Συνέντευξη με τον David Tomlinson

DOI: https://doi.org/10.57160/HDKZ9325

ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟ

Ο David Tomlinson εργάστηκε επί σειρά ετών στις θεραπευτικές κοινότητες της Αγγλίας ενώ ήταν και ο πρώτος πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας των Θεραπευτικών Κοινοτήτων (EFTC). Την συνέντευξη που ακολουθεί την έδωσε σε στελέχη του ΚΕΘΕΑ στη διάρκεια του Ευρωπαϊκού συνεδρίου της EFTC και του ΚΕΘΕΑ το οποίο πραγματοποιήθηκε στην Κρήτη το Μάιο του 2005.

Μετάφραση στα ελληνικά:  Γεωργία Χριστοφίλη

 Εξαρτήσεις [Ε]: Είμαι πολύ χαρούμενη που παίρνω αυτή τη συνέντευξη από εσάς. Θα ήθελα να σας θέσω μερικές ερωτήσεις σχετικά με την εμπειρία σας στο Phoenix House και τα προγράμματα θεραπείας απεξάρτησης στο Ηνωμένο Βασίλειο.

David Tomlinson [DT]: Ξεκίνησα να δουλεύω στο Phoenix του Λονδίνου το 1974 όταν περνούσε μια περίοδο αστάθειας. Ήμουν απόφοιτος του Phoenix House της Νέας Υόρκης. Για  διάφορους λόγους το πρόγραμμα περνούσε κρίση και κλήθηκα να αναλάβω ως διευθυντής το πρόγραμμα. Η προσέγγιση μου αφορά στην αντιμετώπιση της θεραπευτικής κοινότητας όχι ως κερδοφόρας επιχείρησης αλλά ως ενός χώρου που προτεραιότητα έχει να χτίσει την κατανομή των εργασιών, την ασφάλεια του προσωπικού και την  ισότητα στο πρόγραμμα έτσι ώστε να υπάρχει μια ισορροπία ανάμεσα στις γυναίκες και στους άνδρες του προσωπικού όχι απλά αριθμητικά αλλά με τους όρους της υπεύθυνης διοίκησης. Η οπτική της ανοικτής κοινότητας σχετικά με τον άνθρωπο ήταν αρκετά σημαντική, δηλαδή ένας δίκαιος τρόπος λειτουργίας, ένα είδος κοινότητας που έχει ισορροπία και δεν προκαλεί περιστατικά σεξουαλικής παρενόχλησης κυρίως επειδή οι γυναίκες ήταν πολύ λιγότερες από τους άντρες. Άρα, η υγεία της κοινότητας, η ηθική και η οικονομική έπρεπε να συνδεθούν και αυτό πήρε λίγο χρόνο αλλά σταδιακά δημιουργήσαμε έναν πληθυσμό, ανοιχτές μονάδες επανένταξης, ανοιχτές κοινότητες για μητέρες και παιδιά και όλα στην ίδια πλευρά του Νοτιoανατολικού Λονδίνου. Με τον τρόπο αυτό προχωρήσαμε στη δεκαετία του 1980 και περίπου 10 χρόνια μετά ανοίξαμε την πρώτη κοινότητα εκτός Λονδίνου στο Sheffield και στη συνέχεια πολύ γρήγορα ανοίξαμε τη δεύτερη στο Newcastle.

 

Ε: Η χρηματοδότησή σας από πού προερχόταν από την κυβέρνηση ή δωρεές;

DT: Και από τα δύο. Υπήρχε πλούσια χρηματοδότηση από την τότε υπηρεσία για την κοινωνική ασφάλιση και υπήρχαν και μια σειρά από εισφορές συν τις δωρεές, ιδιωτικές, ατομικές, φιλανθρωπίες και άλλες προσφορές ένα είδος μεικτής χρηματοδότησης. Αλλά τότε, αυτό που ανακάλυψα ήταν ότι η κυβέρνηση είχε στόχο να αυξήσει τις εισφορές για τους ηλικιωμένους σε ιδρύματα διαμονής καθώς είχαν πολλαπλές ανάγκες. Έθεσα επομένως το επιχείρημα ότι και οι χρήστες ναρκωτικών έχουν επίσης πολλαπλές ανάγκες επειδή χρήζουν θεραπείας αλλά και επιπρόσθετες υπηρεσίες και όχι μόνον διαμονής. Επισκέφθηκα επίσης την Εργατική Εστία από όπου θα μπορούσε κανείς να συγκεντρώσει κεφάλαια για να αγοράσει και να επιδιορθώσει κάποιο κτίριο.

Έτσι με υψηλότερη χρηματοδότηση και περισσότερα χρήματα διαθέσιμα για την αγορά καινούργιων κτιρίων μπορέσαμε να ανοίξουμε το καινούργιο Phoenix House. Σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα, μέσα σε ένα χρόνο, επεκτείναμε τις δραστηριότητές μας σε περισσότερες από 100 μονάδες και πολύ σύντομα το Phoenix House έγινε ο μεγαλύτερος θεραπευτικός οργανισμός στο Ηνωμένο Βασίλειο. Επίσης ήταν ο μόνος οργανισμός με τέτοιο εύρος υπηρεσιών, μερικές εκ των οποίων βρίσκονταν στη Σκωτία.

 

Ε: Για πόσα χρόνια ήσασταν Διευθυντής του Phoenix House;

DT: Οι αρμοδιότητές μου άλλαζαν. Ήμουν Διευθυντής, αλλά όταν επεκταθήκαμε έγινα Γενικός Διευθυντής και αργότερα Διευθύνων Σύμβουλος. Θα είναι πιο εύκολο λοιπόν να χρησιμοποιούμε συνέχεια τον όρο Διευθύνων Σύμβουλος διότι απλά περιγράφει ότι ήμουν ανώτατο στέλεχος του οργανισμού. Επίσης για πολλά χρόνια διετέλεσα Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας Θεραπευτικών Κοινοτήτων, της EFTC.

Ακόμη, υπήρξα και Σύμβουλος διαφόρων δομών στη Γερμανία στην οποία καταφέραμε να εισάγουμε το Αγγλικό μοντέλο του Phoenix House σε αρκετές πόλεις όπως στη Βόνη και στη Φρανκφούρτη και σε ένα βαθμό  καταφέραμε να τροποποιήσουμε τα υπάρχοντα προγράμματα στη Βαυαρία και στο Βερολίνο.

 

Ε: Ποιες διαφορές εντοπίσατε από την κατάσταση στην Αγγλία, όχι μόνο σε κοινωνικό επίπεδο αλλά και στη δουλειά με τους εξαρτημένους; Υπήρχαν διαφορές που σας οδήγησαν να τροποποιήσετε κάτι από το μοντέλο των ΘΚ στη Γερμανία;

DT: Μάλλον η βασική διαφορά ήταν ότι στη Γερμανία ξοδεύονται πολλά χρήματα στο χώρο της υγείας, πολύ περισσότερα χρήματα. Αυτό δεν είναι απαραιτήτως θετικό, γιατί κάθε δομή έπρεπε να έχει το δικό της ψυχίατρο, με πλήρη απασχόληση. Ομοίως είχαν και ψυχολόγους. Είχαν πολλούς επαγγελματίες που, εντός εισαγωγικών, δεν ήταν απολύτως απαραίτητοι. Η όλη ιδέα στις θεραπευτικές κοινότητες είναι ότι πρόκειται για προγράμματα αυτοβοήθειας και στόχος είναι τα μέλη της κοινότητας να έχουν τα ίδια την ευθύνη να αλλάξουν τον εαυτό τους, όχι να το κάνουν οι επαγγελματίες για αυτούς.

Ήταν μια μοναδική εμπειρία στη Γερμανία. Σε καμιά άλλη χώρα δεν ήταν έτσι… Γενικότερα τα μέλη των προγραμμάτων στη Γερμανία είχαν πολύ υψηλότερο εκπαιδευτικό επίπεδο από τον αντίστοιχο πληθυσμό στην Αγγλία. Τα σχολεία τους είναι πολύ καλύτερα, και πολλοί πόροι επενδύονται στην παιδεία, ουσιαστικά ήταν μια κοινωνία χωρίς ταξικό διαχωρισμό. Δεν υπήρχαν μέλη στη Γερμανία με ελλείψεις, που να μην ξέρουν γραφή και ανάγνωση, αριθμητική, το εκπαιδευτικό τους επίπεδο ήταν πολύ υψηλότερο γενικά.

Στην Αγγλία υπάρχει μια ομάδα ατόμων στον ‘πάτο’ του εκπαιδευτικού συστήματος, η οποία δεν συμμετέχει στα μαθήματα, αποβάλλεται από το σχολείο λόγω κακής συμπεριφοράς. Αυτή είναι η στάση τους. Αυτό που έχει παρατηρηθεί είναι ότι πολλοί από αυτούς τους ανθρώπους είναι από εθνικές μειονότητες. Αυτοί αποβάλλονται από το σύστημα και τελικά δεν καταφέρνουν να φτάσουν το επίπεδο των υπολοίπων. Είναι λοιπόν αναμενόμενο ότι θα έχουν προβλήματα εξεύρεσης εργασίας.

Επιστρέφοντας όμως στη δεκαετία του 1980, που είναι η περίοδος που άνοιξαν οι δομές αυτές στη Γερμανία, εκείνοι είχαν πλήρη απασχόληση. Υπήρχε πιθανότητα να ολοκληρώσουν την κοινότητα και να βρουν δουλειά αμέσως, τόσο απλό. Τώρα είναι διαφορετικά τα πράγματα λόγω του ιδιαίτερα υψηλού ποσοστού ανεργίας στη Γερμανία και του χαμηλότερου αντίστοιχου ποσοστού στο Ηνωμένο Βασίλειο. Η οικονομία της Αγγλίας στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στους μετανάστες, στους ανθρώπους που έρχονται στη χώρα. Αυτές είναι πολύ σημαντικές διαφορές.

Υπάρχουν δύο σημαντικά πλεονεκτήματα στη Γερμανία, η εργασία και η ανώτερη εκπαίδευση. Είναι καλύτερα προετοιμασμένοι να αντιμετωπίσουν τα πράγματα, και γι’ αυτό το λόγο έχουν λιγότερες ανάγκες από υπηρεσίες που έχουν ως στόχο την προετοιμασία τους για τη ζωή μετά τη θεραπεία.

 

Ε: Οι μειονοτικές ομάδες στην Αγγλία ήταν από άλλες χώρες, μετανάστες;

DT: Ήταν μάλλον μεικτός ο πληθυσμός στις δομές που είχαμε. Όπως και να το δούμε το Λονδίνο είναι ένα μωσαϊκό πληθυσμών.

 

Ε: Με ποιο τρόπο επηρεάζεται η χρήση ουσιών από την κοινωνική κατάσταση και από την εθνική ταυτότητα του ατόμου;

DT: Στο Ηνωμένο Βασίλειο για μεγάλο χρονικό διάστημα θεωρούσαμε ότι η κοκαΐνη και το κρακ ήταν το ναρκωτικό των μειονοτικών ομάδων, των αφρικανών, των ανθρώπων που κατάγονται από την Καραϊβική. Νομίζω όμως ότι αυτό έχει αλλάξει πλέον. Πιστεύω ότι το πρόβλημα που αντιμετωπίζουν σήμερα περισσότερο είναι άλλο, για παράδειγμα, οι νεαροί είναι πολύ πιθανό να προέρχονται από μονογονεϊκές οικογένειες, από οικογένειες όπου απουσιάζει ο πατέρας και συνεπώς ζουν σε ένα σπίτι χωρίς κάποιο πρότυπο. Δεν υπάρχει πρότυπο στην οικογένεια. Αυτό είναι ένα σημαντικό χαρακτηριστικό. Όμως, όλα αυτά τα χαρακτηριστικά, είναι κατά κάποιο τρόπο κάπως πλαστά. Για παράδειγμα, αυτό το διάστημα είμαι επικεφαλής ενός οργανισμού με τρεις Θεραπευτικές Κοινότητες. Πραγματοποιήσαμε λοιπόν μια μελέτη με γυναίκες της εργατικής τάξης, ασιατικής καταγωγής που ζουν στο Ανατολικό Λονδίνο. Από τη μελέτη φάνηκε ότι αυτός ο πληθυσμός δεν κάνει κατανάλωση αλκοόλ. Η αλήθεια όμως είναι ότι πίνουν αρκετά μεγάλες ποσότητες αλκοόλ, σε βαθμό που να προκαλούν μόνιμες βλάβες στην υγεία τους. Η μελέτη δεν απεικόνιζε την πραγματικότητα. Συνεπώς δεν έχει νόημα να συζητάμε ποια ουσία χρησιμοποιούσαν και με τι συχνότητα. Δεν έχουμε πραγματικές αποδείξεις για να υποστηρίξουμε ότι η χρήση που έκαναν διαφέρει από οποιαδήποτε άλλη ομάδα ατόμων.

Αυτό που έχει ενδιαφέρον όμως να δούμε είναι κάτι που έχουν όλοι κοινό: ότι ξεκινούν τη χρήση σε αρκετά νεαρή ηλικία. Είναι μια σχετικά νεαρή ομάδα ατόμων. Αυτό που δεν γνωρίζουμε σαφώς είναι τι συμβαίνει με αυτά τα άτομα όταν φτάσουν στα τέλη της δεκαετίας των 20 ετών. Μια μελέτη που είχε γίνει στο παρελθόν έδειξε ότι αρκετά μεγάλος αριθμός ατόμων σταμάτησε τη χρήση επειδή βρέθηκε σε μια σχέση ή επειδή βρήκαν δουλειά. Κάποιο τυχαίο γεγονός στη ζωή τους τούς έκανε να αλλάξουν. Αυτή η μελέτη όμως είναι πλέον αρκετά παλιά, είναι από τη δεκαετία του 1970. Δεν γνωρίζουμε ποια είναι η σημερινή κατάσταση.

 

Ε: Έχετε βρει λοιπόν ότι οι μειονοτικές ομάδες είναι πιο ευάλωτες προς τη χρήση ουσιών;

DT: Είναι πιο πιθανό να καταλήξουν στη φυλακή τα άτομα αυτών των ομάδων. Η πλειοψηφία των ανθρώπων από μειονοτικές ομάδες στη φυλακή βρίσκονται εκεί για παραβάσεις που σχετίζονται με τα ναρκωτικά.

Είναι επίσης πιο πιθανό ότι χρειάζονται ψυχιατρική υποστήριξη από ότι οι αντίστοιχοι λευκοί. Δεν είναι ιδιαίτερα σαφές για ποιο λόγο συμβαίνει αυτό. Φαίνεται ότι υπάρχουν πολύ υψηλά επίπεδα ψυχικών παθήσεων στα άτομα των μειονοτικών ομάδων. Επίσης, πρόσφατα στοιχεία έχουν δείξει ότι οποιοσδήποτε με προδιάθεση στη σχιζοφρένεια επιδεινώνει την κατάστασή του με τη χρήση της κάνναβης. Ιδιαίτερα τα νέα είδη κάνναβης που είναι πολύ ισχυρά.

Υπάρχουν λοιπόν αρκετά συχνά αμφιλεγόμενα στοιχεία για τη χρήση ουσιών και τις μειονοτικές ομάδες, τα οποία θα πρέπει να διευκρινιστούν. Το Phoenix House έγινε πολύ μεγάλο πρόγραμμα. Πάντοτε θέλαμε οι αποφάσεις να λαμβάνονται στο μέγιστο δυνατό βαθμό από τα μέλη Με ποιο τρόπο γίνεται αυτό είναι θέμα της διοίκησης περισσότερο. Υπήρχε επίσης και ένα είδος κοινωνικού ιδεαλισμού, κάτι αρκετά σημαντικό. Οι άνθρωποι αναλογίζονται τις ευθύνες τους ως μέλη ενός κοινωνικού συνόλου, και όχι ως άτομα. Έπρεπε να σκεφτούν και τους άλλους. Νομίζω πως το μοντέλο των Θεραπευτικών Κοινοτήτων είναι καλό ως προς αυτό το σημείο.

 

Ε: Πως ξεκίνησε η ενασχόλησή σας με τον τομέα των εξαρτήσεων; Τι σας κίνησε το ενδιαφέρον;

DT: Ήμουν εξαρτημένος στη δεκαετία του 1960. Είναι μια αρκετά σύντομη ιστορία πραγματικά. Νομίζω ότι αργά ή γρήγορα συνειδητοποιεί κανείς ότι δεν μπορεί να εξακολουθήσει με αυτόν τον τρόπο ζωής, έτσι ψάχνει να βρει διέξοδο. Όλοι το κάνουν αυτό. Δεν μπορώ να σκεφτώ κάποιον ο οποίος δεν έχει κάνει καμία προσπάθεια να σταματήσει τη χρήση. Προσωπικά δεν το βρήκα ιδιαίτερα δύσκολο. Ήμουν από τα πρώτα μέλη του Phoenix House. Τότε δεν ονομαζόταν καν έτσι, ονομαζόταν “Alpha” Project. Όταν έφυγα από εκεί εκπαιδεύτηκα εκ νέου και επέστρεψα στην Αγγλία. Όπως σας είπα και νωρίτερα ήμουν στην εκπαίδευση τότε, το 1974.

 

Ε: Έχετε υπάρξει και καθηγητής δηλαδή…

DT: Αυτό ήταν πολύ παλιά, δεν το σκέφτομαι καν πλέον. Δεν σκέφτομαι καθόλου το χώρο της εκπαίδευσης…

 

Ε: Ποιες είναι κάποιες από τις σημαντικότερες δυσκολίες που συναντήσατε στην καριέρα ή στη ζωή σας;

DT: Οι δυσκολίες ήταν… αρκετές… Το σύστημα στην Αγγλία εδώ και πολύ καιρό έχει στηθεί γύρω από την υποκατάσταση. Πρώτα η ηρωίνη, έπειτα η μεθαδόνη, και αυτή ήταν η επίσημη προσέγγιση του Εθνικού Συστήματος Υγείας της Αγγλίας. Έτσι οτιδήποτε άλλο, όπως οι Θεραπευτικές Κοινότητες έπρεπε να αγωνιστούν για να βρουν το χώρο τους. Αυτή ήταν μία δυσκολία… να καταφέρουμε να φτιάξουμε έναν οργανισμό που θα δεχόταν να χρηματοδοτήσει η κυβέρνηση. Οι περισσότερες από τις δυσκολίες ήταν οικονομικής φύσης. Εννοώ ότι και τα άλλα λύνονταν, διότι όσο πιο μεγάλος γίνεται ένας οργανισμός, τόσο περισσότερους πόρους έχει και έτσι έχει τη δυνατότητα να φτιάξει τμήμα προσωπικού για τη διαχείριση των ανθρωπίνων πόρων και τα σχετικά ζητήματα. Μπορεί να έχει ειδικό τμήμα για τις χρηματοδοτήσεις. Έτσι δεν ήμουν αναγκασμένος να τα κάνω όλα εγώ. Μπορεί να υπάρχει τμήμα ανάπτυξης που να ασχολείται με αυτά τα ζητήματα. Όσο, λοιπόν, μεγαλώνει ο οργανισμός διευκολύνεται η κατάσταση. Το ζήτημα είναι όταν φτάσει πλέον να είναι πολύ μεγάλος ο οργανισμός, που είναι πιο ανώνυμα τα πράγματα, έτσι έγινε και με το Phoenix House, αλλά αυτό δεν έγινε όσο ήμουν εγώ.

 

Ε: Άρα η μεγαλύτερη δυσκολία για εσάς ήταν η χρηματοδότηση της ΘΚ;

DT: Αυτό σιγά-σιγά λύθηκε. Το πρόβλημα με τις Θεραπευτικές Κοινότητες είναι ότι δεν θέλεις τα μέλη να μένουν μέσα και να μην κάνουν τίποτα. Η θεραπευτική μεθοδολογία λοιπόν είναι να δημιουργείται κάποιου είδους ένταση που θα οδηγήσει στην επικοινωνία των ανθρώπων μεταξύ τους ώστε να ξεκινήσουν πραγματικά να δουλεύουν με τα προβλήματά τους. Το πρόβλημα τότε είναι ότι εάν το παρακάνεις κινδυνεύεις να αρχίσουν να φεύγουν από το πρόγραμμα. Εάν αρχίσει να συμβαίνει αυτό, τότε έχεις πρόβλημα με τη χρηματοδότηση, γιατί η χρηματοδότηση εξαρτάται από τους αριθμούς. Η εξισορρόπηση ανάμεσα σε αυτά τα δύο είναι το δύσκολο, να έχεις μια κοινότητα σταθερή, με σταθερή χρηματοδότηση η οποία να καλύπτει τις ανάγκες θεραπείας.

 

Ε: Ποια είναι ίσως η σημαντικότερη δυσκολία που αντιμετωπίζει κάποιος που δουλεύει στο χώρο της θεραπείας της τοξικοεξάρτησης;

DT: Νομίζω ότι οι αποτυχίες είναι πάντα δύσκολο να αντιμετωπιστούν. Το ίδιο όμως πιστεύω και για τις επιτυχίες. Είναι δύο ακραίες περιπτώσεις που αυξάνουν το άγχος, η επιτυχία και η αποτυχία. Η επιτυχία βέβαια είναι πιο εύκολο να αντιμετωπιστεί από ότι η αποτυχία. Αυτό νομίζω είναι ένα από τα προβλήματα.

Και πάντοτε προκαλεί μεγάλη έκπληξη ότι οι άνθρωποι που αρχικά θεωρείς ότι δεν μπορείς να τους βοηθήσεις, που είναι ιδιαίτερα πολύπλοκες περιπτώσεις, τελικά σε εκπλήσσουν και τα καταφέρνουν.

Εγώ προσπαθούσα να συναντάω όλους τους ανθρώπους από όλες τις δομές που είχαμε. Δύο φορές το χρόνο, συναντήσεις σε μικρές ομάδες. Προσπαθούσα να συναντώ τα νέα μέλη. Είναι νομίζω πολύ σημαντικό οι άνθρωποι να νιώθουν κοντά στη διοίκηση, να νιώθουν ότι είμαστε άνθρωποι και μπορούν να μας πλησιάσουν. Νομίζω ότι αν είσαι έτσι τότε και το προσωπικό θα είναι έτσι.

 

Ε: Υπάρχει κάτι που σας εντυπωσίασε πολύ; Κάτι σημαντικό που μάθατε που θα θέλατε να το μοιραστείτε μαζί μας;

DT: Είμαι απολύτως βέβαιος ότι το ΚΕΘΕΑ δεν χρειάζεται μαθήματα από εμένα. Είναι ένας επιτυχημένος οργανισμός, δεν νομίζω ότι έχω κάτι που χρειάζεται να μάθει από εμένα.

 

Ε: Για εμάς θα είναι χρήσιμο!

DT: Πάντοτε με εντυπωσίαζε όταν πήγαινα σε διάφορες δομές και μιλούσα με τους ανθρώπους που βρίσκονταν εκεί εκείνη τη στιγμή. Πάντα το έβρισκα εντυπωσιακό. Είναι πολύ σημαντική στιγμή όταν οι άνθρωποι περιγράφουν τη ζωή τους και τις φιλοδοξίες τους και τα όνειρά τους για το μέλλον. Αυτό λοιπόν που θα απαντούσα εδώ είναι ότι οι καθημερινές εμπειρίες είναι αυτό που με εντυπωσιάζει.

 

Ε: Πώς ήταν το περιβάλλον στο οποίο μεγαλώσατε; Με ποιο τρόπο σας επηρέασε το οικογενειακό παρελθόν, πως επηρεάστηκαν οι επιλογές σας;

DT: Προέρχομαι από μέσης κοινωνικής τάξης οικογένεια. Δεν γεννήθηκα στο Λονδίνο, το περισσότερο διάστημα μέναμε στην επαρχία, ή τουλάχιστον στα περίχωρα. Η σχέση μου με τους γονείς μου ήταν η φυσιολογική σχέση που έχει κανείς με τη μητέρα και τον πατέρα του. Πότε καλή, πότε κακή, γενικά μέτρια, ήταν αρκετά καλά. Όμως, τώρα πλέον δεν ζούνε οι γονείς μου, έχω μείνει εγώ και η αδερφή μου, και κρατάμε τακτική επαφή, εκείνη μένει στη βόρεια Αγγλία.

 

Ε: Ποιες ήταν οι κοινωνικές συνθήκες την περίοδο που μεγαλώνατε στην Αγγλία, και με ποιο τρόπο επηρέασε τον τρόπο σκέψης σας;

DT: Οι κοινωνικές συνθήκες ήταν… αρκετά παράξενες. Πολλοί υποστηρικτές της αριστεράς, οι πολιτικές για τους φοιτητές, τα μέλη των κομμάτων της αριστεράς. Δεν νομίζω πως αυτό είναι κάτι ιδιαίτερα σημαντικό, όμως. Τελικά, εγώ σχετίστηκα με το Εργατικό Κόμμα, και είμαι μέλος του από τότε.

 

Ε: Καθώς μεγαλώνατε είχατε φανταστεί ότι θα είστε αυτό που είσαστε σήμερα; Μεγαλώνοντας φανταζόσαστε ότι θα καταφέρνατε όλα όσα έχετε κάνει; Ότι θα δουλεύατε στις ΘΚ;

DT: Όχι, δεν γνώριζα τίποτα για τις ΘΚ. Εγώ ήμουν φοιτητής της Σχολής Καλών Τεχνών. Εκεί ο καθηγητής που είχαμε δεν ακολουθούσε κάποιο ιδιαίτερο πρόγραμμα. Δίδασκε τέχνη. Αργότερα μπήκα στο χώρο της διαφήμισης, και εκεί ήταν που αξιοποίησα το ταλέντο μου. Αυτός είναι ένας χώρος που έχεις διαρκώς χρονικά όρια να τηρήσεις. Και αυτή ήταν ουσιαστικά η σχέση που υπήρχε με τη χρήση.

 

Ε: Υπήρξαν επιλογές στη ζωή σας που ενώ αρχικά φαινόντουσαν «λανθασμένες», τελικά αποδείχθηκαν «σωστές»;

DT: Δεν μπορώ να σκεφτώ κάτι τέτοιο. Δεν μπορώ να σκεφτώ κάποια λάθος επιλογή που να αποδείχθηκε σωστή. Όλες οι λάθος επιλογές μου αποδείχθηκαν… λάθος! Και αναφέρομαι κυρίως στις επαγγελματικού χαρακτήρα αποφάσεις, στην εμπλοκή μου με τους ξενώνες την ίδια περίοδο με την έξαρση του HIV AIDS, κάτι που έκανα μετά από απαίτηση από το Εθνικό Σύστημα Υγείας (NHS) της Αγγλίας. Και φυσικά μετά ήρθε και το AIDS-AT, φάρμακο που κυριολεκτικά ελέγχει την πορεία του HIV. Έτσι ουσιαστικά έκλεισε κάθε δομή εξειδικευμένη σε αυτόν τον τομέα εκτός από αυτή που ήμασταν εμείς, εμείς ανοίξαμε. Και ενώ δεν προκάλεσε μακροπρόθεσμες βλάβες, σίγουρα κόστισε πάρα πολλά χρήματα.

Στα μισά της δεκαετίας του 1980, ξαφνικά εμφανίστηκε από το πουθενά μια σύνδεση του HIV με τα ναρκωτικά. Μπορεί να κυκλοφορούσε ως ιδέα αλλά κανείς δεν το συζητούσε επισήμως, αυτό συνέβη στα μέσα της δεκαετίας του ’80. Εκείνη την περίοδο ξεκινήσαμε να φτιάξουμε έναν ξενώνα για άτομα που βρίσκονταν στα τελευταία στάδια της ασθένειας για να μπορέσουμε να τους προσφέρουμε ένα χώρο όπου θα μπορούν να μείνουν και να πεθάνουν με αξιοπρέπεια, αλλιώς θα βρισκόντουσαν στο δρόμο. Εκείνη λοιπόν την περίοδο σκέφτηκα ότι ένας τέτοιος ξενώνας που υποδέχεται άτομα με καρκίνο και άλλες καταληκτικές ασθένειες δεν θα δεχόταν να φιλοξενήσει χρήστες λόγω του HIV. Αυτές ήταν οι σκέψεις πίσω από τη δημιουργία του ξενώνα που φτιάξαμε εμείς. Όλα αυτά ανήκουν στο παρελθόν όμως, τα πράγματα έχουν αλλάξει πλέον.

 

Ε: Ποια είναι τα άτομα τα οποία θεωρείτε ότι είναι οι δάσκαλοι, σύμβουλοι, μέντορές σας τόσο σε επαγγελματικό όσο και σε προσωπικό επίπεδο;

DT: Χωρίς να αναφερθώ σε συγκεκριμένα ονόματα, θεωρώ τους αμερικανούς συναδέλφους των Θεραπευτικών Κοινοτήτων πηγή έμπνευσης, κυρίως λόγω του μεγέθους τους. Επίσης θεωρώ ότι η δουλειά που έκαναν έγινε με απόλυτη σοβαρότητα, με ένα πολύ εστιασμένο τρόπο σκέψης. Δεν μοιάζει καθόλου με τον ευρωπαϊκό τρόπο αντιμετώπισης των πραγμάτων. Η προσέγγιση των ευρωπαίων περιλαμβάνει πολύ περισσότερη αμφισβήτηση και δημοκρατία. Νομίζω ότι εάν εξετάσουμε ποια ήταν η κατάσταση στην Ευρώπη πριν από την αμερικανική επιρροή, θα δούμε πάρα πολλές μικρές προσπάθειες, την επίδραση των χριστιανικών ομάδων, ή κάτι παρόμοιο. Χωρίς όμως κανενός είδους οργάνωση. Δεν θα μπορούσαν να παρέχουν υπηρεσίες σε μεγάλες ομάδες ατόμων. Νομίζω ότι οι Θεραπευτικές Κοινότητες στην Αμερική ενέπνευσαν αυτό τον τρόπο σκέψης.

 

Ε: Από όλα όσα κάνατε στη ζωή σας επαγγελματικά, τι ήταν αυτό που τελικά σας άρεσε περισσότερο;

DT: Μου άρεσε περισσότερο η δουλειά μου στο Phoenix. Εδώ θα μπορούσα επίσης να αναφέρω τη γυναίκα μου η οποία υπήρξε πηγή τρυφερότητας και έμπνευσης τα τελευταία 31 χρόνια στη ζωή μου. Εκείνη έχει τη δική της καριέρα. Είναι εξαιρετικό. Δούλευε στις Κοινωνικές Υπηρεσίες, σε πολύ υψηλό επίπεδο και τώρα είναι υψηλόβαθμο στέλεχος με μερική απασχόληση ως σύμβουλος της κυβέρνησης.

 

Ε: Ποιες θεωρείτε ότι είναι οι σημαντικότερες αρετές ενός θεραπευτή;

DT: Δεν έχω ιδέα! Ποτέ δεν το σκέφτηκα με αυτό τον τρόπο. Πιστεύω πως μια καλή αρχή είναι μια καλή εκπαίδευση, στα βασικότερα χαρακτηριστικά θα έβαζα την ενσυναίσθηση, καθώς επίσης και την ικανότητα να μπορείς να δεις πέρα από την πρώτη εντύπωση που σου αφήνει κάποιο άτομο. Ποτέ όμως δεν αναλογίστηκα τους θεραπευτές με τέτοιο τρόπο.

Τα άτομα με τα οποία ασχολείστε έχουν ανάγκη από επαγγελματική βοήθεια, ώστε να ενισχυθούν και να καταφέρουν να βάλουν μια τάξη στη ζωή τους μόνοι τους.

Δεν έχουν όλοι ανάγκη από την ίδια προσέγγιση, την ίδια δεξιότητα. Φτιάχνετε τις ομάδες και μέσα σε αυτές χρειάζεται να υπάρχει τουλάχιστον ένας φυσικός ηγέτης, ο οποίος θα τραβήξει την κατάσταση… θα τραβήξει τους ανθρώπους μέσα από το ρόλο του. Η χαρισματική ηγεσία λοιπόν θα ήταν ένα προσόν.

 

Ε: Τι θα συμβουλεύατε ένα νέο θεραπευτή ή ερευνητή που θα ερχόταν να δουλέψει με εξαρτημένους εφήβους ή ενήλικους;

DT: Νομίζω ότι το σημαντικότερο δεν είναι εάν θα δουλέψουν στο χώρο της θεραπείας … υπάρχουν πολλά άλλα πράγματα στη ζωή που θα βοηθούσαν να εμπλουτιστούν οι εμπειρίες τους. Νομίζω είναι σημαντικό να έχουν κάνει κάποια άλλη δουλειά πριν, ώστε να έχουν διευρύνει τους ορίζοντές τους. Να έχουν δουλέψει σε κάποιο διαφορετικό χώρο, να έχουν πάρει ένα χρόνο εκτός να δουν τον κόσμο, να γνωρίσουν τους ανθρώπους, να ασχοληθούν με ανθρώπους με αναπηρίες, ή με άτομα στην ψυχική υγεία. Υπάρχουν πολλά που μπορεί να κάνει κανείς πριν ξεκινήσει να εργάζεται στο χώρο της θεραπείας από τα ναρκωτικά, που είναι ένα πολύ περιορισμένο πεδίο απασχόλησης ουσιαστικά.

Όλοι όσοι έχω γνωρίσει που δουλεύουν στο χώρο της θεραπείας, «κολλάνε» πολύ γρήγορα, εκτός εάν καταφέρουν να ανελιχθούν σε ανώτερα κλιμάκια. Αλλιώς είναι καταστροφικό. Δεν αναφέρομαι στις δομές διαμονής τόσο πολύ, όσο στο street work, στη χορήγηση μεθαδόνης… Υπάρχουν άνθρωποι που μπορεί να το κάνουν για πολλά χρόνια, και αυτό προκαλεί μια οπισθοδρόμηση. Δεν ξέρω πόση αισιοδοξία μπορεί να βρει κανείς και να τη μεταδώσει και στην ομάδα του, όταν το μόνο που κάνει είναι να τους δίνει βελόνες και εξοπλισμό. Θα πρότεινα λοιπόν, να έκαναν κάτι άλλο πριν ασχοληθούν με το χώρο αυτό.