Pim Cuijpers, Ruud Jonkers, Inge de Weerdt & Anco de Jong
Trimbos Institute, Netherlands Institute of Mental Health and Addiction, Utrecht, the Netherlands
Μετάφραση: ΓΕΩΡΓΙΑ ΧΡΙΣΤΟΦΙΛΗ
DOI: https://doi.org/10.57160/KRGH5797
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Στόχοι: Να εξεταστεί η αποτελεσματικότητα του προγράμματος «Υγιές Σχολείο και Ναρκωτικά», ένα ολλανδικό πρόγραμμα πρόληψης σε σχολεία, που αναπτύχθηκε στα τέλη της δεκαετίας 1980 και διαδόθηκε κατά τη διάρκεια της δεκαετίας 1990. Το συγκεκριμένο πρόγραμμα χρησιμοποιείται πλέον από το 64-73% των ολλανδικών σχολείων μέσης εκπαίδευσης και εκτιμάται πως ετησίως 350.000 μαθητές γυμνασίων και λυκείων δέχονται αυτές τις παρεμβάσεις.
Σχεδιασμός, χώρος, συμμετέχοντες: πρόκειται για μια έρευνα σε ημιπειραματικό επίπεδο κατά την οποία συγκρίθηκαν μαθητές από εννέα πειραματικά σχολεία (Ν= 1.156) με τους μαθητές από τρία σχολεία ελέγχου (Ν= 774). Οι ομάδες συγκρίθηκαν πριν από την παρέμβαση, ένα χρόνο μετά, δύο χρόνια μετά και τρία χρόνια μετά.
Μετρήσεις: πραγματοποιήθηκαν μετρήσεις σχετικά με τη χρήση καπνού, αλκοόλ και ουσιών με τη μέθοδο της αυτοαναφοράς, μετρήθηκε η στάση σχετικά με τη χρήση ουσιών, η γνώση σχετικά με τις ουσίες και η αυτοαποτελεσματικότητα.
Ευρήματα: εντοπίστηκαν αποτελέσματα όσον αφορά στη χρήση καπνού, αλκοόλ και κάνναβης. Δύο χρόνια μετά την παρέμβαση σημαντικά ήταν ακόμη τα αποτελέσματα σχετικά με τη χρήση αλκοόλ. Εντοπίστηκαν επίσης αποτελέσματα στη γνώση γύρω από τις ουσίες, ενώ δεν υπήρξαν ξεκάθαρα αποτελέσματα σχετικά με τη στάση απέναντι στη χρήση ουσιών και την αυτοαποτελεσματκότητα.
Συμπεράσματα: αυτή η μελέτη δείχνει πως το πρόγραμμα «Υγιές σχολείο και ναρκωτικά», όπως εφαρμόστηκε στην Ολλανδία, είχε αποτελέσματα για τα παιδιά τα οποία συμμετείχαν.
Λέξεις κλειδιά: Πρόληψη, μελέτη αποτελεσματικότητας, σχολεία.
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Τα τελευταία 30 χρόνια, μπορούμε να διακρίνουμε τρεις φάσεις στην ανάπτυξη των προγραμμάτων πρόληψης σε σχολεία (<2>Moskowitz 1989· <3>Perry & Kelder 1992· <1>Gorman 1995). Κατά τη διάρκεια της πρώτης φάσης (αρχές 1960 με αρχές 1970), τα προγράμματα επικεντρώνονταν κατά κύριο λόγο στην παροχή γνώσεων για τα ναρκωτικά και τους κινδύνους από τη χρήση. Κατά τη δεύτερη φάση (αρχές 1970 με αρχές 1980), επικράτησαν τα λεγόμενα συναισθηματικά προγράμματα. Τα περισσότερα από αυτά τα προγράμματα δεν επικεντρώνονταν στις ουσίες αλλά σε ευρύτερα ζητήματα προσωπικής ανάπτυξης, όπως η λήψη αποφάσεων, το ξεκαθάρισμα των αξιών και η διαχείριση του άγχους (<1>Gorman 1995). Κατά την τρίτη φάση (αρχές 1980 έως και σήμερα), το μοντέλο κοινωνικής επιρροής κυριαρχεί στα προγράμματα πρόληψης της χρήσης στα σχολεία. Σε αυτό το μοντέλο, αναπτύσσονται δεξιότητες αντίστασης, καμιά φορά σε συνδυασμό με γενικότερες προσωπικές και κοινωνικές δεξιότητες (συμπεριλαμβανομένων των στοιχείων που μειώνουν το άγχος και τη λήψη αποφάσεων, <4>Botvin κ.ά. 1990).
Κατά τη διάρκεια των τριών φάσεων της ανάπτυξης των προγραμμάτων, αρκετές εκατοντάδες έρευνες εξέτασαν τα αποτελέσματα των προγραμμάτων πρόληψης και δεκάδες από αυτές μεθοδολογικά ήταν καλά σχεδιασμένες μελέτες (<5>Tobler κ.ά. 2000). Μέσα από αυτές τις έρευνες θεμελιώθηκε η άποψη πως τα προγράμματα πρόληψης στα σχολεία μπορεί να οδηγήσουν σε σημαντική αύξηση των γνώσεων για τις ουσίες και βελτιωμένη στάση απέναντι στη χρήση ουσιών. Ακόμη, παρεμβάσεις με διαδραστικές μεθόδους μπορεί να έχουν σημαντική επιρροή στη χρήση ουσιών (<5>Tobler κ.ά. 2000). Τα αποτελέσματα των περισσότερων παρεμβάσεων για τη χρήση ουσιών είναι σχετικά μικρά, αλλά πιο εκλεπτυσμένα και αναλυτικά προγράμματα μπορεί να έχουν μέτρια έως καλύτερα αποτελέσματα στη χρήση ουσιών. Παραδείγματα προγραμμάτων με καλύτερα και μεγαλύτερα αποτελέσματα αποτελούν τα εκπαιδευτικά για δεξιότητες ζωής (<6>Botvin κ.ά. 1995) και οι παρεμβάσεις σε σχολεία από το πρόγραμμα Northland (<7>Perry κ.ά. 1996, <8>Williams κ.ά. 1999).
Μια μεγάλη πρόκληση για τα προγράμματα που ασχολούνται με τη χρήση ουσιών για την επόμενη δεκαετία θα είναι η διάδοση των αποτελεσματικών παρεμβάσεων στην καθημερινή ζωή του σχολείου. Πολλά από τα πλέον αποτελεσματικά προγράμματα πρόληψης έχουν αναπτυχθεί σε ερευνητικό επίπεδο και δεν μπορούν να ενταχθούν εύκολα στο σχολικό σύστημα, επειδή απαιτείται αυξημένος αριθμός συναντήσεων και απαιτείται επιστημονική έρευνα. Στην καθημερινή πρακτική διαδίδονται άλλα προγράμματα στα σχολεία, τα οποία όμως δεν είναι αποτελεσματικά στο να μειώνουν την κατάχρηση ουσιών. Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το πρόγραμμα DARE. Αυτό είναι το περισσότερο και ευρέως χρησιμοποιούμενο πρόγραμμα στις Ηνωμένες Πολιτείες, αλλά πολλές καλά σχεδιασμένες μελέτες έχουν δείξει πως δεν είναι ιδιαίτερα αποτελεσματικό για την κατάχρηση ουσιών (<11>Ennet κ.ά. 1994, <10>Clayton, Cattarello & Johnstone 1996, <9>Lynam κ.ά. 1999). Το επόμενο σημαντικό βήμα στην πρόληψη χρήσης ουσιών θα πρέπει να είναι η διάδοση αποτελεσματικών προγραμμάτων πρόληψης καθώς και η διάδοση των αποτελεσμάτων της επιστημονικής γνώσης που έχει συγκεντρωθεί τις τελευταίες δεκαετίες.
Προς το τέλος του 1980, αναπτύχθηκε στην Ολλανδία ένα πρόγραμμα πρόληψης, το οποίο διαδόθηκε πολύ στα σχολεία τη δεκαετία 1990. Αυτό το πρόγραμμα που ονομάζεται «Υγιές Σχολείο και Ναρκωτικά» εφαρμόζεται στο 64-73% των σχολείων δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στην Ολλανδία. Εκτιμάται πως κάθε χρόνο τουλάχιστον 350.000 μαθητές δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στην Ολλανδία δέχονται αυτήν την παρέμβαση. Αυτός ο μεγάλος βαθμός διάδοσης έχει επιτευχθεί με τη στενή συνεργασία με τα σχολεία κατά το σχεδιασμό της παρέμβασης και με τη δημιουργία στενών σχέσεων με ειδικούς σε θέματα πρόληψης στην περιοχή και τις τοπικές αρχές. Οι ειδικοί επί θεμάτων πρόληψης έχουν την ευθύνη για τη διάδοση του προγράμματος στα σχολεία της περιοχής τους και για τη στήριξη των σχολείων κατά την εφαρμογή του προγράμματος, ενώ οι ίδιοι υποστηρίζονται από μια ομάδα ειδικών, που εργάζεται σε εθνικό επίπεδο.
Σε αυτή την εργασία, περιγράφονται τα αποτελέσματα μιας ημιπειραματικής μελέτης, που εξετάζει τα αποτελέσματα του προγράμματος «Υγιές Σχολείο και Ναρκωτικά».
ΜΕΘΟΔΟΣ
Συμμετέχοντες και διαδικασία
Συγκρίθηκαν εννέα πειραματικά σχολεία με τρία σχολεία ελέγχου. Τα πειραματικά σχολεία επιλέχθηκαν από πέντε περιοχές των υπηρεσιών υγείας του δήμου στην Ολλανδία. Για να μπορούν να συμμετέχουν στη μελέτη έπρεπε να έχουν μια ενεργό επιτροπή για να συντονίζει τις δραστηριότητες πρόληψης στο σχολείο. Αυτή η επιτροπή αποτελεί έναν από τους βασικότερους παράγοντες των προγραμμάτων «Υγιές Σχολείο και Ναρκωτικά». Επιπλέον, έπρεπε τα σχολεία να πραγματοποιούν δραστηριότητες πρόληψης σε πολλά επίπεδα, αλλά τουλάχιστον σε επίπεδο τάξης (τα μαθήματα). Τα σχολεία ελέγχου επιλέχθηκαν από τις ίδιες περιοχές κι έπρεπε να δεσμευτούν πως δεν θα εφαρμόσουν το πρόγραμμα «Υγιές Σχολείο και Ναρκωτικά» κατά τη διάρκεια των επόμενων 3 χρόνων.
Υπήρχαν τέσσερα χρονικά σημεία που πραγματοποιήθηκαν μετρήσεις: ένα πριν από την έναρξη της παρέμβασης (M0), ένα έναν χρόνο μετά (M1), ένα δύο χρόνια μετά (M2) κι ένα τρία χρόνια μετά (M3). Στον χρόνο που μεσολαβούσε από τη μία μέτρηση στην επόμενη πραγματοποιούνταν ένα μέρος της παρέμβασης στα πειραματικά σχολεία. Μεταξύ του M0 και του M1 η παρέμβαση είχε ως επίκεντρο τον καπνό, μεταξύ του M1 και του M2 το αλκοόλ και μεταξύ του M2 και του M3 την κάνναβη.
Χίλιοι εννιακόσιοι τριάντα συμμετέχοντες επέστρεψαν τα ερωτηματολόγια στο M0. Τα βασικά χαρακτηριστικά του δείγματος φαίνονται στον Πίνακα 1.
Το εβδομήντα τρία τοις εκατό (N = 1.405) του αρχικού δείγματος (N = 1.930) συμμετείχε σε συνέντευξη στα τέσσερα χρονικά σημεία μέτρησης. Ένα από τα πειραματικά σχολεία εξαιρέθηκε από το M3 επειδή σταμάτησε να δουλεύει πάνω στα μαθήματα του προγράμματος. Ο ακριβής αριθμός των μαθητών σε κάθε μέτρηση παρουσιάζεται στον Πίνακα 2.
ΜΕΤΡΗΣΕΙΣ
Η χρήση ουσιών μετρήθηκε θέτοντας το ερώτημα στους συμμετέχοντες εάν στο παρόν κάνουν χρήση καπνού ή αλκοόλ και πόσο συχνά. Επιπλέον, μετρήθηκε ο αριθμός των τσιγάρων και των οινοπνευματωδών ποτών που καταναλώνονται ανά εβδομάδα. Όσον αφορά το αλκοόλ, μετρήθηκε και ο αριθμός των ποτών που καταναλώνονται σε κάθε περίσταση. Η χρήση μαριχουάνας μετρήθηκε με το ερώτημα στους συμμετέχοντες εάν είχαν ποτέ δοκιμάσει μαριχουάνα. Επιπλέον, οι συμμετέχοντες ρωτήθηκαν για τη συχνότητα με την οποία έκαναν χρήση μαριχουάνας.
Η στάση απέναντι στη χρήση καπνού μετρήθηκε με έξι ερωτήσεις όσον αφορά τη φυσική κατάσταση, την υγεία, την αίσθηση του «ανήκειν» στην ομάδα ομοτίμων μέσα από το κάπνισμα και εάν οι συμμετέχοντες θεωρούν πως η χρήση καπνού θα είναι ευχάριστη. Οι απαντήσεις εκτιμήθηκαν βάσει μιας κλίμακας πέντε σημείων. Το άθροισμα των απαντήσεων έδωσε μια συνολική μέτρηση γύρω από τη στάση όσον αφορά τη χρήση καπνού (Cronbach’s α: 0,37). Επειδή ο συντελεστής αξιοπιστίας θεωρήθηκε πολύ χαμηλός, αυτή η κλίμακα δεν χρησιμοποιήθηκε στην ανάλυση σύγκρισης της πειραματικής ομάδας και της ομάδας ελέγχου. Η στάση απέναντι στη χρήση αλκοόλ μετρήθηκε με μια κλίμακα πέντε ερωτήσεων (Cronbach’s α: 0,66), και η στάση απέναντι στη χρήση μαριχουάνας με ακόμη μια κλίμακα πέντε ερωτήσεων (Cronbach’s α: 0,76). Οι συντελεστές αξιοπιστίας αυτών των κλιμάκων θεωρήθηκαν ικανοποιητικοί.
Η γνώση σχετικά με τον καπνό μετρήθηκε με τέσσερα βασικά ερωτήματα γύρω από θέματα υγείας που αφορούν τη χρήση καπνού (κλίμακα αξιολόγησης τριών σημείων). Το άθροισμα έδωσε μια συνολική μέτρηση για τη γνώση σχετικά με τον καπνό. Μια κλίμακα έξι ερωτήσεων δημιουργήθηκε για να εκτιμηθούν οι γνώσεις όσον αφορά στις επιπτώσεις που έχει στην υγεία η χρήση αλκοόλ και μια ακόμη κλίμακα τριών ερωτήσεων δημιουργήθηκε για να εκτιμηθεί η γνώση σχετικά με τις επιπτώσεις από τη χρήση μαριχουάνας.
Η αυτοαποτελεσματικότητα για το κάπνισμα μετρήθηκε με τρεις ερωτήσεις εκτίμησης της επιτυχίας να μην καπνίσεις σε διάφορες κοινωνικές περιστάσεις (σε κάποιο πάρτι, επειδή σε κοροϊδεύουν οι φίλοι σου που δεν καπνίζεις, ένας φίλος επιμένει να καπνίσεις). Οι βαθμολογίες από τις ερωτήσεις με τρεις βαθμούς αξιολόγησης συνυπολογίστηκαν, δίνοντας μια κλίμακα εκτίμησης της αυτοαποτελεσματικότητας για την αποχή από το κάπνισμα (Cronbach’s α: 0,75). Η αυτοαποτελεσματικότητα για τη χρήση αλκοόλ και τη χρήση μαριχουάνας μετρήθηκε με δύο κλίμακες αντίστοιχα, κάθε μία τριών ερωτήσεων (Cronbach’s α: 0,81, 0,88).
ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ
Το πρόγραμμα «Υγιές Σχολείο και Ναρκωτικά» είναι πολυδιάστατο και πρόκειται για ένα πρόγραμμα πρόληψης σε σχολεία για μαθητές της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, ηλικίας 12–18 ετών. Το θεωρητικό υπόβαθρο του προγράμματος «Υγιές Σχολείο και Ναρκωτικά» στηρίχθηκε στη θεωρία της σχεδιασμένης συμπεριφοράς (<12?>Ajzen & Fishbein 1990 ), την κοινωνική, γνωσιακή θεωρία του Bandura (<13>Bandura 1996) και το μοντέλο αλλαγής της συμπεριφοράς του McGuire (<14>McGuire 1985). Αυτά τα μοντέλα προσαρμόστηκαν στο μοντέλο «ASE» (<15?>De Vries 1989 ) το οποίο εξηγεί την πρόθεση και τη συμπεριφορά διαχωρίζοντας τρεις καθοριστικούς παράγοντες: στάση (η κρίση του ατόμου για μια πιθανή συμπεριφορά), κοινωνική επιρροή (δημιουργείται από τις απόψεις και τις προσδοκίες των άλλων απέναντι στη συμπεριφορά) και αυτοαποτελεσματικότητα (η πεποίθηση του ατόμου για την επιτυχή πραγματοποίηση συγκεκριμένης συμπεριφοράς).
Το πρόγραμμα «Υγιές Σχολείο και Ναρκωτικά» αποτελείται από πέντε κύριους παράγοντες, οι οποίοι υιοθετούνται και εφαρμόζονται κατά τη διάρκεια μιας περιόδου 3 χρόνων για κάθε σχολείο που συμμετέχει. Το πρώτο βήμα που έπρεπε να γίνει σε κάθε σχολείο που συμμετείχε ήταν η δημιουργία μιας συντονιστικής επιτροπής, που αποτελούνταν από μέλη του προσωπικού του σχολείου (δάσκαλοι, διοικητικοί και διευθυντές), από έναν υπεύθυνο υγείας (προερχόμενο από τον τομέα εκπαίδευσης και υγείας των δημοτικών αρχών υγείας) κι από έναν εκπρόσωπο των γονιών. Αυτή η επιτροπή συντονίζει όλες τις δραστηριότητες της πρόληψης στο σχολείο και σχεδιάζει το πλάνο δράσης κάθε χρόνου.
Το δεύτερο στοιχείο του προγράμματος «Υγιές Σχολείο και Ναρκωτικά» είναι μια σειρά εκπαιδευτικών μαθημάτων για τις πρώτες τάξεις της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης (12–15 χρονών). Αυτή η σειρά αποτελείται από τρία μαθήματα τον πρώτο χρόνο που αφορούν στον καπνό, τρία μαθήματα, τον πρώτο ή τον δεύτερο χρόνο, που αφορούν στο αλκοόλ, (είναι επιλογή του εκπαιδευτικού) και τρία ακόμη μαθήματα για τη μαριχουάνα, το έκστασυ και τον τζόγο. Αυτά τα μαθήματα αποτελούν τον πυρήνα του προγράμματος «Υγιές Σχολείο και Ναρκωτικά». Αυτό που υπογραμμίζεται από το υλικό είναι πως από μόνες τους η προειδοποίηση για τους κινδύνους από τη χρήση και η πληροφόρηση δεν αρκούν για να εμποδίσουν τη χρήση ουσιών από τους μαθητές. Το πρόγραμμα «Υγιές Σχολείο και Ναρκωτικά» χρησιμοποιεί μια προσέγγιση κατά την οποία η πληροφόρηση, η ανάπτυξη μιας υγιούς στάσης απέναντι στις ουσίες και η εκπαίδευση σε δεξιότητες άρνησης αποτελούν βασικά στοιχεία. Το δεύτερο και το τρίτο μάθημα επικεντρώνονται στη στάση και τη συμπεριφορά. Σ’ αυτά τα μαθήματα συμπεριλαμβάνονται δεξιότητες για την εκπαίδευση στη λήψη αποφάσεων, για την καλλιέργεια της άρνησης και στην αύξηση της αυτό-εκτίμησης. Πολύ υλικό έχει συγκεντρωθεί με στόχο τη στήριξη των εκπαιδευτικών σε αυτή την εργασία, συμπεριλαμβανομένων εγχειριδίων για όλες τις σειρές των μαθημάτων, βιντεοκασετών, ασκήσεων ανάλογα με την ηλικία και φυλλάδια για τους μαθητές.
Ο τρίτος παράγοντας είναι η διατύπωση των κανονισμών του σχολείου για τη χρήση ουσιών, για παράδειγμα για τη χρήση αλκοόλ και καπνού στο σχολείο και στις σχολικές εκδηλώσεις. Ένα εγχειρίδιο για τη διατύπωση των κανονισμών ή για την προσαρμογή των ήδη υπαρχόντων, υπάρχει στον τοπικό φορέα υγείας.
Το τέταρτο συστατικό είναι η δημιουργία ενός συστήματος έγκαιρου εντοπισμού μαθητών με προβλήματα χρήσης ουσιών, στήριξης και συμβουλευτικής αυτών των μαθητών. Τα σχολεία υποστηρίζονται μέσω της εκπαίδευσης των δασκάλων και των συμβούλων, έτσι ώστε εγκαίρως να εντοπίζεται η χρήση ουσιών, και της συμβουλευτικής. Οι υπάλληλοι από τις υπηρεσίες υγείας έχουν τη δυνατότητα να βοηθήσουν τα σχολεία να αποφασίσουν, εάν είναι απαραίτητη η παραπομπή σε εξειδικευμένες υπηρεσίες.
Ο πέμπτος παράγοντας εμπλέκει και τους γονείς στην πρόληψη της χρήσης στα σχολεία. Υπάρχουν διάφορες μέθοδοι γι’ αυτό: συμπεριλαμβάνονται εγχειρίδια διοργάνωσης μιας βραδιάς με γονείς, φυλλάδια για γονείς και παραδείγματα εγκυκλίων.
ΑΝΑΛΥΣΗ
Καθώς ο σχεδιασμός ήταν σε ημιπειραματικό επίπεδο, εξετάσαμε εάν χρειαζόταν να ελέγξουμε για υπάρχουσες μεταβλητές που προκλήθηκαν εξαιτίας των διαφορών ανάμεσα στους συμμετέχοντες από την πειραματική ομάδα και την ομάδα ελέγχου στην προδοκιμασία. Πραγματοποιήσαμε μια σειρά αναλύσεων πολλαπλής και Λογαριθμικής Παλινδρόμησης για να εντοπίσουμε τις διαφορές ανάμεσα στην πειραματική ομάδα και την ομάδα ελέγχου στην προδοκιμασία όσον αφορά δημογραφικά χαρακτηριστικά, και σε όλες τις ανεξάρτητες ερωτήσεις των μεταβλητών των αποτελεσμάτων (p < 0,05). Τη χρονική στιγμή M0 η αναλογία των συμμετεχόντων που κάπνιζαν ήταν μεγαλύτερη στην πειραματική ομάδα από ό,τι στην ομάδα ελέγχου. Επιπλέον, εντοπίσαμε τέσσερις ερωτήσεις στην κλίμακα μέτρησης αναφορικά με τη στάση απέναντι στο κάπνισμα και την αυτοαποτελεσματικότητα για το αλκοόλ που είναι διαφορετικές στην πειραματική ομάδα και στην ομάδα ελέγχου. Ακόμη, η συνολική γνώση όσον αφορά τη χρήση μαριχουάνας ήταν μεγαλύτερη στην ομάδα ελέγχου.
Οι μεταβλητές που προέκυψαν συμπεριλήφθηκαν σαν παράγοντες πρόβλεψης στην ανάλυση πολλαπλής και Λογαριθμικής Παλινδρόμησης και χρησιμοποιήθηκαν για να ελεγχθεί εάν οι διαφορές ανάμεσα στην πειραματική ομάδα και την ομάδα ελέγχου οφείλονταν στην παρέμβαση ή όχι. Καμία από αυτές τις μεταβλητές δεν βρέθηκε να έχει ιδιαίτερη σχέση (p < 0,05) με τις εξαρτημένες μεταβλητές.
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ
Αποτελέσματα όσον αφορά τη χρήση ουσιών
Όπως ήταν αναμενόμενο γι’ αυτή την ηλικιακή ομάδα, η αναλογία των μαθητών που έκαναν χρήση καπνού, αλκοόλ ή κάνναβης αυξήθηκε σημαντικά κατά τη διάρκεια της μελέτης. Τα αποτελέσματα παρουσίασαν σημαντικές επιδράσεις στις μετρήσεις σχετικά με τη χρήση ουσιών στο M1 (χρήση καπνού και αλκοόλ), στο M2 (αλκοόλ και κάνναβη) και στο M3 ( χρήση αλκοόλ) (Πίνακας 2).
Ακόμη, σημαντικά αποτελέσματα από την παρέμβαση εντοπίστηκαν στη συχνότητα καπνίσματος στο σημείο M3 (p < 0,05), στη συχνότητα χρήσης αλκοόλ στο M3 (p < 0,01), στον αριθμό των οινοπνευματωδών που καταναλώνονται την εβδομάδα στο σημείο M3 (p < 0,01) και στον αριθμό των οινοπνευματωδών που καταναλώνονται σε κάθε περίσταση (στο M1 και στο M3 p < 0,001). Στο σημείο M2 η αναλογία των μαθητών που έκαναν χρήση μαριχουάνας ήταν σημαντικά μικρότερος για την πειραματική ομάδα από ό,τι για την ομάδα ελέγχου. Η διαφορά ανάμεσα στην πειραματική ομάδα και την ομάδα ελέγχου, όσον αφορά τη χρήση ουσιών, δεν ήταν σημαντική στο σημείο M3. Απροσδόκητο ήταν το γεγονός πως οι μαθητές της πειραματικής ομάδας έκαναν συχνότερη χρήση μαριχουάνας από την ομάδα ελέγχου στο M3.
Γνώση, στάση και αυτοαποτελεσματικότητα
Σημαντικά αποτελέσματα εντοπίστηκαν στις γνώσεις όσον αφορά τις ουσίες. Αυτό ισχύει με τη γνώση για τον καπνό, το αλκοόλ και τη μαριχουάνα στο σημείο M3, για τον καπνό και το αλκοόλ στο σημείο M2 και για τον καπνό στο σημείο M1. Δεν εντοπίστηκαν αποτελέσματα από την παρέμβαση για την αυτοαποτελεσματικότητα όσον αφορά τη χρήση καπνού. Ένα σημαντικό αποτέλεσμα της παρέμβασης σχετικά με τη στάση γύρω από τη χρήση αλκοόλ εντοπίστηκε στο M2, αλλά όχι στο M1 και το M3. Όσον αφορά την αυτοαποτελεσματικότητα για το αλκοόλ, σημαντικό ήταν το αποτέλεσμα που εντοπίστηκε στο σημείο M1, αλλά όχι στα σημεία M2 και M3. Η στάση απέναντι στη χρήση κάνναβης διέφερε αρκετά ανάμεσα στην πειραματική ομάδα και την ομάδα ελέγχου μόνο στο σημείο M3, αλλά όχι στο M1 και στο M2. Κανένα αποτέλεσμα δεν εντοπίστηκε από την παρέμβαση σχετικά με τη χρήση κάνναβης ( Πίνακας 3).
ΣΥΖΗΤΗΣΗ
Αυτή η μελέτη είχε αρκετούς περιορισμούς. Καταρχάς, οι συμμετέχοντες δεν εντάχθηκαν τυχαία σε συνθήκες πειραματισμού ή σύγκρισης. Και παρόλο που πραγματοποιήθηκε λεπτομερής έλεγχος των πιθανών μεταβλητών που συνυπάρχουν, εξακολουθεί να υφίσταται ο κίνδυνος πολύ σημαντικές συνυπάρχουσες μεταβλητές να μη μετρήθηκαν. Δεύτερον, η χρήση ουσιών μετρήθηκε μόνο με ερωτηματολόγια αυτοαναφοράς. Οι συμμετέχοντες στις πειραματικές συνθήκες μπορεί να είχαν μεγαλύτερη τάση να εμφανίσουν μειωμένη τη χρήση ουσιών που έκαναν. Τρίτον, δεν εξετάστηκε εάν οι εκπαιδευτικοί πραγματοποιούσαν όντως την παρέμβαση όπως περιγραφόταν από το πρωτόκολλο. Εξαιτίας λοιπόν αυτών των περιορισμών καλό θα είναι τα αποτελέσματα αυτής της μελέτης να λαμβάνονται υπόψη με προσοχή.
Από την άλλη πλευρά όμως υπάρχουν κι ενθαρρυντικά αποτελέσματα. Το πρόγραμμα «Υγιές Σχολείο και Ναρκωτικά» δείχνει να έχει σημαντικά αποτελέσματα για τη χρήση ουσιών, ιδιαίτερα για τη χρήση αλκοόλ. Στις ηλικίες μεταξύ 12 και 15, πολλοί έφηβοι ξεκινούν τον πειραματισμό με τον καπνό, το αλκοόλ και άλλες ουσίες. Το πρόγραμμα «Υγιές Σχολείο και Ναρκωτικά» μπορεί να ελαττώσει τον αριθμό των εφήβων που ξεκινούν τον πειραματισμό. Αποτελέσματα γύρω από τη χρήση καπνού υπήρχαν, αλλά μειώνονταν με το χρόνο και είχαν σχεδόν εξαφανιστεί με το τέλος της περιόδου που διαρκούσε η παρέμβαση.
Απροσδόκητα, η παρέμβαση έδειξε να οδηγεί σε συχνότερη χρήση μαριχουάνας γι’ αυτούς που έκαναν χρήση. Το ίδιο έχει φανεί κι από άλλες έρευνες μεταξύ ολλανδών μαθητών (<16>De Haes & Schuurman 1975). Σε αυτή την πρώιμη έρευνα εντοπίστηκε πως αυτή η αύξηση ήταν προσωρινή. Παρόλα αυτά, αυτό μπορεί να λειτουργήσει αρνητικά για το πρόγραμμα «Υγιές Σχολείο και Ναρκωτικά», το οποίο θα πρέπει να εξεταστεί πιο λεπτομερώς στο μέλλον.
Η παρέμβαση είχε θετικά αποτελέσματα στη γνώση όσον αφορά τις ουσίες. Πολλοί επαγγελματίες υγείας το θεωρούν αυτό πολύ σημαντικό αποτέλεσμα για τα προγράμματα πρόληψης στα σχολεία. Οι επαρκείς γνώσεις για τις ουσίες κι οι συνέπειες στην υγεία δείχνουν πως οι έφηβοι γνωρίζουν τουλάχιστον τους κινδύνους που θα συναντήσουν κάνοντας χρήση.
Αξιοσημείωτο είναι πως το πρόγραμμα είχε λίγα αποτελέσματα όσον αφορά τη στάση απέναντι στη χρήση ουσιών και την αυτοαποτελεσματικότητα. Στις περισσότερες μελέτες που έχουν γίνει για τα προγράμματα πρόληψης στα σχολεία, σημαντικά αποτελέσματα εντοπίζονται στην στάση (<5>Tobler κ.ά. 2000). Δεν έχουμε επαρκείς εξηγήσεις γι’αυτό το εύρημα. Ίσως, η παρέμβαση αυτή δεν επικεντρώνεται ιδιαίτερα σε αυτά τα στοιχεία. Εντούτοις, παρά την έλλειψη αποτελεσμάτων στη στάση, εντοπίστηκαν αποτελέσματα όσον αφορά τη χρήση ουσιών.
Το πιο ενδιαφέρον στοιχείο του προγράμματος «Υγιές Σχολείο και Ναρκωτικά» είναι η ευρεία διάδοσή του, περίπου στο 70% των σχολείων στην Ολλανδία. Η διάδοση του προγράμματος ήταν ένα πολύ ενδιαφέρον σημείο κατά την ανάπτυξη του προγράμματος. Η δομή της διάδοσης του προγράμματος «Υγιές Σχολείο και Ναρκωτικά» είναι οργανωμένη σε τρία επίπεδα. Το βασικό επίπεδο αποτελεί το σχολείο, στο οποίο όλα οργανώνονται από τη συντονιστική επιτροπή που αποτελεί και την κινητήριο δύναμη. Το δεύτερο επίπεδο είναι η υποστήριξη που παρέχεται στο σχολείο από τον τομέα εκπαίδευσης των τοπικών υπηρεσιών υγείας του δήμου. Στην Ολλανδία, οι δήμοι και οι υπηρεσίες υγείας των δήμων έχουν την ευθύνη για την πραγματοποίηση των συλλογικών μέτρων πρόληψης σχετικά με τους κινδύνους υγείας που διατρέχουν οι νέοι. Αυτές οι υπηρεσίες υγείας έχουν συνήθως στενή σχέση με τα σχολεία (π.χ. οδοντιατρική φροντίδα, εμβολιασμοί). Αυτές οι τοπικές υπηρεσίες προσεγγίζουν τα σχολεία και τα ενθαρρύνουν να συμμετάσχουν στο πρόγραμμα. Λόγω της στενής σχέσης που έχουν με τα σχολεία σε πολλούς τομείς, αυτός είναι ένας πολύ σημαντικός παράγοντας για την επιτυχή διάδοση του προγράμματος. Έπειτα υποστηρίζουν το σχολείο στην οργάνωση και την πραγματοποίηση του προγράμματος. Το τρίτο επίπεδο στη δομή της διάδοσης του προγράμματος «Υγιές Σχολείο και Ναρκωτικά» λαμβάνει χώρα σε εθνικό επίπεδο. Το Ίδρυμα Trimbos (Ίδρυμα για την Ψυχική Υγεία και την Εξάρτηση στην Ολλανδία, Netherlands Institute of Mental Health and Addiction) συντονίζει το πρόγραμμα σε εθνικό επίπεδο. Όλο το υλικό αναπτύσσεται σε στενή συνεργασία με ειδικούς εκπαιδευτές υγείας από τις τοπικές αρχές, από εκπαιδευτικούς και μαθητές, και διανέμεται στις δημοτικές υπηρεσίες υγείας και στα σχολεία. Κάποια εξειδικευμένα εκπαιδευτικά μαθήματα πραγματοποιούνται σε τακτά χρονικά διαστήματα για τους εκπαιδευτές υγείας και το προσωπικό του σχολείου. Αυτή η τριμερής δομή διάδοσης έχει οδηγήσει στο υψηλό επίπεδο αποδοχής του προγράμματος «Υγιές Σχολείο και Ναρκωτικά» από τα σχολεία.
Αυτή η μελέτη δείχνει πως όχι μόνο είναι εφικτή η πραγματοποίηση αποτελεσματικών προγραμμάτων πρόληψης, αλλά είναι εφικτή η πραγματοποίηση προγραμμάτων ευρέως αποδεκτών από τα τοπικά σχολεία. Ο αντίκτυπος που έχει ένα πρόγραμμα μπορεί να εκφραστεί και σαν το προϊόν της αποτελεσματικότητάς του και του επιπέδου διάδοσής του. Αν και τα αποτελέσματα του προγράμματος «Υγιές Σχολείο και Ναρκωτικά» είναι πολύ πιο περιορισμένα από τα εντατικά προγράμματα πρόληψης που πραγματοποιούνται στα πανεπιστήμια, δεν υπάρχει αμφιβολία πως ο αντίκτυπός του μπορεί να είναι πολύ μεγαλύτερος. Αν και τα περισσότερα αποτελέσματα που εντοπίστηκαν ήταν θετικά, πρέπει να δοθεί η απαραίτητη προσοχή στα αρνητικά αποτελέσματα που εντοπίστηκαν στη χρήση μαριχουάνας. Τα αρνητικά αποτελέσματα στα προγράμματα πρόληψης στα σχολεία δεν είναι ιδιαίτερα συνηθισμένα, και είναι ξεκάθαρο πως είναι απαραίτητες μελλοντικές έρευνες.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:
<2000>Ajzen, I. & Fishbein, M. (1980) Understanding Attitudes and Predicting Social Behaviour. Englewood Cliffs, NJ: Prentice Hall.
<13>Bandura, A. (1996) Social Foundation of Thought and Actions: a Social Cognitive Theory. Englewood Cliffs, NJ: Prentice Hall.
<6>Botvin, G. J., Baker, E., Dusenbury, L., Botvin, E. M. & Diaz, T. (1995) Long-term follow-up results of a randomized drug abuse prevention trial in a white middle class population. Journal of the American Medical Association, 273, 1106–1112.
<4>Botvin, G. J., Baker, E., Filazzola, A. D. & Botvin, E. M. (1990) A cognitive-behavioural approach to substance abuse prevention: one year follow-up. Addictive Behaviours, 15, 47–63.
<10>Clayton, R. R., Cattarello, A. M. & Johnstone, B. M. (1996) The effectiveness of Drug Abuse Resistance Education (project DARE): 5-year follow-up results. Preventive Medicine, 25, 307–318.
<16>De Haes, W. F. M. & Schuurman, J. H. (1975) Resultaten van het Rotterdamse drugsvoorlichtingsexperiment [Results of a drug education experiment in Rotterdam]. Tijdschrift Voor Sociale Geneeskunde, 53, 394–410.
<2001>De Vries, H., Weijts, W. & Kok, G. (1992) The utilization of qualitative and quantitative data for health education programme planning, implementation and evaluation: a spiral approach. Health Education Quarterly, 19, 101–115.
<11>Ennet, S. T., Tobler, N. S., Ringwalt, C. L. & Flewelling, R. L. (1994) How effective is drug abuse resistance education? A meta-analysis of project DARE outcome evaluations. American Journal of Public Health, 84, 1394–1401.
<1>Gorman, D. M. (1995) The effectiveness of DARE and other drug use prevention programmes. American Journal of Public Health, 85, 873.
<2002>Jonkers, R., De Weerdt, I., Nierkens, V. & Jongkind, S. (1999) De gezonde school en genotmiddelen 1995–98. Eindevaluatie [The Healthy School and Drugs 1995–98. Final evaluation]. Haarlem: ResCon.
<9>Lynam, D. R., Milich, R., Zimmerman, R., Novak, S. P., Logan, T. K., Martin, C., Leukefeld, C. & Clayton, R. (1999) Project DARE: no effects at 10-year follow-up. Journal of Consulting and Clinical Psychology, 67, 590–593.
<14>McGuire, W. J. (1985) Attitudes and attitude change. In: G. Lindzey & E. Aronson, eds. The Handbook of Social Psychology, Vol. 2. Special Fields and Applications, 3rd edn, pp. 233–346. New York: Knopf.
<2>Moskowitz, J. (1989) The primary prevention of alcohol problems: a critical review of the research literature. Journal of Studies on Alcohol, 50, 54–87.
<3>Perry, C. L. & Kelder, S. H. (1992) Models of effective prevention. Journal of Adolescent Health, 13, 355–363.
<7>Perry, C. L., Williams, C. L., Veblen-Mortenson, S., Toomey, T. L., Komro, K. A., Anstine, P. S., McGovern, P. G., Finnegan, J. R., Forster, J. L., Wagenaar, A. C. & Wolfson, M. (1996) Project Northland: outcomes of a communitywide alcohol use prevention programme during early adolescence. American Journal of Public Health, 86, 956–965.
<5>Tobler, N. S., Roona, M. R., Ochshorn, P., Marshall, D. G., Streke, A. V. & Stackpole, K. M. (2000) School-based adolescent drug prevention programmes: 1998 meta-analysis. Journal of Primary Prevention, 20, 275–336.
<8>Williams, C. L., Perry, C. L., Farbakhsh, K. & Veblen-Mortenson, S. (1999) Project Northland: comprehensive alcohol use prevention for young adolescents, their parents, schools, peers and communities. Journal of Studies on Alcohol, S13, 112–124.
Πίνακας 1 Επιλεγμένα χαρακτηριστικά των μαθητών που συμμετείχαν στο πρόγραμμα «Υγιές Σχολείο και Ναρκωτικά» αλλά και στην ομάδα ελέγχου στο σημείο M.
Αναλογία
Φύλο
Γυναίκα 50,9
Άντρας 49,1
«Άδεια» από τους γονείς για τη χρήση
Καπνού 15,7
Αλκοόλ 31,2
Μαριχουάνας 2,2
Συζήτηση με τους γονείς για τη χρήσηα
Καπνού 66,7
Αλκοόλ 60,2
Μαριχουάνας 56,9
Πίεση από τους ομότιμους για τη χρήσηβ
Καπνού 17,7
Αλκοόλ 13,7
Μαριχουάνας 3,9
Ηλικία M = 12,4 (SD = 0,5)
α Οι συμμετέχοντες συζητούν κάποιες φορές ή συχνά με τους γονείς τους για τη χρήση ουσιών
βΑναλογία των συμμετεχόντων που εξέφρασαν πως δέχονται πίεση συχνά ή περιστασιακά από την ομάδα των ομοτίμων.
Πίνακας 2 Η χρήση ουσιών από τους μαθητές που συμμετείχαν στο πρόγραμμα «Υγιές Σχολείο και Ναρκωτικά» και στην ομάδα ελέγχου, πριν την παρέμβαση, 1 χρόνο μετά, 2 χρόνια μετά και 3 χρόνια μετά.
Ομάδα M0 M1 M2 M3
N Π a 1156 1095 1009 783b
Ε 774 740 660 622
Καπνός
Αναλογία χρηστών Π 0,055 0,092* 0,224† 0.311 NS
Ε 0,059 0,131 0,263 0.336
Αναλογία καθημερινής χρήσηςc Π 0,187 0,239 NS 0,387 NS 0.506*
Ε 0,067 0,155 0,384 0.507
Τσιγάρα/ εβδομάδα (M; SD) Π 12,07 20,27 12,99 (26,21) NS 20,75 (26,90) NS 28.41 (31.33) NS
Ε 7,02 (13,13) 9,42 (15,51) 20,43 (29,96) 29.72 (31.90)
Αλκοόλ
Αναλογία χρηστών Π 0,269 0,328** 0,566*** 0,738***
Ε 0,318 0,428 0,654 0,805
Αναλογία εβδομαδιαίων χρηστώνc Π 0,120 0,157 NS 0,306 NS 0,442*
Ε 0,130 0,188 0,335 0,569
Ποτά/ Εβδομάδα (M; SD) Π 0,58 1,57 0,94 (2,06) NS 2,01 (4,16) NS 4,06 (7,20)**
Ε 0,53 (2,08) 0,87 (1,61) 2,52 (4,92) 5,27 (7,57)
Ποτά/ Περίσταση (M; SD) Π 1,89 2,06 1,96 (2,14)** 3,27 (3,47) NS 4,79 (4,30)***
Ε 1,71 (1,26) 2,10 (2,25) 3,60 (3,82) 5,82 (5,78)
Μαριχουάνα
Αναλογία χρηστών Π – d 0,025e 0,071* 0,165 NS
Ε – 0,024 0,112 0,185
Αναλογία μηνιαίων χρηστώνc Π – d 0,395 0,549 0,585*
Ε – 0,190 0,576 0,508
†p < 0,1; * p < 0,05; ** p < 0,01; *** p < 0,001.
aΠ = πειραματική ομάδα, Ε = ομάδα ελέγχου.
bΗ μεγάλη μείωση των ερωτώμενων οφείλεται στον αποκλεισμό ενός εκ των σχολείων πειραματισμού.
cΑναλογία των ατόμων που κάνουν χρήση ουσιών (οι αναλύσεις πραγματοποιούνται για τη συνολική συχνότητα).
d Η χρήση κάνναβης δεν μετρήθηκε στο σημείο M0, η μέτρηση για την κάνναβη στο σημείο M1 χρησιμοποιήθηκε σαν προδοκιμασία για τις μετρήσεις στο σημείο M2 και M3.
Πίνακας 3 Η γνώση για τις ουσίες, οι στάσεις απέναντι στις ουσίες και η αυτοαποτελεσματικότητα απέναντι στη χρήση ουσιών για τους μαθητές που συμμετείχαν στο πρόγραμμα «Υγιές Σχολείο και Ναρκωτικά» και στην ομάδα ελέγχου, πριν την παρέμβαση, 1 χρόνο μετά, 2 χρόνια μετά, και 3 χρόνια μετά.
Ομάδα M0 M1 M2 M3
Καπνός
Γνώση Πa 1,13 (1,04) 2,33 (1,03)*** 2,49 (0,92)*** 2,63 (0,95)**
Ε 1,30 (1,07) 1,76 (0,99) 2,14 (1,05) 2,21 (1,00)
Αυτοαποτελεσματικότητα Π 5,95 (2,73) 5,67 (2,69) NS 5,66 (2,73) NS 5,73 (3,02) NS
Ε 5,83 (2,69) 5,65 (2,65) 5,77 (2,87) 5,57 (2,94)
Αλκοόλ
Γνώση Π 2,35 (1,43) 2,68 (1,37) NS 3,81 (1,30)*** 4,12 (1,23)***
Ε 2,34 (1,35) 2,69 (1,31) 3,31 (1,36) 3,68 (1,31)
Στάση Π 11,67 (3,89) 11,59 (4,01) NS 12,18 (3,89)* 12,74 (3,78) NS
Ε 11,63 (3,76) 11,71 (3,68) 12,66 (3,93) 13,09 (3,68)
Αυτοαποτελεσματικότητα Π 6,30 (2,91) 6,10 (3,04)* 6,44 (3,23) NS 6,57 (3,37) NS
Ε 6,33 (2,83) 6,32 (2,93) 6,66 (3,33) 6,58 (3,50)
Μαριχουάνα
Γνώση Π – 0,82 (0,79)b 1,11 (0,80) NS 1,30 (0,79)***
Ε – 0,94 (0,83) 1,00 (0,82) 1,12 (0,81)
Στάση Π – 12,54 (4,58) 12,00 (4,23) NS 11,40 (4,06)*
Ε – 12,68 (4,20) 12,57 (4,36) 12,05 (4,14)
Αυτοαποτελεσματικότητα Π – 4,54 (2,54) 4,73 (2,77) NS 4,71 (2,75) NS
Ε – 4,64 (2,58) 4,80 (2,95) 4,67 (2,93)
*p < 0,05; **p < 0,01; ***p < 0,001
aΠ = πειραματική ομάδα, Ε = ομάδα ελέγχου.
b Η χρήση κάνναβης δεν μετρήθηκε στο σημείο M0, η μέτρηση για την κάνναβη στο σημείο M1 χρησιμοποιήθηκε σαν προδοκιμασία για τις μετρήσεις στο σημείο M2 και M3.