David Jeringan
Research Director, Center on Alcohol Marketing and Youth, Georgetown University
E-mail: djernigan@aol.com
Τίτλος πρωτοτύπου: “The USA: alcohol and young people today”, Addiction, Volume 100, Number 3, March 2005
Μετάφραση: Αλεξάνδρα Τζάλα
Translation Alexandra Tzala
Τα Κέντρα των Ηνωμένων Πολιτειών για τον Έλεγχο των Ασθενειών και την Πρόληψη πρόσφατα επονόμασαν την υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ ως την τρίτη ηγετική αιτία θανάτου που μπορεί να προληφθεί στο έθνος, υπεύθυνη για 75,766 θανάτους και 2,3 εκατομμύρια χρόνια δυνητικής απώλειας ζωής το 2001. Από αυτούς τους θανάτους, οι 4554 ήταν μεταξύ ατόμων κάτω των 21 ετών, που συνιστά το νόμιμο όριο ηλικίας για την αγορά αλκοόλ στις 50 πολιτείες [1]. Η ουσιαστική πρόοδος για τη μείωση στην κατανάλωση αλκοόλ από νέους στις Ηνωμένες Πολιτείες σταμάτησε στις αρχές της δεκαετίας του 1990. Το 2004, ερευνητές στο Εθνικό Ινστιτούτο για την Κατάχρηση Αλκοόλ και Αλκοολισμού (ΝΙΑΑΑ), αναλύοντας τα ευρήματα τριών διαφορετικών ομοσπονδιακών ερευνών για την χρήση αλκοόλ των νέων, κατέληξαν στο ότι, ενώ η κατανάλωση αλκοόλ στους νέους έχει μειωθεί σε σχέση με το υψηλό της σημείο στη δεκαετία του 1970, την περασμένη δεκαετία οι γενικές τάσεις είχαν σταθεροποιηθεί σε ένα ‘εξοργιστικά υψηλό’ επίπεδο [2]. Σύμφωνα με μία από αυτές τις έρευνες, η μέση ηλικία στην οποία άτομα 12 έως 17 ετών αρχίζουν να πίνουν είναι τα 13 έτη και περίπου 7000 παιδιά κάτω των 16 ετών αρχίζουν να πίνουν καθημερινά, σε ένα ετήσιο σύνολο 2.6 εκατομμυρίων νέων πότων ηλικίας κάτω των 16 ετών (προσωπική επικοινωνία, επαναυπολογισμός, J. Gfroerer, 14 Σεπτεμβρίου 2004). Δίνοντας προβλέψεις για το μέλλον, η εθνική έρευνα για τη χρήση ναρκωτικών στους μαθητές αναφέρει ότι, 18.6% των μαθητών της 2ας γυμνασίου, 35.2% των μαθητών της 1ης λυκείου και 48% των μαθητών της 3ης λυκείου έχουν πιει αλκοόλ μέσα στις προηγούμενες 30 ημέρες και 6.2%, 18.5% και 32.5% από κάθε τάξη, αντίστοιχα, υπήρξαν μεθυσμένοι κατά την ίδια χρονική περίοδο [3].
Ένας αυξανόμενος αριθμός από έρευνες έχει τεκμηριώσει τους κινδύνους της πρώιμης μύησης στο αλκοόλ στις Ηνωμένες Πολιτείες. Οι νέοι άνθρωποι που αρχίζουν να πίνουν πριν την ηλικία των 14 ετών είναι πέντε φορές πιο πιθανό να βιώσουν επιπλοκές που σχετίζονται με το αλκοόλ στη μετέπειτα ζωή τους [4], ενώ εκείνοι που αρχίζουν πριν από την ηλικία των 15 ετών είναι τέσσερις φορές πιο πιθανό να αναπτύξουν εξάρτηση από το αλκοόλ, σε σχέση με αυτούς που καθυστερούν αυτή την έναρξη μέχρι τη νόμιμη ηλικία των 21 ετών[5]. Πρόσφατες μελέτες έχουν δείξει ότι η ισχυρή έκθεση του εφηβικού εγκεφάλου στο αλκοόλ μπορεί να παρέμβει στην ανάπτυξη του εγκεφάλου, προκαλώντας απώλεια της μνήμης και άλλων ικανοτήτων [6-8]. Μελέτες απεικόνισης έχουν αποκαλύψει από τους εγκεφάλους 17χρονων αλκοολικών εφήβων ότι, το μέγεθος του ιπποκάμπου (τμήμα του εγκεφάλου υπεύθυνο για τη μάθηση και τη μνήμη) είναι μικρότερο σε σχέση με αυτό των μη-εξαρτημένων ομότιμων τους [9]. Ευρήματα σε ένα πρόσφατο άρθρο έκδοσης, που συντάχθηκε με τον διευθυντή του ΝΙΑΑΑ, Δρ. Ting-Kai Li, τεκμηριώνουν ότι, το ξεκίνημα της εξάρτησης από το αλκοόλ φτάνει σε μια κορύφωση στην ηλικία των 18 ετών, ενώ η εμφάνιση νέων περιπτώσεων μειώνεται δραματικά μετά από την ηλικία των 25 ετών [10]. Ο Δρ. Li κατέθεσε στη Σύγκλητο των Ηνωμένων Πολιτειών ότι «αυτά τα ευρήματα μας οδήγησαν στο να αναθεωρήσουμε όλη μας την αντίληψη για την εξάρτηση από το αλκοόλ… [και] προτείνουν ότι είναι κρίσιμο να δοθούν στη νεολαία περισσότερες ευκαιρίες, περικλείοντας έτσι το χρόνο της μέγιστης ευπάθειας [11].
Αυτή η έρευνα για το μέγεθος, την επίπτωση και τη σημασία της χρήσης αλκοόλ των νέων εμφανίστηκε την ίδια στιγμή που λάμβανε χώρα ένα σημαντικό φυσικό πείραμα. Το 1996, οι κατασκευαστές αποσταγμένων οινοπνευματωδών άλλαξαν σταδιακά τις εσωτερικές ρυθμίσεις του κώδικα για να τους επιτραπεί να διαφημίζονται τηλεοπτικά στις Ηνωμένες Πολιτείες. Πολύ σύντομα μετά από αυτό, οι εταιρείες άρχισαν να αναπτύσσουν και να εμπορεύονται μια νέα τάξη ποτών, με ποικίλα παρωνύμια, όπως ‘εναλλακτικά ανθρακούχα ποτά’, ‘ανθρακούχα ποτά με διάφορες γεύσεις’, ‘αλκοολούχα ανθρακούχα αναψυκτικά’ ή ‘αναψυκτικά με χαμηλό δείκτη αλκοόλ’. Σύμφωνα με βιομηχανικούς σχολιαστές, τα αλκοολούχα ανθρακούχα αναψυκτικά, πολλά από τα οποία έχουν γλυκές, φρουτώδεις γεύσεις, σχεδιάστηκαν για πότες που βρίσκονται στο στάδιο της μύησης στο αλκοόλ [12]. Παρόλο που εμπορεύονται ως ανθρακούχα ποτά, μερικά από αυτά τα ποτά έφεραν ονόματα από μεγάλες μάρκες αποσταγμένων ποτών, δίνοντας τη δυνατότητα στους οινοπνευματοποιούς να εντάξουν τα εμπορικά τους σήματα σε μια ευρεία παράταξη αγοράς αγαθών, να τα διαφημίζουν στην τηλεόραση (ακόμη και στα τηλεοπτικά δίκτυα στα οποία απαγορεύεται η διαφήμιση αποσταγμένων οινοπνευματωδών) και να τα κάνουν πιο ανταγωνιστικά στην τιμή, αποφεύγοντας την υψηλή φορολογία που αφορούσε στα αποσταγμένα οινοπνευματώδη. Αυτά τα πλεονεκτήματα στην αγορά αποδεικνύονται παράνομα: Διαδοχικά τεστ από το Ομοσπονδιακό Κέντρο Φορολογίας και Εμπορίου Αλκοόλ και Καπνού κατέληξαν στο ότι τα περισσότερα αλκοολούχα ανθρακούχα ποτά είναι στην πραγματικότητα αποσταγμένα οινοπνευματώδη βάσει του ομοσπονδιακού νόμου. Σε αντίθεση, οι παραγωγοί ισχυρίζονταν πως το μεγαλύτερο μέρος του αλκοόλ που περιέχουν προέρχεται από αποσταγμένα οινοπνευματώδη [13]. Το Κέντρο πρόσφατα απαίτησε ότι από τις 3 Ιανουαρίου 2006, το μεγαλύτερο μέρος του αλκοόλ στα αλκοολούχα ανθρακούχα αναψυκτικά που βασίζονται στο ζύθο, να προέρχονται από τον ζύθο, αλλά καμία κύρωση δεν έχει επιβληθεί στις εταιρείες παραγωγής για το ιστορικό της παρερμηνεία τους [14]).
Οι εταιρείες αλκοόλ ενίσχυσαν την προώθηση των αλκοολούχων ανθρακούχων ποτών, ξοδεύοντας για τη διαφήμισή αποκλειστικά για αυτήν την κατηγορία ποτών 68 εκατομμύρια δολάρια το 2001, 169 εκατομμύρια δολάρια το 2002 και 79 εκατομμύρια δολάρια το 2003 [15]. Την ίδια στιγμή, οι οινοπνευματοποιοί αύξησαν τα έξοδα τους για τις τηλεοπτικές διαφημίσεις στα αποσταγμένα οινοπνευματώδη, επενδύοντας περισσότερο στη διαφήμιση της δορυφορικής τηλεόρασης, η οποία είναι αυστηρά χωρισμένη σε ηλικιακές τηλεοπτικές ζώνες με αποτέλεσμα να υπάρχει μεγαλύτερη έκθεση στους νέους. Από τις 513 διαφημίσεις στη δορυφορική τηλεόραση, κόστους 1.3 εκατομμυρίων δολαρίων το 2001, μέχρι τις 33,126 διαφημίσεις, κόστους 35 εκατομμυρίων δολαρίων το 2003, η διαφήμιση των αποσταγμένων οινοπνευματωδών εκτοξεύτηκε αυτή την περίοδο στα προγράμματα της δορυφορικής τηλεόρασης [15-17]. Ως αποτέλεσμα, ο αριθμός των τηλεοπτικών διαφημίσεων για το αλκοόλ αυξήθηκε ραγδαία από 208.909 το 2001 έως 298.054 το 2003, ενώ η έκθεση στους νέους (με το σύστημα μετρήσεων για τη διαφήμιση της βιομηχανίας μέσω μιας κλίμακας για την ακαθάριστη αποτίμηση αξίας) αυξήθηκε κατά 17%, με το μερίδιο της δορυφορικής τηλεόρασης για την έκθεση των νέων να μεγαλώνει από το 47% έως το 58% της συνολικής έκθεσης των νέων. Την ίδια στιγμή, το πιο ακριβό διαφημιστικό μερίδιο στο τηλεοπτικό δίκτυο έπεσε από το 40% στο 30% [15]. Επίσης αυξήθηκε η υπερβολική έκθεση των νέων από τη συνεισφορά της δορυφορικής τηλεόρασης (που ορίζεται ως τη διαφήμιση που προβάλλεται όταν το ποσοστό των νέων στο τηλεοπτικό κοινό υπερβαίνει το ποσοστό των νέων ηλικίας 12-20 ετών στο γενικό πληθυσμό για άτομα δύο ετών και άνω) από το 64% στο 76%.
Οι ομοσπονδιακές έρευνες άρχισαν να μετρούν την κατανάλωση αλκοολούχων ανθρακούχων ποτών από τους νέους το 2003, ένα χρόνο αφότου αυτή η κατηγορία ποτών είχε φτάσει στο μέγιστο σημείο πωλήσεων. Το 2004, προσπαθώντας να κάνουν προβλέψεις για το μέλλον βρέθηκε ότι το 30.4% των μαθητών της 2ας γυμνασίου, το 49.7% των μαθητών της 1ης λυκείου και το 55.8% των μαθητών της 3ης λυκείου είχαν δοκιμάσει αλκοολούχα ανθρακούχα ποτά [3]. Οι ομοσπονδιακές έρευνες επίσης δεν μπόρεσαν να συγκεντρώσουν πληροφορίες για το τι μάρκες αλκοόλ προτιμούν οι νέοι, και έτσι είναι πολύ δύσκολο να συνδέσουμε τις στρατηγικές μάρκετινγκ του προϊόντος με την κατανάλωση αλκοολούχων ποτών από τους νέους. Οι ομιλητές των βιομηχανιών αλκοόλ εξακολουθούν να ισχυρίζονται ότι η διαφήμιση του αλκοόλ δεν έχει καμία επίδραση στην κατανάλωση αλκοόλ των νέων[18]. Για να εξετάσουμε αυτό το ερώτημα, το 1998 το ΝΙΑΑΑ επιχορήγησε τέσσερις ερευνητικές ομάδες για τη διεξαγωγή μακροχρόνιων ερευνών σχετικά με την επίδραση της έκθεσης σε αλκοόλ από νέους. Αυτές οι ομάδες από την Ερευνητική Εταιρεία για τον Αλκοολισμό έχουν αρχίσει να αναφέρουν τα πρώτα αποτελέσματά της έρευνας τους, ενώ οι αναφορές τους έχουν δείξει ότι υπάρχουν αλληλεπιδράσεις [19]. Περαιτέρω πληροφορίες προέρχονται από τη δουλειά με απεικονίσεις εγκεφάλων οι οποίες δείχνουν ότι, οι έφηβοι με διαταραχές από τη χρήση αλκοόλ παρουσιάζουν μεγαλύτερη δραστηριότητα στις περιοχές του εγκεφάλου που προηγουμένως συσχετίζονταν με την ανταμοιβή, την επιθυμία, τη θετική επιρροή και την επεισοδιακή μνήμη ως αντίδραση στις διαφημίσεις αλκοολούχων ποτών και ότι, ο βαθμός εγκεφαλικής αντίδρασης ήταν μεγαλύτερος στους νέους που κατανάλωναν περισσότερα ποτά μηνιαίως και ανέφεραν μεγαλύτερη επιθυμία για πόση[20].
Εν συντομία, τα πρόσφατα ευρήματα ερευνών στις Ηνωμένες Πολιτείες προτείνουν ότι η εφηβεία αποτελεί την πιο κρίσιμη ηλικιακή περίοδο για τη εφαρμογή παρεμβάσεων με σκοπό την πρόληψη της εξάρτησης από αλκοόλ, των επιπλοκών που σχετίζονται με το αλκοόλ και άλλων προβλημάτων που σχετίζονται με το αλκοόλ. Παρά τις σημαντικές προσπάθειες για την αυστηρή επιβολή ενός κατώτατου ορίου ηλικίας στην κατανάλωση αλκοόλ η κατανάλωση αλκοόλ από τους νέους έχει σταθεροποιηθεί κατά τη διάρκεια της περασμένης δεκαετίας σε υπερβολικά υψηλά επίπεδα,. Δύο φυσικά πειράματα βρίσκονται σε εξέλιξη, στα οποία νέοι άνθρωποι εκτίθενται σε ένα ανεπανάληπτο αριθμό διαφημίσεων αλκοόλ, από τη μια μεριά για μια νέα κατηγορία προϊόντων, τα οποία με τη γλυκιά τους γεύση, τις χαμηλές τιμές, την ευρεία διαθεσιμότητα και την τηλεοπτική διαφήμιση εύκολα προσελκύουν τους νέους πότες και, από την άλλη μεριά, για τα παραδοσιακά αποσταγμένα οινοπνευματώδη προϊόντα. Την ίδια στιγμή, έρευνες για τη δημόσια υγεία αποδεικνύουν ότι, αυξάνεται η επιρροή από τη διαφήμιση του αλκοόλ στην κατανάλωση των νέων. Ωστόσο, οι ομοσπονδιακές έρευνες έχουν χάσει κατά πολύ την ευκαιρία να παρακολουθήσουν τις τάσεις της κατανάλωσης των αλκοολούχων ανθρακούχων αναψυκτικών, ενώ δεν υπήρξαν διαφωτιστικές όσον αφορά στις πιθανές εναλλαγές των προϊόντων προτίμησης των νέων, γιατί δεν εξετάζουν τα είδη των αλκοολούχων ποτών που προτιμούν οι νέοι. Οι ομοσπονδιακές δαπάνες για το αλκοόλ συνεχίζουν να περιορίζονται λόγω των εκατοντάδων εκατομμυρίων δολαρίων που ξοδεύονται για την εκπαίδευση του κοινού σχετικά με τους κινδύνους από τα ‘ναρκωτικά’, αναφερόμενοι στις ουσίες των οποίων η χρήση έχει απαγορευτεί στο γενικό πληθυσμό (αντίθετα με το αλκοόλ, το οποίο απαγορεύεται μόνο στους νέους).
Δύο από τις ομοσπονδιακές έρευνες βρήκαν ότι, τα ποσοστά κατανάλωσης του αλκοόλ και μέθης αυξάνονται πιο γρήγορα στα κορίτσια από ότι στα αγόρια και, επίσης, υπάρχουν αποδείξεις ότι, η έκθεση των κοριτσιών στη διαφήμιση του αλκοόλ, συγκρινόμενη με αυτή των γυναικών, είναι μεγαλύτερη από την έκθεση των αγοριών σε σύγκριση με τους άνδρες [21]. Μια καινούρια βιογραφία περιγράφει το χρονική πορεία μιας νεαρής Αμερικανίδας γυναίκας στον αλκοολισμό, υπενθυμίζοντας με λεπτομέρειες τις βιογραφίες για την κοκαΐνη τη δεκαετία του 1980. Αρχίζει να πίνει στα 14 έτη, έχει το πρώτο της επεισόδιο προσωρινής απώλειας μνήμης στα 16 έτη και βιώνει τα φοιτητικά της χρόνια στο κολέγιο μέσα από τη θολούρα του αλκοόλ. Στα 23 έτη, αποφασίζει να διακόψει τη χρήση αλκοόλ, αλλά βρίσκει μικρή ανταπόκριση για θεραπεία σε άτομα της ηλικίας της. Τα λόγια της εκφράζουν την απογοήτευση της γενιάς της:
Είμαι εξαγριωμένη από τη βιομηχανία του αλκοόλ, που εναλλάσσεται μεταξύ της μαστροπείας γυναικών και με της χρήσης των γυναικών ως δολώματα για τους άνδρες. Σιχάθηκα τις διαφημιστικές εκστρατείες από την Svedka βότκα, οι οποίες παρουσιάζουν τις γυναίκες να γονατίζουν για να στηρίξουν τους δίσκους με τα μαρτίνι των ανδρών ή να κρατούν ποτήρια με βότκα ανάμεσα στα στήθη τους. Σιχάθηκα το Wet τζιν από το Beefeater…, τις έντυπες διαφημίσεις, που λένε ‘το κεφάλι σου σού λέει να μείνεις στεγνός, αλλά η καρδιά σου φωνάζει, Wet! Wet! Wet!’ σαν να ήταν το αλκοόλ ένα απαραίτητο λιπαντικό, το απόλυτο συστατικό που κάνει τις γυναίκες να επιθυμούν… Είμαι αηδιασμένη με την κυβέρνηση που, μέσα από τα κονδύλια δολαρίων της, θα μας έκανε να πιστεύουμε ότι η χρήση ναρκωτικών είναι ένα θέμα, είτε περισσότερο διαδεδομένο, είτε περισσότερο άξιο λόγου από ό,τι η κατανάλωση αλκοόλ σε μικρή ηλικία, τίποτα από τα οποία δεν ισχύει. Και σιχάθηκα την άγνοια, που η έλλειψη χρηματοδότησης έχει δημιουργήσει, των πατέρων που με πλησιάζουν στα πάρτυ, με τα τετράχρονα κοριτσάκια τυλιγμένα στις πάνες τους, και λένε, «Ναι, αλλά μελέτες λένε ότι τα παιδιά πιο εύκολα μπορούν να αγοράσουν ναρκωτικά παρά αλκοόλ». Στο οποίο πάντα απαντώ, «Υποθέτω πως αυτό σημαίνει ότι έχετε ηρωίνη στην κάβα σας;» [22].
Η νομοθεσία που εισήχθη στο Κογκρέσο των Ηνωμένων Πολιτειών θα αποτελούσε το πρώτο βήμα για μια συντονισμένη εθνική προσπάθεια αντιμετώπισης της κατανάλωσης αλκοόλ από ανήλικα άτομα. Σύμφωνα με μια πρόσφατη αναφορά από την Εθνική Ακαδημία Επιστημών [23], η νομοθεσία διατάσσει να γίνεται μια ετήσια αναφορά για την κατανάλωση αλκοόλ από ανηλίκους, να βελτιωθούν οι μέθοδοι παρακολούθησης της κατανάλωσης των νέων και των προτιμήσεων τους αναφορικά με το αλκοόλ, όπως επίσης και της έκθεση των νέων στη διαφήμιση καθώς επίσης και να πραγματοποιηθεί μια πιλοτική εκστρατεία των μέσων μαζικής ενημέρωσης απευθυνόμενη σε ενήλικες.
Δεδομένου των αργών ρυθμών στον τομέα της έρευνας και στην αλλαγή πολιτικής, αναρωτιέται κανείς αν έχουμε ήδη αποτύχει σε αυτή τη γενιά. Η πρόκληση που αντιμετωπίζουμε στις Ηνωμένες Πολιτείες είναι το πώς θα ευθυγραμμίζουμε τις ερευνητικές μας ατζέντες, την επιδημιολογική εποπτεία και τις δραστηριότητες στην πρόληψη και στη θεραπεία, με την νέα ανατέλλουσα συνείδηση ότι οι ευκαιρίες για πρόληψη και μείωση των προβλημάτων με το αλκοόλ έχουν περιοριστεί σημαντικά.
Παραπομπές
- Midanik, L., Chaloupka, F. J., Saitz, R., Toomey, T. L., Fellows, J. L., Dufour, M., Landen, M. Brounstein, P. J., Stahre, M. A., Brewer, R. D., Naimi, T. S. & Miller, J. W. (2004) Alcohol-attributable deaths and years of potential life lost- United States, 2001. Morbidity and Mortality Weekly Report, 53, 866-870.
- Faden, V. & Fay, M. P. (2004) Trends in drinking among Americans age 18 and younger: 1975-2002. Alcoholism: Clinical and Experimental Research, 28, 1388-1395.
- University of Michigan and National Institute on Drug Abuse (2004) Overall teen drug use continues gradual decline; but use of inhalants rises. Ann Arbor, MI: University of Michigan News Service.
- Hingson, R., Heeren, T., Jamanka, T. & Howland, J. (2002) Age of drinking Onset and Unintentional Injury Involvement After Drinking. Washington, DC: National Highway Traffic Safety Administration.
- Grant, B. F. & Dawson, D. (1997) Age of onset of alcohol use and its association with DSM-IV alcohol abuse and dependence:results from the National Longitudinal Alcohol Epidemiologic Survey. Journal of Substance Abuse, 9, 103-110.
- Brown, S. A., Tapert, S. F., Granholm, E. & Delis, D. C. (2000) Neurocognitive functioning of adolescents: effects of protracted alcohol use. Alcoholism: Clinical and Experimental Research, 24, 164-171.
- Tapert, S. F., Brown, S. A. (1999) Neuropsychological correlates of adolescent substance abuse: four-year outcomes. Journal of the International Neuropsychological Society, 5, 481-493.
- Tapert, S. F., Brown, G. G., Kindermann, S. S. Cheung, E. H., Frank, L. R. & Brown, S. A. (2001) fMRI measurement of brain dysfunction in alcohol-dependent young women. Alcoholism: Clinical and Experimental Research, 25, 236-245.
- DeBellis, M. D., Clark, D. B., Beers, S. R., Soloff, P. H., Boring, A. M., Hall, J., Kersch, A. & Keshavan, M. S. (200) Hippocampal volume in adolescent-onset alcohol use disorders. American Journal of Psychiatry, 157, 737-744.
- Li, T. K., Hewitt, B. G. & Grant, . (2004) Alcohol use disorders and mood disorders: a National Institute on Alcohol Abuse and Alcoholism perspective. Biological Psychiatry, 56, 718-720.
- Li, T. K. (2004) Statement of Ting-Kai Li MD, Director: National Institute on Alcohol Abuse and Alcoholism. House Appropriation Committee, Subcommittee on Labor, HHS, and Education. Washington, DC.
- Sherer, M. (2002) Mad for malternatives: sales of alternative malt beverages are exploding. Will the trend last? Beverage Dynamics, May-June, 6-10.
- US Alcohol and Tobacco Tax and Trade Bureau (2003) Flavored malt beverages and related proposals: notice of proposed rulemaking (27 CFR parts 7 and 25, notice no. 4).
- US Alcohol and Tobacco Tax and Trade Bureau (2005) Flavored malt beverages and related regulatory amendments: final rule (27 CFR parts 7 and 25).
- Center on Alcohol Marketing and Youth (2004) Alcohol Advertising on Television 2001-2003: More of the same. Washington, DC: Georgetown University.
- Taylor Nelson Sofres (TNS) (2001) TNS Media Intelligence/ CMR. New York: Taylor Nelson Sofres.
- Taylor Nelson Sofres (TNS) (2003) TNS Media Intelligence/ CMR. New York: Taylor Nelson Sofres.
- Distilled Spirits Council of the United States, Inc. (2004) Distillers [sic] Spirits advertising in Perspective. Available at: http://www.discus.org/industry/perspective.htm [accessed 4 October 2004].
- Martin, S. E., Snyder, L., Hamilton, M., Fleming-Milici, F., Slater, M. D., Stacy, A., Chen, M. J. & Grube, J. W. (2002) Alcohol advertising and youth. Alcoholism: Clinical and Experimental Research, 26, 900-906.
- Tapert, S. F., Cheung, e. H., Brown, G. G., Frank, L. R., Paulus, M. P., Schweinsburg, A. D., Meloy, M. J. & Brown, S. A. (2003) Neural response to alcohol stimuli in adolescents with alcohol use disorder. Archives of General Psychiatry, 60, 727-735.
- Jernigan, D., Ostroff, J., Ross, C. & O’Hara, J. A. (2004) Gender differences in adolescent exposure to alcohol advertising in magazines. Archives of Pediatrics and Adolescent Medicine, 158, 629-634.
- Zailckas, K. (2005) Smashed: Story of a Drunken Girlhood. New York: Viking.
- National Research Council and Institute of Medicine (2004) Reducing Underage Drinking: A Collective Responsibility. Committee on Developing a Strategy to Reduce and Prevent Underage Drinking. Richard J. Bonnie and Mary Ellen O’Connell, eds. Board on Children, Youth, and Families, Division of Behavioural and Social Sciences and Education. Washington, DC: The National Academies Press.