Στη μακρά περίοδο της κοινωνικής και οικονομικής κρίσης ένας από τους τομείς που πάσχουν είναι αυτός της αντιμετώπισης των εξαρτήσεων και ιδιαίτερα της έρευνας στο πεδίο. Σε μια χώρα που έχει υποστεί την ανεργία η ανάγκη για την υλοποίηση ερευνών που αφορούν στην αλλαγή στους τρόπους χρήσης, στην αύξηση της κατάχρησης αλκοόλ αλλά και στη μείωση των δυνατοτήτων των θεραπευτικών δομών για μεγάλου εύρους και ποιοτικές παρεμβάσεις θα έπρεπε να είναι πρώτη προτεραιότητα. Η βιομηχανία του αλκοόλ για παράδειγμα ενώ ανέφερε μείωση στις πωλήσεις κατά 46% ήδη από τα πρώτα χρόνια της ύφεσης παράλληλα κατέγραψε αύξηση της παράνομης εμπορίας του αλκοόλ. Αντιστοίχως όμως οι δομές για την αντιμετώπιση της κατάχρησης αλκοόλ εξακολουθούν να είναι ελάχιστες και να λειτουργούν μόνο στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη.
Παράλληλα με την αύξηση της κατάχρησης αλκοόλ αυξήθηκε και ο παράνομος τζόγος. Η αντιμετώπιση αυτού του φαινομένου εξαρτάται από τη λειτουργία μιας μόνο γραμμής βοήθειας που έχει αναπτυχθεί στο πλαίσιο του ΚΕΘΕΑ ΑΛΦΑ και η οποία μέσα σε δυο χρόνια έλαβε περισσότερες από 2500 κλήσεις. Ακόμη και πριν την περίοδο έναρξης της κρίσης η θεραπεία των εξαρτήσεων και ακόμη περισσότερο η έρευνα στο πεδίο συντηρούνταν κατά κύριο λόγο χάριν της επιστημονικής διάθεσης ερευνητών και θεραπευτών που με ίδιες δυνάμεις αναζητούσαν απαντήσεις σε ερωτήματα που προκύπτουν από την εφαρμογή παρεμβάσεων στον ελληνικό χώρο. Στην περίοδο της κρίσης η διεξαγωγή ερευνών μειώθηκε σημαντικά.
Έτσι είναι αξιοσημείωτο ότι το παρόν τεύχος φιλοξενεί μια σειρά άρθρων από Έλληνες επιστήμονες που αφορούν τόσο τα αποτελέσματα της θεραπείας από τη λειτουργία θεραπευτικών δομών όσο και ζητήματα που σχετίζονται με το προφίλ των εξαρτημένων.
Η ικανοποίηση υπό θεραπεία χρηστών κοκαΐνης από το θεραπευτικό πρόγραμμα στο οποίο συμμετέχουν, η σύγκριση εξαρτημένων ατόμων από αλκοόλ ή κοκαΐνη με το γενικό πληθυσμό σε θέματα διαπροσωπικών σχέσεων, η πρόληψη της υποτροπής στην χρήση και στην εγκληματικότητα νεαρών ατόμων, το προφίλ των ατόμων που ζητούν συμβουλευτική για τα τυχερά παιχνίδια αλλά και η σχέση μεταξύ παθολογικού τζόγου και αλεξιθυμίας παρουσιάζονται στο τεύχος αυτό χάρη σε μελέτες που διεξήχθησαν σε θεραπευτικές δομές που λειτουργούν στην Ελλάδα. Οι μελέτες αυτές έχουν ιδιαίτερη σημασία καθώς αναδεικνύουν ζητήματα που απασχολούν σήμερα τον πληθυσμό των εξαρτημένων στη χώρα μας αλλά και τους επαγγελματίες συμβούλους εξαρτήσεων.
Τα συμπεράσματα της μελέτης των Τρόβα, Παπαρρηγόπουλου, Τζαβέλλα, Λιάππα και Τζινιέρη-Κοκκώση ότι ουσιοεξαρτημένα άτομα εκδηλώνουν σε μεγαλύτερο βαθμό συμπεριφορές άγχους και αποφυγής σε σχέση με το γενικό πληθυσμό και ότι οι εν λόγω διαστάσεις διασυνδέονται με ψυχοσυναισθηματικά ελλείμματα κατά τη βρεφική και παιδική ηλικία αυτών των ατόμων και με την παρεμπόδιση της ανάπτυξης ασφαλούς δεσμού του βρέφους με τη μητέρα, αναδεικνύουν τα ψυχικά αίτια της εξάρτησης και έχουν ιδιαίτερη σημασία για τη θεραπευτική παρέμβαση. Αντίστοιχα τα ευρήματα από την έρευνα της Σταγάκη που υποστηρίζουν ότι η εμπλοκή με το σύστημα ποινικής δικαιοσύνης μπορεί να αποτελέσει ευκαιρία για τους εξαρτημένους ώστε να γνωρίσουν θεραπευτικές διαδικασίες αλλά και η έμφαση την οποία δίνει στην ανάγκη για την ανάπτυξη συνεργασιών και συντονισμού των φορέων για την αντιμετώπιση των πολυεπίπεδων και πολλαπλών αναγκών αυτού του πληθυσμού ώστε να σπάσει ο κύκλος της υποτροπής στην χρήση και στην εγκληματικότητα, θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν στην ανάπτυξη θεραπευτικών παρεμβάσεων στο σωφρονιστικό πλαίσιο.
Η μελέτη των Κορκοτσέλου και Χαϊδεμενάκη η οποία εξετάζει σύμφωνα με την Ερμηνευτική Φαινομενολογική Προσέγγιση την ικανοποίηση των υπό-θεραπεία ατόμων από το θεραπευτικό πλαίσιο αναδεικνύει την σημασία μέτρησης των απόψεων των ίδιων των εξυπηρετούμενων στην αναβάθμιση της ποιότητας των υπηρεσιών. Τέλος η μελέτη των Αναστασοπούλου, Αλεξοπούλου και Πάριου για το προφίλ των παικτών τυχερών παιχνιδιών που αναζητούν τηλε-συμβουλευτική αναδεικνύει τα ιδιαίτερα ζητήματα που αντιμετωπίζουν οι παίκτες τυχερών παιχνιδιών και τα οποία διαφέρουν από τον πληθυσμό των εξαρτημένων από ουσίες ατόμων.
Λαμβάνοντας υπόψη τις μειώσεις προσωπικού και δαπανών στο πεδίο της αντιμετώπισης των εξαρτήσεων αλλά και την έλλειψη χρηματοδότησης για τη διεξαγωγή ερευνών, είναι άθλος και έμπρακτη απόδειξη της δέσμευσης στην επιστημονική γνώση, η παραγωγή ερευνών η οποία διεξάγεται κάτω από αντίξοες συνθήκες. Παράλληλα η έκδοση των επιστημονικών άρθρων αποτελεί πηγή έμπνευσης για νέους επαγγελματίες και ερευνητές αλλά και ένα από τα ελάχιστα εναπομείναντα μέσα για άρση των προκαταλήψεων και προώθηση της επιστημονικής γνώσης.
Άννα Τσιμπουκλή
Αν/ρια Διευθύντρια Έκδοσης