CHARLES D. H. PARRY
Director, Alcohol and Drug Abuse Research Unit, Medical Research Council of South Africa, and, Professor, Department of Psychology, Stellenbosch University
E-mail: charles.parry@mrc.ac.za
Τίτλος Πρωτοτύπου: “South Africa: alcohol today”, Addiction, Volume 100, Number 4, April 2005
Μετάφραση: Αλεξάνδρα Τζάλα
Translation Alexandra Tzala
Το 1995, το περιοδικό Addiction δημοσίευσε ένα κεντρικό άρθρο για την προοπτική ελέγχου της κατάχρησης ουσιών στη Νότια Αφρική [1]. Αυτή η εργασία αντανακλά την παρούσα κατάσταση της χώρας 10 χρόνια αργότερα.
Ιστορικό
Από την άφιξη των Ευρωπαίων αποίκων το αλκοόλ έχει παίξει έναν κεντρικό και συχνά αντιφατικό ρόλο στην καθημερινή ζωή της Νότιας Αφρικής. Αρχικά ένας σταθμός προμήθειας αναψυκτικών ιδρύθηκε σε αυτό που επρόκειτο να ονομαστεί Cape Town, ώστε τα διερχόμενα πλοία να παίρνουν προμήθειες. Η μέθη, το λαθρεμπόριο του ποτού, ο τζόγος και η βία, έγιναν κομμάτι της καθημερινής ζωής των ιθαγενών της περιοχής με την επονομασία «Η ταβέρνα των θαλασσών». Το αλκοόλ ανταλλάσσονταν με βόδια και με εργασία από τους γηγενείς πληθυσμούς. Χρησιμοποιούνταν επίσης στην εκπαίδευση των σκλάβων και έπαιξε ένα ρόλο ζωτικής σημασίας στην “διαχείριση” της εργασίας σε συγκεκριμένους τομείς της οικονομίας [2,3]. Κατά την περίοδο μεταξύ του 17ου και 20ου αιώνα σημειώθηκε ανάπτυξη των μεγάλων βιομηχανιών κρασιού και μπύρας, οι οποίες παίζουν τώρα σημαντικό ρόλο στην παγκόσμια αγορά αλκοόλ. Η ανάπτυξη του παράνομου εμπορίου (παράνομα ποτοποιεία) στο δεύτερο μισό του 20ου αιώνα λειτούργησε ως μια μορφή αντίστασης στις πολιτικές του ρατσιστικού διαχωρισμού που είχαν σκοπό να καταπιέσουν την πλειονότητα των έγχρωμων, όπως συνέβη με την καταστροφή των μαγαζιών που πουλούσαν μπύρα που διηύθυνε η κυβέρνηση στην δεκαετία του 1970. Ο σύνθετος ρόλος που παίζει το αλκοόλ στην κοινωνία της Νότιας Αφρικής αντανακλάται περαιτέρω στην Εθνική Νομοθετική Πράξη του 2003 για το Αλκοόλ. Αυτή η πράξη στοχεύει στην ανάπτυξη μιας αξιόπιστης και βιώσιμης βιομηχανίας που θα διευκολύνει την ενδυνάμωση της οικονομίας των Αφρικανών, ενώ ταυτόχρονα θα μειώνει το κοινωνικό και οικονομικό κόστος της κατάχρησης του αλκοόλ [4].
Επίπεδα κατανάλωσης αλκοόλ, τρόποι κατανάλωσης και τάσεις
Το επίπεδο της καθαρής κατανάλωσης αλκοόλ για κάθε ενήλικο άτομο στη Νότια Αφρική, που το 2000 υπολογίστηκε στα 10.3 λίτρα ετησίως (12.4 λίτρα συμπεριλαμβανομένης και της μή καταγεγραμμένης κατανάλωσης), είναι σημαντικά χαμηλότερο από πολλές χώρες [5]. Παρόλα αυτά, το ποσοστό της κατανάλωσης ανά άτομο, είναι περίπου 20 λίτρα για κάθε ενήλικα, ανάμεσα στα υψηλότερα ποσοστά του κόσμου [6]. Η Νότιο-Αφρικανική Δημογραφική και Υγειονομική Μελέτη του 1998 ανακάλυψε ότι το ένα τρίτο των ενηλίκων καταναλωτών πίνει σε επικίνδυνα επίπεδα κατά τα Σαββατοκύριακα [7]. Άλλες επιβλαβείς μορφές κατανάλωσης αλκοόλ περιλαμβάνουν τη συχνή κατανάλωση εκτός γευμάτων, την κατανάλωση σε δημόσια μέρη, την κοινή κατανάλωση (π.χ. το να πίνεις από ένα κοινό δοχείο που περνάει από τον ένα στον άλλο) και τη μεγάλη κατανάλωση σε κοινωνικά συμβάντα, όπως οι γάμοι και οι κηδείες [3].
Βάσει των στατιστικών στοιχείων για την παραγωγή αλκοόλ, δε φαίνεται να υπάρχει σημαντική αύξηση στην συνολική κατανάλωση για την περίοδο 1994- 2004 [8-10], όμως άλλες αλλαγές έχουν σημειωθεί, συμπεριλαμβανομένης μια σταδιακής αύξησης στην κατά άτομο κατανάλωση των αλκοολούχων ποτών από φρούτα και των οινοπνευματωδών δροσιστικών ποτών, καθώς και μια μείωση στην κατανάλωση μπύρας από ζαχαρόχορτο (παραδοσιακή αφρικάνικη μπύρα). Υπήρξε επίσης μια αύξηση στην κατανάλωση φυσικού οίνου, μπράντι και βότκας, αλλά ακολούθησε μείωση κατά τα πρόσφατα χρόνια, σε ποσοστά χαμηλότερα του 1994. Σημειώθηκε παρόμοια τάση στην κατανάλωση μπύρας από κριθάρι, αλλά πιο πρόσφατα φάνηκε μια αύξηση υψηλότερη από τα επίπεδα του 1994.
Η σύγκριση των δεδομένων από διαφορετικές μελέτες, που διεξήχθησαν σε διαφορετικές χρονικές περιόδους, υποδηλώνει μια αύξηση στον αριθμό των χρηστών αλκοόλ μέσα στο διάστημα των τελευταίων 30 ημερών πριν την έρευνα, ηλικίας 15 και άνω [7, 11], και μια αύξηση στην κατανάλωση καθ’όλη τη διάρκεια της ζωής των νέων, έγχρωμων Αφρικανών, ανδρών και γυναικών [12,13].
Το μέγεθος των προβλημάτων που σχετίζονται με το αλκοόλ και οι τάσεις στις μέρες μας
Σε γενικές γραμμές, ένας στους τέσσερις ενήλικες άνδρες και μια στις δέκα ενήλικες γυναίκες αντιμετωπίζουν προβλήματα που σχετίζονται με το αλκοόλ, ενώ σχεδόν ένας στους τέσσερις μαθητές Λυκείου αναφέρουν περιστατικό υπερβολικής κατανάλωσης αλκοόλ κατά τη διάρκεια του προηγούμενου μήνα. Αυτό σημαίνει την κατανάλωση πέντε ή περισσότερων ποτών μέσα σε μια μέρα ή για περισσότερες ημέρες. [7, 13].Τα επίπεδα της σχετιζόμενης με το αλκοόλ θνησιμότητας και των επειγόντων περιστατικών από τραυματισμούς που σχετίζονται με το αλκοόλ είναι πολύ υψηλά, με αριθμούς μόλις κάτω από το 50 % όλων των μη φυσιολογικών θανάτων το 2002. Οι συγκεντρώσεις αλκοόλ στο αίμα είναι μεγαλύτερες ή ίσες των 0.05g/100ml έως και τα δύο τρίτα όλων των περιπτώσεων που εξετάστηκαν ετησίως στα επείγοντα περιστατικά, σε τρεις πόλεις, μεταξύ του 1999 και του 2001, είχαν συγκεντρώσεις αλκοόλ στην αναπνοή πάνω από αυτό το επίπεδο [14, 15]. Παρόλο που τα επίπεδα της σχετιζόμενης με το αλκοόλ θνησιμότητας παρέμειναν σταθερά μέσα σε μια περίοδο τριών ετών, υπήρχαν αυξομειώσεις στο βαθμό των επιπλοκών που σχετίζονται με το αλκοόλ [15].
Τα επίπεδα του εμβρυϊκού αλκοολικού συνδρόμου (FAS) στη Νότια Αφρική είναι τα υψηλότερα που έχουν καταγραφεί ποτέ. Σε έρευνα που διεξήχθη στο Δυτικό Cape (Wellington), τα ποσοστά επικράτησης του FAS μεταξύ των μαθητών της 1ης δημοτικού ήταν 41-46 ‰ το 1997 και έφτασαν τα 65-74‰ το 1999 [16, Viljoen et al., υποβλήθηκε].
Όλες οι ποιοτικές και οι ποσοτικές μελέτες, που διεξήχθησαν σε εφήβους και νεαρούς ενήλικες στην επαρχία του Gauteng μεταξύ του 2002 και 2003, οδηγούν στο συμπέρασμα ότι υπάρχει στενή σχέση μεταξύ της κατανάλωσης αλκοόλ και της εμπλοκής σε σεξουαλικές συμπεριφορές υψηλού κινδύνου. Ειδικότερα, η συχνότητα κατανάλωσης αλκοόλ, οι ποσότητες που καταναλώνονται και η προβληματική κατανάλωση σχετίζονται σημαντικά με τον αριθμό των σεξουαλικών συντρόφων που είχε ένα άτομο και με τη σύναψη σεξουαλικών σχέσεων για τις οποίες έχει μετανιώσει αργότερα [17, 18]. Επιπλέον, σχεδόν ένας στους πέντε ασθενείς με HIV, που μελετήθηκαν σε μια μεγάλη κλινική για τις μολυσματικές νόσους στο Cape Town το 2003, κάλυπτε τα κριτήρια για τη διαταραχή από τη χρήση αλκοόλ. Αυτοί οι ασθενείς ήταν πιο πιθανό να έχουν συμπωματική μόλυνση από τον ιό HIV [19].
Θεραπεία
Με το χρόνο έχει παρατηρηθεί σημαντική μείωση στα αιτήματα θεραπείας για τα προβλήματα που σχετίζονται με το αλκοόλ [26]. Για παράδειγμα, στο Cape Town, η αναλογία των ασθενών σε εξειδικευμένα κέντρα θεραπείας για την κατάχρηση ουσιών, οι οποίοι δήλωσαν το αλκοόλ ως πρωταρχική ουσία κατάχρησης, μειώθηκε από το 81% κατά το δεύτερο μισό του 1996 στο 39% κατά το δεύτερο μισό του 2003 [20]. Αυτό οφείλεται κυρίως στο κλείσιμο συγκεκριμένων κρατικών κέντρων θεραπείας, που επικεντρώνονταν σε ανθρώπους με προβλήματα σχετικά με το αλκοόλ, και στην αυξανόμενη ζήτηση για υπηρεσίες από νεότερους χρήστες παράνομων τοξικών ουσιών [21]. Το σχέδιο της κυβέρνησης ήταν να μειώσει τις τριτογενείς υπηρεσίες φροντίδας, ενώ παράλληλα να αυξήσει τις πρωτογενείς υπηρεσίες φροντίδας σε ασθενείς με προβλήματα αλκοολισμού. Αυτό γενικά δεν επιτεύχθηκε και οι υπηρεσίες παραμένουν ανεπαρκείς για να ανταπεξέλθουν στις απαιτήσεις, αφού είναι γεωγραφικά αραιά διασκορπισμένες και διχασμένες μεταξύ των τομέων υγείας και κοινωνικής πρόνοιας.
Από το 1994, υπάρχει μια δραματική αύξηση στην ίδρυση ιδιωτικών υπηρεσιών θεραπείας (εξουσιοδοτημένων και μη εξουσιοδοτημένων) [22, 23], που όμως δεν είναι εύκολα προσβάσιμες από τους φτωχούς. Η έρευνα έχει επίσης εντοπίσει συγκεκριμένες ελλείψεις αναφορικά με την πρόσβαση από γυναίκες και έγχρωμους νότιο-Αφρικανούς σε αυτές τις υπηρεσίες [24]. Όσον αφορά στις θετικές αλλαγές, έχει πρόσφατα ολοκληρωθεί μια πρόταση για την ανάπτυξη κανόνων και κριτηρίων για τα θεραπευτικά κέντρα διαμονής [25], όπως επίσης και μια μελέτη για την αξιολόγηση της εκπαίδευσης των επαγγελματιών υγείας σε καινοτόμες παρεμβάσεις για την αντιμετώπιση της προβληματικής κατανάλωσης αλκοόλ [26]. Επίσης, έχουν γίνει βήματα για την ίδρυση πρωτοκόλλων που αφορούν στη διαχείριση της διαδικασίας αποτοξίνωσης των ασθενών στα δευτεροβάθμια νοσοκομεία σε αρκετές επαρχίες.
Πολιτικές πρόληψης
Από το 1994 έχουν αναπτυχθεί σημαντικές δραστηριότητες που στοχεύουν στην πρόληψη της κατάχρησης ουσιών στη Νότια Αφρική. Αναφορικά με τη δημόσια παιδεία, η κυβέρνηση προώθησε κάποιες γενικές δράσεις, συμπεριλαμβανομένων των: «είμαι εξαρτημένος με τη ζωή» και «Ke Moja». Ειδικά προγράμματα έχουν επίσης προσανατολιστεί σε εγκύους και σε μεθυσμένους οδηγούς. Οι Διατροφικές Οδηγίες του Υπουργείου Υγείας επίσης περιλαμβάνουν την ίδρυση ενός τμήματος για την προώθηση της ελεγχόμενης κατανάλωσης αλκοόλ. Αυτό το τμήμα βρίσκεται στη διαδικασία σχεδιασμού των κανονισμών που έχουν στόχο να περιορίσουν τη διαφήμιση του αλκοόλ και να εισάγουν προειδοποιητικές ετικέτες στις συσκευασίες αλκοόλ για τις επιβλαβείς επιπτώσεις της χρήσης του.
Η πρόσφατα δημοσιευμένη Εθνική Διάταξη για τα Οινοπνευματώδη Ποτά [4] θέτει εκτός νόμου την προμήθεια οινοπνευματωδών ποτών έναντι της αμοιβής ή της παρακράτησης του κόστους του ποτού από την αποζημίωση. Στην υποβολή αιτήσεων για την άδεια παρασκευής και διάθεσης αλκοολούχων ποτών απαιτείται η υπογραφή του βιομηχανικού κώδικα δεοντολογίας, καθώς και η δήλωση του αιτούντος της πρόθεσης για συνεισφορά στην καταπολέμηση της κατάχρησης του αλκοόλ. Οι περισσότερες επαρχίες πρόκειται να φιλελευθεροποιήσουν τους περιορισμούς της λιανικής πώλησης αλκοόλ, έτσι ώστε να περιορίσουν την παράνομη αγορά αλκοόλ. Την ίδια στιγμή στοχεύουν σταδιακά να λάβουν αυστηρότερα μέτρα σε διάφορα ζητήματα δημόσιας υγείας (π.χ. πώληση αλκοόλ στους ανηλίκους). Βήματα έχουν γίνει επίσης για να επισημανθεί η επικινδυνότητα της πώλησης του αλκοόλ σε συσκευασίες από αλουμίνιο (papsakke).
Το Εθνικό Υπουργείο Οικονομικών έχει προχωρήσει σταδιακά στην αύξηση των φόρων για τη λιανική τιμή της μπύρας, του κρασιού και των άλλων οινοπνευματωδών ποτών, στα 33%, 23% και 43%, αντίστοιχα, αλλά έχει μειώσει τους φόρους στη μπύρα από ζαχαρόχορτο [27]. Το Υπουργείο Μεταφορών έχει επίσης μειώσει τα επιτρεπόμενα επίπεδα αλκοόλ για τους οδηγούς στα 0.05 g/100 ml. Ωστόσο τα επίπεδα εφαρμογής των μέτρων παραμένουν χαμηλά.
Η ερευνητική βάση
Η έρευνα σε θέματα που σχετίζονται με το αλκοόλ έχει αναπτυχθεί σημαντικά. Συγκεκριμένα, την περασμένη δεκαετία ιδρύθηκε στο Συμβούλιο Ιατρικής Έρευνας η Ερευνητική Μονάδα Κατάχρησης Αλκοόλ και Τοξικών Ουσιών και το Ίδρυμα για την Έρευνα σχετικά με το Αλκοόλ στο Πανεπιστήμιο του Cape Town. Η τοπική χρηματοδότηση για την έρευνα έχει αυξηθεί, ειδικά με την υποστήριξη του Υπουργείου Υγείας. Ωστόσο, οι περισσότερες έρευνες είναι επιδημιολογικές, παρά προσανατολισμένες προς μία παρέμβαση. Ειδικότερα, υπάρχει η ανάγκη για αύξηση της χρηματοδότησης της θεραπείας για πρότυπα προγράμματα που εστιάζονται στην πρόληψη, καθώς επίσης και για παρακολούθηση και αξιολόγηση των υπαρχόντων παρεμβάσεων.
Η διεθνής χρηματοδότηση για την έρευνα σχετικά με το αλκοόλ (και τη συνεργασία) από οργανισμούς, όπως το Εθνικό Ινστιτούτο για την Κατάχρηση Αλκοόλ και Αλκοολισμού των Ηνωμένων Πολιτειών, τα Κέντρα για τον Έλεγχο των Ασθενειών των Ηνωμένων Πολιτειών και τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, έχει αυξηθεί σημαντικά και από το 1994 έχουν πραγματοποιηθεί στη Νότια Αφρική τουλάχιστον πέντε διεθνή συνέδρια για την κατάχρηση ουσιών. Ο αριθμός των σχετικών επιστημονικών εκδόσεων με επιστημονικές συνεντεύξεις ατόμων πάνω σε θέματα σχετικά με την κατάχρηση ουσιών στη Νότια Αφρική έχει επίσης αυξηθεί [28].
Η ενημέρωση για τα προβλήματα από τη χρήση αλκοόλ σε επαγγελματικό, δημόσιο και πολιτικό επίπεδο
Οι ερευνητές και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης έχουν συμβάλλει στην ανάπτυξη της συνείδησης του κοινού και των πολιτικών για τα προβλήματα που σχετίζονται με το αλκοόλ. Παρόλο που οι άλλες ανταγωνιστικές προτεραιότητες έχουν ως αποτέλεσμα να μη δίνεται επαρκής προσοχή στα ζητήματα του αλκοόλ, αυτό αρχίζει να αλλάζει, λόγω της αυξανόμενης ενημέρωσης για τη σχέση του αλκοόλ με άλλες εθνικές προτεραιότητες, όπως το HIV/AIDS, το έγκλημα/ τη βία και την ανάπτυξη. Αν εισακουστούν τα καλέσματα για τη σύσταση μιας ομάδας επαγγελματιών στο χώρο των εξαρτήσεων στη Νότια Αφρική, τότε είναι πιθανό να ενισχυθούν οι προσπάθειες παρέμβασης.
Τι γίνεται μετά;
Ενώ η ενημέρωση σχετικά με τα προβλήματα από τη χρήση αλκοόλ και η ανάγκη για δράση έχουν αυξηθεί σημαντικά, χρειάζεται να δοθεί πολύ μεγαλύτερη έμφαση στη διευκόλυνση της εφαρμογής πολιτικής, συμπεριλαμβανομένου της διαθεσιμότητας των απαραίτητων πόρων με στόχο τη διασφάλιση μιας αποτελεσματικής ηγεσίας και γενικά την επιτάχυνση του ρυθμού της υλοποίησης. Θα έπρεπε να δοθεί μικρότερη προτεραιότητα στις ενημερωτικές εκστρατείες, αφού δεν υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις για την αποτελεσματικότητά τους. Αντιθέτως, θα έπρεπε να δοθεί προτεραιότητα στην υλοποίηση μιας συνεκτικής πολιτικής για την αγορά αλκοολούχων ποτών. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί με την αύξηση των τυχαίων αλκοτέστ στους οδηγούς, με την προβολή των αρνητικών συνεπειών της χρήσης καθώς επίσης και με βραχείες παρεμβάσεις και άλλες μορφές θεραπείας για τους οδηγούς υψηλής επικινδυνότητας αλλά και θέτοντας θέματα για την εκπαίδευση και την επικύρωση των προγραμμάτων θεραπείας και πρόληψης [29]. Βασισμένοι στη σύγχρονη πραγματικότητα, είναι πιθανόν ότι μέσα στην επόμενη δεκαετία τα επίπεδα κατανάλωσης αλκοόλ θα αυξηθούν στη Νότια Αφρική. Παρόλα αυτά, η ανταπόκριση της κυβέρνησης είναι πιθανό να βασιστεί περισσότερο σε αρχές καλύτερης πρακτικής και αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα τη σταθεροποίηση ή ακόμη και τη μείωση της βλάβης από τη χρήση αλκοόλ. Είναι επίσης πιθανόν να αυξηθούν οι έρευνες που εστιάζονται στις θεραπευτικές παρεμβάσεις και να συνεισφέρουν θετικά στην πολιτική σχετικά με το αλκοόλ και τις πρακτικές παρέμβασης.
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ
- Yach, D., Parry, C. D. H. & Harrison, S. (1995) Prospects for substance abuse control in South Africa. Addiction, 90, 1293-1296
2.Crush, J. & Ambler, C., eds (1992) Liquor and Labor in Southern Africa. Pietermaritzburg: University of Natal Press.
3.Parry, C. D. H. & Bennetts, A. L. (1998) Alcohol Policy and Public Health in South Africa. Cape Town: Oxford University Press.
4.South Africa (2004) Liquor Act No 59 of 2003 [Gazette no. 26294]. South Pretoria: Government Printers [Laws].
5.Rehm, J., Room, R., Monteiro, M., Gmel, G., Graham, K., Rehn, N., Sempos, C. T., Frick, U. & Jernigan, D. (2004) Alcohol. In: Ezatti, M., Lopez, A. D., Rodgers, A. & Murray, C. J. L., eds. Comparative Quantification of Health Risks: Global and Regional Burden of Disease Attributable to Selected Risk Factors, vol. I, pp. 959-1108. Geneva: World Health Organization.
6.Rehm, J., Rehn, N., Room, R., Monteiro, M., Gmel, Jernigan, D. & Frick, U. (2003) The global distribution of average volume of alcohol consumption and patterns o drinking. European Addiction Research, 9, 147-156.
7.Parry, C. D. H., Plüddemann, A. Steyn, K., Bradshaw, D., Norman, R. & Laubcher, R. (in press) Alcohol use in South Africa: findings from the first demographic and health survey. Journal of Studies on Alcohol, in press.
8.Alcoholic Beverage Review (1999) Pinelands, South Africa: Ramsay, Son & Parker.
9.Alcoholic Beverage Review (2004) Pinelands, South Africa: Ramsay, Son & Parker.
10.South African Wine Industry Information & Systems (SAWIS) (2004) South African Wine Industry Statistics. Paarl, South Africa: SAWIS.
11.Shisana, O. & Simbayi, L. (2002) Nelson Mandela/ HSRC Study of HIV/ AIDS: South African National HIV Prevalence, Behavioural Risks and Mass Media Household Survey 2002. Cape Town: HSRC.
12.Rocha-Silva, L., de Miranda, S. & Erasmus, R. (1996) Alcohol, Tobacco and Other Drug Use Among Black Youth. Pretoria: Human Sciences Research Council.
13.Reddy, S. P., Panday, S., Swart, D., Jinabhai, C. C., Amosun, S. L., James, S., Monyeki, K. D., Stevens, G., Morojele, N., Kambaran, N. S., Omardien, R. G. & Van der Borne, H. W. (2003) Umthenthe Uhlaba Usamila – the South African Youth Risk Behaviour Survey 2002. Cape Town: Medical Research Council.
14.Matzopoulos, R., Seedat, M. & Cassim, M. (2003) A Profile of Fatal Injuries in South Africa. Fourth annual report of the National Injury Mortality Surveillance System 2002. Parow: Medical Research Council.
15.Plüddemann, A., Parry, C. D. H., Donson, H. & Sukhai, A. (in press) Alcohol use and trauma in Cape Town, Durban and Port Elizabeth, South Africa: 1999-2001. Injury Control and Safety Promotion.
16.May, P. A., Brooke, L., Gossage, J. P., Croxford, J., Adnams, C., Jones, K. L., Robinson, L. & Viljoen, D. (2000) Epidemiology of fetal alcohol syndrome in South African community in the Western Cape Province. American Journal of Public Health, 90, 1905-1912.
17.Morojele, N. K., Kachieng’a, M. A., Nkoko, M. A., Moshia, K. M., Mokoko, E., Parry, C. D. H., Nkowane, M. A. & Saxena, S. (2004) Perceived effects of alcohol on sexual encounters among adults in South Africa: dimensions and associations with sexual risk behaviour. Parow: Medical Research Council.
18.Morojele, N. K., Kachieng’a, M. A., Mokoko, E., Nkoko, M. A., Moshia, K. M., Parry, C. D. H., Nkowane, M. A. & Saxena, S. (2004) The relationships between alcohol use and risky sexual behaviour among adults in urban areas in Gauteng Province, South Africa. Parow: Medical Research Council.
19.Olley, B. O., Gxamza, F., Zeier, M. D., Seedat, S. & Stein, D. J. (2004) Alcohol abuse and other psychopathology in recently diagnosed HIV patients. In: Plüddemann, A., Hon, S., Bhana, A., Harker, N., Potgieter, H., Gerber, W. & Parry, C. D. H., eds. Monitoring Alcohol and Drug Abuse Trends in South Africa. Proceedings of SACENDU Report Back Meetings October 2003, pp. 13-15. Cape Town: Medical Research Council.
20.Plüddemann, A., Parry, C. D. H., Bhana, A., Harker, N., Potgieter, H. & Gerber, W. (2004) Monitoring alcohol and drug abuse trends in South Africa (July 1996 – December 2003). SECENDU Research Brief, 7, 1-8.
21.Parry, C. D. H., Bhana, A., Myers, B., Plüddemann, A., Flisher, A. J., Peden, M. & Morojele, N. K. (2002) Alcohol use in South Africa: Findings from the South African Community Epidemiology Network on Drug Use (SECENDU) project. Journal of Studies on Alcohol, 63, 430-435.
22.Department of Welfare, South Africa (1997) Resource Directory on Services and Facilities for the Prevention and Treatment of Substance Abuse. Pretoria: Government Printer.
23.Department of Social Development and Central Drug Authority, South Africa (2003) Resource Directory on Alcohol and Drug Related Services an Facilities. Pretoria: Government Printer.
24.Myers, B. & Parry, C. D. H. (2004) Indicators of substance abuse treatment demand in Cape Town, South Africa (199702001). Curationis, May, 27-31.
25.Muller, L., Fisher, S., Myers, B., McCarthy, G., Lund, C., Flisher, A. J. & Siegfried, N. (2003) Norms and standards for substance dependence in-patient centres in South Africa. Report submitted to the UN Office on Drugs and Crime. Cape Town: Bridges.
26.Rendall-Mkisi, K. M., Siegfried, N. & Allen, S. (2003) Sensible Drinking Project: evaluation of health worker training. African Journal of Drug and Alcohol Studies, 2, 31-45.
27.Parry, C. D. H., Myers, B. & Thiede, M. (2003) The case for an increased tax on alcohol in South Africa. South African Journal of Economics, 71, 265-281.
28.Alcohol and Drug Abuse Research Group (2004) Selected recent journal articles related to southern Africa, ordered by date and author. Available online at: http://www.sahealthinfo.org/admodule/recentauthor.htm.
[Accessed 8 November 2004].
- Parry, C. D. H. (in press) A review of policy-relevant strategies and interventions to address the burden of alcohol on individuals and society in South Africa. South African Psychiatry Review, 8.