Sarah Riley, Charlotte James, Danielle Gregory, Henry Dingle & Mike Cadger.
Μετάφραση: Γεωργία Χριστοφίλη
DOI: https://doi.org/10.57160/ZUJM9284
Περίληψη
Στόχοι: Η περιγραφή της χρήσης ουσιών στη διασκέδαση (rave πάρτυ) όσον αφορά την επικράτηση, τη συχνότητα, το είδος ναρκωτικών που χρησιμοποιούνται, τους τρόπους χρήσης, την πρόσβαση, και τις επικίνδυνες συμπεριφορές. Σχεδιασμός: Εθελοντές συμπλήρωσαν ερωτηματολόγιο. Χώρος: Τρία πάρτυ στο Εδιμβούργο, Σκωτία. Συμμετέχοντες: 122 χρήστες (57% άντρες, 43% γυναίκες) 90% των οποίων ήταν εργαζόμενοι ή φοιτολυσαν σε κάποιο ίδρυμα εκπαίδευσης και ήταν ηλικίας από 16-47 ετών, 80% μεταξύ 18-23 ετών. Μετρήσεις: Όσοι από τους συμμετέχοντες απάντησαν θετικά στην ερώτηση: εάν έχουν κάνει χρήση ουσιών για διασκέδαση τον τελευταίο ένα χρόνο, ανέφεραν επιπλέον: (i) την επικράτηση, τα είδη ουσιών, και τη συχνότητα της χρήσης, (ii) την επικράτηση και το περιεχόμενο της συνδυαστικής χρήσης, (iii) την πρόσβαση στις ουσίες, και (iv) την ενασχόληση τους με επικίνδυνες συμπεριφορές που σχετίζονται με τις ουσίες. Ευρήματα: Περισσότεροι από 80% των συμμετεχόντων είχαν κάνει χρήση έκστασυ και αμφεταμινών, πάνω από το 30% είχε κάνει χρήση κοκαΐνης και LSD. Περισσότεροι από 10% είχαν κάνει χρήση νιτριτών, ψιλοκυβίνης και κεταμινών και λιγότεροι από 5% είχαν κάνει χρήση κρακ ή ηρεμιστικών. Οι συμμετέχοντες ανέφεραν τακτική χρήση έκστασυ και αμφεταμινών (π.χ. 35% έκαναν χρήση έκστασυ και 25% χρήση αμφεταμινών σε εβδομαδιαία βάση) συχνά έκαναν συνδυαστική χρήση, με περιστασιακή χρήση κοκαΐνης, LSD, κεταμινών και ψιλοκυβίνης. Η χρήση πολλών ουσιών και η συνδυαστική χρήση ήταν πιθανότερη από την πιθανότητα χρήσης μίας συγκεκριμένης ουσίας. Η πρόσβαση στις ουσίες γινόταν κυρίως μέσω φίλων. Το 85% ανέφερε πως αναμείγνυε τις ουσίες και/ ή το αλκοόλ, το 35% πως οδηγούσε υπό την επήρεια ουσιών, το 36% ανέφερε πως είχε μια τουλάχιστον άσχημη εμπειρία από τις ουσίες, το 30% πως είχαν προβεί σε σεξουαλικές δραστηριότητες χωρίς προφυλάξεις και το 0,9% πως έκανε ενδοφλέβια χρήση ουσιών. Οι γυναίκες του δείγματος ανέφεραν υψηλότερη χρήση από τους άντρες. Συμπεράσματα: Η χρήση ουσιών για διασκέδαση έχει μια ιδιομορφία η οποία έχει επιπτώσεις στην προαγωγή της υγείας και την πολιτική για την εγκληματικότητα.
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Η σχέση μεταξύ διασκέδασης (χορευτικά πάρτυ) και χρήσης ουσιών είναι ένα φαινόμενο που όπως έχει παρατηρηθεί ολοένα διευρύνεται (Pearson, 1999), και το οποίο σχετίζεται άμεσα με κινδύνους για την υγεία αλλά και θανάτους. Παρόλ’ αυτά μελέτες αυτής της ομάδας χρηστών και ιδιαίτερες εξαιρέσεις έχουν την τάση να προσεγγίζονται για τη συλλογή δείγματος ενήλικων ανδρών μέσω της τεχνικής «χιονόμπαλα» (e.g., Hammersley, και άλλοι, 1999; Forsyth, 1996), η προσεγγίζοντας σχολικούς πληθυσμούς μέσα από τα εκπαιδευτικά ιδρύματα (πχ Pedersen & Skrondal, 1999; Parker, Aldridge & Measham, 1998). Η παρούσα μελέτη προσθέτει σε αυτή τη δουλειά on quantifying patterns κατανάλωσης παράνομων ουσιών παρουσιάζοντας τα αποτελέσματα στα οποία κατέληξε εξετάζοντας τις απαντήσεις που δόθηκαν σε ερωτηματολόγιο που συμπληρώθηκε από άτομα άνω των 18 χρονών, οι οποίοι έκαναν χρήση μέσα στο τελευταίο χρόνο. Η προσπάθεια αυτή έχει ως στόχο τον εντοπισμό των τρόπων κατανάλωσης ουσιών από άτομα που κάνουν χρήση σε χορευτικά πάρτυ στο Εδιμβούργο, όσον αφορά την επικράτηση, τη συχνότητα, τους τρόπους χρήσης, την πρόσβαση στις ουσίες και τις επικίνδυνες συμπεριφορές που σχετίζονται με τη χρήση.
Η ταχεία αύξηση στη χρήση ουσιών για διασκέδαση και η μη φαρμακευτική χρήση ουσιών στις οποίες ο χρήστης δεν είναι εξαρτημένος, έχει οδηγήσει τους ερευνητές να πιστεύουν πως τα άτομα που κάνουν χρήση ουσιών στη διασκέδαση δεν είναι δυνατό να κατανοηθούν όσο θεωρούνται «παρεκλίνουσα μειονότητα» αφού στα περισσότερα θέματα πρόκειται για «σχετικά συνηθισμένα περιστατικά» (Parker, Measham & Aldridge, 1995: 118). Ένας παράγοντας που συνέβαλε σε αυτή την «ομαλοποίηση» της χρήσης ουσιών μεταξύ των νέων είναι το ολοένα διευρυνόμενο μουσικοχορευτικό στερέωμα. Η μουσική σκηνή έχει σχετιστεί άμεσα με υψηλά επίπεδα χρήσης ουσιών, ιδιαίτερα χρήση χαπιών «έκστασυ», τόσο στο Ην.Βασίλειο (Hammersley, και άλλοι, 1999; Parker, και άλλοι, 1998), την Ευρώπη (EMCDDA, 1996), την Αυστραλία (π.χ. Lenton, Boys & Norcross, 1997) και τη Βόριο Αμερική (π.χ. Johnson, O’Malley & Bachman, 2000).
Προς το τέλος της δεκαετίας του ’80 η μουσικοχορευτική σκηνή (όπως το “Acid House”) δημιούργησε και πάλι μια υποκουλτούρα επικεντρωμένη γύρω από συγκεκριμένους χώρους της μουσικής «τέκνο» αλλά και ορισμένες παραισθησιογόνες ή διεγερτικές ουσίες, όπως το έκστασυ, οι αμφεταμίνες, το LSD, και η κάνναβη (Collin, 1997; Saunders, 1995). Το Acid House φάνηκε να ξεπερνά κοινωνικές δομές όπως το φύλο, η κοινωνική τάξη, και η περιοχή (Thornton, 1996; Dorn, N., Murji, K. & South, N., 1991). Έτσι, την επόμενη δεκαετία, τα είδη της μουσικής, οι χώροι συνάντησης καθώς και οι άνθρωποι που συμμετείχαν αυξήθηκαν. Αυτή η εξέλιξη εφαρμόστηκε περισσότερο στη Βρετανία μέσω νομοθεσίας η οποία μείωσε σε αριθμό τους μεγάλους χώρους συνάντησης που δεν είχαν άδεια, μεταφέροντας έτσι τη χρήση ουσιών που συνδέεται με τη διασκέδαση στα κατεξοχήν νυχτερινά κέντρα διασκέδασης. Τέτοιου είδους αλλαγές και διαφοροποιήσεις μπορεί περισσότερο συνέβαλαν στην «κοινωνικοποίηση» της χρήσης ουσιών, παρά μείωσαν τη σχέση της συμμετοχής σε χορευτικά πάρτυ και χρήσης της ουσιών. Η σχέση αυτή ερμηνεύεται στα πλαίσια των ηδονιστικών αξιών διαμορφωμένων από τη σημερινή νεολαία σε μια κοινωνία της οποίας τα δομικά στοιχεία αποτελούν ο ατομικισμός, η αβεβαιότητα (Parker και άλλοι, 1998) η θατσερική επιχειρηματικότητα και η αποξένωση (Collin, 1997). Ένα παρόμοιο φαινόμενο στη χρήση ουσιών στη διασκέδαση έχει παρατηρηθεί επίθεσης στην Ευρώπη.
Οι έρευνες έχουν δείξει πως τα άτομα που κάνουν χρήση ουσιών στη διασκέδαση δεν αντιμετωπίζουν τη συμπεριφορά αυτή ως αποκλίνουσα ή προβληματική (για παράδειγμα, σε σχέση με τον κοινωνικό αποκλεισμό ή τη μείωση του ρόλου που καλούνται να παίξουν στην κοινωνία) (Pearson, 1999; Parker και άλλοι 1998). Παρόλα αυτά, οι Shiner & Newburn (1997) έχουν προκαλέσει την έκθεση της ομαλοποίησης της χρήσης, υποστηρίζοντας πως η ευρεία χρήση της «δια βίου επικράτησης» ως μέτρηση της χρήσης ουσιών έχει οδηγήσει σε λανθασμένη απεικόνιση σχετικά με την κατανάλωση ουσιών, καθώς με αυτή την πρακτική δεν γίνεται διαχωρισμός μεταξύ αυτών που κάνουν μια ελάχιστη κατανάλωση ουσιών από εκείνους που κάνουν τακτική χρήση ουσιών για διασκέδαση. Έτσι, το είδος των μετρήσεων που χρησιμοποιείται από τους ερευνητές μπορεί να οδηγήσει σε διαφωνίες σχετικά με το μέγεθος της επικράτησης των ουσιών.
Κάτι λιγότερο αμφιλεγόμενο για τους ερευνητές είναι πως υπάρχει όντως μια σχέση μεταξύ της συμμετοχής σε χορευτικά πάρτυ και της χρήσης ουσιών, με τους συμμετέχοντες να αποκαλούνται «πληθυσμοί υψηλού κινδύνου» (Pedersen & Skrondal, 1999: 1696). Στατιστικά στοιχεία για χρήση ολόκληρης της διάρκειας ζωής έχουν δείξει επανειλημμένα πως τα άτομα που συμμετέχουν σε χορευτικά πάρτυ έχουν υψηλότερο ποσοστό επικράτησης σε σύγκριση με το γενικό πληθυσμό. Η Βρετανική Έρευνα για την Εγκληματικότητα του 1998 (HMSO, 1999) έδειξε για παράδειγμα πως το 52% του γενικού πληθυσμού έχει κάνει χρήση, ναρκωτικών ουσιών, εν συγκρίσει με το 80% των ατόμων που συχνάζουν σε χορευτικά πάρτυ όπως ανέφεραν και οι Branigan, Kuper & Wellings (1997). Άλλες έρευνες με επίκεντρο στην πρόσφατη χρήση ουσιών έδειξαν το ίδιο. Η έρευνα Macdonald (1999) για παράδειγμα έδειξε πως 10% του γενικού ενήλικου πληθυσμού έχουν κάνει χρήση ουσιών μέσα στον τελευταίο χρόνο, σε σύγκριση με την έρευνα Bean και άλλοι (1997) 55% των ατόμων που σύχναζαν σε χορευτικά κέντρα οι οποίοι είπαν πως σχεδίαζαν να κάνουν χρήση έκστασυ ή αφμεταμινών εκείνο το βράδυ. Μετρήσεις της συχνότητας της χρήσης ουσιών επίσης παρέχουν ενδείξεις για τακτική χρήση ουσιών σε χορευτικά πάρτυ (Ward, Fitch & Sherlock, 1998).
Οι τρόποι χρήσης ουσιών είναι ευέλικτοι, και επηρεάζονται σύμφωνα με τη μόδα, τη διαθεσιμότητα και την τιμή. Παρόλα αυτά οι τάσεις σχετικά με το είδος ουσιών που χρησιμοποιούνται στη μουσικοχορευτική σκηνή καταγραφεί, εντοπίζοντας επικράτηση των διεγερτικών και των παραισθησιογόνων (Bean και άλλοι). Εκτιμώντας την επικράτηση των ειδών ναρκωτικών ουσιών που χρησιμοποιίησαν οι συμμετέχοντές του, ο Forsyth (1996) έφτιαξε μια ιεραρχία τριών-τρίτων περιλαμβάνοντας ‘πρωτογενείς’ και ‘δευτερογενείς’ ουσίες και ουσίες που ‘δεν χρησιμοποιούνται στα χορευτικά πάρτυ’. Το έκστασυ, οι αμφεταμίνες και οι νιτρίτες ήταν οι ‘πρωτογενείς ουσίες’ οι οποίες εντοπίστηκαν γενικά στα χορευτικά πάρτυ. Με τις ‘δευτερογενείς ουσίες’ υπήρχε γενικά η τάση να χρησιμοποιούνται ευρύτερα σε περισσότερες περιοχές και σε αυτές συμπεριλαμβάνονταν οι ψιλοκυβίνες (παραισθησιογόνα μανιτάρια), το LSD, οι κεταμίνες (παραισθησιογόνα αναισθητικά) και η κοκαΐνη. Οι ουσίες της κατηγορίας ‘δεν χρησιμοποιούνται σε χορευτικά πάρτυ’ χωρίστηκαν σε δύο υποκατηγορίες: ‘πανταχού παρούσες ουσίες’ οι οποίες είναι ουσίες που χρησιμοποιούνται σε πολλούς χώρους συμπεριλαμβανομένων των χορευτικών πάρτυ (αλκοόλ και κάνναβη) και σε αυτές που γενικά υπάρχει τάση να μην χρησιμοποιούνται στα χορευτικά πάρτυ, όπως τα ηρεμιστικά (π.χ. οπιοειδή) και διαλυτικά. Έτσι διαχώρισε ο Forsyth τις ουσίες των οποίων η χρήση σχετίζεται ιδιαίτερα μόνο με χορευτικά πάρτυ, από τις ουσίες με λιγότερο στενή σχέση
Η παράλληλη χρήση ουσιών (κατανάλωση περισσότερων από μία ουσίες) και η συνδυαστική χρήση (ο συνδυασμός δύο ή περισσότερων ουσιών) περιγράφηκαν ως χαρακτηριστικές/ τυπικές για τη χρήση για ψυχαγωγικούς σκοπούς (Parker και άλλοι, 1998; Forsyth, 1996; Mulland, Sherval & Skelton 1996). Η έρευνες παρόλ’αυτά δεν έχουν πάντα προχωρήσει στο διαχωρισμό μεταξύ αυτών των συμπεριφορών (παράλληλη και συνδυαστική χρήση), σημαντικός παράγοντας στην κατανόηση της χρήσης ουσιών σε χορευτικά πάρτυ και στην εκτίμηση της εμπλοκής σε επικίνδυνες δραστηριότητες (γενικά, η συνδυαστική χρήση ουσιών είναι εξ’ορισμού πιο επικίνδυνη). Οι συνδυασμοί που αναφέρθηκαν γενικότερα είχαν την τάση να είναι συνδυασμός έκστασυ με αμφεταμίνες, νιτρίτες, LSD, κεταμίνες, κοκαΐνη και/ή κάνναβη. Παρόλ’αυτά, οι πληροφορίες σχετικά με την επικράτηση κάποιας ‘αγαπημένου’ συνδυασμού ήταν αντιφατική, πιθανότατα ως αποτέλεσμα του ιδιαίτερα μικρού αριθμού ερευνών στο συγκεκριμένο ζήτημα (Forsyth, 1996; Mulland και άλλοι, 1996).
Επίσης έχουν διευρυνθεί τα δίκτυα παροχής ουσιών. Οι συμμετέχοντες των Shewan, Delgarno & Reith’s (1999), για παράδειγμα, προμηθεύονταν τις ουσίες τους από τους φίλους τους ή από ‘βαποράκια που εμπιστευόντουσαν’ ενώ οι συμμετέχοντες στην έρευνα των Parker και άλλοι (1998) ανέφεραν πως προμηθεύτηκαν τις ουσίες τους από φίλους, και αυτό είναι ένα επιχείρημα που χρησιμοποίησαν οι συγγραφείς για να τεκμηριώσουν την διατριβή τους normalisation thesis.
Η ανάλυση των δημογραφικών τάσεων στη χρήση ουσιών υποδεικνύουν μια πτώση στο μέσο όρο της ηλικίας των χρηστών από τα 25-30 (Forsyth, 1996) στα 20-22, αν όχι και κατά τη διάρκεια των σχολικών χρόνων (Parker και άλλοι., 1998). Για παράδειγμα, σε μελέτες που έγιναν στο Λονδίνο αναφέρθηκε ως επικρατέστερη ομάδα σοβαρής χρήσης ουσιών στη διασκέδαση η ηλικιακή ομάδα των 20-24 (35% των Bean και άλλοι, 1997 και 50% των Branigan και άλλοι 1997), ενώ το 70% των χρηστών ουσιών στη διασκέδαση σε έρευνα που έγινε στο Sheffield από τους Christophorou, Scorthorne & McCauley’s (1996) είχαν ηλικία μεταξύ 19-24.
Τα δημογραφικά στοιχεί που σχετίζονται με το φύλο έχουν αλλάξει επίσης. Η παραδοσιακή πολυάριθμη εκπροσώπηση μελών του ανδρικού πληθυσμού χρηστών έχει σταδιακά μειωθεί (π.χ. Leitner, Shapland & Wiles, 1993, Ward και άλλοι 1998). Μια αναλογία ανδρών:γυναικών της τάξης 2:1 εντοπίστηκε το 1996 από έρευνες σχετικά με την εγκληματικότητα στην Αγγλία και τη Σκωτία (British and Scottish Crime Surveys, Ramsay & Spiller, 1997) και από άλλες έρευνες (Barnard & McKeganey, 1994). Παρόλα αυτά, οι Hammersley και άλλοι, (1999), Measham, Newcombe & Parker (1993) και Parker, και άλλοι (1998) υποστηρίζουν πως αυτό το διάστημα έχει μειωθεί κι άλλο.
Η πιο πάνω επισκόπηση εντοπίζει την πιθανότητα για υψηλή επικράτηση της χρήσης ουσιών από τα άτομα που παίρνουν μέρος σε χορευτικά πάρτυ. Η βαθιά, παρόλα αυτά, γνώση των τρόπων χρήσης ουσιών στα χορευτικά πάρτυ είναι περιορισμένη. Η παρούσα μελέτη συμβάλει στην κατανόηση της χρήσης ουσιών για διασκέδαση μέσα από την ανάλυση ενός ερωτηματολογίου που σχεδιάστηκε με στόχο να εντοπίσει τις λεπτομέρειες σε σχέση με την τους τρόπους κατανάλωσης ουσιών από τα άτομα που κάνουν χρήση στη διασκέδαση σε χορευτικά πάρτυ τουθ τελευταίου χρόνου.
Το ερωτηματολόγιο σχεδιάστηκε έτσι ώστε να ξεπεραστούν κάποιες μεθοδολογικές δυσκολίες που σχετίζονται με έρευνες στις οποίες δεν έχει γίνει, για παράδειγμα, διαχωρισμός μεταξύ πειραματικής και τακτικής χρήσης, χρήσης σε χορευτικά πάρτυ και άλλη χρήση ουσιών στη διασκέδαση, συνδυαστικής χρήσης και παράλληλη, χρήση ένα συγκεκριμένο βράδυ και τακτική χρήση. Οι έρευνες που κάνουν αυτούς τους διαχωρισμούς συχνά αργούν πολύ να ολοκληρώσουν τα αποτελέσματά τους (π.χ. Forsyth, 1996) και έτσι βασίζονται σε διαδικασίες προσέλκυσης συμμετεχόντων που συμπεριλαμβάνουν προκαθορισμένες συναντήσεις και την τεχνική της ‘χιονοστιβάδας’ (ζήτησαν από τους συμμετέχοντες να ονομάσουν έναν φίλο που εμπλέκεται με χρήση ουσιών). Η τεχνική της χιονοστιβάδας (‘snowball’) αποφεύγει τις προκαταλήψεις όσον αφορά τους συμμετέχοντες από παραπομπές θεραπευτικών πλαισίων, αλλά μπορεί να περιοριστούν οι συμμετέχοντες σε συγκεκριμένα κοινωνικά δίκτυα. Η προσέγγιση και η συλλογή πληροφοριών για την παρούσα μελέτη έδωσαν άμεση πρόσβαση σε ενήλικους που κάνουν χρήση ουσιών για διασκέδαση στο ίδιο το χώρο χρήσης.
Με το χρονικό πλαίσιο του ενός έτους αποφεύγονται κάποια από τα προβλήματα που υπάρχουν στις δια βίου μετρήσεις, ενώ παράλληλα λαμβάνονται πληροφορίες σχετικά με τη χρόνια κατανάλωση σχετικά με τους τρόπους χρήσης στοιχεία που δεν είναι δυνατό να αποκτηθούν με μετρήσεις που αφορούν τη χρήση μιας ‘συγκεκριμένης νύχτας’. Θεωρούμε πως αυτό το χρονικό πλαίσιο είναι χρήσιμο τόσο για τους συμμετέχοντες όσο και τους ερευνητές. Ως ερευνητές αναζητήσαμε πληροφορίες σχετικά με τα είδη κατανάλωσης ουσιών που δεν θα επηρεάζονταν από εποχιακές καταστάσεις (π.χ. χριστουγεννιάτικες ‘κρεπάλες’) και θα ξεχώριζαν τους τακτικούς χρήστες, από τους περιστασιακούς και τους χρήστες-της-μιας-φοράς. Επιπλέον, οι μετρήσεις έπρεπε να είναι σχετικές με τη χρήση σε χορευτικά πάρτυ, δεδομένης της φύσης του φαινομένου γενικά και τους τρόπους χρήσης ουσιών των ατόμων ειδικότερα (Parker και άλλοι, 1998).
Το ερωτηματολόγιο σχεδιάστηκε για να χρησιμοποιηθεί ανώνυμα, να είναι απλό και κατανοητό από τους συμμετέχοντες. Ένα προσχέδιό του δοκιμάστηκε με 20 άτομα που ήταν γνωστό πως έκαναν χρήση ουσιών και τροποποιήθηκε σύμφωνα με την ανατροφοδότηση που δόθηκε (πχ αναφέρθηκαν δυσκολίες στον υπολογισμό των χαπιών έκστασυ που είχαν πάρει στη διάρκεια ενός ολόκληρου χρόνου). Το ερωτηματολόγιο κάλυπτε θέματα δημογραφίας των συμμετεχόντων σχετικά με την ηλικία τους, το φύλο την απασχόληση και τους τρόπους κατανάλωσης των ουσιών (επικράτηση, συχνότητα, τρόπους χρήσης και επικίνδυνες συμπεριφορές) αναφορικά με 15 ουσίες: αμφεταμίνες, έκστασυ, LSD, κοκαΐνη, κρακ, κεταμίνες, νιτρίτες, ψιλοκυβίνες, ηρωίνη, 2CB (ένα παραισθησιογόνο, κάνναβη, τεμαζεπάμη (ένα ηρεμιστικό), μεθαδόνη, DFs ( ένα κωδεινούχο ναρκωτικό), διαλυτικά και όποια άλλη ουσία μπορεί να είχαν πάρει. Μια φανταστική ουσία με το όνομα ‘σίμερον’ (‘simeron’) χρησιμοποιήθηκε για να ελεγχθεί η εγκυρότητα των στοιχείων. (Βλέπε τα Παραρτήματα για αντίγραφο του ερωτηματολογίου). Η έρευνα είχε ως στόχο να εντοπίσει (1) τα δημογραφικά χαρακτηριστικά των συμμετεχόντων (2) την επικράτηση, το είδος, τη συχνότητα και την ταυτόχρονη χρήση των ουσιών που χρησιμοποιήθηκαν, (3) τις πηγές για την προμήθεια των ουσιών και (4) την εμπλοκή σε συμπεριφορές που σχετίζονται με τις ουσίες.
ΜΕΘΟΔΟΣ
Συμμετέχοντες
Τα ερωτηματολόγια συμπλήρωσαν 220 άτομα που παραβρέθηκαν σε ένα από τρία χορευτικά πάρτυ (Ν=70, 72, 78 σε διαφορετικά πάρτυ), 43 από τα οποία απορρίφθηκαν επειδή δεν ήταν επαρκώς συμπληρωμένα (πχ ήταν συμπληρωμένη μόνο η μία πλευρά) ενώ σε δύο από αυτά αναφερόταν χρήση μιας φανταστικής ουσίας με τ’ όνομα ‘simeron’. Από αυτά τα 175 ερωτηματολόγια τα 122 συμπληρώθηκαν από συμμετέχοντες που είχαν κάνει χρήση ουσιών μέσα στον τελευταίο χρόνο, 14 από συμμετέχοντες που είχαν κάνει χρήση ουσιών στο παρελθόν αλλά όχι στον τελευταίο χρόνο, 39 από άτομα που δεν είχαν κάνει χρήση ποτέ. Σε αυτό το άρθρο αναφέρονται ευρήματα από τα 122 άτομα που κάνουν τώρα χρήση, η μέση ηλικία των οποίων ήταν 21,6 με εύρος 16-47. 69 (57%) ήταν άντρες και 52 (43%) ήταν γυναίκες (with one missing case).
Διαδικασία
Αυτή η έρευνα πραγματοποιήθηκε από ερευνητές του πανεπιστημίου του Εδιμβούργου σε συνεργασία με ένα φορέα ενημέρωσης για τα ναρκωτικά το “Crew 2000”. Μέρος των δραστηριοτήτων του Crew 2000 είναι να παρέχει πληροφόρηση για τα ναρκωτικά σε χορευτικά πάρτι. Σε τρία από αυτά τα περιστατικά (από Νοέμβριο 1998 έως Φεβρουάριο 1999) στο περίπτερο του Crew 2000 έκατσαν και μαζί και οι ερευνητές, έχοντας μαζί τους στυλό και ερωτηματολόγια. Κουτιά για τη συλλογή των ερωτηματολογίων στήθηκαν δίπλα στην έξοδο και στο τραπέζι του Crew 2000. Οι συμμετέχοντες δεν προσεγγίστηκαν από τους ερευνητές και επέλεγαν μόνοι τους. Σε σύγκριση με τα άτομα που δεν συμμετείχαν, είναι πιθανό οι συμμετέχοντες σε αυτή την έρευνα να έχουν μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση και μεγαλύτερο ενδιαφέρον για ενημέρωση για τα ναρκωτικά (δεδομένου πως πλησίασαν το περίπτερο από μόνοι τους). Ο χρόνος που χρειάστηκαν για να συμπληρώσουν το ερωτηματολόγιο ήταν 5 λεπτά. Οι ερευνητές ήταν όλη την ώρα διαθέσιμοι να συζητήσουν με τους συμμετέχοντες, εάν αυτοί το επιθυμούσαν και δινόταν και μια διεύθυνση επικοινωνίας για όσους από τους συμμετέχοντες ήθελαν να μάθουν τα αποτελέσματα της έρευνας (τα αποτελέσματα της έρευνας κοινοποιήθηκαν στα κεντρικά γραφεία του Crew 2000). Οι συμμετέχοντες δεν πληρώθηκαν καθόλου. Η βιβλιογραφία σχετικά με τη μείωση της βλάβης που διατέθηκε από το Crew 2000 ήταν για να διαβαστεί στο σπίτι κάποια άλλη στιγμή. Αυτού του είδους η προαγωγή της υγείας δεν επηρέασε λοιπόν τις απαντήσεις του ερωτηματολογίου. Από την ανάλυση απορρίφθηκαν τα ερωτηματολόγια που είχαν συμπληρωθεί μόνο από την μία πλευρά, που ήταν παραποιημένα (π.χ. συμπληρώθηκαν από περισσότερα από ένα άτομα) ή στα οποία αναφερόταν η χρήση της ουσίας “simeron”. Ενώ το δείγμα συμμετείχε εθελοντικά αναζητήθηκε και ένας ευρύτερος αριθμός συμμετεχόντων που επιλέχθηκαν από τρεις χώρους που προσελκύουν διαφορετικούς «πελάτες». Στα χορευτικά πάρτι συμπεριλαμβάνονται μια βραδιά με μουσική ‘house’ η οποία έχει την τάση να συγκεντρώνει μεγαλύτερης ηλικίας άτομα συνήθως με ομοφυλοφιλικές τάσεις, μια μαθητική διοργάνωση με μουσική ‘drum n bass’ και ένα χορευτικό πάρτι με εμπορική μουσική προσέλκυσαν γενικά νεότερους σε ηλικία χορευτές clubbers. Η χωρητικότητα αυτών των τοποθεσιών ήταν 400, 600 και 2000 άτομα αντίστοιχα.
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ
Δημογραφικά: Ηλικία, Φύλο, και Απασχόληση
Τα δημογραφικά στοιχεία των 122 χορευτών χρηστών ουσιών εμφανίζουν παρόμοιες αναλογίες ανδρών γυναικών (άνδρες: Ν=69 (57%, γυναίκες: Ν=52 (43%). Από τους συμμετέχοντες 4 (3,5%) πήγαιναν ακόμη σχολείο, 44 (38,3%) στην ανώτερη εκπαίδευση, 56 (48,7%) ήταν εργαζόμενοι και 11 (9,5%) ήταν άνεργοι (ενώ 7 (5,7%) άτομα δεν έδωσαν αυτή την πληροφορία). Οι ηλικίες κυμαίνονταν μεταξύ 16-47, η μέση ηλικία ήταν 21,6 και η επικρατέστερη τιμή τα 18 χρόνια. Η πλειοψηφία των συμμετεχόντων ήταν μεταξύ 18-23 (N=98, 80,3%), το 13,1% (N=16) είχαν ηλικία μεταξύ 24-29 και 4,9% (N=6) μεταξύ 30-47.
Χρήση ουσιών κατά τη διάρκεια χορευτικών πάρτι τον τελευταίο χρόνο
Επικράτηση και είδος χρήσης
Οι ουσίες που χρησιμοποιήθηκαν μέσα στον τελευταίο χρόνο κατά σειρά επικράτησης ήταν: έκστασυ (Ν=100, 82%), αμφεταμίνες (Ν=99, 81,1%), κάνναβη (Ν=59, 48,4%) κοκαΐνη (Ν=47, 38,5%) και LSD (N=37, 30,3%). Από τους συμμετέχοντες 24 (19.7%) ανέφεραν τη χρήση νιτριτών, 15 (12,3%) ψιλοκυβίνες και 15 (12,3%) χρήση κεταμινών. Οι λιγότερο επικρατείς ουσίες ήταν το κρακ (N=6, 4.9%), τεμαζεπάμη (N=3, 2,5%), 2CB (N=3, 2,5%), η μεθαδόνη (N=1, 0,82%) και το όπιο (N=1, 0,82%). Κανένας από τους συμμετέχοντες δεν ανέφερε χρήση διαλυτικών, ηρωίνης ή DFs. Πραγματοποιήθηκε το τεστ Cochran Q (a K-Related test that has the capacity to compare data which has related and unrelated cases) για την ταξινόμηση των ουσιών ανάλογα με την επικράτησή τους, συγκρίνοντας τον αριθμό των ατόμων που έκαναν χρήση της κάθε ουσίας. Η κατηγοριοποίηση πραγματοποιήθηκε όπου υπήρξε σημαντική διαφορά στο ποσοστό χρήσης δύο ουσιών μετά την κατανομή ανάλογα με την επικράτηση.
The Cochran Q test δεν εντόπισε σημαντικές διαφορές στα επίπεδα επικράτησης της χρήσης έκστασυ και αμφεταμινών (Q (1) = 0,40, p = 0,84). Η διαφορά, όμως, στον αριθμό των ατόμων που έκαναν χρήση αμφεταμινών και των ατόμων που έκαναν χρήση κοκαΐνης ήταν σημαντική (Q (1) = 42,25, p = 0.00). Δεν υπήρχαν σημαντικές διαφοροποιήσεις στην επικράτηση χρήσης κάνναβης και LSD (Q (1) = 2,17, p = 0,14), αλλά υπήρχε σημαντική διαφορά μεταξύ του αριθμού των χρηστών LSD και νιτριτών (Q (1) = 4,83, p = 0,03). Δεν εντοπίστηκαν σημαντικές διαφορές στον αριθμό των χρηστών νιτριτών, ψιλοκυβίνης και κεταμινών (Q (1) = 3,00, p = 0,08). Σημαντικά μικρότερος ήταν ο αριθμός των χρηστών κρακ από τους χρήστες κεταμινών ή ψιλοκυβίνης (Q (1) = 4,76, p = 0,03), ενώ ο αριθμός των συμμετεχόντων χρηστών κρακ ή τεμαζεπάμης και μεθαδόνης δεν είχε σημαντικές διαφορές (Q (1) = 1,00, p = 0,32 και Q (1) = 1,00, p = 0,32, αντίστοιχα).
Αυτή η ανάλυση ομαδοποιεί τις ουσίες σε τέσσερις κατηγορίες, οι οποίες ονομάστηκαν σύμφωνα με την τυπολογία του (1996) που αφορά τις ουσίες που σχετίζονται με χορευτικά πάρτυ. Το έκστασυ και οι αμφεταμίνες ταξινομήθηκαν στις «πρωτογενείς ουσίες διασκέδασης» (περισσότεροι από 80% των χρηστών τα χρησιμοποιεί), η κάνναβη, η κοκαΐνη και το LSD ταξινομήθηκαν στις «δευτερογενείς ουσίες διασκέδασης» (περισσότεροι από 30% των χρηστών τα χρησιμοποιεί), ενώ στις τριτογενείς ουσίες διασκέδασης» ταξινομήθηκαν οι νιτρίτες, η ψιλοκυβίνη και οι κεταμίνες (περισσότεροι από 10% των χρηστών τα χρησιμοποιεί). Η πολύ χαμηλή επικράτηση του κρακ (ποσοστό λιγότερο από 5%), της τεμαζεπάμης, του 2CB, της μεθαδόνης, των DF, της ηρωίνης και των διαλυτικών μας οδήγησε να τα κατατάξουμε στις «ουσίες που δεν χρησιμοποιούνται στη διασκέδαση». Βλ. Πίνακα 1.
Πίνακας 1. Ποσοστό των ανταποκριθέντων (Συνολικό και κατά φύλο) που έκαναν χρήση διάφορων ουσιών κατά τη διάρκεια του τελευταίου χρόνου και η ταξινόμηση της κάθε ουσίας ανάλογα με την επικράτησή της στην χρήση για ψυχαγωγία.
Ουσία | Αριθμός χρηστών
(n=122) |
% χρηστών | Αριθμός ανδρών χρηστών (n= 69) | % χρηστών | Αριθμός γυναικών χρηστών (n=52) | % γυναικών χρηστών | Ταξινόμηση ουσιών |
Ecstasy | 100 | 82,0 | 52 | 78,3 | 45 | 86,5 | πρωτογενής |
Αμφεταμίνες | 99 | 81,1 | 53 | 76,8 | 45 | 86,5 | πρωτογενής |
Κάνναβη | 59 | 48,4 | 34 | 49,3 | 24 | 46,2 | δευτερογενής |
Κοκαΐνη | 47 | 38,5 | 20 | 29 | 26 | 50* | δευτερογενής |
LSD | 37 | 30,3 | 19 | 27,5 | 18 | 34,6 | δευτερογενής |
Νιτρίτες | 24 | 19,7 | 9 | 13 | 15 | 28,8* | τριτογενής |
Ψιλοκυβίνη | 15 | 12,3 | 11 | 15,9 | 4 | 7,7 | τριτογενής |
Κεταμίνες | 15 | 12,3 | 10 | 14,5 | 5 | 9,6 | τριτογενής |
Κρακ | 6 | 4,9 | 3 | 4,3 | 3 | 5,8 | δεν χρησιμοποιούνται στην ψυχαγωγία |
Τεμαζεπάμη | 3 | 2,5 | 2 | 2,9 | 1 | 1,9 | δεν χρησιμοποιούνται στην ψυχαγωγία |
2CB | 3 | 2,5 | 2 | 2,9 | 1 | 1,9 | δεν χρησιμοποιούνται στην ψυχαγωγία |
Μεθαδόνη | 1 | 0,08 | 1 | 1,4 | 0 | 0 | δεν χρησιμοποιούνται στην ψυχαγωγία |
Όπιο | 1 | 0,08 | 1 | 1,4 | 0 | 0 | δεν χρησιμοποιούνται στην ψυχαγωγία |
Διαλυτικά | 0 | 0 | 0 | 0 | 0 | 0 | δεν χρησιμοποιούνται στην ψυχαγωγία |
Ηρωίνη | 0 | 0 | 0 | 0 | 0 | 0 | δεν χρησιμοποιούνται στην ψυχαγωγία |
DF | 0 | 0 | 0 | 0 | 0 | 0 | δεν χρησιμοποιούνται στην ψυχαγωγία |
*έχει σημασία στο p<0,05
Η αναλογία των ανδρών και των γυναικών που ανέφεραν την χρήση της κάθε ουσίας όταν συγκρίθηκαν με το τεστ των Mann-Whitney δεν έδειξαν σημαντικές διαφορές μεταξύ των δύο φύλων με εξαίρεση την κοκαΐνη (z=-2,35, p=0,019) και τους νιτρίτες (z=-2,149, p=0,032), τα οποία φαίνεται να έχουν χρησιμοποιήσει πολύ περισσότερο οι γυναίκες από ότι οι άντρες, Βλ. πίνακα 1.
Η κάνναβη συμπεριλήφθηκε στο ερωτηματολόγιό μας ώστε να είναι δυνατές οι συγκρίσεις σύμφωνα με την κατηγοριοποίηση του Forsyth’s (1996) για τις ουσίες στη διασκέδαση. Η πανταχού παρούσα φύση της χρήσης της κάνναβης (Forsyth, 1996; Hayes & Baker, 1998), παρόλα αυτά, και η επικέντρωσή μας στη χρήση σε χορευτικά πάρτυ μπορεί να σημαίνει πως η κατανάλωση της κάνναβης έχει υποτιμηθεί από τα αποτελέσματά μας, λόγω της δυσκολίας να καπνίσει κάποιος κάνναβη σε ένα χορευτικό κέντρο καθαρό από ουσίες. Η κάνναβη λοιπόν δεν συμπεριλήφθηκε για περαιτέρω ανάλυση για να αποφευχθεί η αλλοίωση του εντοπισμού των τρόπων χρήσης ουσιών σε χορευτικά πάρτυ.
Συχνότητα
Η συνολική κατανομή του αριθμού των συμμετεχόντων που έκαναν χρήση από ‘ποτέ’ έως ‘συχνότερα από μία φορά την εβδομάδα’, εμφάνισε δύο επικρατέστερες συχνότητες για τις τέσσερις κυριότερες ουσίες που χρησιμοποιούνται σε χορευτικά πάρτυ (έκστασυ, αμφεταμίνες, κοκαΐνη και LSD). Οι συμμετέχοντες δήλωσαν είτε πως έκαναν χρήση από ‘σπάνια εώς ποτέ’ είτε ‘εβδομαδιαία-μηνιαία’. Ήταν λιγότερο πιθανό να δηλώσουν χρήση ‘μία φορά κάθε τρεις μήνες’ ή μια φορά την εβδομάδα- το μήνα’. Η μέση συχνότητα της χρήσης έκστασυ κυμάνθηκε μεταξύ μιας φοράς στους τρεις μήνες και μιας φοράς το μήνα, ενώ η μέση χρήση ήταν εβδομαδιαία. Η χρήση αμφεταμινών εμφάνισε επικρατούσα συχνότητα μία φορά το μήνα με τους μέσους να κυμαίνονται μεταξύ τριών μηνών και ενός μήνα. Αντίστοιχα η χρήση LSD και κοκαΐνης εμφάνισε χαμηλότερες επικρατούσες τιμές καθώς τα περισσότερα άτομα δεν τα χρησιμοποιούσαν ποτέ, με τη μέση συχνότητα να τείνει στην κατηγορία ‘μια φορά στο τόσο’ (βλέπε πίνακα 2).
Πίνακας 2. Συχνότητα χρήσης πρωτογενών και δευτερογενών ουσιών για ψυχαγωγία κατά τον τελευταίο χρόνο (Ecstasy, αμφεταμίνες, κάνναβη, κοκαΐνη, LSD)
Ecstasy | Αμφεταμίνες | Κάνναβη | Κοκαΐνη | LSD | ||||||
Μέτρηση της συχνότητας | Νο | % | Νο | % | Νο | % | Νο | % | Νο | % |
Δεν έχω πάρει ποτέ | 22 | 18 | 23 | 18,9 | 63 | 51,6 | 75 | 61,5 | 85 | 69,7 |
Μια φορά στο τόσο | 13 | 10,7 | 22 | 18 | 1 | 0,8 | 23 | 18,9 | 18 | 14,8 |
Κάθε τρεις μήνες | 13 | 10,7 | 10 | 8,2 | 5 | 4,1 | 6 | 4,9 | 5 | 4,1 |
Μια φορά το μήνα | 24 | 19,7 | 31 | 25,4 | 14 | 11,5 | 12 | 9,8 | 10 | 8,2 |
Εβδομαδιαία | 43 | 35,2 | 29 | 23,8 | 14 | 11,5 | 4 | 3,3 | 3 | 2,5 |
Συχνότερα από μια φορά την εβδομάδα | 7 | 5,7 | 7 | 5,7 | 39 | 32 | 2 | 1,6 | 1 | 0,8 |
Από τα 100 άτομα που έκαναν χρήση έκστασυ (Βλ. Πίνακας 1), 74 (74%) έπαιρναν έκστασυ μία φορά το μήνα ή συχνότερα. Το ίδιο μοτίβο επαναλήφθηκε στη χρήση αμφεταμινών. Από τους 99 χρήστες αμφεταμινών, 68 (68,7%) ανέφεραν συχνότητα χρήσης σε χορευτικά πάρτυ μία φορά το μήνα ή συχνότερα. Αυτό το μοτίβο δεν εντοπίστηκε στη συχνότητα χρήσης κοκαΐνης και LSD. Από τους 47 χρήστες κοκαίνης του δείγματός μας μόνο οι 18 (38,3%) ανέφεραν χρήση μια φορά το μήνα ή συχνότερα. Ομοίως, από τους 37 χρήστες LSD, 14 (37,8%) ανέφεραν χρήση μια φορά το μήνα ή συχνότερα. Μεγαλύτερη μείωση εμφανίστηκε στη συχνότητα χρήσης ψιλοκυβίνης και κεταμινών. Από τα 15 άτομα που έκαναν χρήση ψιλοκυβίνης, μόλις 3 (20%) ανέφεραν χρήση μια φορά το μήνα ή συχνότερα, ενώ από τα 15 άτομα που έκαναν χρήση κεταμινών 1 (6,7%) ανέφεραν χρήση μια φορά το μήνα ή συχνότερα (Βλ. πίνακα 3 παρακάτω). Αυτό το μοτίβο/μοντέλο συχνότητας ανταποκρίνεται στην επικράτηση σύμφωνα με την κατηγοριοποίηση όπως περιγράφηκε στον πίνακα 1.
Πίνακας 3. Συχνότητα σε άτομα που δεν έκαναν χρήση, σε άτομα που έκαναν χρήση αραιότερη από μηνιαία, και σε άτομα που έκαναν μηνιαία ή συχνότερη χρήση πρωτογενών, δευτερογενών και τριτογενών ουσιών για ψυχαγωγία τον τελευταίο χρόνο
Μη- χρήστες | Χρήση αραιότερη από μηνιαία | Χρήση μηνιαία ή συχνότερη | ||||
n | % | n | % | n | % | |
Ecstasy | 22 | 18 | 26 | 26,0 | 74 | 74,0 |
Αμφεταμίνες | 23 | 18,9 | 31 | 31,3 | 68 | 68,7 |
Κοκαίνη | 75 | 61,5 | 29 | 61,7 | 18 | 38,3 |
LSD | 85 | 69,7 | 23 | 62,2 | 14 | 37,8 |
Ψιλοκυβίνες | 107 | 87,7 | 12 | 80,0 | 3 | 20,0 |
Κεταμίνες | 107 | 87,7 | 14 | 93,3 | 1 | 6,7 |
Η συχνότητα χρήσης κάθε ουσίας για άντρες και γυναίκες συγκρίθηκε αλλά δεν έδειξε καμιά σημαντική διαφορά, με εξαίρεση τις αμφεταμίνες, τις οποίες φαίνεται να χρησιμοποιούν συχνότερα οι γυναίκες από τους άντρες (Z=-3,252, p=0,001). Έτσι, ενώ περισσότερο οι γυναίκες έδειχναν να χρησιμοποιούν κοκαΐνη και νιτρίτες σε σύγκριση με τους άντρες, όσες έκαναν χρήση αμφεταμινών έκαναν συχνότερη χρήση από τους άντρες που έκαναν χρήση της ίδιας ουσίας.
Παράλληλη χρήση πολλών ουσιών
Το 92,6% (N=113) των συμμετεχόντων είχε κάνει χρήση περισσότερων από μίας ουσίας μέσα στο χρόνο, ενώ μόλις 7,4% (Ν=9) των συμμετεχόντων είχαν κάνει χρήση μίας μόνο ουσίας. Η σύγκριση ανάμεσα στον αριθμό των συμμετεχόντων που έκαναν χρήση μιας μόνο ουσίας με αυτούς που έκαναν χρήση περισσότερων από μιας ουσίας έδειξε πως στην πλειοψηφία τους οι χορευτές χρήστες ουσιών εμπλέκονται συχνά με παράλληλη χρήση πολλών ουσιών και δεν περιορίζονται στη χρήση μιας συγκεκριμένη ουσία (z (1) =87,68, p=0,000). Ο μέσος όρος του αριθμού ουσιών που χρησιμοποιήθηκαν ήταν4,18 με σταθερή απόκλιση 2, δείχνοντας έτσι πως η πλειοψηφία των συμμετεχόντων έκανε χρήση 2-6 διαφορετικών ουσιών μέσα στον τελευταίο χρόνο.
Μια βασική διαφορά μεταξύ των φύλων εντοπίστηκε (t(118)= -2,84, p=0,005), φάνηκε πως οι γυναίκες κάνουν χρήση περισσότερων ουσιών από τους άντρες, μέση τιμή για τις γυναίκες 4,77(SD = 1,98), μέση τιμή για τους άντρες 3,72 (SD = 2,03).
Συνδυαστική χρήση ουσιών
Από τους συμμετέχοντες 81 άτομα (66,3%) ανέφεραν συνδυαστική χρήση των ουσιών. Η αναλογία των 81 (66,3%) συμμετεχόντων που έκαναν μεικτή χρήση προς τους 41 (33,6%) που δεν έκαναν ήταν σημαντική (z (1) = 13,1, p = 0,001), και έδειξε πως τα άτομα που κάνουν χρήση ουσιών σε χορευτικά πάρτυ έχουν μεγαλύτερη τάση να κάνουν μεικτή χρήση παρά χρήση μίας μόνο ουσίας. Στην πλειοψηφία τους οι «συνηθισμένες μείξεις» (N=56, 69,1% των ατόμων που αναμειγνύουν τις ουσίες, 45,9% του συνολικού δείγματος) περιείχαν/αποτελούνταν από δύο ουσίες. Είκοσι από τους συμμετέχοντες ανέφεραν τρεις ουσίες (24,7% των ατόμων που αναμειγνύουν τις ουσίες, 16,4% του συνολικού δείγματος), 4 από τους συμμετέχοντες ανέφεραν τέσσερις ουσίες (5% των ατόμων που αναμειγνύουν τις ουσίες, 3,3% του συνολικού δείγματος), και ένας από τους συμμετέχοντες ανέφερε πέντε ουσίες (1,2% των ατόμων που αναμειγνύουν τις ουσίες, 0,8% του συνολικού δείγματος).
Οι γυναίκες αναμείγνυαν τις ουσίες συχνότερα απ’ ότι οι άντρες, 76,9% (N=40) αναμείγνυαν ουσίες σε σύγκριση με 58% (N=40) για τους άντρες (Z(1) = -2,01, p=0,02).
Οι συμμετέχοντες κλήθηκαν να δηλώσουν ποιες ουσίες χρησιμοποιούσαν σε συνδυασμό ‘συχνότερα’, δίνοντας στοιχεία για τα συστατικά στις αναμείξεις αυτές. Σε όλες τις αναμείξεις αναφερόταν η χρήση έκστασυ ή αμφεταμινών με μία ή δύο άλλες ουσίες. Έτσι τα «μείγματα» χωρίστηκαν στις εξής κατηγορίες: αμφεταμίνες και άλλη ουσία (ή άλλες ουσίες) όχι όμως έκστασυ (N=1, 1,2%), έκστασυ και άλλη ουσία (ή άλλες ουσίες) όχι όμως αμφεταμίνες (N=7, 8,6%), έκστασυ, αμφεταμίνες και άλλη ουσία (ή άλλες ουσίες) (N=22, 27,2%), έκστασυ και αμφεταμίνες μόνο (N=51, 63%). Η τελευταία είναι και η πιο συχνή περίπτωση ανάμειξης, με μεγαλύτερη πιθανότητα χρήσης του συνδυασμού έκστασυ και αμφιταμινών (z (1) = 5,44, p = 0,2) από ότι οποιεσδήποτε άλλες ουσίες. Οι ουσίες που χρησιμοποιήθηκαν σε συνδυασμό με έκστασυ και/ή αμφεταμίνες ήταν πάντα ένα ή περισσότερα από τα παρακάτω: παραισθησιογόνα/ διεγερτικά, κοκαΐνη, LSD ή ψιλοκυβίνη. Σε καμία από τις αναμείξεις που καταγράφηκαν δεν αναφέρθηκε χρήση ηρεμιστικών ναρκωτικών ουσιών.
Η σύγκριση στον αριθμό μεταξύ των δύο φύλων σε σχέση με τη χρήση του κάθε συνδυασμού δεν έδειξε σημαντικές διαφορές, με μοναδική εξαίρεσαη την κατηγορία ‘έκστασυ, αμφεταμίνες και άλλη ουσία (άλλες ουσίες)’ συνδυασμό τον οποίο δείχνουν να προτιμούν οι γυναίκες περισσότερο (z = 3.51, p = 0.000). Όταν, παρόλα αυτά, συγκρίθηκε ο αριθμός των ουσιών που χρησιμοποιήθηκαν από κάθε συμμετέχοντα για τις ‘συνήθεις μείξεις’ τους, δεν εντοπίστηκαν ιδιαίτερες διαφοροποιήσεις μεταξύ ανδρών και γυναικών (ο μέσος όρος των ουσιών που χρησιμοποιήθηκαν σε συνδυασμό από άντρες 2,30 (SD=0,61) ενώ ο αντίστοιχος μέσος όρος για τις γυναίκες ήταν 2,48 (SD= 0,68), z (1) = 1.45, p=0.23). Αυτό σημαίνει πως ενώ οι γυναίκες είναι πιο πιθανό από τους άντρες του δείγματός μας, να κάνουν συνδυαστική χρήση τριών ή περισσοτέρων ουσιών συμπεριλαμβανομένων έκστασυ και αμφεταμίνης, δεν ήταν πιθανότερο να κάνουν χρήση περισσότερων ουσιών γενικά στους συνδυασμούς τους.
Προμήθεια των ουσιών
Οι συμμετέχοντες ρωτήθηκαν από πού προμηθεύτηκαν τις ουσίες τους και τους δόθηκαν οι επιλογές ‘από το χώρο του πάρτυ’ (N=11, 9,4%), ‘από φίλο’ (N=117, 84,6%), ‘από συγγενή’ (N=32,6%), ‘στο δρόμο’ (N=3, 2,6%), ‘στο μπαρ/ παμπ’ (N=0) και ‘άλλο’ (N=0). Ο αριθμός των συμμετεχόντων που αγόρασε/ προμηθεύτηκε τις ουσίες από φίλο είναι πολύ μεγαλύτερος από το σύνολό όλων των άλλων πιθανών πηγών (z (4) = 578,87, p = 0,001).
Επικίνδυνη Συμπεριφορά
Εξετάστηκε η συχνότητα εμπλοκής σε πέντε επικίνδυνες συμπεριφορές, βάσει μιας κλίμακας που περιελάμβανε ποτέ, κάποιες φορές και πάντα. Οι επικίνδυνες συμπεριφορές ήταν: ενέσιμη χρήση, ανάμειξη/ συνδυαστική χρήση ουσιών και αλκοόλ, οδήγηση υπό την επήρεια ναρκωτικών ουσιών, σεξουαλική δραστηριότητα χωρίς προφυλάξεις και ‘καταστρέψατε ποτέ τη νύχτα σας παίρνοντας πάρα πολλά ναρκωτικά’ (χρησιμοποιείται σαν μέτρο από την προσωπική εμπειρία του ίδιου του συμμετέχοντα για την κατάχρηση ουσιών).
Στην ερώτηση σχετικά με την ανάμειξη αλκοόλ και ουσιών 28% των συμμετεχόντων (N=34) απάντησε ‘πάντα’, 57% (Ν=70) ‘μερικές φορές’ και 15% (Ν=18) απάντησε ‘ποτέ’. Όσον αφορά την οδήγηση υπό την επήρεια ναρκωτικών ουσιών 11% (N=13) των συμμετεχόντων απάντησε ‘πάντα’, 25% (N=31) απάντησε ‘μερικές φορές’ και 64% (N=78) απάντησε ‘ποτέ’. Σχετικά με τη σεξουαλική δραστηριότητα χωρίς προφυλάξεις 4% (N=5) απάντησε ‘πάντα’, 26% (N=32) ‘μερικές φορές’ και 70% (N=85) ‘ποτέ’. Το 3% (N=4) των συμμετεχόντων απάντησε ‘πάντα’, το 33% (N=40) ‘μερικές φορές’ και το 64% (N=78) ‘ποτέ’ στο ερώτημα σχετικά με τη λήψη πολλών ουσιών, ενώ το 99% (N=121) των συμμετεχόντων απάντησαν ‘ποτέ’ στην ερώτηση σχετικά με την ενδοφλέβια χρήση ουσιών και μόνο το 1% (N=1) απάντησε ‘μερικές φορές’.
Ένας βαθμός ‘επικινδυνότητας’ υπολογίστηκε αθροίζοντας τη βαθμολογία των συμμετεχόντων για κάθε συμπεριφορά (1= ποτέ, 2=μερικές φορές, 3=πάντα) ορίζοντας έτσι μέγιστο πιθανό σκορ 15 και ελάχιστο 5. Ο μέσος όρος της βαθμολογίας του δείγματος ήταν 7,22 (SD=1.41), το οποίο σημαίνει δύο απαντήσεις ‘πάντα’ και ‘μερικές φορές’ σε δύο επικίνδυνες συμπεριφορές. Ο βαθμός ‘επικινδυνότητας’ επιτρέπει τις συγκρίσεις μεταξύ τις εμπλοκής ανδρών και γυναικών. Δεν εντοπίστηκαν ιδιαίτερες διαφορές μεταξύ της βαθμολογίας των ανδρών (μέσος= 7,13, SD = 1,37) και των γυναικών (μέσος= 7,29, SD = 1,46) όσο αφορά τον βαθμό ‘επικινδυνότητας’ (t (107) = -0,5., p=0,62) . Βλέπε πίνακα 4.
Πίνακας 4. Βαθμός «επικινδυνότητας» επί του συνόλου του δείγματος και ταξινόμηση κατά φύλο, που αφορά επικίνδυνες συμπεριφορές στις οποίες ενεπλάκησαν κατά τον τελευταίο χρόνο
Βαθμολογία | Συνολικό | Συνολικό (%) | Αριθμός ανδρών | Ποσοστό ανδρών (%) | Αριθμός γυναικών | Ποσοστό γυναικών (%) |
5 | 7 | 5,7 | 5 | 7,2 | 2 | 3,8 |
6 | 30 | 24,6 | 18 | 26,1 | 12 | 23,1 |
7 | 33 | 27,0 | 15 | 21,7 | 13 | 24,6 |
8 | 22 | 18,0 | 12 | 17,4 | 10 | 19,2 |
9 | 12 | 9,8 | 7 | 10,1 | 5 | 9,6 |
10 | 3 | 2,5 | 2 | 2,9 | 1 | 1,9 |
11 | 2 | 1,6 | 1 | 1,4 | 0 | 0 |
12 | 0 | 0 | 0 | 0 | 0 | 0 |
13 | 1 | 0,8 | 0 | 0 | 1 | 1,9 |
14 | 0 | 0 | 0 | 0 | 0 | 0 |
15 | 0 | 0 | 0 | 0 | 0 | 0 |
missing | 12 | 9,8 | 9 | 13 | 8 | 15,9 |
Όπου στη βαθμολογία στο 5 είναι όλοι οι συμμετέχοντες που απάντησαν «ποτέ» και στις πέντε επικίνδυνες συμπεριφορές και στο 15 οι συμμετέχοντες οι οποίοι απάντησαν «πάντα» και στις πέντε συμπεριφορές
Περίληψη των Διαφορών Μεταξύ των δύο Φύλων
Περισσότερες γυναίκες από ότι άντρες έκαναν χρήση κοκαΐνης (50% (N=26) γυναίκες: 29% (N=20) άντρες, z=2,35, p=0,019) και νιτριτών (28,8% (N=9) γυναίκες: 13% (N=15) άντρες, z=2,15, p=0,032). Οι γυναίκες χρήστες αμφεταμινών έκαναν συχνότερα χρήση από τους άντρες χρήστες αμφεταμινών (z = -3,252, p = 0,001). Κατά μέσο όρο οι γυναίκες έκαναν χρήση περισσότερων ουσιών από τους άντρες (μέσος όρος γυναικών: 4,77, μέσος όρος ανδρών 3,72; t(118)= -2,84, p=0,005). Περισσότερες γυναίκες έκαναν συνδυαστική χρήση ουσιών (76,9%, N=40) απ’ ότι άντρες (58%, N=40) (z (1)= -2,01, p=0,02). Περισσότερες γυναίκες από ότι άντρες υπέδειξαν ως συχνότερη κατηγορία συνδυαστικής χρήσης ουσιών αυτή που περιλάμβανε ‘έκστασυ, αμφεταμίνες και άλλη ουσία (άλλες ουσίες)’ (26,9% (N=14) των γυναικών: 11,6% (N=8) των ανδρών; z = 3,51, p = 0,000), αν και δεν υπήρχαν διαφορές μεταξύ των δύο φύλων όσον αφορά στον αριθμό των ουσιών που χρησιμοποιήθηκαν σε ένα συνηθισμένη συνδυασμό (z = 1,45, p = 0,23).
ΣΥΖΗΤΗΣΗ
Οι τρόποι κατανάλωσης των ουσιών που εντοπίστηκαν υποδεικνύουν την τακτική χρήση έκστασυ και αμφεταμινών, συχνά σε συνδυασμό, με περιστασιακή χρήση άλλων διεγερτικών και παραισθησιογόνων ουσιών. Αυτό δεν συνεπάγεται πως όσοι συμμετέχουν σε ανάλογα πάρτυ καταναλώνουν οπωσδήποτε ναρκωτικές ουσίες, αλλά όσοι όντως καταναλώνουν ακολουθούν ιδιαίτερο τρόπο χρήσης.
Τα δημογραφικά στοιχεία που σχετίζονται με την απασχόληση δείχνουν πως τα άτομα που κάνουν χρήση ουσιών για διασκέδαση είναι, γενικά, σε απασχόληση ή στην ανώτατη εκπαίδευση, έτσι δεν μπορούμε να πούμε πως βιώνουν την κοινωνική και οικονομική περιθωριοποίηση που σχετίζεται με τη συνήθη χρήση των άλλων ουσιών (Pedersen & Skrondal, 1999). Το γεγονός πως αυτός ο τρόπος χρήσης δεν θεωρείται ιδιαίτερα «κοινωνικά παρεκλίνων» από τους συμμετέχοντες είναι εμφανές από την εύκολη πρόσβαση στις ουσίες μέσω φίλων, από το ότι δεν υπάρχει εξάρτηση (από την άποψη της καθημερινής χρήσης) αλλά επίσης και από την ομοιότητα των ποσοστών χρήσης τόσο από εκπροσώπους του ανδρικού όσο και του γυναικείου πληθυσμού.
Η ‘κοινωνικοποίηση’ της χρήσης ουσιών για διασκέδαση εξηγήθηκε αρκετά από τον Parker και άλλους (1988) μέσω ενός πλαισίου που δημιουργεί μια σύγχρονη κουλτούρα ενδογενώς επικίνδυνη έτσι ώστε οι κίνδυνοι από τη χρήση ουσιών να μην εκλαμβάνονται πλέον ως ο αντίποδας της ‘ασφαλούς’ συμπεριφοράς. Ο κόσμος των ενηλίκων που δεν σχετίζεται καθόλου με τη χρήση ουσιών για διασκέδαση μπορεί επίσης να κατασκευαστεί έτσι ώστε να εκλογικεύσει τους κινδύνους που σχετίζονται με τους κινδύνους από τη χρήση ουσιών, «φυσικά οκτώ θάνατοι (που σχετίζονται με τη χρήση έκστασυ) είναι υπερ-αρκετοί, αλλά και το χάπι Viagra ήδη προκάλεσε θάνατο σε 31 άτομα, επιπλέον περισσότεροι άνθρωποι πεθαίνουν από αλλεργική αντίδραση σε φιστίκια παρά από τη χρήση έκστασυ» (McNicholas, in Stevens, 1999:14). Επιπλέον, θεωρίες της ψυχολογίας γύρω από την αντίληψη του κινδύνου υποδεικνύουν πως οι μακροπρόθεσμοι κίνδυνοι για βλάβη του εγκεφάλου που προκαλούνται από τη χρήση της ουσίας έκστασυ, ακριβώς επειδή φαντάζουν απόμακροι, έχουν μικρό νόημα για τους χρήστες (Shewan, et al., 1999).
Η πλειοψηφία των συμμετεχόντων σε αυτή την έρευνα ήταν νεότεροι (ηλικία 18-20) από τους συμμετέχοντες σε προηγούμενες έρευνες σχετικά με τη χρήση ουσιών για διασκέδαση. Εφόσον στα χορευτικά αυτά πάρτυ δεν επιτρέπεται η είσοδος στα άτομα κάτω των 18 χρόνων, η επικρατούσα ηλικία των 18 ετών αποτελεί και το κατώτατο όριο της έρευνας (οι δικές μας μετρήσεις σταματούν σε αυτό το σημείο, όχι όμως και τα δημογραφικά των χρηστών). Συνοψίζοντας, τονίζουμε πως το κατώτατο αυτό όριο αντιπροσωπεύεται από ένα πληθυσμό, ο οποίος όταν φτάσει το επιτρεπτό όριο των 18 χρόνων ώστε να του επιτρέπεται η είσοδος σε χορευτικά κέντρα, είναι ήδη εξοικειωμένος με τις ουσίες.
Σε μια προσπάθεια να ξετυλίξουμε τη σχέση μεταξύ των χορευτικών πάρτυ και της χρήσης ουσιών, εντοπίσαμε την επικράτηση και τη συχνότητα εμφάνισης των τρόπων τα οποία συχνά ταυτίζονται το ένα με το άλλο. Για παράδειγμα, το έκστασυ και οι αμφεταμίνες αποτελούν τις επικρατέστερες και πιο συχνά χρησιμοποιημένες ουσίες (82% και 81% των συμμετεχόντων έχουν κάνει χρήση έκστασυ και αμφεταμινών μέσα στον τελευταίο χρόνο, 61% και 55% των οποίων έκαναν χρήση έκστασυ και αμφεταμινών αντίστοιχα τουλάχιστον σε μηνιαία βάση). Προηγούμενες έρευνες έχουν εντοπίσει ως επικρατέστερες ουσίες για τα χορευτικά πάρτυ τα διεγερτικά (Bean και άλλοι 1997; Forsyth, 1996), στην παρούσα έρευνα, παρόλα αυτά, φαίνεται πως έχει υπάρξει μια μεταβολή, η οποία έφερε το έκστασυ και τις αμφεταμίνες στην πρώτη θέση στην προτίμηση των χρηστών του δείγματός μας, με την κοκαΐνη να έρχεται δεύτερη σε επικράτηση, και όχι το LSD ή τους νιτρίτες.
Η αύξηση στον αριθμό των χρηστών κοκαΐνης που εντοπίστηκαν από την έρευνά μας μπορεί να αποτελεί ένα προσωρινό και/ ή τοπικό φαινόμενο, δεν παύει όμως να αντανακλά την αύξηση στη χρήση της κοκαΐνης στην Αγγλία (Hayes & Baker, 1998). Η αύξηση της χρήσης κοκαΐνης μπορεί να οφείλεται σε μια μετατροπή της εικόνας του ‘γιάπικου/ χλιδάτου’ ή ‘σκληρού’ ναρκωτικού (Forsyth, 1996; Ditton, και άλλοι, 1991; Morrison & Plant, 1990). Αυτή η μετατόπιση μπορεί επίσης να οφείλεται στην πτώση της τιμής πώλησης της κοκαΐνης (Stevens, 1999). Τα άτομα που συχνάζουν σε χορευτικά πάρτυ μπορεί να παρουσιάζουν αυξημένη χρήση κοκαΐνης επιθυμώντας ένα ‘διάλειμμα’ από το έκστασυ και τις αμφεταμίνες, και αναζητώντας μεγαλύτερο έλεγχο γύρω από τα αποτελέσματα της χρήσης ουσιών (η κοκαΐνη έχει πιο βραχυπρόθεσμα αποτελέσματα), ή εντελώς παράδοξα, λόγω του ότι έχουν τονιστεί ιδιαίτερα από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης οι κίνδυνοι από τη χρήση έκστασυ (Βλέπε Parker και άλλοι. (1998) καθώς και Shiner & Newburn (1999) σχετικά με τη συζήτηση για τα αποτελέσματα που μπορεί να έχουν μηνύματα εκφοβισμού γύρω από τη χρήση ουσιών, μέσα από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης). Η συνέχεια σε αυτή τη μετατόπιση μπορεί να έχει πολύ σοβαρές συνέπειες, καθώς η κοκαΐνη είναι πιο εξαρτητική ουσία από το έκστασυ, μια πιθανή εξέλιξη της κοκαΐνης σε «επιδημιολογική γέφυρα» (Forsyth, 1996: 514) ανάμεσα στη χρήση ουσιών για διασκέδαση και στην προβληματική κατανάλωση ουσιών. Αυτή η γέφυρα μπορεί να ενδυναμωθεί επιπλέον από την νομική ταξινόμηση των ουσιών στην Μεγάλη Βρετανία σύμφωνα με την οποία δεν γίνεται διαχωρισμός μεταξύ κοκαΐνης και έκστασυ (και οι δύο ουσίες αποτελούν ελεγχόμενα ναρκωτικά Α’ Τάξης).
Ο Forsyth (1996) παρουσίασε μία κατηγοριοποίηση για τις ουσίες που χρησιμοποιούνται στη διασκέδαση ώστε να μπορέσει να χαρτογραφήσει την επικράτηση αρκετών ουσιών σε συνάρτηση με το χώρο που χρησιμοποιούνται. Όσο ψηλότερα βρισκόταν στην ιεραρχική κλίμακα μία ουσία, τόσο περισσότερο σχετιζόταν η χρήση της με συγκεκριμένους χώρους διοργάνωσης χορευτικών πάρτυ. Οι ουσίες που βρίσκονταν χαμηλότερα στην κλίμακα της ιεραρχίας είτε δεν χρησιμοποιούνταν συχνά σε χορευτικά πάρτυ (π.χ. διαλυτικά) είτε ήταν τόσο κοινά χρησιμοποιούμενες ουσίες που χρησιμοποιούνται τόσο στα συγκεκριμένα πάρτυ όσο και αλλού (π.χ αλκοόλ). Η παρούσα μελέτη κατηγοριοποίησε την επικράτηση των ουσιών που χρησιμοποιήθηκαν στα χορευτικά πάρτυ ώστε τα αποτελέσματα να είναι συγκρίσιμα με αυτά της μελέτης και ταξινόμησης στην ιεραρχία του Forsyth’s για τις ουσίες που χρησιμοποιούνται για διασκέδαση, δηλαδή ποιες ουσίες χρησιμοποιούνται συχνότερα από τα άτομα που συχνάζουν σε χορευτικά πάρτυ. Η μελέτη μας στήριξε την κατηγοριοποίηση του Forsyth’s από την άποψη της επικράτησης του έκστασυ και των αμφεταμινών ως ουσίες που χρησιμοποιούνται για διασκέδαση, ενώ εντόπισε μια αύξηση στη χρήση κεταμινών και μείωση στη χρήση νιτριτών (για παράδειγμα μόνο 7,1% των ατόμων που συμμετείχαν στην έρευνα του Forsyth’s (ibid.) είχαν δοκιμάσει κεταμίνες σε σύγκριση με 19,7% των συμμετεχόντων σε αυτή την μελέτη). Οι κεταμίνες δεν θεωρούνται ουσίες που χρησιμοποιούνται συνήθως σε χορευτικά πάρτυ καθώς έχουν χαλαρωτικά αποτελέσματα στους μύες και έτσι επηρεάζουν τις σωματικές δραστηριότητες. Παρόλα αυτά, η ηδονιστική χρήση τους εκτός χορευτικών πάρτυ, η παρουσία τους ως ‘αντίδοτο’ στο έκστασυ, και τα διεγερτικά του αποτελέσματα όταν λαμβάνεται σε μικρές δόσεις (Dalgarno & Shewan, 1996; Jansen, 2000; Shewan, Dalgarno, & King 1996) μπορεί να αποτελούν παράγοντες που έχουν οδηγήσει στην αυξημένη χρήση τους στα χορευτικά πάρτυ. Η χρήση νιτριτών μπορεί να έχει μειωθεί λόγω ‘μόδας’, διαθεσιμότητας, και/ ή άλλων νομικών επιπλοκών στη Μεγάλη Βρετανία.
Η τυπολογία του Forsyth είναι ιδιαίτερα χρήσιμη για τον εντοπισμό και τη σύγκριση της επικράτησης των ουσιών στα χορευτικά πάρτυ. Εντούτοις, με βάση αυτή την τυπολογία έχουμε κατατάξει ουσίες με χαμηλή επικράτηση (π.χ. Κρακ), ή που δεν αναφέρθηκαν καθόλου (π.χ. Ηρωίνη), στα χορευτικά πάρτυ ως «ουσίες που δεν χρησιμοποιούνται καθόλου στα χορευτικά πάρτυ. Θεωρούμε πως αυτή η ορολογία-ταξινόμηση είναι ιδιαίτερα σημαντική παρά το γεγονός πως κάποιες από αυτές τις ουσίες τελικά χρησιμοποιήθηκαν στα χορευτικά πάρτυ, καθώς καταλαβαίνουμε από τη χαμηλή επικράτησή τους πως οι συμμετέχοντές στην έρευνά μας γενικώς δεν συσχετίζουν τη χρήση αυτών των ουσιών με χορευτικά πάρτυ.
Η παρούσα μελέτη έκανε ένα διαχωρισμό μεταξύ του φαινομένου της παράλληλης και της συνδυαστικής χρήσης ουσιών, δείχνοντας πως και οι δύο συμπεριφορές αποτελούν χαρακτηριστικό του συγκεκριμένου δείγματος (93% είχαν κάνει χρήση περισσότερων ουσιών από μίας μέσα στον τελευταίο χρόνο και το 66% των συμμετεχόντων ανέφεραν συνδυαστική χρήση ουσιών). Αυτά τα ευρήματα επιβεβαιώνουν προηγούμενες έρευνες οι οποίες έχουν δείξει την πιθανότητα συνδυαστικής χρήσης ουσιών στα χορευτικά πάρτυ (π.χ. Forsyth, 1996). Το 93,8% των συμμετεχόντων σε αυτή την έρευνα ανέφεραν χρήση τουλάχιστον 2-3 ουσιών στο ‘συνηθισμένο συνδυασμό’ τους, με ένα μέσο όρο χρήσης 4,18 ουσιών μέσα στο χρόνο. Το τελευταίο νούμερο είναι χαμηλότερο από αυτό του Forsyth (ibid.) ο οποίος ανέφερε μέσο όρο ουσιών που χρησιμοποιήθηκαν 10,7. αυτή η διαφορά μπορεί να εξηγηθεί είτε με τους όρους από τις μετρήσεις του Forsyth (καταγραφή κατανάλωση ουσιών σε χορευτικά πάρτυ και μη), είτε με τη στρατολόγηση άλλων μεγαλύτερων σε ηλικία συμμετεχόντων οι οποίοι συχνά απασχολούνταν στο χώρο της μουσικής σκηνή.
Ο συνδυασμός έκστασυ και αμφεταμινών ήταν αυτός με τη μεγαλύτερη επικράτηση (πχ. 90,2% των ‘συνηθισμένων μείξεων’ περιείχαν αμφεταμίνες και έκστασυ). Ο εντοπισμός αυτού του μείγματος έκστασυ και αμφεταμινών ως το επικρατέστερο μείγμα (συνδυασμός με τη μεγαλύτερη πιθανότητα εμφάνισης) αποτελεί ένα φαινόμενο που πρώτη φορά παρατηρείται. Αυτό μπορεί να υποδηλώνει μια εκλογίκευση στην κατανάλωση ουσιών για διασκέδαση μέσα στα πλαίσια αλλαγών όπως η αύξηση στην περιστασιακή χρήση κοκαΐνης, το οποίο αποτελεί εύρημα κλειδί, καθώς και οι δύο ουσίες έχουν την τάση να αυξάνουν την θερμοκρασία του σώματος, παράγοντας που εντοπίστηκε στις αιτίες θανάτων που σχετίζονται με χρήση έκστασυ/ ουσιών στη διασκέδαση (Forsyth, 1996; Henry, 1992). Επιπλέον, η φύση της κατανάλωσης ουσιών στη διασκέδαση (πχ η εβδομαδιαία χρήση έκστασυ) αυξάνει τους κοινωνικούς, συναισθηματικούς και γνωσιακούς κινδύνους που σχετίζονται με τη χρήση ουσιών (Hammersley et al., 1999; Pedersen & Skrondall, 1999; Wareing, et al., 2000) και δείχνει πως οι ουσίες συχνά αποτελούν περισσότερο καθιερωμένη πρακτική του clubbing από ότι συμπεριφορά που σχετίζεται με ‘εξαιρετικές περιστάσεις’. Οι συμμετέχοντες επίσης ήταν ευάλωτοι σε κινδύνους που σχετίζονται με την ανάμειξη αλκοόλ και ουσιών, στους οποίους περιλαμβάνονται η αφυδάτωση (85% ανέφεραν πως πάντα ή ορισμένες φορές πίνουν παράλληλα με την κατανάλωση ουσιών), ένα τρίτο των συμμετεχόντων ανέφερε σεξουαλικές δραστηριότητες χωρίς προφυλάξεις, και λήψη «πάρα πολλών ουσιών», ενώ ένα τέταρτο των συμμετεχόντων παραδέχθηκε πως έχει οδηγήσει υπό την επήρεια ναρκωτικών ουσιών. Ο υψηλός αριθμός των συμμετεχόντων που ανέφεραν πως δεν έχουν οδηγήσει υπό την επήρεια ναρκωτικών ουσιών (64%) μπορεί να οφείλεται στο γεγονός πως λόγω του νεαρού της ηλικίας των συμμετεχόντων δεν είχαν εύκολη πρόσβαση σε αυτοκίνητο. Όσον αφορά την πρόσβαση σε ναρκωτικές ουσίες μέσω φίλων οι συμμετέχοντες σε αυτή την έρευνα ήταν περισσότερο ευάλωτοι απέναντι στον νόμο ο οποίος δεν κάνει «επαγγελματικές» και «κοινωνικές» διαφοροποιήσεις στην παροχή ναρκωτικών ουσιών, ιδιαίτερα καθώς η παρούσα κυβερνητική πολιτική τονίζει τη διαφορά μεταξύ χρηστών και εμπόρων (Macdonald, 1999).
Ηρεμιστικές ουσίες που έχουν τάσεις επικράτησης στη Σκωτία, όπως η ηρωίνη και η Τεμαζεπάμη χρησιμοποιήθηκαν πολύ λίγο στα χορευτικά πάρτυ. Αυτό πιθανώς να σχετίζεται με το γεγονός πως τα αποτελέσματά τους δεν ταιριάζουν με το χορό, αλλά δεν σημαίνει πως δεν σχετίζονται με τα χορευτικά πάρτυ ως συμπεριφορά κατάλληλη για μετά το πάρτυ. Μπορεί παρόλ’αυτά να σημαίνει πως τα άτομα που κάνουν χρήση ουσιών για διασκέδαση ξεχωρίζουν τα διάφορους τρόπους χρήσης ουσιών, μια κατηγοριοποίηση που ενθαρρύνεται και μέσα στα πλαίσια της μείωσης της βλάβης από όλη τη σχετική βιβλιογραφία με στόχο να μειώσει τους δρόμους που συνδέουν τη χρήση ουσιών στη διασκέδαση με την εξάρτηση (Fawcett, και άλλοι 1996). Μόνο ένα από τους συμμετέχοντες ανέφερε ενέσιμη χρήση ουσιών, παρά την επικράτηση των αμφεταμινών, το οποίο υποδηλώνει επίσης εμπλοκή με ουσίες κατά την οποία όμως γίνεται διαχωρισμός μεταξύ της χρήσης για διασκέδαση από άλλες μορφές χρήσης. Παρόλα αυτά εμείς θεωρούμε πως θα πρέπει να είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί καθώς οι Shewan και άλλοι (1998) ανέφεραν την εμφάνιση του φαινόμενου πειραματισμού με ηρωίνη σε πληθυσμό γύρω στα 30 που δεν ήταν σε θεραπεία, και ο Forsyth (1996) εντόπισε πληθυσμό μεγαλύτερης ηλικίας οι οποίοι όχι μόνο είχαν πάρει περισσότερες φαρμακολογικές ουσίες από τους συμμετέχοντες της δικής μας έρευνας αλλά ανέφεραν και περισσότερη ενέσιμη χρήση (7,4%). Έτσι, η εμπλοκή με κάποιες επικίνδυνες συμπεριφορές μπορεί να σχετίζεται με πιο παλιούς χρήστες ουσιών στην διασκέδαση.
Σύμφωνα με τα ευρήματα της έρευνας αυτής η υπηρεσίες προαγωγής της υγείας θα πρέπει να ασχοληθούν περισσότερο με την ομάδα ατόμων που κάνει χρήση σε χορευτικά πάρτυ καθώς και με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της χρήσης τους. Πιο συγκεκριμένα θα πρέπει να ασχοληθούν με τη συχνότητα χρήσης της ουσίας, τη συνδυαστική χρήση ουσιών και/ή αλκοόλ και με το διαχωρισμό ανάμεσα στις ουσίες που χρησιμοποιούνται στη διασκέδαση και με αυτές που είναι εξαρτητικές. Η πολιτική γύρω από την εγκληματικότητα θα πρέπει να εντάξει και την επικράτηση της προμήθειας των ουσιών μέσω φίλων. Επίσης, έχουμε εντοπίσει την ανάγκη για πιο μακροσκελείς έρευνες στους δρόμους της τοξικοεξάρτησης μέσα στα χορευτικά πάρτυ αλλά και την έλλειψη στοιχείων που αφορούν άλλες εθνικότητες καθώς το δικό μας δείγμα αποτελούσαν μονάχα άτομα της λευκής φυλής.
Παράρτημα 1. Έντυπο ερωτηματολόγιο
Έρευνα CREW 2000
Αυτό το ερωτηματολόγιο δημιουργήθηκε από το προσωπικό του CREW 2000 το οποίο παρέχει πληροφορίες για τη χρήση ουσιών σε νέους. Η έρευνά μας έχει σχεδιαστεί με σκοπό να συλλέξει περισσότερες πληροφορίες για τη χρήση ουσιών για ψυχαγωγία.
Αυτό το ερωτηματολόγιο είναι ανώνυμο και εμπιστευτικό, παρακαλώ συμπληρώστε το με ακρίβεια και ειλικρίνεια.
Παρακαλώ θυμηθείτε πως τα παρακάτω αφορούν στη ΧΡΗΣΗ ΟΥΣΙΩΝ ΓΙΑ ΨΥΧΑΓΩΓΙΑ ΜΟΝΟ, και όχι τη χρήση ουσιών γενικά.
- Ηλικία ……
- Φύλο Α Γ
- Σε ποια πόλη, ή κοντά σε ποια πόλη, μένεις; ……………………………
- Είσαι:
στο σχολείο;
στο πανεπιστήμιο
εργαζόμενος;
άνεργος;
άλλο; (παρακαλώ δήλωσε τι)
…………………………………………………..
- Έχεις κάνει ποτέ χρήση ουσιών για ψυχαγωγία; (επέλεξε την απάντηση που ταιριάζει)
Ναι Όχι (παρακαλώ πήγαινε κατευθείαν στο Νο 10)
Έχεις κάνει χρήση ουσιών για ψυχαγωγία μέσα στον τελευταίο χρόνο; (επέλεξε την απάντηση που ταιριάζει)
Ναι Όχι (παρακαλώ πήγαινε κατευθείαν στο Νο 13)
Παρακαλώ θυμήσου πως το υπόλοιπο ερωτηματολόγιο αναφέρεται στη χρήση ουσιών μόνο τον τελευταίο χρόνο
Ποιες ουσίες έχεις χρησιμοποιήσει τον τελευταίο χρόνο για ψυχαγωγία, και κάθε πότε; (παρακαλώ επέλεξε ΟΛΕΣ τις απαντήσεις που ταιριάζουν)
Επέλεξε μόνο ένα από τα παρακάτω |
|||||
Συχνότερα από μια φορά την εβδομάδα | Εβδομαδιαία | Μηνιαία | Κάθε 3 μήνες | Σπάνια | |
Speed (Αμφεταμίνες) | |||||
Ε (Ecstasy/ MDMA) | |||||
Trips (LSD) | |||||
Κόκα (κοκαίνη) | |||||
Κρακ (Base) | |||||
Sims (simeron) | |||||
Special K (κεταμίνες) | |||||
Poppers (νιτρίτες) | |||||
Μαγικά μανιτάρια | |||||
Smack (ηρωίνη) | |||||
2CB | |||||
Χασίς (κάνναβη) | |||||
Jellies (πχ τεμαζεπάμη) | |||||
Μεθ (Μεθανόλη) | |||||
DF | |||||
Διαλυτικά (πχ κόλλες) | |||||
Άλλο: ……………….. |
Έκανες μείξη των ουσιών που χρησιμοποίησες για ψυχαγωγία τον τελευταίο χρόνο; (επέλεξε την απάντηση που ταιριάζει)
Ναι Όχι (παρακαλώ πήγαινε κατευθείαν στο Νο 8)
Ποιος είναι ο συνδυασμός που έκανες συχνότερα και πότε; (παρακαλώ δηλώστε τι)
ΟΥΣΙΕΣ ΠΟΥ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΗΣΕΣ ΠΡΙΝ/ ΚΑΤΑ ΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΨΥΧΑΓΩΓΙΚΟΥ ΓΕΓΟΝΟΤΟΣ | ΟΥΣΙΕΣ ΠΟΥ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΗΣΕΣ ΜΕΤΑ ΤΟ ΨΥΧΑΓΩΓΙΚΟ ΓΕΓΟΝΟΣ |
………………………………………………….
…………………………………………………. …………………………………………………. |
………………………………………………….
…………………………………………………. …………………………………………………. |
- Από πού προμηθεύτηκες τις ουσίες που ήθελες για ψυχαγωγία τον τελευταίο χρόνο;
(Παρακαλώ επέλεξε αυτό που ταιριάζει περισσότερο)
£ από το χώρο ψυχαγωγίας | £ από την πάμπ | £ στο δρόμο |
£ από φίλους | £ από την οικογένειά μου | £ άλλο (εξήγησε τι) ………………………………. |
- Ενώ είχες κάνει χρήση ουσιών για ψυχαγωγία είχες ποτέ:
(παρακαλώ επέλεξε για κάθε κατηγορία)
Ποτέ | Ορισμένες φορές | Πάντα | |
Κάνει ενδοφλέβια χρήση; | |||
Αναμείξει ουσίες με αλκοόλ; | |||
Οδηγήσει από/ προς το ψυχαγωγικό γεγονός; | |||
Σεξουαλικές επαφές χωρίς προστασία; | |||
Χαλάσει ποτέ το βράδυ σας επειδή πήρες μεγάλη ποσότητα ουσιών; |
- ΣΕ ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ ΠΟΛΥ ΓΙΑ ΤΟ ΧΡΟΝΟ ΚΑΙ ΤΗ ΒΟΗΘΕΙΑ ΣΟΥ –ΚΑΛΑ ΝΑ ΠΕΡΑΣΕΙΣ ΤΟ ΥΠΟΛΟΙΠΟ ΒΡΑΔΥ!
References
Barnard, M. & McKeganey, N. (1994) Drug Misuse and Young People: A Selective Review of the Literature. Glasgow: Centre for Drug Misuse Research.
Bean, P., Stratford, N., White, C., Goodman, C., Malyon, T., Charles, V., O’Hagan, C. & Woolvett, G. (1997) Release Drugs and Dance Survey: An Insight into the Culture. London: Release.
Branigan, P., Kuper, H. & Wellings, K. (1997) Posterspotting. The Evaluation of the London Dance Safety Campaign. London: London School of Hygiene and Tropical Medicine.
Calafat, A., Bohrn, K., Juan, M., Kokkevi, A., Mendes, F., Palmer, A., Sherlock, K., Simon, J., Stocco, P., Sureda, M.P., Tossmann, P., Van de Wijngaaft, G. & Irefrea, P.Z. (1999) Night Life in Europe and Recreative Drug Use. European Commission.
Christophorou, A., Scorthorne, J. & McCauley, A. (1996) A Major Survey into Safer Dancing. Sheffield: SHED.
Collin, M. (1997) Altered State. London: Serpent’s Tale.
Dalgarno, P., and Shewan, D. (1996) Illicit use of ketamine in Scotland. Journal of Psychoactive Drugs, 28, 191-199.
Ditton, J, Farrow, K., Forsyth, A., Hammersley, R., Hunter, G., Lavelle, T., Mullen, K., Smith, I., Davies, J., Henderson, M., Morrison, V., Bain, D., Elliot, L., Fox, A., Geddes, B., Green, R., Taylor, J., Dalgarno, P., Ferguson, I., Phillips, S. & Watt, S. (1991) Scottish cocaine users: wealthy snorters or delinquent smokers. Drug and Alcohol Dependence, 28,.269-276
Dorn, N., Murji, K. & South, N. (1991) Abby, the ecstasy dealer. Druglink, Nov/Dec.
European Monitoring Centre for Drugs and Drug Addiction (EMCDDA). (1996). Annual Report on the State of the Drugs Problem in the European Union. (UK: European Communities).
Fawcett, L., Riley, S., Smith, N., Pearson, D & McBride, W. (1996) The Survivors’ Guide to Drugs and Clubbing. Scotland: Health Education Board for Scotland.
Forsyth, A.J.M. (1996) Places and patterns of drug use in the Scottish dance scene. Addiction, 91, 511-521.
Hammersley, R., Ditton, J., Smith, I. & Short, E. (1999) Patterns of ecstasy use by drug users. British Journal of Criminology, 39, 625-647.
Hayes, G. & Baker, O. (1998) Drug Prevalence in the U.K.: Update 1998: Report to the Department of Health. London: ISDD.
Henry, J.A. (1992) Ecstasy and the dance of death, British Medical Journal, 305, 5-6.
HMSO. (1999). Drug Misuse Declared in 1998: Results from the British Crime Survey. London.
Jansen, K.L.R. (2000). Anaesthetic apocalypse. Ketamine part 1: hits and myths. DrugLink, January/February, 8-11.
Johnson, L.D., O’Malley, P.M. & Bachman, J.G. (2000) Monitoring the Future: National Results on Adolescent Drug Use. Maryland: USA: National Institute of Drug Abuse.
Leitner, M., Shapland, J. & Wiles, P. (1993) Drug Use and Drug Prevention: The Views and Habits of the General Population. London: HMSO.
Lenton, S., Boys, A. & Norcross, K. (1997) Raves, drugs and experience: Drug use by a sample of people who attend raves in Western Australia. Addiction, 92, 1327-1337.
Macdonald, Z. (1999) Illicit drug use in the UK: Evidence form the British Crime Survey. British Journal of Criminology, 39, 585-608.
Measham,F., Newcombe, R. & Parker, H. (1993) The Post-Heroin Generation. Druglink, May/June, 16-17.
Morrison, V.L. & Plant, M.A. (1990) Licit and illicit drug initiations and alcohol-related problems amongst illicit drug users in Edinburgh. Drug and Alcohol Dependence, 27, 19-27.
Mulland,R., Sherval, J. and Skelton, L. (1996) Young People’s Drug Use at Rave/Dance Events. Edinburgh: Crew 2000.
Parker, H., Aldridge, J. & Measham, F. (1998) Illegal Leisure: The Normalization of Adolescent Recreational Drug Use. London: Routledge.
Parker, H., Measham, F., & Aldridge, J. (1995) Drugs Futures: Changing Patterns of Drug Use Amongst English Youth. London: Institute for Study of Drug Dependence.
Pearson, G. (1999) Drugs at the end of the century. British Journal of Criminology, 39, 477-487.
Pedersen, W. & Skrondal, A. (1999) Ecstasy and new patterns of drug use: a normal population study. Addiction, 94, 1695-1706.
Ramsay, M. & Spiller, J. (1997) Drug Misuse Declared in 1996 from the British Crime Survey. Home Office Research Study, 56. London.
Saunders, N. (1995) Ecstasy and the Dance culture. London: Nicolas Saunders.
Shewan, D., Dalgarno, P. and King, L.A. (1996) Tablets often contain substances in addition to, or instead of, ecstasy…such as ketamine. British Medical Journal, 313, 424.
Shewan, D., Dalgarno, P., Marshall, A., Lowe, E., Cambell, M., Nicholson, S., Reith, G., Mclafferty, V. & Thompson, K. (1998) Patterns of heroin use among a non-treatment sample in Glasgow (Scotland). Addiction Research, 6, 215-234.
Shewan, D., Delgarno, P., & Reith, G. (1999) Perceived risk and risk reduction among ecstasy users in Glasgow (Scotland). International Journal of Drug Policy, 10, 431-453.
Shiner, M. & Newburn, T. (1997) Definitely, maybe not? The normalisation of recreational drug use amongst young people. Sociology, 31, 511-529.
Shiner, M. & Newburn, T. (1999) Taking tea with Noel: The place and meaning of drug use in everyday life. In, N. South (Ed.), Drugs: Cultures, Controls and Everyday Life. London: Sage. pp 138-159.
Stevens, A. (1999) Coming down. The Venue Magazine, 1-15 October, 12-14.
Thornton, S. (1996) Club Cultures. Music, Media and Subcultural Capital. Hanover: Wesleyan University Press
Ward, J., Fitch, C. & Sherlock, K. (1998) Dance and Drug Culture in London. London: The Centre for Research on Drugs and Health Behaviour, No. 59.
Wareing, M., Fisk, J.E. & Murphy, P. (2000) Working memory deficits in current and previous users of MDMA (‘ecstasy’). British Journal of Psychology, 91, 181-188.