταβλητών, τόσο σταθερών όσο και χρονομεταβλητών.  Προκειμένου να αξιολογηθεί ο ανεξάρτητος παράγοντας πρόβλεψης της χρήσης κάνναβης εξετάσαμε ένα μοντέλο πολλαπλών μεταβλητών συμπεριλαμβανομένων των πιθανών διαφορετικών παραγόντων.  Δεδομένων των εμφανώς μειωμένων επιδράσεων της εβδομαδιαίας χρήσης κάνναβης στους κίνδυνους για πρόωρη εγκατάλειψη του σχολείου, παρατηρώντας κάθε σχολικό έτος, όπως συζητήθηκε και παραπάνω, αξιολογήθηκε η αλληλεπίδραση μεταξύ της εβδομαδιαίας χρήσης κάνναβης και του σχολικού έτους.  Υπήρξαν στοιχεία που υποστήριξαν αυτήν την αλληλεπίδραση στο μοντέλο των πολλαπλών μεταβλητών (χ2(2), = 6,0, P = 0,049).

Τα αποτελέσματα αυτών των αναλύσεων συνοψίζονται στον πίνακα 2 και δείχνουν ότι, ακόμα και όταν ελέγχθηκαν οι παράγοντες: αντικοινωνική συμπεριφορά, ψυχιατρική νοσηρότητα, χρήση άλλων ουσιών, εκπαιδευτικό επίπεδο των γονιών και κοινωνιοδημογραφικά χαρακτηριστικά, οι νέοι άνθρωποι που ανέφεραν χρήση κάνναβης διέτρεχαν αυξημένους κινδύνους πρόωρης εγκατάλειψης του σχολείου.  Η εβδομαδιαία χρήση κάνναβης στο 10ο έτος συνδέθηκε ανεξάρτητα με αύξηση 5,6-μονάδων στις πιθανότητες πρόωρης εγκατάλειψης του σχολείο ενώ μέχρι το 12ο έτος  δεν υπήρξε κανένα στοιχείο συσχετισμού [αναλογία πιθανοτήτων (OR) l,l].

 

  Απλή μεταβλητή Πολλαπλή μεταβλητή
Επεξηγηματικός παράγοντας OR Δ.Ε. 95% OR Δ.Ε. 95%
Εβδομαδιαία χρήση κάνναβης ανά σχολικό έτος έρευνας
Εβδομαδιαία χρήση κάνναβης στο 10ο έτος 6,8 2,8-16 5,6 2,0-15
Εβδομαδιαία χρήση κάνναβης στο 11ο έτος 3,2 1,4-7,3 2,2 0,9 1 -6,0
Εβδομαδιαία χρήση κάνναβης στο 12ο έτος 1,8 0,69 -4,6 1,1 0,40-2,90
Κορίτσια 0,86 0,62-1,2 0,80 0,56-1,1
Αστική περιοχή 0,58 0,41-0,81 0,62 0,43-0,87
Διαζύγιο ή χωρισμός των γονιών 1,9 1,3-2,7 1,5 1,0-2,2
Ανώτατη εκπαίδευση των γονέων
Ημιτελής δευτεροβάθμια εκπαίδευση 1 1
Δευτεροβάθμια εκπαίδευση/ πιστοποιητικό τεχνικής εκπαίδευσης 0,45 0,31-0,66 0,43 0,29-0,63
Τριτοβάθμια 0,21 0,13-0,35 0,22 0,13-0,35
Άγνωστο 2,9 1,0-8,4 2,5 0,93-6,9
Κατανάλωση αλκοόλ 3 ή περισσότερες φορές την εβδομάδα πριν την έρευνα 1,9 1,0-3,7 1,3 0,59-2,9
Μ.Ο. 5+ μονάδες αλκοόλ κάθε ημέρα κατανάλωσης 1,7 1,1-2,5 1,0 0,63-1,6
Κάπνισμα σε καθημερινή βάση την εβδομάδα πριν την έρευνα 3,2 2,2 4,6 2,5 1,6-3,8
Αντικοινωνική συμπεριφορά 1,3 0,69 2,5 0,88 0,42-1,8
Ψυχιατρική νοσηρότητα 0,80 0,52-1,2 0,63 0,39-1,0

 

Πίνακας 2: Συσχετισμοί πρόβλεψης απλών και πολλαπλών μεταβλητών μεταξύ της εβδομαδιαίας χρήσης κάνναβης, άλλων επεξηγηματικών παραγόντων και της πρόωρης εγκατάλειψης του σχολείου βάσει 4.136 πιθανών μεταβάσεων σε πρόωρη εγκατάλειψη του σχολείου.

 

Συζήτηση

Αυτή η μελέτη δείχνει ότι η τακτική χρήση κάνναβης συνδέεται με τον αυξανόμενο κίνδυνο πρόωρης εγκατάλειψης του σχολείου.  Επιπλέον, ύστερα από προσαρμογή σε ένα ευρύ πεδίο πιθανών συμμεταβλητών, οι νέοι που έκαναν χρήση κάνναβης παρέμειναν σε ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα κινδύνου για πρόωρη εγκατάλειψη του σχολείου.  Ο συσχετισμός ανάμεσα στη χρήση κάνναβης και την πρόωρη εγκατάλειψη του σχολείου φάνηκε να διαφέρει ανάλογα με την ηλικία.  Η χρήση κάνναβης σε νεαρότερη ηλικία συνδέεται περισσότερο με τον κίνδυνο πρόωρης εγκατάλειψης του σχολείου.  Αυτά τα αποτελέσματα επιβεβαιώνουν τα αποτελέσματα διάφορων προηγούμενων μελετών (Newcomb & Bentler 1988· Fergusson κ.ά. 1996· Fergusson & Horwood 1997· Brook κ.ά. 1999· Tanner κ.ά. 1999) και οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η χρήση κάνναβης σε νεαρή ηλικία μπορεί να επηρεάσει τους κινδύνους μειωμένων εκπαιδευτικών επιδόσεων.  Υπάρχουν διάφοροι πιθανοί λόγοι που παρέμεινε αυτός ο συσχετισμός.

Παράγοντες που δεν ελέγχθηκαν

Μια πιθανότητα είναι ότι ο συσχετισμός που παρατηρήθηκε μεταξύ της χρήσης κάνναβης και των μετέπειτα εκπαιδευτικών επιδόσεων να μην είναι αιτιακός, αλλά να προκύπτει από την επιρροή παραγόντων που δεν συμπεριλήφθηκαν στην ανάλυση.  Είναι πιθανό να υποτεθούν διάφοροι παράγοντες που δεν περιλαμβάνονται σε αυτή ή σε προηγούμενες αναλύσεις, όπως η γειτονιά (Ensminger, Lamkin & Jacobson 1996) και γενετικές επιρροές (Plomin & Craig 1997), οι οποίοι μπορούν, ενδεχομένως, να εξηγήσουν αυτή τη σχέση.  Επιπλέον, μπορεί η διαδικασία «αποδέσμευσης» από την εκπαίδευση να προηγήθηκε, ακόμη και να ενθάρρυνε, την έναρξη της εβδομαδιαίας χρήσης κάνναβης.  Εντούτοις, η μορφή και ο μεγάλος αριθμός θεωρητικά σχετιζόμενων συμμεταβλητών που υπάρχουν σε αυτή τη μελέτη και η σύγκλιση μεταξύ αυτών και προηγούμενων αποτελεσμάτων μπορούν να παρέχουν τη διαβεβαίωση ότι ο συσχετισμός αυτός είναι αληθής.

Ένα σύνδρομο έλλειψης κινήτρου

Έχει ειπωθεί ότι η χρόνια χρήση κάνναβης οδηγεί σε αυτό που λέμε σύνδρομο έλλειψης κινήτρου (McGlothlin & West 1968; Smith 1968; Kolansky & Moore 1971; Tennant & Groesbeck 1972; Millman & Sbriglio 1982; Brill & Nahas 1984), αυτό όμως δεν υποστηρίζεται από τις μελέτες που πραγματοποιήθηκαν σε κοινωνίες όπου είναι ευρέως διαδεδομένη η σοβαρή χρήση κάνναβης (Carter, Coggins & Doughty 1980; Rubin & Comitas 1975) ή από εργαστηριακές μελέτες (Mendelson, Rossi & Meyer 1974; Edwards 1976).  Επιπλέον, αυτό το σύνδρομο, εάν υπάρχει, είναι εξαιρετικά σπάνιο (Halikas κ.ά. 1972) και έχει αναφερθεί μόνο σε άτομα με χρόνιο ιστορικό παρατεταμένης, σοβαρής χρήσης κάνναβης.  Δεδομένου ότι οι συμμετέχοντες στην παρούσα μελέτη δεν ήταν αρκετά μεγάλοι σε ηλικία ώστε να έχουν αναπτύξει τέτοιο ιστορικό χρήσης, δεν φαίνεται ιδιαίτερα πιθανό ο συσχετισμός που παρατηρήθηκε μεταξύ της χρήσης κάνναβης και της πρόωρης εγκατάλειψης του σχολείου να μπορεί να αποδοθεί σε ένα τέτοιο σύνδρομο.

Γνωσιακές βλάβες

Μια δεύτερη πιθανή εξήγηση είναι ότι η χρήση κάνναβης προκαλεί γνωσιακές βλάβες, οι οποίες εν συνεχεία εξασθενίζουν την απόδοση στο σχολείο και αυξάνουν την πιθανότητα της πρόωρης εγκατάλειψης του σχολείου.  Σε ανασκόπηση του εν λόγω θέματος, ο Solowij (1999) συμπεραίνει ότι παρόλο που η μακροχρόνια χρήση κάνναβης προκαλεί μικρές και συγκεκριμένες βλάβες της γνωσιακής λειτουργίας, ωστόσο δεν προκαλεί σοβαρές γνωσιακές βλάβες.

Πρόωρη μετάβαση στην ενήλικη ζωή

Μια άλλη υπόθεση είναι ότι η πρόωρη χρήση κάνναβης σε νεαρή ηλικία συνδέεται με την πρόωρη μετάβαση σε ρόλους ενηλίκων, συμπεριλαμβανομένης και της πρόωρης εγκατάλειψης του σχολείου.  Οι Fergusson & Horwood (1997) υποστήριξαν ότι μεγάλο μέρος της επίδρασης που έχει η χρήση κάνναβης σε νεαρή ηλικία σε μελλοντικά αποτελέσματα μπορεί να αποδοθεί στο κοινωνικό πλαίσιο μέσα στο οποίο συνήθως γίνεται η χρήση κάνναβης από τους εφήβους, δηλαδή, μέσα σε μια ομάδα ομοτίμων που είναι παραβάτες και κάνουν χρήση ουσιών.

Αυτή η υπόθεση μπορεί ίσως να εξηγήσει γιατί η χρήση αλκοόλ δεν συνδέεται με την αύξηση του κινδύνου για πρόωρη εγκατάλειψη του σχολείου αναλύεται ανεξάρτητα από παράγοντες όπως: η οικογένεια προέλευσης ή κοινωνικοί και ατομικοί παράγοντες.  Η χρήση αλκοόλ, είναι νόμιμη, κοινωνικά αποδεκτή και πιο συχνή στην κοινωνία της Αυστραλίας και ίσως έτσι η χρήση αλκοόλ μεταξύ εφήβων να μην συνδέεται με την υιοθέτηση αντισυμβατικών συμπεριφορών και προτύπων.  Αυτό το συμπέρασμα συμφωνεί με ευρήματα που υποστηρίζουν ότι η ισχυρή σχέση μεταξύ της χρήσης αλκοόλ και των ακαδημαϊκών προβλημάτων στο κολέγιο θα μπορούσε να εξηγηθεί κατά ένα μεγάλο μέρος από την παρεκκλίνουσα συμπεριφορά, τη χρήση άλλων ουσιών και από μεταβλητές σχετικά με το παρελθόν (Wood κ.ά. 1997).

Βρήκαμε ότι η σχέση μεταξύ της εβδομαδιαίας χρήσης κάνναβης και της εγκατάλειψης του σχολείου μειωνόταν με την ηλικία, χωρίς ενδείξεις σχετικά με την επίδραση την εβδομαδιαίας χρήσης κάνναβης στις ακαδημαϊκές επιδόσεις, όταν οι συμμετέχοντες φτάσουν στο τελευταίο έτος του γυμνασίου.  Αυτά τα ευρήματα συμφωνούν με την προηγούμενη βιβλιογραφία που δείχνει ότι η έναρξη της χρήσης ουσιών σε νεαρή ηλικία συνδέεται με μια σειρά άλλα προβλήματα, όπως η μετέπειτα προβληματική χρήση ουσιών (Fergusson & Horwood 1997· Grant & Dawson 1997, 1998; Brook κ.ά. 1999), η επικίνδυνη σεξουαλική συμπεριφορά (Brook κ.ά. 1999; Newcomb & Bentler 1988) και η εγκληματική δραστηριότητα (Brook κ.ά. 1999) και οι έρευνες δείχνουν ότι τα αποτελέσματα της χρήσης κάνναβης μειώνονται με την ηλικία (Fergusson, Horwood & Swain-Campbell 2002; Solowij & Grenyer 2002).  Υποστηρίζει επίσης την υπόθεση ότι ο μηχανισμός μέσω του οποίου η χρήση κάνναβης σε νεαρή ηλικία διαρρηγνύει τη σχέση με την εκπαίδευση αφορά το κοινωνικό πλαίσιο της χρήσης κάνναβης και την πρόωρη υιοθέτηση ρόλων ενήλικων.  Παλαιότερες έρευνες έδειξαν ότι όταν υπάρχει υψηλή επικράτηση της χρήσης κάνναβης και αυτό μπορεί να θεωρηθεί κανόνας, τότε αυτή δεν συνδέεται πλέον με παράγοντες όπως ο ψυχολογικός κίνδυνος (Shedler & Block 1990).  Η παρούσα μελέτη υποστηρίζει ότι καθώς η χρήση κάνναβης επικρατεί ολοένα και περισσότερο με την αύξηση της ηλικίας, σταματάει να συνδέεται πλέον με αποτελέσματα που υποδηλώνουν την υιοθέτηση ενός αντισυμβατικού τρόπου ζωής όπως η πρόωρη εγκατάλειψη του σχολείου.

Πιθανοί περιορισμοί

Οφείλουν να αναγνωριστούν διάφοροι πιθανοί περιορισμοί στην παρούσα μελέτη.  Πρώτον, όλα τα στοιχεία βασίστηκαν στην αυτοαναφορά και δεν διασταυρώθηκαν από καμία εξωτερική πηγή.  Η εγκατάλειψη του σχολείου αποτελεί ένα ιδιαίτερα σημαντικό γεγονός, το οποίο δεν ξεχνιέται εύκολα και για το οποίο δεν διαφαίνεται κάποιος λόγος απόκρυψης.  Έτσι, θεωρούμε ότι οι μετρήσεις από την αυτοαναφορά είναι αξιόπιστες και έγκυρες.  Ομοίως, υπάρχει μια ιδιαίτερα εκτενής ερευνητική βιβλιογραφία που δείχνει ότι η αυτοαναφορά από άτομα που κάνουν χρήση ουσιών είναι αξιόπιστη και έγκυρη.  Η στρατηγική που ακολουθήσαμε, να αξιολογούμε τη χρήση κάνναβης μόνο κάθε δεύτερο στάδιο μπορεί να μην έχει επιτρέψει να φανούν κάποιες μεταβάσεις προς και από την εβδομαδιαία χρήση κάνναβης.  Όμως, τα επίπεδα χρήσης κάνναβης και άλλων ουσιών συχνά είναι σταθερά και θα μπορούσε να υποστηριχτεί ότι η στρατηγική μας ίσως έχει περιορίσει σε μικρό βαθμό τους συσχετισμούς που παρατηρήθηκαν μεταξύ της χρήσης κάνναβης και της πρόωρης εγκατάλειψης του σχολείου.  Δεδομένου ότι αναμένεται η πρόωρη εγκατάλειψη του σχολείου και η εβδομαδιαία χρήση κάνναβης να είναι υψηλότερη μεταξύ εκείνων που χάθηκαν ως το follow-up, η αξιολόγηση για την πρόωρη εγκατάλειψη του σχολείου στο στάδιο 7 μπορεί να έχει μειώσει το συσχετισμό μεταξύ της χρήσης κάνναβης και της μετέπειτα εγκατάλειψης του σχολείου.  Ομοίως, η επιλογή μας για τα πιο εμφανή αποτελέσματα –ακόμα κι αν ήταν τα πιο σημαντικά- μπορεί ενδεχομένως να έχει κρύψει λιγότερο εμφανή αποτελέσματα από τη χρήση κάνναβης στις εκπαιδευτικές επιδόσεις.  Λαμβάνοντας υπόψη αυτούς τους πιθανούς περιορισμούς, τα ευρήματά μας για την ύπαρξη σημαντικής σχέσης μεταξύ της χρήσης κάνναβης και της πρόωρης εγκατάλειψης του σχολείου είναι, αν μη τι άλλο, ακόμα και πιο εντυπωσιακά.

Περίληψη και συμπεράσματα

Η τακτική χρήση κάνναβης σε νεαρή ηλικία (ηλικία 15 χρονών) συνδέθηκε με αυξημένα ποσοστά πρόωρης εγκατάλειψης του σχολείου, ακόμα και αφού λήφθηκαν υπόψη μια σειρά παράγοντες που ενδεχομένως να εξηγούσαν αυτή τη σχέση όπως είναι: το παρελθόν της οικογένειας, η διανοητική υγεία και η χρήση άλλων ουσιών.  Η πιο εύλογη υπόθεση για την ερμηνεία αυτών των ευρημάτων είναι ότι η χρήση κάνναβης σε νεαρή ηλικία συνδέεται με την υιοθέτηση ενός αντισυμβατικού τρόπου ζωής, δείκτη του οποίου είναι και η πρόωρη εγκατάλειψη του σχολείου.  Δεδομένων των μακροχρόνιων συνεπειών από τη διακοπή της εκπαίδευσης, πρέπει να αναπτυχθούν στρατηγικές και παρεμβάσεις που θα παρατείνουν την εμπλοκή των χρηστών κάνναβης με το εκπαιδευτικό σύστημα.

Ευχαριστίες

Αυτή η έρευνα χρηματοδοτήθηκε από το Ίδρυμα Προαγωγής της Υγείας της Βικτώρια, το Ίδρυμα Ερευνών του Βασιλικού Νοσοκομείου Παίδων και το Συμβούλιο Εθνικής Υγείας και Ιατρικών Ερευνών της Αυστραλίας.  Η προετοιμασία αυτής της έκθεσης υποστηρίχθηκε μερικώς από την επιχορήγηση AA0772 του NIH.  Θα επιθυμούσαμε να ευχαριστήσουμε τους συμμετέχοντες σε αυτή ην έρευνα.

 

* Τίτλος πρωτοτύπου “A longitudinal study of the effects of adolescent cannabis use on high school completion”, Addiction, Volume 98, Number 5, May 2003

 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Brill, H. & Nahas. G. (1984) Cannabis intoxication and mental illness. In: Nahas. G. ed. Marihuana in Science and Medicine, pp. 263-305. New York: Raven Press.

Brook. J. S.. Balka. E. B. & Whiteman, M. (1999) The risks for late adolescence of early adolescent marijuana use. American jour­nal of Public Health. 89. 1549-1554.

Brook. ].. Brook. D.. UeLa Rosa. M., Duque. L.. Rodriguez. E.. Montoya, 1. & Whiteman, M. (1998) Pathways to marijuana use among adolescents: cultural/ecological, family, peer, and personality influences. Journal of the American Academy oj Child and Adolescent Psychiatry, 37. 759-766.

Carlin, ].. Wolfe, R.. Coffey. C. & Patton, G. (1999) Tutorial in biostatistics: analysis of binary outcomes in longitudinal stud­ies using weighted estimating equations and discrete-time survival methods: prevalence and incidence of smoking in an adolescent cohort. Statistics in Medicine. 18. 2655-2679.

Carter. W.. Coggins, W. & Doughty, P. (1980) Cannabis in Costa Rica: a Study of Chronic Marihuana Use. Philadelphia: Institute for the Study of Human Issues.

Edwards. G. (1976) Cannabis and the psychiatric position. In: Graham, J., ed. Cannabis and Health, pp. 321-342. London: Academic Press.

EUickson, P. L. Collins, R. L. & Bell, R. M. (1999) Adolescent use of illicit drugs other than marijuana: how important is social bonding and for which ethnic groups? Substance Use and Mis­use, 34. 317-346.

Ensminger, M.. Lamkin, R. & Jacobson. N. (1996) School leav­ing: a longitudinal perspective including neighborhood effects. Child Development, 67. 2400-2416.

Fergusson, D. M. & Horwood, L.). (1997) Early onset cannabis use and psychosocial adjustment in young adults. Addiction, 92. 279-296.

Fergusson, D. M.. Horwood, L. J. & Swain-Campbell, N. (2002) Cannabis use and psychosocial adjustment in adolescence and young adulthood. Addiction. 97, 1123-1135.

Fergusson, D.. Lynskey, M. & Horwood. L. J. (1994) Childhood exposure to alcohol and adolescent drinking patterns. Addic­tion. 89, 1007-1016.

Fergusson, D.. Lynskey, M. & Horwood, L. J. (1995) Truancy in adolescence. New Zealand Journal of Educational Studies. 30, 25-38.

Fergusson. D.. Lynskey. M. & Horwood, L. J. (1996) The short-term consequences of early cannabis use. Journal of Abnormal Child Psychology, 24, 499-512.

Grant. B. F. &Dawson. D. (1997) Age at onset of alcohol use and its association with DSM-IV alcohol abuse and dependence: results from the National Longitudinal Alcohol Epidemiologic Survey. Journal of Substance Abuse, 9. 103-110.

Grant. B. & Dawson. D. (1998) Age of onset of drug use and its association with DSM-IV drug abuse and dependence: results from the National Longitudinal Alcohol Epidemiological Sur­vey. Journal of Substance Abuse, 10. 163-173.

Halikas, J.. Weller, R.. Morse, C. & Shapiro. T. (1982) Incidence and characteristics of amotivational syndrome, including associated findings, among chronic marijuana users. In: National Institute on Drug Abuse, eds. Marijuana and Youth: Clinical Observations on Motivation and Learning, pp. 11-2 3. Rockville, MD: National Institute on Drug Abuse.

Hall. VV.. Degenhardt. L. & Lynskey, M. (2001) Vic Health and Psychological Consequences of Cannabis Use. Canberra: Australian Publishing Service.

Hall. \V\. Room. R. & Bondy. S. (1999) Comparing the health and psychological risks of alcohol, cannabis. nicotine and opi­ate use. In: Kalant. H.. Corrigali, W.. Hall. W. & Smart, eds. Vie Health Effects of Cannabis, pp. 457-506. Toronto: Centre for Addiction and Mental Health.

Johnston. L. D.. O’Malley. P. M. & Bachman. J. G. (2000) National Survey Results on Drug Use from the Monitoring the Future Study. 1975-99. Secondary School Students. Rockville. MD: National Institute on Drug Abuse.

Jones. S. & Heaven. P. (1998) Psychosocial correlates of adoles­cent drug-taking behaviour. Journal of Adolescence. 21, 127-134.

Kandel. D. B.. Yamaguchi. K. & Chen. K. (1992) Stages of pro­gression in drug involvement from adolescence to adulthood: further evidence for the gateway theory. Journal of Studies on Alcohol, 53,447-457.

Kolansky. H. & Moore. VV. (1971) Effects of marihuana on ado­lescents and young adults. Journal of the American Medical Association, 216. 486-492.

Krohn. M.. Lizotte. A. & Perez. C. (1997) The interrelationship between substance use and precocious transitions to adult statuses. Journal of Health and Social Behavior, 38. 87-103.

Lewis. G.. Pelosi. A.. Araya. R. & Dunn, G. (1992) Measuring psychiatric disorder in the community: a standardized assess­ment for use by lay interviewers. Psychological Medicine, 22. 465-486.

Lewis. G. & Williams. P. (1989) Clinical judgment and the stan­dardized interview in psychiatry. Psychological Medicine, 19. 971-979.

Lynskey. M. & Hall. VV. (2000) The effects of adolescent cannabis use on educational attainment: a review. Addiction. 95. 1621-1630.

Lynskey. M.. White. V.. Hill. D., Letcher. T. & Hall. VV. (1999) Prevalence of illicit drug use among youth: results from the Australian School Students’ Alcohol and Drugs Survey. Australian and New Zealand Journal of Public Health, 23, 519-524. McGlothlin. VV. & West. L. (1968) The marijuana problem: an

overview. American journal of Psychiatry, 125. 370-378. Mendelson. J.. Rossi. A. & Meyer. R. (19 74) The Use of Marihuana: a Psychological and Physiological Inquiry. New York: Plenum Press.

Millman. R. & Sbriglio. R. (1982) Patterns of use and psychopa-thology in chronic marihuana users. Psychiatric Clinics of Sorth America. 9. 5 33-545.

Moffitt. T. & Silva. P. (1988) Self-reported delinquency: results from an instrument for New Zealand. Australian and New Zealand Journal of Criminology. 21, 227-240.

Newcomb. M. D. & Bentler, P. (1988) Consequences of Adolescent Drug Use. Palo Alto. CA: Sage Publications.

Novins. D. & Mitchell. C. (1998) Factors associated with mari­juana use among American Indian adolescents. Addiction, 93. 1693-1702.

Pederson. W. & Skrondal, A. (1998) Alcohol consumption debut: predictors and consequences. Journal of Studies on Alco­hol, 59. 32-42.

Plomin. R. & Craig. I. (1997) Human behavioural genetics of cognitive abilities and disabilities. Bioessays. 19. 1117-1124.

Resnick. M.. Bearman. P., Blum. R.. Bauman. K., Harris, K., Jones, J., Tabor, J., Beuhring. T.. Sieving, R.. Shew. M.. Ire­land, M., Bearnger, L. & Udry. J. (1997) Protecting adoles­cents from harm: findings form the National Longitudinal Study on Adolescent Health. Journal of the American Medical Association. 278. 823-832.

Rubin. V. & Comitas, L. (1975) Ganja in Jamaica: a Medical Anthropological Study of Chronic Marihuana Use. The Hague: Mouton.

Shedler. J. & Block, J. (1990) Adolescent drug use and psycho­logical health: a longitudinal inquiry. American Psychologist. 45, 612-630.

Smart. R. G. & Ogborne. A. C. (2000) Drug use and drinking among students in 36 countries. Addictive Behaviors, 25,45 5-460.

Smith, D. E. (1968) Acute and chronic toxicity of marijuana. Journal of Psychedelic Drugs. 2. 37^7.

Solowij, N. (1999) Long-term effects of cannabis on the central nervous system. In: Kalant. H.. Corrigall. W.. Hall, W. & Smart, eds. The Health Effects of Cannabis. pp. 195-266. Toronto: Centre for Addiction and Mental Health.

Solowij. N. & Grenyer. B. F. S. (2002) Are the adverse effects of cannabis use age-dependent? Addiction. 97. 108 3-1086.

Stata Corporation. (1999) Intercooled Stata for Windows 6.0. College Station. TX: Stata Corporation.

Swaim. R.. Beauvais, F.. Chavez. E. & Oetting, E. (1997) The effect of school dropout rates on estimates of adolescent sub­stance use among three racial/ethnic groups. American Jour­nal of Public Health. 87, 51-55.

Tanner. J.. Davies. S. & O’Grady. B. (1999) Whatever happened to yesterday’s rebels.- Longitudinal effects of youth delin­quency on education and employment. Social Problems, 46. 250-274.

Tennant. F. S. & Groesbeck. C. J. (1972) Psychiatric effects of hashish. Archives of General Psychiatry. 27.13 3-136.

Wood. P. K., Sher. K. J.. Erickson. D. J. & DeBord, K. A. (1997) Predicting academic problems in college from freshman alcohol involvement. Journal of Studies on Alcohol, 58. 200-210.

 

 

Print Friendly, PDF & Email