Χριστίνα Αναστασοπούλου(4), Παναγιώτα Αλεξοπούλου(5), Αντώνης Πάριος(6),
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
(4) Ψυχολόγος M.SC., Ψυχοθεραπεύτρια
(5) Κοινωνική Λειτουργός
(6) Οικογενειακός Θεραπευτής, Σύμβουλος Εξαρτήσεων, Διεύθυνση επικοινωνίας: Πρόγραμμα ΚΕΘΕΑ ΑΛΦΑ, Χαρβούρη 1, Αθήνα
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Η συγκεκριμένη εργασία στοχεύει στην περιγραφή του πληθυσμού που καλεί στη γραμμή τηλεφωνικής υποστήριξης και τηλεσυμβουλευτικής 1114 για την ενασχόληση με τα τυχερά παιχνίδια Στα πλαίσια αυτής, έγινε η υπόθεση πως οι παίκτες διαφέρουν από τους συγγενείς και φίλους ως προς το φύλο, την ηλικία και το αίτημά τους. Επιπλέον στοχεύει να παρουσιάσει τα αιτήματα που φέρουν οι καλούντες (παίκτες, συγγενείς και φίλοι) και επιχειρεί μέσα από τις διαδικασίες εσωτερικής εποπτείας να αναδείξει τους παράγοντες που ενισχύουν την συμβουλευτική διαδικασία. Στην έρευνα έλαβαν μέρος 2520 άτομα που κάλεσαν στην γραμμή σε διάστημα τριών ετών, καθώς και οι πέντε επαγγελματίες σύμβουλοί της. Τα αποτελέσματα επαλήθευαν πως οι παίκτες είναι πιο συχνά άνδρες, είναι μικρότεροι σε ηλικία, χρειάζονται λιγότερο χρόνο στην τηλεφωνική συνεδρία και έχουν λιγότερες πιθανότητες να ζητήσουν συμβουλευτική από ότι οι συγγενείς και φίλοι. Τα αιτήματα των παικτών διαφέρουν από αυτά του υποστηρικτικού περιβάλλοντος στο βαθμό που βιώνουν την εξάρτηση από διαφορετική σκοπιά, όμως η ανάγκη για πληροφόρηση για τα χαρακτηριστικά της και τον τρόπο που θα βγουν από αυτή είναι κοινός παρανομαστής. Τέλος φάνηκε πως το προφίλ των καλούντων παικτών μοιάζει με το προφίλ των παικτών που έχουν ήδη αναζητήσει θεραπεία στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, όμως διαφέρει σημαντικά από το προφίλ ατόμων εξαρτημένων από ουσίες.
Λέξεις κλειδιά: τηλεσυμβουλευτική, τυχερά παιχνίδια, δημογραφικό προφίλ, συμβουλευτική.
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Στην Ελληνική μυθολογία η τύχη ήταν θεότητα, κόρη του Ερμή και της Αφροδίτης, προσωποποίηση της ευμάρειας και του πλούτου. Η αντίστοιχη ρωμαϊκή θεότητα ονομαζόταν fortuna. Στην Ελληνιστική εποχή ήταν προστάτιδα των πόλεων και απεικονιζόταν συχνά σε νομίσματα. Οι κινέζοι πιθανότατα ήταν ο πρώτος λαός που τυποποίησε τις πιθανότητες με την τύχη πριν 3000 χρόνια. Στον 16 ο -17ο αιώνα Ιταλοί μαθηματικοί προσπαθούν να συσχετίσουν τις πιθανότητες με διάφορα τυχερά παιχνίδια.
Οι προβληματικοί παίκτες περιγράφουν μερικούς από τους λόγους για τους οποίους έπαιζαν με την τύχη και τις πιθανότητες κατά την διάρκεια της ενασχόλησης τους με τον τζόγο ως εξής: «Έπαιζα επειδή ήλπιζα σε κάτι καλύτερο και μεγαλύτερο», «για να πιάσω γρήγορα την καλή και να ρεφάρω την χασούρα», «είχα βρει ένα ειδικό σύστημα για να κερδίσω πολλά, απλώς ήταν θέμα χρόνου», «ήταν το καλύτερο φάρμακο για όλες τις στεναχώριες και τις σκοτούρες. Παίζοντας ξεχνάς» (Πάριος, 2010).
Η εξαρτητική σχέση με τον τζόγο, χαρακτηρίζεται από την απώλεια του αυτοελέγχου, καθώς το άτομο δεν μπορεί να σταματήσει να παίζει, συχνά χάνει την έννοια του χρόνου και παρουσιάζει συναισθηματικές μεταπτώσεις (Ledouceur et al., 2002). Η έντονη ανάγκη να συνεχίσει τον τζόγο δημιουργεί προβλήματα στην προσωπική, οικογενειακή, επαγγελματική και κοινωνική ζωή του. Συχνά αντιμετωπίζει έντονα οικονομικά και νομικά προβλήματα, αποκτά λανθασμένες πεποιθήσεις, συντηρεί μύθους, «μαγικές σκέψεις» καθώς και την ψευδαίσθηση του ελέγχου. Πιστεύει στην ανακάλυψη ενός σίγουρου συστήματος που θα επιφέρει κέρδη ώστε να κερδίσει τα χαμένα, ακόμα και αν για μεγάλο χρονικό διάστημα χάνει σημαντικά ποσά, υπερεκτιμώντας τα μικρά κέρδη και υποτιμώντας τα μεγάλα χαμένα ποσά. Συνήθως αναζητά θεραπεία όταν έχει εξαντληθεί ψυχολογικά, οικονομικά και όταν οι άλλοι παύουν να χρηματοδοτούν το «κυνήγι των χαμένων ποσών» (Grant & Potenza, 2004).
Ο Έλληνας προβληματικός παίκτης που αναζητά θεραπεία είναι άνδρας (94%), κατά μέσο όρο 40 ετών (τ.α. = 9,44), έγγαμος (61%), με σταθερή εργασία (77,9%) απόφοιτος Λυκείου/ Επαγγελματικής Σχολής (49,6%) ή απόφοιτος Πανεπιστημίου/ Ανώτατης Σχολής (20,6%). Αντιμετωπίζει οικονομικό πρόβλημα λόγω της ενασχόλησής του με τα τυχερά παιχνίδια και κατά μέσο όρο ξοδεύει 200 – 1000 ευρώ ανά εβδομάδα, ωστόσο δεν έχει κάποια εμπλοκή με τον νόμο (Λύκουρας & Δουζένης, 2010; Πάριος, 2010). Η εικόνα αυτή συνάδει με το προφίλ που εξάγεται από έρευνες στον Καναδά (Wiebe & Cox, 2001), και την Γαλλία (Nalpas et al., 2011).
Τα χαρακτηριστικά των τηλεφωνικών γραμμών ψυχολογικής υποστήριξης
Oι τηλεφωνικές γραμμές ψυχολογικής υποστήριξης λειτουργούν τα τελευταία χρόνια, για να καλύψουν τις ανάγκες του πληθυσμού για πληροφόρηση γύρω από τις διαθέσιμες υπηρεσίες, για συμβουλευτική και για υποστήριξη, μέσα σε ένα όλο και πιο επιβαρυμένο κοινωνικά περιβάλλον, δημιουργώντας γέφυρες μεταξύ των συστημάτων πρωτοβάθμιας, δευτεροβάθμιας και τριτοβάθμιας περίθαλψης (Potenza & Griffiths, 2004).
Ο όρος «τηλεφωνική γραμμή υποστήριξης» αναφέρεται στην επικοινωνία ανάμεσα στον καλούντα και το άτομο που παρέχει τεκμηριωμένη πληροφόρηση και υποστήριξη μέσω τηλεφώνου (Ηλιόπουλος & Λεχουρίτη, 2006). Σε μια τηλεφωνική συνεδρία, η επικοινωνία με τον καλούντα δεν πραγματοποιείται με στόχο τη διαμόρφωση μιας μακρόπνοης σχέσης. Εμπεριέχει όμως τις βασικές αρχές της συμβουλευτικής, όπως τη σταδιακή μείωση της επικοινωνιακής αντίστασης, τη δημιουργία κλίματος εμπιστοσύνης, την ενσυναίσθηση και την αποδοχή. Η διαμόρφωση της ατμόσφαιρας για την παραγωγή θετικού αποτελέσματος προϋποθέτει ότι από την ροή της επικοινωνίας οι πληροφορίες, η ανταλλαγή σκέψεων και μηνυμάτων, θα τύχουν κατανόησης, σεβασμού και προοπτικής για επιπλέον διαχείριση της κατάστασης.
Συνήθως μια τηλεφωνική κλήση διέρχεται από έξι φάσεις. Στην 1η φάση διαμορφώνεται η επικοινωνιακή σχέση, στη 2η γίνεται διερεύνηση του περιεχομένου, επιτρέποντας να εκδηλωθούν τα συναισθήματα του καλούντος και στην 3η οργανώνονται τα θέματα της επικοινωνίας. Στην 4η φάση ο καλών προτρέπεται να αναγνωρίσει το πιο σημαντικό θέμα για το οποίο έχει καλέσει, ενώ στην 5η γίνεται το κλείσιμο του τηλεφωνήματος. Η 6η φάση αφορά στην αξιολόγηση που ο σύμβουλος κάνει για την έκβαση του τηλεφωνήματος.
Η τηλεφωνική κλήση αποτελεί σημαντικό μέσο για την επίλυση προβληματικών καταστάσεων, σε περιπτώσεις που τα άτομα αδυνατούν να προσεγγίσουν μία υπηρεσία ψυχικής υγείας λόγω απόστασης ή λόγω της φυσικής τους κατάστασης. Στα πλεονεκτήματα αυτού του μέσου συγκαταλέγεται το μικρό κόστος της τηλεφωνικής συμβουλευτικής, ενώ η ανωνυμία παρέχει ένα αίσθημα ασφάλειας και εχεμύθειας στον καλούντα, που συνήθως οδηγεί σε μείωση των αναστολών. Μια τηλεφωνική συνεδρία είναι μια άμεση απάντηση σε στιγμές στρες ή σε επείγουσες καταστάσεις αναζήτησης βοήθειας. Σημαντικό πλεονέκτημα αποτελεί και το γεγονός ότι εκλείπουν οι αντιληπτικές διασπάσεις και δίνεται έμφαση στο περιεχόμενο της συνομιλίας.
Η ίδια η ανωνυμία που ελαχιστοποιεί την προσωπική έκθεση, δημιουργεί ασφάλεια και μείωση των αναστολών, αποδυναμώνει το πλαίσιο (χρόνος, τόπος, αναμονή, δεσμεύσεις, συμβόλαιο), μειώνει το αίσθημα της εγγύτητας και σε συνδυασμό με το ελάχιστο οικονομικό κόστος ενδέχεται να λειτουργήσει ανασταλτικά και κάποιες φορές αποτρεπτικά για την ψυχική επένδυση στην συνομιλία με τον σύμβουλο. Συνακόλουθο αυτών είναι η μειωμένη εμπιστοσύνη και η μικρή ανάληψη ευθύνης. Επίσης, απώλεια στην τηλεφωνική επικοινωνία αποτελεί και η διαφυγή των εξωλεκτικών μηνυμάτων και πληροφοριών που προσφέρει η φυσική παρουσία.
Η τηλεφωνική γραμμή 1114 και ο σκοπός της μελέτης
Από το 2011, με την οικονομική ενίσχυση της ΟΠΑΠ Α.Ε. λειτουργεί η τηλεφωνική γραμμή ψυχολογικής υποστήριξης και τηλεσυμβουλευτικής 1114 για την προβληματική ενασχόληση με τον τζόγο. Υπάγεται και εποπτεύεται από το Θεραπευτικό Πρόγραμμα για τις δύο νόμιμες εξαρτήσεις, το Αλκοόλ και τα Τυχερά Παιχνίδια ΚΕΘΕΑ ΑΛΦΑ. Λειτουργεί δώδεκα ώρες την ημέρα και έχει πανελλαδική εμβέλεια. Παράλληλα, παρέχει υπηρεσίες τηλεσυμβουλευτικής μέσω e-mail. Είναι στελεχωμένη από ειδικούς ψυχικής υγείας, εκπαιδευμένους σε τηλεφωνικές γραμμές υποστήριξης.
Η τετραψήφια γραμμή δημιουργήθηκε για να καλύψει τις ανάγκες επικοινωνίας που δημιουργεί ο προβληματικός τζόγος, παρέχοντας άμεση ψυχολογική υποστήριξη σε άτομα που είτε διστάζουν να εκτεθούν προσωπικά σε κάποιον ειδικό ψυχικής υγείας, είτε δεν έχουν πρόσβαση σε κάποια θεραπευτική δομή λόγω απομακρυσμένης γεωγραφικής θέσης, αλλά χρειάζονται άμεση επικοινωνία. Η ευρεία πλέον αποδοχή του τηλεφώνου ως μέσου επικοινωνίας (Feltham & Dryden, 2006; Feltham & Horton, 2006) διευκολύνει στην επίτευξη των στόχων αυτών.
Η υπηρεσία διασφαλίζει το απόρρητο και την ανωνυμία των τηλεφωνικών κλήσεων, την ασφάλεια και την εμπιστευτικότητα των πληροφοριών και δεν καταγράφονται προσωπικά στοιχεία. Κάθε κλήση αντιμετωπίζεται ως αυτοτελής και δεν επιχειρείται η σύναψη θεραπευτικής σχέσης.
Σκοπός της συγκεκριμένης μελέτης είναι:
- να περιγραφεί ο πληθυσμός που κάνει χρήση της τηλεφωνικής γραμμής 1114, δηλαδή να προσδιοριστεί το προφίλ παικτών που παρουσιάζουν προβληματική ενασχόληση με τα τυχερά παιχνίδια και των συγγενών ή φίλων τους. Πιο συγκεκριμένα, στα πλαίσια αυτής της περιγραφής υποθέτουμε πως οι δύο τύποι καλούντων διαφέρουν ως προς το φύλο, την ηλικία τους και το αίτημά τους, όπως αυτό εκφράζεται στη διάρκεια, τον χαρακτήρα και την εξέλιξη της κλήσης
- να παρουσιαστούν τα συνηθέστερα αιτήματα που φέρουν οι καλούντες και να εντοπιστούν οι βοηθητικοί, κινητοποιητικοί και συμβουλευτικοί παράγοντες.
ΜΕΘΟΔΟΣ
Συμμετέχοντες
Στην συγκεκριμένη μελέτη συμμετείχαν συνολικά 2520 άτομα που κάλεσαν κατά τη διάρκεια των 3 ετών λειτουργίας της γραμμής, από τον Αύγουστο 2011 μέχρι τον Αύγουστο 2014. Τα άτομα αυτά ήταν οι ίδιοι προβληματικοί παίκτες ή ήταν συγγενικά ή φιλικά πρόσωπα προβληματικών παικτών. Επίσης για τον προσδιορισμό των βοηθητικών κινητοποιητικών συμβουλευτικών παραγόντων, συμμετέχοντες ήταν και οι πέντε επαγγελματίες σύμβουλοι της γραμμής, στα πλαίσια της εμπλοκής τους στις διαδικασίες της εσωτερικής εποπτείας και αξιολόγησης της λειτουργίας της.
Εργαλεία
Τα εργαλεία που χρησιμοποιήθηκαν ήταν 1) η Φόρμα Καταγραφής Κλήσεων, 2) τα Ημερολόγια Εποπτείας και 3) οι Συναντήσεις Εποπτείας των συμβούλων ψυχικής υγείας
- Φόρμα Καταγραφής Κλήσεων: Στη Φόρμα Καταγραφής Κλήσεων συμπληρώνονταν τα δημογραφικά και κοινωνικο-οικονομικά χαρακτηριστικά του καλούντα (παίκτη ή συγγενικού προσώπου). Επίσης καταγράφονταν πληροφορίες σχετικές με την προβληματική ενασχόληση, όπως η συχνότητα ενασχόλησης κατά τον τελευταίο μήνα και το ποσό που ο παίκτης δαπανά κατά προσέγγιση ανά εβδομάδα. Επιπλέον συμπληρώνονταν στοιχεία αναφορικά με την διάρκεια και τον χαρακτήρα της κλήσης, όπως το αν το περιεχόμενο της είχε καθαρά πληροφοριακό χαρακτήρα ή εάν έγινε συμβουλευτική, εάν ο καλών εκδήλωσε αίτημα για αποχή και εάν πραγματοποιήθηκε παραπομπή σε δημόσιο θεραπευτικό πρόγραμμα ή άλλη υπηρεσία. Τέλος συντασσόταν μια σύντομη περίληψη της κλήσης, όπου αναφέρονταν οι τεχνικές που χρησιμοποιήθηκαν καθώς και τα σημεία σύνδεσης με τον καλούντα.
- Ημερολόγια και Συναντήσεις Εποπτείας: Στα Ημερολόγια Εποπτείας καταγράφονταν από τον σύμβουλο τα σημαντικά στοιχεία κάθε κλήσης. Μέσα από τη διαδικασία του ημερολογίου αξιολογούνταν η κλήση ως προς την κινητοποιητική και θεραπευτική της επίδραση και επιχειρούνταν ο εντοπισμός των «προκλήσεων» της, των σημείων δηλαδή εκείνων όπου ο σύμβουλος ήρθε αντιμέτωπος με μια δυσκολία «σύνδεσης» με τον καλούντα, καθώς και η αίσθηση του για το αν ανταποκρίθηκε επαρκώς ή όχι σε αυτή. Τα Ημερολόγια αξιοποιούνταν στις Συναντήσεις Εποπτείας, οι οποίες είχαν σαν στόχο τον επαναπροσδιορισμό και τη βελτίωση του τρόπου προσέγγισης του καλούντα. Σε αυτές, αξιολογούνταν το περιεχόμενο και τα ειδικά στοιχεία των κλήσεων καθώς και οι «προκλήσεις» για τον σύμβουλο, ώστε να αναδυθούν λειτουργικοί τρόποι για τον βοηθούμενο. Ήταν μια άλλη ματιά σύνδεσης του περιεχομένου της κλήσης και των συναισθημάτων που αναδύθηκαν.
Διαδικασία συλλογής στοιχείων
Κατά τη διάρκεια λήψης ενός αιτήματος, ο σύμβουλος βρισκόταν σε ειδικά διαμορφωμένο και άνετο χώρο όπου δεν υπήρχε διάσπαση από θόρυβο και κατά συνέπεια μπορούσε να αφοσιωθεί στον καλούντα. Υπήρχε πρόσβαση σε έντυπο κατάλογο παραπομπών καθώς και σε υπολογιστή για την περίπτωση που θα χρειαζόταν κάποια επιπλέον πληροφορία. Αμέσως μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας λήψης της κλήσης, ο σύμβουλος κατέγραφε τα βασικά στοιχεία στην Φόρμα Καταγραφής Κλήσεων και στο ηλεκτρονικό αρχείο SPSS και στο Ημερολόγιο Εποπτείας. Μια φορά το μήνα πραγματοποιούνταν η Συνάντηση Εποπτείας.
Στατιστική Ανάλυση
Για την περιγραφή του πληθυσμού που καλεί την τηλεφωνική γραμμή 1114, χρησιμοποιήθηκε περιγραφική στατιστική. Με βάση το ηλεκτρονικό αρχείο SPSS, υπολογίστηκαν οι συχνότητες σε κάθε κατηγορικό παράγοντα (φύλο, οικογενειακή κατάσταση, μορφωτικό επίπεδο, σχέση με παίκτη, αίτημα παίκτη, συχνότητα ενασχόλησης, εβδομαδιαίο ποσό, επαγγελματική σχέση με χώρους τυχερών παιχνιδιών, χαρακτήρας κλήσης, εξέλιξη κλήσης), καθώς και οι δείκτες κεντρικής τάσης για τις συνεχείς μεταβλητές (ηλικία, διάρκεια κλήσης). Για τον έλεγχο του κατά πόσο οι δύο τύποι καλούντα (παίκτης, φίλος/συγγενής) διαφέρουν αναφορικά με το φύλο, την ηλικία και το αίτημά τους, όπως αυτό εκφράζεται στη διάρκεια, στο χαρακτήρα και στην εξέλιξη της κλήσης, χρησιμοποιήθηκαν ο έλεγχος για ανεξαρτησία δειγμάτων χ2, για τις κατηγορικές μεταβλητές και ο έλεγχος t-test για τις συνεχείς μεταβλητές. Τέλος για την ανάδειξη των βοηθητικών και κινητοποιητικών παραγόντων στην τηλεφωνική συμβουλευτική διαδικασία της γραμμής 1114 έγινε επεξεργασία των σημειώσεων από τα Ημερολόγια Εποπτείας των συμβούλων καθώς και των πρακτικών από της Συναντήσεις Εποπτείας. Τα κύρια αιτήματα ομαδοποιήθηκαν ανάλογα με το αν προέρχονταν από παίκτες ή φίλους και συγγενείς και κατόπιν διαχωρίστηκαν ανάλογα με το περιεχόμενό τους και εντοπίστηκε ο τρόπος απάντησης που αποδείχθηκε βοηθητικός.
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ
1α. Περιγραφή Παικτών
Από τις 2520 κλήσεις που δέχτηκε η τηλεφωνική γραμμή από τον Αύγουστο του 2011 μέχρι τον Αύγουστο του 2014, οι 854 (33,9%) προέρχονταν από τους ίδιους τους παίκτες. Λαμβάνοντας υπόψη τις πληροφορίες για τους παίκτες από το σύνολο των κλήσεων ανεξάρτητα από την πηγή τους, αυτές αφορούσαν παίκτες στην πλειοψηφία τους άνδρες (90,3%), παντρεμένους (45,8%), πανεπιστημιακής εκπαίδευσης (8,3%) που παίζουν κάθε μέρα (21,8%) και ξοδεύουν από 201 μέχρι 1000 ευρώ την εβδομάδα (7,3%). Ο μέσος όρος ηλικίας τους, όταν αυτή αναφέρεται ήταν τα 41,01 έτη (τ.α. = 13,93) με μικρότερη ηλικία τα 12 και μεγαλύτερη τα 86 έτη. Επίσης, ο παίκτης σε 60 περιπτώσεις (2,4%) ήταν ιδιοκτήτης χώρου τυχερών παιχνιδιών, σε 21 περιπτώσεις (0,8%) ήταν εργαζόμενος σε χώρους τυχερών παιχνιδιών, ενώ σε 530 (21%) περιπτώσεις έγινε γνωστό μέσα από την κλήση πως ο παίκτης δεν είχε καμιά επαγγελματική σχέση με χώρους τυχερών παιχνιδιών. Επίσης, οι κλήσεις που προέρχονταν από τους παίκτες είχαν σε 544 περιπτώσεις σαν αίτημα την αποχή (63,7%), ενώ σε 93 περιπτώσεις (10,9%) είχαν σαν αίτημα τον έλεγχο της προβληματικής ενασχόλησης. Σε 217 περιπτώσεις (25,4%) δεν υπήρχε συγκεκριμένο αίτημα. Σημαντικό είναι να σημειωθεί πως οι πληροφορίες αυτές σημειώνονταν μόνο εφόσον προέκυπταν κατά τη διάρκεια της κλήσης καθώς λόγω της μη κατευθυντικής φιλοσοφίας λειτουργίας της γραμμής, η κλήση εξελισσόταν με βάση το αίτημα του καλούντα και είχε σαν πρώτιστο στόχο την απάντηση σε αυτό. Ο ερευνητικός στόχος ήταν δεύτερη προτεραιότητα, με συνέπεια να είναι μεγάλα τα ποσοστά για τα οποία τα δημογραφικά και άλλα στοιχεία ήταν άγνωστα. Αναλυτικά το προφίλ του προβληματικού παίκτη περιγράφεται στον Πίνακα 1 ενώ οι περιοχές από όπου προήλθαν οι κλήσεις στο σύνολό τους φαίνονται στον Πίνακα 2.
Πίνακας 1. Προφίλ προβληματικού παίκτη (δημογραφικά στοιχεία), στοιχεία σε σχέση με την ενασχόληση του και το αίτημά του.
Μεταβλητή Κατηγορία Συχνότητα (Ν) (%)
Φύλο
Άνδρες 2276 90,3
Γυναίκες 221 8,8
Άγνωστο 23 0,9
Οικογενειακή κατάσταση
Παντρεμένος/η 1154 45,8
Άγαμος 778 30,9
Άγνωστο 445 17,7
Διαζευγμένος/η 99 3,9
Χήρος/α 30 1,2
Άλλο 14 0,6
Μορφωτικό επίπεδο
Άγνωστο 2078 82,5
Πανεπιστήμιο 209 8,3
Λύκειο (ΙΕΚ, Τεχνικές) 118 4,7
ΤΕΙ 56 2,2
Μεταπτυχιακό + 23 0,9 Γυμνάσιο 16 0,6
Άλλο 11 0,4
Δημοτικό 7 0,3
Αναλφάβητος 2 0,1
Συχνότητα ενασχόλησης
Άγνωστο 1679 66,6
Κάθε μέρα 549 21,8
5-6 φορές/εβδ 125 5,0
3-4 φορές/εβδ 69 2,7
1-2 φορές/εβδ 63 2,5
Καθόλου 35 1,4
Εβδομαδιαίο ποσό
Άγνωστο 2080 82,5
201-1000 € 184 7,3
51-200 € 90 3,6
Μέχρι 50 € 59 2,3
1001-3000 € 40 1,6
Άλλο 25 1,0
Καθόλου 25 0,8 3001-10000 € 21 0,8
10001 € + 7 0,3
Επαγγελματική σχέση
με χώρους τυχερών παιχνιδιών
Άγνωστο 1909 75,7
Δεν έχει σχέση 530 21,0
Ιδιοκτήτης 60 2,4
Εργαζόμενος 21 0,8
Αίτημα Αποχή 544 63,7 Έλεγχος 93 10,9 Άγνωστο 217 25,4
Ν = 2520
Πίνακας 2. Νομοί προέλευσης τηλεφωνικών κλήσεων
Περιοχή Διαμονής Συχνότητα (Ν) (%)
1 Αττική 1240 49,3
2 Άγνωστο 314 12,5
3 Θεσσαλονίκη 248 9,8
4 Αχαΐα 61 2,5
5 Λάρισα 50 2,0
6 Ιωάννινα 32 1,3
7 Ηράκλειο 30 1,2
8 Χανιά 29 1,2
9 Μαγνησία 28 1,1
10 Δωδεκάνησα 28 1,1
11 Καβάλα 25 1,0
12 Σέρρες 24 1,0
13 Κορινθία 20 0,8
14 Ξάνθη 20 0,8
15 Αργολίδα 19 0,7
16 Εύβοια 18 0,7
17 Τρίκαλα 18 0,7
18 Επτάνησα 17 0,7
19 Λακωνία 16 0,6
20 Μεσσηνία 15 0,6
21 Πιερία 14 0,6
22 Δράμα 13 0,5
23 Αρκαδία 13 0,5
24 Κυκλάδες 13 0,5
25 Αιτωλοακαρνανία 12 0,5
26 Ηλεία 12 0,5
27 Βοιωτία 11 0,5
Ν = 2520
1β. Περιγραφή Συγγενών/ Φίλων
Στην πλειοψηφία τους τα συγγενικά και φιλικά πρόσωπα των παικτών που κάλεσαν στην τηλεφωνική γραμμή ήταν γυναίκες (82,9%). Ο μέσος όρος ηλικίας τους ήταν τα 44,4 έτη (τ.α. = 13,1) με μικρότερη ηλικία τα 17 και μεγαλύτερη ηλικία τα 80 έτη. Όπως φαίνεται αναλυτικά στον Πίνακα 4, όταν καλούσε κάποιο συγγενικό ή φιλικό πρόσωπο του παίκτη, αυτό συνήθως ήταν η σύζυγος (30,3%), η μητέρα (23,2%) ή ο αδελφός/ή (15,7%). Από αυτούς, σε 38 περιπτώσεις (2,3%), ο συγγενής ή φίλος ήταν ο ίδιος ιδιοκτήτης χώρου τυχερών παιχνιδιών, σε 15 περιπτώσεις (0,9%) ήταν εργαζόμενος χώρο τυχερών παιχνιδιών ενώ σε 1274 περιπτώσεις (78%) έγινε γνωστό μέσα από την κλήση πως δεν είχε καμία επαγγελματική σχέση με χώρους τυχερών παιχνιδιών.
Πίνακας 3. Φύλο συγγενικού ή φιλικού προσώπου, σχέση του τον παίκτη και επαγγελματική του σχέση με χώρους τυχερών παιχνιδιών
Μεταβλητή Συχνότητα (Ν) (%)
Φύλο
Γυναίκα 1354 82,9
Άνδρας 280 17,1
Σχέση με παίκτη
Σύζυγος 495 30,3
Μητέρα 379 23,2
Αδερφός/η 257 15,7
Κόρη 106 6,5
Άλλο 103 6,3
Φίλος/η 71 4,3
Σύντροφος 83 5,1
Πατέρας 71 4,3
Γιος 38 2,3
Θείος/α 29 1,8
Γιαγιά/Παππούς 2 0,2
Επαγγελματική σχέση
με χώρους τυχερών παιχνιδιών
Δεν έχει σχέση 1274 78,0
Άγνωστο 307 18,8
Ιδιοκτήτης 38 2,3
Εργαζόμενος 15 0,9
Ν = 1634
1γ. Σύγκριση Καλούντων: Παίκτες – Συγγενείς/ Φίλοι
Για τον έλεγχο των υποθέσεων πως οι δύο τύποι καλούντων, δηλαδή οι παίκτες και τα συγγενικά ή φιλικά πρόσωπα, διαφέρουν μεταξύ τους ως προς το φύλο, την ηλικία και το αίτημά τους, χρησιμοποιήθηκαν οι έλεγχοι χ2 και t test, για τις κατηγορικές και συνεχείς μεταβλητές αντίστοιχα.
Όπως φαίνεται στον Πίνακα 4 όπου παρουσιάζονται οι τιμές για τους ελέγχους χ2, οι δύο τύποι καλούντων διαφέρουν μεταξύ τους στατιστικά σημαντικά ως προς το φύλο (χ2 = 1114,43, df = 1, N = 2520, p < ,01). Οι παίκτες που καλούν στη γραμμή είναι πιο συχνά άνδρες σε σχέση με τους συγγενείς και φίλους. Επίσης οι δύο τύποι καλούντων διαφέρουν μεταξύ τους στατιστικά σημαντικά ως προς το αίτημά τους όπως αυτό αντανακλάται στο χαρακτήρα της κλήσης (χ2 = 71,78, df = 1, N = 2520, p < 0,01). Με άλλα λόγια οι παίκτες που καλούν στη γραμμή ζητούν πιο συχνά πληροφορίες και όχι συμβουλευτική σε σχέση με τους συγγενείς και φίλους. Ανάλογο εύρημα δεν παρατηρήθηκε όσον αφορά το αίτημά τους για παραπομπή σε κάποιο θεραπευτικό πρόγραμμα ή άλλη υπηρεσία (χ2 = 0,83, df = 1, N = 2520, p > 0,01). Οι παίκτες δεν διέφεραν στατιστικά σημαντικά από τους συγγενείς και φίλους ως προς τη συχνότητα με την οποία ζητούσαν πληροφορίες για παραπομπή σε θεραπευτικά προγράμματα ή άλλες υπηρεσίες.
Πίνακας 4. Έλεγχος χ2 για διαφοροποίηση των τύπων καλούντων ως προς το φύλο και το αίτημά τους όπως αυτό εκφράζεται στο χαρακτήρα και την εξέλιξη της τηλεφωνικής κλήσης.
Μεταβλητή Καλούντες ____________________________
Παίκτες Συγγενείς & Φίλοι χ2 df p
(Ν) (%) (Ν) (%)
Φύλο
Άνδρες 739 86,5 291 17,5
Γυναίκες 114 13,5 1375 82,5 1114,43 1 ,00
Χαρακτήρας Συμβουλευτική 545 63,2 1321 80,8
Πληροφορίες 309 36,2 213 19,2 71,78 1 ,00
Εξέλιξη Έγινε παραπομπή 597 69,9 1108 67,8
Δεν έγινε παραπομπή 257 30,1 526 32,2 ,83 1 ,36
Ν = 2520. Ο έλεγχος στατιστικής σημαντικότητας είναι διπλός.
Επίσης, όπως φαίνεται στον Πίνακα 5, όπου παρουσιάζονται οι τιμές για τους ελέγχους t test, οι παίκτες που καλούν στην γραμμή είναι πιο μικροί σε ηλικία (Μ.Ο. = 41,25 λεπτά τ.α. = 11,72), σε σχέση με τους συγγενείς και φίλους (Μ.Ο. = 44,44 λεπτά τ.α. = 13,06). Η διαφορά αυτή είναι στατιστικά σημαντική (t = 4,35, df = 1095,4, p< 0,01). Παρομοίως η διάρκεια των κλήσεων όταν αυτές προέρχονται από παίκτες (Μ.Ο. = 13,75 λεπτά τ.α. = 10,17) είναι μικρότερη από τη διάρκεια των κλήσεων, όταν αυτές προέρχονται από συγγενείς και φίλους (Μ.Ο. = 17,18 λεπτά τ.α. = 10,04). Η διαφορά αυτή είναι στατιστικά σημαντική (t = 8,05, df = 2515, p< 0,01).
Πίνακας 5. Έλεγχος t – test για διαφοροποίηση των τύπων καλούντων ως προς την ηλικία και το αίτημά τους, όπως αυτό εκφράζεται στην διάρκεια της τηλεφωνικής κλήσης.
Μεταβλητή Μ.Ο. τ.α. t df p
Ηλικία καλούντα
Παίκτες 41,24 11,72 4,35* 1095,4* 0,00
Συγγενείς/Φίλοι 44,44 13,06
Διάρκεια κλήσης
Παίκτες 13,75 10,04 8,05 2515 0,00
Συγγενείς/Φίλοι 17,18 10,17
N = 2520. Ο έλεγχος στατιστικής σημαντικότητας είναι διπλός
* Οι τιμές για t και df προσαρμόστηκαν γιατί η υπόθεση της ισότητας των διασπορών δεν ίσχυε.
- Αιτήματα και βοηθητικοί παράγοντες
2.α Παίκτες – Λόγοι επικοινωνίας και συμβουλευτική προσέγγιση
Ένας από τους πιο συνηθισμένους λόγους επικοινωνίας των προβληματικών παικτών αφορούσε στην έκφραση και αποσαφήνιση ενός γεγονότος σχετικού με το ενδεχόμενο της απόφασης για αποχή. Ακόμα και όταν υπήρχε αίτημα για αποχή, αυτό εκφραζόταν ως για «μαγικό» πέρασμα στην απεξάρτηση. Η ανταπόκριση του συμβούλου από την σκοπιά του ρεαλιστή, λαμβάνοντας υπόψη την αμφιθυμία που χαρακτηρίζει τον παίκτη ήταν βοηθητική. Η ενημέρωση για την ανάγκη ρεαλιστικής και κατά συνέπεια επιτεύξιμης στοχοθεσίας, φάνηκε πως ήταν σημαντικός βοηθητικός παράγοντας. Επιπλέον, η χρήση των τεχνικών της ενεργητικής ακρόασης, της σύνοψης περιεχομένου και της αντανάκλασης συναισθήματος βοηθούσε στην δημιουργία κλίματος εμπιστοσύνης.
Άλλος συχνός λόγος επικοινωνίας αφορούσε στη διευκρίνιση της έννοιας της εμμονικής συμπεριφοράς και η διαπραγμάτευση του ελέγχου του τζόγου από τον παίκτη. Σε αυτές τις περιπτώσεις δίνονταν εξηγήσεις της σημασίας της προβληματικής ενασχόλησης. Η χρήση τεχνικών σύνοψης περιεχομένου και αντανάκλασης συναισθήματος ήταν βοηθητικές, για την αποκάλυψη δυσλειτουργικών πεποιθήσεων σχετιζόμενων με τον τζόγο όπως: «παίζω για να βγάλω χρήματα και να πληρώσω τα χρέη μου», «σήμερα θα παίξω διαφορετικά», «είναι η τυχερή μου μέρα, το νιώθω», «αφού δεν κέρδισα τις προηγούμενες φορές, τώρα θα έχω σίγουρη νίκη…». Σε αυτό το σημείο βοηθούσε η διαπραγμάτευση εναλλακτικών τρόπων αντίληψης της πραγματικότητας και δινόταν ιδιαίτερη έμφαση στην επεξήγηση της έννοιας του φαύλου κύκλου του «κυνηγιού των χαμένων», (Lesieur, 1984).
Συχνό αίτημα από την πλευρά των παικτών ήταν το να μπορέσουν να παίξουν υπεύθυνα. Σε αυτές τις περιπτώσεις δίνονταν πληροφορίες σχετικά με το ότι κάποιος παίζει υπεύθυνα και με έλεγχο όταν μπορεί να εστιάσει στον ψυχαγωγικό χαρακτήρα του παιχνιδιού, έχοντας γνώση ότι πρόκειται για μια δραστηριότητα χωρίς οικονομικό στόχο και με χαμηλού βαθμού ρίσκο. Ψυχοεκπαιδευτικά, γινόταν σαφές πως κάποιος παίζει υπεύθυνα όταν μπορεί να αποχωρεί από το παιχνίδι όταν κερδίζει, όταν θέτει και τηρεί ένα αυστηρό χρονικό και χρηματικό όριο και όταν δεν ασχολείται με τον τζόγο για να ξεφύγει από τα αρνητικά του συναισθήματα. Παράλληλα τονιζόταν πως κάποιος που έχει εγκαθιδρύσει εξαρτητική σχέση με τα τυχερά παιχνίδια θα μπορέσει να επιστρέψει στο υπεύθυνο παιχνίδι δύσκολα και σίγουρα μόνο μέσα από την θεραπεία (Blaszczynski, 2003)
Τέλος, αίτημα των παικτών ήταν η αναζήτηση τρόπων για τη διαχείριση της επιθυμίας για παιχνίδι και τη διατήρηση της αποχής. Όπως φάνηκε, ήταν ωφέλιμη η πληροφόρηση για τα χαρακτηριστικά της έντονης επιθυμίας – παρόρμησης για τζόγο και η παρομοίωση της σαν μια αντίδραση που αυξάνεται σταδιακά σε ένταση, φτάνει σε κορύφωση και μετά καταλαγιάζει όπως ένα κύμα του ωκεανού. Οι παρεμβάσεις που προτείνονταν στηρίζονταν στο μοντέλο της πρόληψης υποτροπής (Marlatt & Gordon, 1985). Σύμφωνα με αυτό το μοντέλο, το άτομο εκπαιδεύεται να προσδιορίσει τις καταστάσεις υψηλού κινδύνου για να τις θέτει υπό έλεγχο, δηλαδή να αναγνωρίζει και να αποφεύγει ή να τροποποιεί τα γεγονότα που πυροδοτούν την ενασχόληση με τον τζόγο. Τέτοιες καταστάσεις ή γεγονότα μπορεί να είναι η φυσική παρουσία του ατόμου σε περιβάλλον που υπάρχουν τυχερά παιχνίδια, η διαθεσιμότητα και διαχείριση χρημάτων στην καθημερινότητα του ή η συναναστροφή με άτομα εθισμένα. Για παράδειγμα, η είσοδος σε ένα καζίνο μπορεί να προκαλέσει σκέψεις και συναισθήματα σχετιζόμενα με τον τζόγο (LaBrie et al., 2008). Επίσης γινόταν σαφές πως όσα περισσότερα χρήματα μπορεί να διαθέσει το άτομο, τόσο αυξάνονται οι πιθανότητες να παίξει (Ladouceur & Lachance, 2007).
Έτσι, για τη διατήρηση της αποχής βοηθητικό ήταν να προτείνεται στον παίκτη η οργάνωση εναλλακτικών δραστηριοτήτων πριν ακόμα έρθει αντιμέτωπος με την επιθυμία να παίξει (Hodgins et al., 2004; Ladouceur & Lachance, 2007), όπως επίσης και η δημιουργία και χρήση καρτών στις οποίες αναγράφονται οι αρνητικές συνέπειες του τζόγου και κινητοποιητικές εκφράσεις (Ladouceur & Lachance, 2007). Συμπληρωματικά, o παίκτης ενθαρρυνόταν να αναλογίζεται και να θέτει εκ νέου σε εφαρμογή τις δεξιότητες που είχε χρησιμοποιήσει στο παρελθόν για τη διαχείριση της αποχής.
2.β. Συγγενείς – Λόγοι επικοινωνίας και συμβουλευτική προσέγγιση
Αναλύοντας τα αιτήματα από την πλευρά των συγγενικών προσώπων, μεγάλος αριθμός εξέφραζε αμφιθυμία σχετικά με την οικονομική συνεισφορά στα χρέη που είχαν δημιουργηθεί από τον τζόγο. Σε αυτές τις περιπτώσεις οι τεχνικές της ενεργητικής ακρόασης, της σύνοψης περιεχομένου και της πρόκλησης, κάνοντας αναφορά στην αντίφαση του να κρατώ στάση αντίθεσης στον τζόγο από τη μια και να διευκολύνω τον εξαρτημένο παίκτη όσον αφορά τις οικονομικές συνέπειες που έχει ο τζόγος στη ζωή του, ήταν πολύ βοηθητικό. Με αυτό τον τρόπο ο φίλος ή συγγενής αντιλαμβανόταν τον μηχανισμό της οικονομικής συντήρησης της εξάρτησης που ουσιαστικά λειτουργούσε ως εμπόδιο στην ανάληψη προσωπικής ευθύνης από τον παίκτη.
Συχνό αίτημα των συγγενικών προσώπων αποτελούσε η αναζήτηση τρόπων διαχείρισης της εσωτερικής δυναμικής του οικογενειακού συστήματος, ώστε να πειστεί ο παίκτης ότι η ενασχόλησή του είναι προβληματική και να αναζητήσει βοήθεια. Στα αιτήματά αυτά, οι σύμβουλοι απαντούσαν χρησιμοποιώντας εργαλεία και τεχνικές που διευκόλυναν την άμεση και σαφή έκφραση των αρνητικών συναισθημάτων, της έντασης και του θυμού. Παράλληλα προέτρεπαν χρήση του πρώτου ενικού προσώπου «εγώ αισθάνομαι» και όχι «εσύ με κάνεις να αισθάνομαι», καθώς επίσης καθοδηγούνταν στην αποφυγή των μεγάλων απαιτήσεων και της επικριτικής στάσης, αυξάνοντας με αυτόν τον τρόπο τις πιθανότητες η επικοινωνία με τον προβληματικό παίκτη να έχει λιγότερη ένταση.
Πολύ συχνά στα αιτήματα τους οι συγγενείς και φίλοι παρουσίαζαν τον προβληματικό παίκτη σαν έναν άρρωστο, έναν ασθενή που αρνείται τη θεραπεία. Η ενημέρωση τους για τη φύση της προβληματικής ενασχόλησης με τα τυχερά παιχνίδια, τους βοηθούσε να κατανοήσουν τη συμπεριφορά του ατόμου καλύτερα και να την αντιληφθούν όχι ως ασθένεια, αλλά ως παθολογική επιλογή για την διαχείριση αρνητικών συναισθημάτων και καταστάσεων. Η συγκεκριμένη οπτική γωνία συνεπάγεται ενεργή συμμετοχή του ατόμου στη διαχείριση της ζωής του και της απόφασής του για αποχή από τα τυχερά παιχνίδια ή όχι.
Τέλος, πολλοί συγγενείς ή φίλοι ανέφεραν «Δεν με ενδιαφέρει ο εαυτός μου, εγώ εκείνον θέλω να σώσω». Βοηθητική σε αυτά τα αιτήματα ήταν η προτροπή για εστίαση στην προσωπική φροντίδα και αυτοπροστασία του παίκτη.
2.γ. Κοινά αιτήματα παικτών και συγγενών
Τόσο στις κλήσεις των ίδιων των παικτών όσο και στις κλήσεις των συγγενών και φίλων, παρουσιαζόταν έντονη η ανάγκη για προσδιορισμό έννοιας της εξάρτησης, για εντοπισμό και επεξεργασία των χαρακτηριστικών της και διάγνωση. Στα αιτήματα διάγνωσης, γινόταν σαφές πως δεν είναι δυνατό να γίνει δια μέσω τηλεφώνου. Ωστόσο γινόταν αναφορά στα χαρακτηριστικά της εξάρτησης και δινόταν ιδιαίτερη έμφαση στο διαχωρισμό του εαυτού, της προσωπικότητας δηλαδή του εξαρτημένου από την επιρροή που η προβληματική σχέση με τα τυχερά παιχνίδια ασκεί στην συμπεριφορά του. Γινόταν σαφές πως η εξαρτητική συμπεριφορά είναι μια συμπεριφορά – κάτι που το άτομο κάνει – και όχι μια ένδειξη της προσωπικότητας του – κάτι που το άτομο είναι (Parks et al.,2004). Ο διαχωρισμός του εαυτού από το πρόβλημα αποσκοπούσε στο να αντιληφθεί ο καλών πως μπορεί να επιλέξει την συμπεριφορά του και να την αλλάξει ή να προσδοκά κάτι τέτοιο από τον προβληματικό παίκτη (Zimmerman & Dickerson. 1996).
Ένα άλλο κοινό αίτημα των παικτών και των φίλων και συγγενών ήταν η αναζήτηση τρόπων επίλυσης του προβλήματος. Σε αυτό η γραμμή απαντούσε στοχεύοντας στην άρση του αισθήματος αδιεξόδου από τη μια, καθιστώντας σαφές πως λύση υπάρχει, τονίζοντας όμως πως δεν πρόκειται για λύση που θα εξαφανίσει το πρόβλημα με μιας. Με άλλα λόγια γινόταν ενστάλαξη ελπίδας, κινητοποίηση για αναζήτηση θεραπείας και ενημέρωση για τα δημόσια θεραπευτικά προγράμματα απεξάρτησης από τα τυχερά παιχνίδια. Σε κάθε περίπτωση η διαδικασία της ενημέρωσης δεν εξαντλούνταν σε στείρες υποδείξεις αλλά το άτομο ενθαρρύνονταν να αναζητήσει ενίσχυση για προσωπική αλλαγή όταν είναι έτοιμο (Ivey, Gluckstern & Bradford, 1992).
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
Με την συγκεκριμένη έρευνα, θελήσαμε να καταστήσουμε κατανοητά τα χαρακτηριστικά των ατόμων που καλούν στην τηλεφωνική γραμμή υποστήριξης και συμβουλευτικής για τα τυχερά παιχνίδια 1114, για να ζητήσουν βοήθεια για τον εαυτό τους ή για κάποιο φιλικό ή συγγενικό τους πρόσωπο. Όπως φάνηκε από το σύνολο των κλήσεων ανεξάρτητα από το ποιος καλεί, οι παίκτες είναι στην πλειοψηφία τους άνδρες (90,3%), παντρεμένοι (45,8%), πανεπιστημιακής εκπαίδευσης (8,3%), οι οποίοι παίζουν κάθε μέρα (21,8%), και ξοδεύουν σε εβδομαδιαία βάση 200 έως 1000 ευρώ, ενώ η ηλικία τους είναι κατά μέσο όρο τα 41 έτη. Τα στοιχεία αυτά συνάδουν με τα στοιχεία από τη διεθνή βιβλιογραφία (Nalpas et al., 2011; Wiebe & Cox, 2001), καθώς και με τα στοιχεία που έχουν δημοσιευτεί στο παρελθόν από το πρόγραμμα θεραπείας για τα τυχερά παιχνίδια ΚΕΘΕΑ ΆΛΦΑ (Λύκουρας & Δουζένης, 2010; Πάριος, 2010).
Βλέπουμε λοιπόν πως ο πληθυσμός των καλούντων παικτών που απευθύνονται για βοήθεια στη γραμμή 1114, δεν διαφέρει από το προφίλ των εξαρτημένων από τυχερά παιχνίδια που έχει ήδη αναζητήσει θεραπεία. Παρουσιάζει όμως σημαντικές διαφορές σε σχέση με τον πληθυσμό εξαρτημένων από ουσίες ατόμων. Εθνικά ερευνητικά στοιχεία για το προφίλ των εξαρτημένων στο Βέλγιο ή στη Γαλλία, καταδεικνύουν πως ο μέσος εξαρτημένος από ουσίες είναι συνήθως μικρότερος από 30 ετών, απόφοιτος Λυκείου και χωρίς σχέση ή δική του οικογένεια (Rigod et al., 2011). Ο χρήστης ουσιών είναι και πάλι πιο συχνά άνδρας όμως το ποσοστό των γυναικών εξαρτημένων είναι κατά μέσο όρο γύρω στο 25% (Colpaert et al., 2009). Το ίδιο προφίλ εξαρτημένων από ουσίες απορρέει και από τις ετήσιες εκθέσεις του Εθνικού Κέντρου Τεκμηρίωσης και Πληροφόρησης για τα Ναρκωτικά (Ε.Κ.ΤΕ.Π.Ν.) στην Ελλάδα (2010;2013). Η γνώση για το ειδικό δημογραφικό προφίλ των εξαρτημένων από τυχερά παιχνίδια ατόμων, θα μπορούσε να αξιοποιηθεί για την συγκεκριμενοποίηση της θεραπείας, ώστε να εξυπηρετεί καλύτερα τις ανάγκες και τα χαρακτηριστικά τους. Θα μπορούσε επίσης να λειτουργήσει βοηθητικά για την πιο στοχευμένη γνωστοποίηση των υπηρεσιών που απευθύνονται σε αυτούς.
Στην ερευνητική μας προσπάθεια υποθέσαμε πως ανάλογα με το αν η βοήθεια που ζητείται είναι για τον εαυτό ή για κάποιον άλλο, τα χαρακτηριστικά των καλούντων θα διαφέρουν. Τα αποτελέσματα έδειξαν πως πράγματι οι καλούντες διαφέρουν μεταξύ τους στατιστικά σημαντικά ως προς το φύλο, την ηλικία και το αίτημά τους. Οι παίκτες που καλούν στη γραμμή είναι πιο συχνά άνδρες από ότι οι συγγενείς και φίλοι, ενώ οι συγγενείς και φίλοι είναι πιο συχνά γυναίκες. Επίσης, οι παίκτες που καλούν στη γραμμή είναι πιο μικροί σε ηλικία σε σχέση με τους συγγενείς και φίλους. Τέλος, υπάρχει στατιστικά σημαντική διαφοροποίηση στο αίτημα των δύο τύπων καλούντων. Οι κλήσεις των παικτών διαρκούν λιγότερο ενώ είναι πιο πιθανό να ζητήσουν μόνο πληροφορίες σε σχέση με τους συγγενείς και φίλους. Ωστόσο στην πλειοψηφία των περιπτώσεων και οι δύο κατηγορίες καλούντων ζητούν συμβουλευτική.
Η διαφοροποίηση ως προς το φύλο μπορεί να εξηγηθεί από το γεγονός πως οι παίκτες είναι στην συντριπτική τους πλειοψηφία άνδρες, καθώς επίσης και από το γεγονός πως από το υποστηρικτικό περιβάλλον των παικτών, εκείνοι που ενεργοποιούνται και καλούν πιο συχνά είναι οι σύζυγοι, οι μητέρες και οι αδελφές τους. Η διαφοροποίηση ως προς την ηλικία μπορεί να αποδοθεί στο ότι συχνά καλούν τα άτομα της πατρικής οικογένειας του παίκτη όπως οι γονείς και τα μεγαλύτερα αδέλφια. Ωστόσο, επειδή στην πλειοψηφία τους οι παίκτες είναι παντρεμένοι και οι σύζυγοι τους είναι η πιο συχνά εμφανιζόμενη κατηγορία συγγενικού ή φιλικού προσώπου, αυτή η διαφοροποίηση δεν ήταν τόσο αναμενόμενη και θα άξιζε τον κόπο να διερευνηθεί περισσότερο μελλοντικά. Τέλος η διαφοροποίηση ως προς το τη διάρκεια της κλήσης θα μπορούσε να σημαίνει πως οι συγγενείς χρειάζονται περισσότερο χρόνο για να αποφορτιστούν και να πάρουν απαντήσεις στο αίτημά τους σε σχέση με την εξάρτηση. Οι παίκτες από την άλλη είναι γνώστες της κατάστασης την οποία βιώνουν και το αίτημά τους είναι πιο συγκεκριμένο. Έτσι ενώ και αυτοί στην πλειοψηφία τους ζητούν συμβουλευτική, είναι πιο πιθανό από ότι οι συγγενείς και φίλοι να ζητήσουν μόνο πληροφορίες για τους φορείς όπου μπορούν να ξεκινήσουν θεραπεία.
Σημαντικό κομμάτι της συγκεκριμένης εργασίας ήταν να περιγραφούν τα αιτήματα των δύο τύπων καλούντων, και να εξαχθούν οι κοινοί και οι ιδιαίτεροι κινητοποιητικοί και βοηθητικοί παράγοντες. Η ανάλυση με βάση τα ημερολόγια και τις συναντήσεις εποπτείας έδειξε πως οι καλούντες διέφεραν σε ένα βαθμό ως προς το αίτημά τους, όμως κοινή βασική ανάγκη τους ήταν τόσο να προσδιορίσουν το τι σημαίνει εξάρτηση, σε βαθμό που αυτό πολλές φορές εκφραζόταν σαν ανάγκη διάγνωσης από τηλεφώνου, όσο και να επιλύσουν το πρόβλημα άμεσα και τις πιο πολλές φορές με έναν «άκοπο τρόπο». Οι βοηθητικές παρεμβάσεις σε αυτές τις περιπτώσεις συνέκλιναν στο να υπάρξει πληροφόρηση γύρω από την εξαρτητική συμπεριφορά και να δοθεί το μήνυμα πως για να επιλυθεί το πρόβλημα χρειάζεται να γίνει μια νέα προσπάθεια, με διαφορετικό τρόπο.
Οι καλούντες ανέφεραν και πιο εξειδικευμένα αιτήματα που αντανακλούσαν το αν ήταν παίκτες ή φίλοι και συγγενείς. Έτσι τα αιτήματα των παικτών είχαν να κάνουν με το αν θα αποφασίσουν να ξεκινήσουν την προσπάθεια για αποχή, αν μπορούν να ελέγξουν την εμπλοκή τους στο παιχνίδι ή όχι, αν μέσα από την θεραπεία θα μπορέσουν να επανακτήσουν τον έλεγχο στο παιχνίδι και τέλος στην περίπτωση που είχαν αποφασίσει πως θέλουν να απέχουν, πως θα μπορέσουν να διαχειριστούν την έντονη επιθυμία τους για τζόγο. Σημαντικός βοηθητικός παράγοντας σε αυτές τις περιπτώσεις ήταν η άμεση σύνδεση του συμβούλου με την κατάσταση που βρισκόταν ο παίκτης όσον αφορά την συνειδητοποίηση του προβλήματος, και η ανάδειξη της. Καίριο επίσης για την ενεργοποίησή τους ήταν να πληροφορηθούν για την ουτοπική προοπτική ανάκτησης του ελέγχου καθώς επίσης και να διερευνηθεί ο τρόπος με τον οποίο εγκλωβίζονται στον φαύλο κύκλο του παιχνιδιού.
Τα ειδικά αιτήματα των υποστηρικτικών ατόμων, είχαν να κάνουν με την αμφιθυμική τους στάση απέναντι στην εξάρτηση και την οικονομική συνεισφορά στα χρέη των παικτών, την βοήθεια στο πως να διαχειριστούν καλύτερα την δυναμική της οικογένειας ή της παρέας, και την αναζήτηση τρόπων ώστε να κάνουν τον παίκτη να αποδεχθεί πως υπάρχει πρόβλημα και να κινητοποιηθεί να αναζητήσει βοήθεια. Σε αυτές τις περιπτώσεις, βασικός βοηθητικός παράγοντας ήταν η ξεκάθαρη στάση του φίλου ή συγγενή απέναντι στην εξαρτητική συμπεριφορά και η εισαγωγή ορίων σε σχέση με αυτή.
Η συγκεκριμένη εργασία αποτέλεσε μια προσπάθεια να περιγραφούν τα χαρακτηριστικά του πληθυσμού που αντιμετωπίζει δυσκολία με τα τυχερά παιχνίδια και είναι στο στάδιο της αναζήτησης βοήθειας. Έλαβε χώρα παράλληλα με την ανάπτυξη του μοντέλου λειτουργίας της γραμμής τηλεφωνικής υποστήριξης και τηλεσυμβουλευτικής 1114. Τα αποτελέσματα δημοσιεύονται με στόχο να επιδράσουν στον σχεδιασμό και την υλοποίηση δομών που θα απευθύνονται σε αυτό τον πληθυσμό. Μελλοντικές ερευνητικές προσπάθειες θα ήταν σκόπιμο να αυξήσουν των αριθμό των συλλεγόμενων δημογραφικών στοιχείων και να συστηματοποιήσουν την συμπλήρωσή τους, ώστε το προφίλ των καλούντων να γίνει πιο πλήρες. Επιπρόσθετα, η μεθοδολογία της έρευνας δράσης (Cohen et al., 1994) θα μπορούσε να αξιοποιηθεί για την πιο τεκμηριωμένη ανάδειξη των παραγόντων που κινητοποιούν και απαντούν στο αίτημα του καλούντα στην τηλεφωνική συμβουλευτική διαδικασία, εμπλουτίζοντας τις θεωρίες πάνω στην οποία βασίζεται το συμβουλευτικό πρωτόκολλο.
(4) Ψυχολόγος M.SC., Ψυχοθεραπεύτρια
(5) Κοινωνική Λειτουργός
(6) Οικογενειακός Θεραπευτής, Σύμβουλος Εξαρτήσεων, Διεύθυνση επικοινωνίας: Πρόγραμμα ΚΕΘΕΑ ΑΛΦΑ, Χαρβούρη 1, Αθήνα
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Blaszyczynski, A., (2003). Τζόγος Ξεπερνώντας το πάθος για τα τυχερά παιχνίδια Ένας οδηγός αυτοβοηθείας. Αθήνα, Ελληνικά Γράμματα.
Cohen, L., Manion, L., & Morrison, K. (1994). Research methods in education. London and New York: Routledge.
Felthman, C. & Horton, I. (2006). The Sage Handbook of Counseling and Psychotherapy. (Eds.). London: Sage Publication Ltd
Feltham, C. & Dryden W. (2006). Brief Counseling: A Practical Integrative Approach. England, Open University Press
E.K.TE.Π.N. (2010). Ετήσια Έκθεση για την Κατάσταση του Προβλήματος των Ναρκωτικών και των Οινοπνευματωδών στην Ελλάδα το 2010. Αθήνα: ΕΠΙΨΥ
E.K.TE.Π.N. (2013). Ετήσια Έκθεση για την Κατάσταση του Προβλήματος των Ναρκωτικών και των Οινοπνευματωδών στην Ελλάδα το 2013. Αθήνα: ΕΠΙΨΥ
Grant, J. E. & Potenza, M. N. (2004). Pathological Gambling: A clinical Guide to Treatment. (Eds.).Washington: American Psychiatric Publishing.
Hodgins, D. C., Currie, S., el-Guebaly, N., & Peden, N. (2004). Brief motivational treatment for problem gambling: a 24-month follow-up. Psychology of Addictive Behaviors, 18(3), 293-296.
Ηλιόπουλος, Ε. & Λεχουρίτη, Χ. (2006). Το τηλέφωνο ως μέσο ψυχολογικής στήριξης: Εισαγωγή. Στο Γιωτάκος, Ο. & Τριανταφύλλου Θ., (Εκδόσεις) Ψυχολογική Στήριξη από το Τηλέφωνο, σελ 13 – 34. Αθήνα, Εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα.
Ivey, A. E., Gluckstern, N. B., & Bradford Ivey, M. (1992). Basic attending skills (M. Malikiosi-Loizos, Ed. & Trans.). North Amherst, MA: Microtraining Associates
LaBrie, R. A., Kaplan, S. A., LaPlante, D. A., Nelson, S.E. & Shaffer, H.J. (2008). Inside the Virtual Casino: A Prospective Longitudinal Study of actual Internet Casino Gambling. European Journal of Public Health,18(4), 410-416.
Ladouceur, R. & Lachance, S. (2007). Overcoming Pathological Gambling: Therapist Guide, New York: Oxford University Press.
Ladouceur, R., Sylvain, C., Boutin, C., & Doucet, C. (2002). Under – standing and treating pathological gamblers. London: Wiley
Lesieur, H. R. (1984). The Chase. Cambridge, MA: Schenkman
Λύκουρας, Ε. & Δουνέζης, Α. (2010). ΚΕΘΕΑ ΑΛΦΑ: Έκθεση Εξωτερικής Αξιολόγησης. Εξαρτήσεις 17, 29 – 47.
Marlatt, G. A. & Gordon, J. R. (Eds.), Relapse Prevention: Maintenance Strategies in the Treatment of Addictive Behaviors. New York: Guilford Press, 1985.
Nalpas, B., Yguel, J., Fleury B., Martin, S., Jarraud, D., & Craplet, M. (2011). Pathological Gambling in Treatment – Seeking Alcoholics: A National Survey in France. Alcohol and Alcoholism 46(2), 156 – 160.
Πάριος, Α. (2010). ΚΕΘΕΑ-ΑΛΦΑ: Επτά Χρόνια Λειτουργίας στην Απεξάρτηση από το Αλκοόλ και τα Τυχερά Παιχνίδια. Εξαρτήσεις 17, 19 – 28.
Potenza, M. & Griffiths, M. D. (2004). Prevention efforts and the role of the clinician. In J.E. Grant & M. N. Potenza (Eds.), Pathological Gambling: A Clinical Guide to Treatment. pp. 145-157. Washington DC: American Psychiatric Publishing Inc.
Rigod, V., Pilard, M., Paul, F., Deparis, X. & Marimoutou, C. (2011). Alcohol and Cannabis Consumption in French Army: Determination of Consumer Profiles to Focus on Prevention and Care. Military Medicine, 176(7), 805 – 810.
Colpaert, K., Vanderplasschen, W., Van Hal, G., Schuyten, G. & Broekaert, E. (2009). Cannabis-Related Treatment Demands in Belgium: A Socio-Demographic and Treatment Seeking Profile. Archives of Public Health, 67, 179 – 193.
Wiebe, J. M. B., & Cox, B. J. (2001). A Profile of Canadian Adults Seeking Treatment for Gambling Problems and Comparisons with Adults Entering an Alcohol Treatment Program. Canadian Journal of Psychiatry 46, 418 – 421.
Zimmerman, J. L. & Dickerson, V. C. (1996). If Problems Talked: Narrative Therapy in Action. New York: Guilford Press