Εύη Μαλάμογλου*
*Κοινωνιολόγος, με Μετεκπαίδευση στην Εκπαίδευση Ενηλίκων, Υπεύθυνη Εκπαίδευσης Θεραπευτικού Προγράμματος Νόστος, ΚΕ.Θ.Ε.Α.
DOI: https://doi.org/10.57160/ZTQB4013
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Στόχος της εργασίας είναι η διερεύνηση και παρουσίαση των ατομικών και κοινωνικών-εργασιακών παραγόντων που δυσχεραίνουν τους πρώην χρήστες κατά τη διαδικασία ένταξής τους στην αγορά εργασίας.
Το δείγμα της παρούσας μελέτης προέρχεται από το Θεραπευτικό Πρόγραμμα Νόστος και συγκεκριμένα από το Κέντρο Κοινωνικής Επανένταξης του Προγράμματος. Τα άτομα του δείγματος εισήχθησαν στην φάση της Κοινωνικής Επανένταξης το χρονικό διάστημα 2000-2003.
Στη μελέτη χρησιμοποιήθηκαν στοιχεία που προέκυψαν από τις επαναληπτικές συνεντεύξεις EuropAsi, που πραγματοποιήθηκαν σε δείγμα ατόμων που πέρασε από τη Θεραπευτική Κοινότητα στο Κέντρο Κοινωνικής Επανένταξης του Προγράμματος Νόστος και εξακολουθούν να παρακολουθούν το Πρόγραμμα. Σε συνδυασμό με το παραπάνω ερευνητικό εργαλείο αξιοποιήθηκαν και ποιοτικά στοιχεία που προκύπτουν από τις ομάδες Συμβουλευτικής σε θέματα επαγγελματικού προσανατολισμού.
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Η ανάπτυξη των κοινωνιών και η οργάνωσή τους στα σύγχρονα βιομηχανικά πρότυπα πολλαπλασίασε τις ανάγκες και αύξησε τις ικανότητες που πρέπει να έχουν τα άτομα για να ενταχθούν χωρίς προβλήματα στο κοινωνικό σύνολο (Πυργιωτάκης, 1998).
Οι τεράστιες ανακατατάξεις σε πολιτικό και κοινωνικό-οικονομικό επίπεδο που διαδραματίζονται τα τελευταία χρόνια και οι συνέπειες που αυτές επιφέρουν (φτώχεια, ανεργία) σε κάποιες ομάδες ανθρώπων, υπονομεύουν την ικανότητα των ατόμων αυτών να συμμετέχουν παραγωγικά στη ραγδαία τεχνικά εξελισσόμενη οικονομία δημιουργώντας επιπλέον συναισθήματα άγχους, ανασφάλειας, απαξίωσης.
Τα τελευταία χρόνια η έννοια μέσω της οποίας περιγράφονται και ορίζονται τα κοινωνικά προβλήματα είναι ο κοινωνικός αποκλεισμός, ένα έντονο κοινωνικό φαινόμενο που συντίθεται από ανεργία μακράς διάρκειας, υποεκπαίδευση, φτώχεια, έλλειψη κοινωνικής αλληλεγγύης.
Όλο και συχνότερα παρατηρούμε οι υποεκπαιδευμένοι να περιθωριοποιούνται στο πλαίσιο της δευτερεύουσας αγοράς εργασίας που περιλαμβάνει τις πιο κακοπληρωμένες και ανεπιθύμητες εργασίες ή να μένουν άνεργοι. Το ιδιαίτερα χαμηλό εκπαιδευτικό επίπεδο δρα ως πτωχογόνος παράγοντας και λειτουργεί ανασταλτικά στην άσκηση κάποιου προσοδοφόρου επαγγέλματος (Καράγιωργας, 1990).
Με την κρίση αυτή της νεωτερικότητας είναι συνυφασμένη και η τοξικοεξάρτηση. Η εξάρτηση από τοξικές ουσίες αποτελεί φαινόμενο κοινωνικής παθογένειας που έχει πάρει μεγάλες διαστάσεις στην Ελλάδα και παγκοσμίως, δημιουργώντας μια ομάδα ατόμων, η οποία χαρακτηρίζεται από ιδιαιτερότητες που απαιτούν την ιδιαίτερη μέριμνα της πολιτείας, προς την κατεύθυνση, τόσο της μείωσης της ζήτησης ουσιών, όσο και της θεραπείας και της κοινωνικής επανένταξης των απεξαρτημένων.
Η ομάδα των πρώην χρηστών τοξικών ουσιών αποτελεί μια ομάδα ατόμων που για λόγους υποκειμενικούς ή αντικειμενικούς δεν έχουν ή δεν τους δίνονται οι ευκαιρίες για ισότιμη ένταξη στην αγορά εργασίας.
Η επιτυχημένη κοινωνική ένταξη των πρώην χρηστών, αποτελεί ένα από τα κριτήρια για την αποτελεσματικότητα της θεραπείας και σημαντικό παράγοντα πρόληψης της υποτροπής σε προηγούμενες βλαπτικές συμπεριφορές και στη χρήση. Προϋπόθεση για την επιτυχημένη κοινωνική ένταξη αποτελεί η ένταξη ή η επανένταξη στον εργασιακό χώρο.
Η εργασία για τον απεξαρτημένο έχει βαρύνουσα σημασία εφόσον, εκτός από το οικονομικό όφελος, απαραίτητο για την αυτοδυναμία του σε σχέση με την πατρική εστία, δίνει στο άτομο συγκεκριμένη επαγγελματική ταυτότητα και χώρο στην κοινωνία. Ταυτόχρονα το άτομο αναλύει θέματα που αφορούν την αυτοπειθαρχία και τις τρέχουσες κοινωνικές συνθήκες. Το άτομο αισθάνεται χρήσιμο, σημαντικό, υπεύθυνο (βελτίωση αυτοεικόνας), οργανώνει τον καθημερινό του χρόνο και γνωρίζεται με νέους ανθρώπους. Η επαγγελματική αποκατάσταση δίνει στο άτομο το αίσθημα της ασφάλειας, της αυτοαξίας, του ανήκειν.
Η επαγγελματική ένταξη των πρώην χρηστών έρχεται αντιμέτωπη με παραμέτρους που αφορούν τις ιδιαιτερότητες που χαρακτηρίζουν την ομάδα αυτή και συνίστανται σε ελλείψεις σε επίπεδο εκπαίδευσης, επαγγελματικής κατάρτισης και κοινωνικών δεξιοτήτων. Στην πλειοψηφία τους οι χρήστες έχουν διακόψει τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση σε πρώιμο στάδιο ή έχουν αρνητική εμπειρία από το σχολείο. Σύμφωνα με τα στοιχεία που προκύπτουν από την Πανελλήνια Έρευνα για τη διερεύνηση των αναγκών και των δυνατοτήτων απασχόλησης των απεξαρτημένων ή και των υπό απεξάρτηση ατόμων που πραγματοποίησε το ΕΚΤΕΠΝ το 2003, προκύπτει ότι το 40,8% έχει ολοκληρώσει μόνο την υποχρεωτική εκπαίδευση ενώ το 1,9% του δείγματος δηλώνουν αναλφάβητοι (ΕΚΤΕΠΝ, 2004). Πολλοί από αυτούς δεν έχουν επαγγελματική εμπειρία εφόσον στη διάρκεια της χρήσης εργάζονταν ευκαιριακά ή και καθόλου.
Επίσης, χαρακτηρίζονται από ελλιπή προσωπική οργάνωση, χαμηλή αυτοεκτίμηση, θολά σχέδια, διάσπαρτες επιθυμίες, μεγάλη ανάγκη για σχέσεις εμπιστοσύνης και ειλικρίνειας ενώ αρκετοί αντιμετωπίζουν πολλά οικογενειακά και νομικά προβλήματα και παρουσιάζουν αδυναμία στο επίπεδο λήψης απόφασης.
Κοινωνιοδημογραφικά χαρακτηριστικά 2000 – 2003
Σύμφωνα με τα στοιχεία που προέκυψαν από τις επαναληπτικές συνεντεύξεις EuropAsi που πραγματοποιήθηκαν στα άτομα που πέρασαν από την Θεραπευτική Κοινότητα στο Κέντρο Κοινωνικής Επανένταξης του Προγράμματος Νόστος και εξακολουθούν να παρακολουθούν το Πρόγραμμα ή έχουν αποφοιτήσει, τα τελευταία τρία χρόνια παρατηρούνται τα εξής:
Φύλο
Οι άντρες αντιπροσωπεύουν το 90,3% των ατόμων του δείγματος και οι γυναίκες το 9,7%. Παρατηρούμε μικρότερη εκπροσώπηση των γυναικών συγκριτικά με τους άνδρες.
Πίνακας 1
Φύλο | Συχνότητα | Ποσοστά |
Άνδρες | 56 | 90,3% |
Γυναίκες | 6 | 9,7% |
Σύνολο | 62 | 100,0 |
Ηλικιακή κατανομή
Η ηλικιακή κατανομή των ανδρών και των γυναικών όπως φαίνεται από τους πίνακες 2 και 3 κατατάσσεται ως εξής: το μεγαλύτερο ποσοστό των ανδρών (39,3%) ανήκει στην ηλικιακή κατηγορία 20 – 25 ετών ενώ το δεύτερο μεγαλύτερο ποσοστό (37,5%) ανήκει στην κατηγορία 26-30 ετών. Αντίθετα το μικρότερο ποσοστό (3,6%) εμφανίζεται στην ανώτερη ηλικιακή κατηγορία από 41 ετών και άνω. Όλες οι γυναίκες φαίνεται να συγκεντρώνονται στην ηλικιακή κατηγορία 20 – 25 ετών και πιο συγκεκριμένα 23-25 ετών.
Πίνακας 2
Ηλικία Ανδρών | Συχνότητα | Ποσοστά |
20-25 | 22 | 39,3 |
26-30 | 21 | 37,5 |
31-35 | 8 | 14,3 |
36-40 | 3 | 5,4 |
41+ | 2 | 3,6 |
Σύνολο | 56 | 100,0 |
Πίνακας 3
Ηλικία Γυναικών | Συχνότητα | Ποσοστά |
20-25 | 6 | 100,0 |
Σύνολο | 6 | 100,0 |
Επίπεδο Εκπαίδευσης
Αναφορικά με τον πληθυσμό των ανδρών το μεγαλύτερο ποσοστό (37,5%) έχει απολυτήριο Γυμνασίου, ενώ τα ποσοστά αυτών που έχουν απολυτήριο Λυκείου (28,6%) ή απολυτήριο Δημοτικού (26,8%) είναι παρόμοια.
Πίνακας 4
Εκπαίδευση Ανδρών | Συχνότητα | Ποσοστά |
Απολυτήριο Δημοτικού | 15 | 26,8 |
Απολυτήριο Γυμνασίου | 21 | 37,5 |
Απολυτήριο Λυκείου | 16 | 28,6 |
Ανώτερη Εκπαίδευση | 2 | 3,6 |
Ανώτατη Εκπαίδευση | 2 | 3,6 |
Σύνολο | 56 | 100,0 |
Στην περίπτωση των γυναικών παρατηρείται μεγαλύτερη ομοιογένεια ως προς την κατανομή τους στο εκπαιδευτικό επίπεδο, αφού οι μισές έχουν τουλάχιστον απολυτήριο Γυμνασίου και οι υπόλοιπες απολυτήριο Λυκείου.
Πίνακας 5
Εκπαίδευση Γυναικών | Συχνότητα | Ποσοστά |
Απολυτήριο Γυμνασίου | 3 | 50% |
Απολυτήριο Λυκείου | 3 | 50% |
Σύνολο |
6 | 100,0% |
Προβλήματα και δυσκολίες
Τα προβλήματα και οι δυσκολίες που αντιμετωπίζει η συγκεκριμένη ομάδα οφείλονται αφενός σε παράγοντες ατομικούς που προκύπτουν από τα χαρακτηριστικά των μελών και αφετέρου σε κοινωνικούς-εργασιακούς παράγοντες.
Στους ατομικούς παράγοντες περιλαμβάνονται οι ελλιπείς γνώσεις, το χαμηλό εκπαιδευτικό επίπεδο, η ελλιπής–μη πιστοποιημένη επαγγελματική κατάρτιση και η έλλειψη επαγγελματικής εμπειρίας, που τους καθιστά λιγότερο ανταγωνιστικούς στη σύγχρονη αγορά εργασίας.
Οι πρώην χρήστες συνήθως δεν διατυπώνουν αιτήματα για την κατάρτισή τους, δεδομένου ότι αισθάνονται οι «αποτυχημένοι» της εκπαίδευσης.
Η επιλογή επαγγέλματος γίνεται συνήθως με κριτήρια που δεν είναι ρεαλιστικά και δεν ανταποκρίνονται πάντα στις πραγματικές ικανότητες και γνώσεις τους. Σε αυτό συμβάλλει και η ανεπαρκής πληροφόρηση σχετικά με τα δεδομένα της σύγχρονης αγοράς εργασίας. Ταυτόχρονα, τα άτομα αυτά αντιστέκονται, αμφισβητώντας τη νέα πληροφορία, εφόσον αυτή τους επιτείνει το άγχος, όταν συνειδητοποιούν την απόσταση ανάμεσα στις σύγχρονες απαιτήσεις και τις ικανότητες και γνώσεις που οι ίδιοι έχουν. Ως εκ τούτου, συμβαίνει συχνά, ένα ποσοστό να παρουσιάζει αναβλητικότητα στην ανάληψη δράσης την οποία δικαιολογεί προβάλλοντας την πρωταρχική του ανάγκη, δηλαδή την αποχή από τις ουσίες και αποσυνδέοντάς αυτήν από το θέμα της επαγγελματικής ένταξης.
Παράλληλα, αρκετοί χαρακτηρίζονται από επιθυμία για γρήγορη απόκτηση χρημάτων χωρίς, ωστόσο, να είναι πρόθυμοι να επενδύσουν σε προσπάθεια που απαιτεί χρόνο, με αποτέλεσμα τη γρήγορη απογοήτευσή τους.
Στο επίπεδο των κοινωνικών δεξιοτήτων οι δυσκολίες είναι σχετικές με την αναζήτηση, την εύρεση και τη διατήρηση της εργασίας, ενώ αντιμετωπίζουν και δυσκολίες στην καθημερινή τους ζωή που αφορούν στις επαγγελματικές τους δραστηριότητες, στις συναλλαγές τους με τις δημόσιες υπηρεσίες καθώς επίσης δυσκολίες ευελιξίας και προσαρμογής στον εργασιακό ρόλο.
Η έλλειψη αυτοπεποίθησης, οι ανασφάλειες και η χαμηλή αυτοεκτίμηση που αισθάνονται αρκετοί πρώην χρήστες, συντελούν στο να μη νιώθουν ισότιμοι στον εργασιακό χώρο, να μη διεκδικούν σεβασμό, να δέχονται υποδεέστερες θέσεις και αμοιβές και πολλές φορές να μη διεκδικούν την ασφάλισή τους.
Στους ατομικούς παράγοντες που δυσχεραίνουν την εργασιακή ένταξη των πρώην χρηστών μπορούν να αναφερθούν επίσης η έλλειψη κοινωνικών σχέσεων και δικτύων υποστήριξης και η δυσκολία να εντάξουν στον εργασιακό τους χώρο τις αξίες που γνώρισαν και υιοθέτησαν στο θεραπευτικό πρόγραμμα.
Κοινωνικοί – εργασιακοί παράγοντες
Οι δυσχερείς συνθήκες στην αγορά εργασίας που χαρακτηρίζεται από τάσεις επαγγελματικής υπερειδίκευσης από τη μια και υποειδίκευσης ενός σημαντικού μέρους του ανθρώπινου δυναμικού από την άλλη, η ανεργία, η μη ένταξη, η περιθωριοποίηση και ο κοινωνικός αποκλεισμός των πρώην χρηστών αποτελούν παράγοντες που δυσκολεύουν την κοινωνική και εργασιακή ένταξη της ομάδας αυτής.
Παράλληλα, σε μια κοινωνία όπου η ανεργία αποτελεί ένα σημαντικό πρόβλημα είναι αυτονόητες οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι απεξαρτημένοι όταν πολύ συχνά έχουν να υπερβούν προβλήματα που σχετίζονται με τον κοινωνικό ρατσισμό, (Πουλόπουλος, κ.ά, 1996).
Οι προκαταλήψεις, τα αρνητικά στερεότυπα που οδηγούν σε προκαλυμμένες ή και εμφανείς διακρίσεις σε συνάφεια με την ελλιπή ευαισθητοποίηση των εργοδοτών (καχυποψία, επιφυλακτικότητα στο πρόσωπο του πρώην χρήστη, καθυστέρηση της πρόσληψης και ασφάλισής του), δυσχεραίνουν την ένταξη των πρώην χρηστών στην αγορά εργασίας.
Προς την ίδια κατεύθυνση λειτουργούν τα προβλήματα συνεργασίας και δικτύωσης δομών και φορέων, η έλλειψη εξειδικευμένων υποστηρικτικών μηχανισμών, που θα συνέβαλλαν στην υποστήριξη της ομάδας αυτής, στη μείωση των προκαταλήψεων και στη διευκόλυνση της επαγγελματικής ενσωμάτωσής της.
Επιπλέον οι δομές εκπαίδευσης και κατάρτισης αδυνατούν να ικανοποιήσουν ανάγκες ενήλικων ατόμων που διαθέτουν μόνο την υποχρεωτική εκπαίδευση, εφόσον η πλειοψηφία των ειδικοτήτων σε δημόσια ΙΕΚ και ΚΕΚ απευθύνονται σε αποφοίτους Λυκείου. Επίσης, δεν υπάρχει άμεση αντιστοίχιση ανάμεσα στις ανάγκες των πρώην χρηστών για κατάρτιση σε συγκεκριμένο αντικείμενο, στα προγράμματα κατάρτισης και στη ζήτηση της αγοράς εργασίας.
Χαρακτηριστικά επαγγελματικής κατάστασης 2000 – 2003
Σύμφωνα με τα στοιχεία που προκύπτουν από τους παρακάτω πίνακες τα επαγγέλματα των ατόμων που βρίσκονται στη φάση της Κοινωνικής Επανένταξης στην πλειοψηφία τους (64,5%) αφορούν εργασίες ανειδίκευτου εργάτη. Το 35,5% αφορά ειδικευμένη εργασία.
Σχεδόν το σύνολο του πληθυσμού από τα μέλη της Κοινωνικής Επανένταξης ασχολείται με χειρονακτικές εργασίες (οικοδομή, ψυκτικός, οδηγός, ξυλουργός, ηλεκτρολόγος, αρτοποιός, εργαστήριο εκκλησιαστικών ειδών). Η πλειοψηφία των γυναικών εργάζονται ως υπάλληλοι σε Super –Market, αρτοποιείο και γραφείο.
Πίνακας 6
Είδος Εργασίας | Συχνότητα | Ποσοστά |
Ειδικευμένη | 22 | 35,5% |
Ανειδίκευτη | 40 | 64,5% |
Σύνολο | 62 | 100,0% |
Το 33,2% των ατόμων δεν έχουν αλλάξει εργασία από τη στιγμή που ολοκλήρωσαν τη θεραπευτική κοινότητα ενώ το 66,8% έχουν αλλάξει περισσότερη από μια θέσεις απασχόλησης, στη φάση της Κοινωνικής Επανένταξης.
Πίνακας 7
Επαγγελματική Σταθερότητα | Συχνότητα | Ποσοστά |
Δεν έχει αλλάξει επάγγελμα | 21 | 33,8% |
Έχει αλλάξει επάγγελμα | 41 | 66,2% |
Σύνολο | 62 | 100,0% |
Σε πολλές περιπτώσεις η άμεση εξεύρεση εργασίας αποτελεί ανάγκη για λόγους βιοποριστικούς με τον κίνδυνο όμως το άτομο να υποστεί τις επιπτώσεις μιας μη ικανοποιητικής εργασίας.
Θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι η εύρεση εργασίας αποτελεί όρο τον οποίο οι πρώην χρήστες πρέπει να εκπληρώσουν με την ολοκλήρωση της θεραπευτικής κοινότητας και την ένταξή τους στη φάση της κοινωνικής επανένταξης. Καλούνται στο στάδιο αυτό, ανάμεσα σε άλλα, να αποδείξουν στους εαυτούς τους, κυρίως, ότι είναι ικανοί να αυτοσυντηρούνται, να αναπτύσσουν σχέσεις, να θέτουν στόχους, να καλλιεργήσουντις προοπτικές τους, να αξιοποιήσουν τις κλίσεις τους και τα ενδιαφέροντά τους, να αντιμετωπίσουν τις δυσκολίες της ζωής και της διαβίωσης.
Τρόποι αντιμετώπισης των δυσκολιών στο θεραπευτικό πρόγραμμα «Νόστος»
Οι τρόποι με τους οποίους αντιμετωπίζονται οι δυσκολίες και τα προβλήματα επανένταξης στην αγορά εργασίας, αποτελούν μέρος μιας ολοκληρωμένης παρέμβασης για την απεξάρτηση, στο πλαίσιο ενός μακροχρόνιου θεραπευτικού προγράμματος που παρέχει ψυχοκοινωνική υποστήριξη στους χρήστες και στις οικογένειές τους.
Στο πλαίσιο της προσπάθειας υποστήριξης των μελών του θεραπευτικού προγράμματος «Νόστος» έχει αναπτυχθεί και εφαρμόζεται στη θεραπευτική κοινότητα (κύρια φάση της απεξάρτησης) πρόγραμμα εκπαίδευσης. Το πρόγραμμα περιλαμβάνει ενισχυτική διδασκαλία, με στόχους την προετοιμασία των υπο απεξάρτηση ατόμων για συμμετοχή σε προαγωγικές εξετάσεις όλων των τάξεων της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης και την εκμάθηση της αγγλικής γλώσσας. Εφαρμόζονται επίσης, προγράμματα κατάρτισης σε Η/Υ, σε ηλεκτρονική επεξεργασία εικόνας, στη φωτογραφία, στο κόσμημα καθώς και προγράμματα δημιουργικής διαχείρισης του ελεύθερου χρόνου (μουσική, θέατρο, αθλητικές δραστηριότητες).
Επίσης, υλοποιείται πρόγραμμα εξατομικευμένης και ομαδικής συμβουλευτικής σε θέματα εκπαιδευτικού και επαγγελματικού σχεδιασμού στις φάσεις της θεραπευτικής κοινότητας και της κοινωνικής επανένταξης.
Το πρόγραμμα αυτό στοχεύει στην αύξηση της αυτογνωσίας, στην ενίσχυση της αυτοεκτίμησης, στη διερεύνηση των επαγγελματικών σχεδίων των απεξαρτημένων όπως και στην εκπαίδευση στη λήψη αποφάσεων.
Η πληροφόρηση και η κατανόηση της δομής του εκπαιδευτικού συστήματος, των προγραμμάτων κατάρτισης και της αγοράς εργασίας και η προετοιμασία και η υποστήριξη για την ένταξη σε εκπαίδευση ή κατάρτιση και για την εύρεση εργασίας αποτελούν κεντρικούς άξονες του προγράμματος συμβουλευτικής. Έμφαση, επιπλέον, δίνεται στη νοηματοδότηση της συμμετοχής των πρώην χρηστών στο εκπαιδευτικό σύστημα ή στην αγορά εργασίας από νέα θέση και ρόλο.
Σημαντικά μέσα για την επίτευξη των στόχων του προγράμματος θεωρούνται η καλή προετοιμασία και συμφωνία του «εκπαιδευτικού συμβολαίου», η σαφής διατύπωση των προσωπικών σχεδίων και του πλαισίου συνεργασίας, η ομαδικότητα και η συνέπεια.
Τα εργαλεία που επιλέχθηκαν είναι η οργάνωση του προσωπικού φακέλου, η δουλειά σε ομάδες, οι ασκήσεις γνωριμίας και επικοινωνίας, οι ασκήσεις διερεύνησης του επαγγελματικού προφίλ, η καταγραφή των αντιλήψεων και των απόψεων για την εργασία και τα αυτοδιαγνωστικά τεστ. Παράλληλα διανέμεται έντυπο πληροφοριακό υλικό και γίνεται εξάσκηση σε τεχνικές εύρεσης εργασίας.
Επίσης, αναπτύσσεται συνεργασία με φορείς υλοποίησης προγραμμάτων επαγγελματικής κατάρτισης και διενεργείται προσπάθεια ευαισθητοποίησης των εργοδοτών της τοπικής κοινωνίας (έκδοση και διανομή ενημερωτικού φυλλαδίου).
Συμπεράσματα
Η κοινωνική επανένταξη των αποθεραπευμένων χρηστών προϋποθέτει την περαιτέρω ανάπτυξη προγραμμάτων επαγγελματικής κατάρτισης, υποστήριξης και διαμεσολάβησης στην αγορά εργασίας.
Η ανάπτυξη δικτύων υποστήριξης, με τη συμμετοχή εργοδοτικών οργανισμών, οργανισμών επαγγελματικής εκπαίδευσης, φορέων απεξάρτησης και φορέων προώθησης στην απασχόληση μπορεί να βοηθήσει ουσιαστικά τους πρώην χρήστες να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα που δυσχεραίνουν την προσπάθειά τους να ενταχθούν στην αγορά εργασίας.
Ο σχεδιασμός και η υλοποίηση ερευνών για τη διερεύνηση των χαρακτηριστικών, των εκπαιδευτικών και των επαγγελματικών αναγκών και των δυνατοτήτων απασχόλησης των πρώην χρηστών, ο σχεδιασμός και η υλοποίηση, από τους οργανισμούς που παρέχουν επαγγελματική κατάρτιση προγραμμάτων κατάρτισης συμβατών με τις ανάγκες και τα ενδιαφέροντα της ομάδας και τη ζήτηση στην αγορά εργασίας, η μοριοδότηση των πρώην χρηστών προκειμένου να διευκολυνθεί η ένταξή τους σε εκπαιδευτικά ιδρύματα που παρέχουν κατάρτιση, θα μπορούσαν να συμβάλουν ουσιαστικά στην υποστήριξη των απεξαρτημένων ατόμων στη διαδικασία ένταξης στην αγορά εργασίας, προϋπόθεση ουσιαστική για την κοινωνική τους επανένταξη.
Παράλληλα, το πρόγραμμα επαγγελματικής συμβουλευτικής επιδιώκει την εμψύχωση, την ενθάρρυνση και την ψυχολογική υποστήριξη των απεξαρτημένων κατά τη διάρκεια της εκπαίδευσής τους, την προετοιμασία τους για ένταξη στην αγορά εργασίας αλλά και την παραμονή τους στη θέση εργασίας.
Στόχος είναι ο απεξαρτημένος να μπορέσει να ενταχθεί στον εργασιακό χώρο μειώνοντας έτσι τον κίνδυνο της υποτροπής σε παλιότερες συμπεριφορές και στη χρήση.
*Κοινωνιολόγος, με Μετεκπαίδευση στην Εκπαίδευση Ενηλίκων, Υπεύθυνη Εκπαίδευσης Θεραπευτικού Προγράμματος Νόστος, ΚΕ.Θ.Ε.Α.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Πυργιωτάκης Ι. (1998), Κοινωνικοποίηση και Εκπαιδευτικές Ανισότητες, εκδ. Γρηγόρη, Αθήνα
Καράγιωργας Σ. (1990), Διαστάσεις της φτώχειας στην Ελλάδα, εκδ. ΕΚΚΕ, τ. Α, Β, Αθήνα
Πουλόπουλος Χ. (1996), Εξελικτική πορεία και δραστηριότητες του ΚΕ.Θ.Ε.Α 1983-1995, Κοινωνική Εργασία τ. 42, Αθήνα.
ΕΚΤΕΠΝ, (2004), Ετήσια Έκθεση του ΕΚΤΕΠΝ για την κατάσταση των ναρκωτικών στην Ελλάδα, Αθήνα, ΕΠΙΨΥ.