Η συνέργεια του Κέντρου Θεραπείας Εξαρτημένων Ατόμων (ΚΕΘΕΑ) και τοπικής αυτοδιοίκησης, όλων των βαθμίδων, τείνει να εξελιχθεί στον κύριο −αν όχι μοναδικό− παράγοντα ανάπτυξης των θεραπευτικών παρεμβάσεων του φορέα.
Από το 2002, που εκπονήθηκε και τέθηκε σε εφαρμογή το πρώτο και μοναδικό μέχρι σήμερα Εθνικό Σχέδιο Δράσης για την αντιμετώπιση των εξαρτήσεων, η πολιτεία έχει υιοθετήσει μια αντιαναπτυξιακή πολιτική, παρά τη διαρκώς διαπιστούμενη αυξημένη ανάγκη θεραπευτικών παρεμβάσεων.
Δύο είναι οι βασικοί παράγοντες που οδηγούν σε αυτό το αποτέλεσμα: η αναντιστοιχία ανάμεσα στους οικονομικούς πόρους και στο μέγεθος της σχεδιαζόμενης και εξαγγελλόμενης ανάπτυξης, και οι αντιαναπτυξιακές γραφειοκρατικές διαδικασίες του δημοσίου.
Έτσι, παρά το γεγονός ότι το ΚΕΘΕΑ το 2002 επωμίστηκε σχεδόν το 80% της σχεδιασθείσης ανάπτυξης, η ετήσια αύξηση του προϋπολογισμού του ήταν σε πλήρη αναντιστοιχία προς το μέγεθος της ανάπτυξης, βάσει του Εθνικού Σχεδίου Δράσης που είχε επωμιστεί.
Οι γραφειοκρατικές αγκυλώσεις: κατ’ ελάχιστον τρία (3) χρόνια για να εγκριθούν οι αναγκαίες προσλήψεις ώστε να στελεχωθούν οι νέες μονάδες, και απροσδιόριστο χρονικό όριο για τα τεχνικά έργα που πρέπει κάθε φορά να πραγματοποιούνται, με τις διαδικασίες του δημοσίου, για να καταστούν τα κτήρια κατάλληλα για τη στέγαση θεραπευτικών προγραμμάτων. Δύο βασικοί παράγοντες που καθιστούν αδύνατο κάθε προγραμματισμό για την υλοποίηση της σχεδιαζόμενης ανάπτυξης.
Το πρώτο Εθνικό Σχέδιο Δράσης έληξε το 2006 υπό αυτές τις συνθήκες. Έκτοτε το αρμόδιο υπουργείο έδωσε διαδοχικά για διαβούλευση τρία Σχέδια Δράσης. Το ΚΕΘΕΑ, και στις τρεις περιπτώσεις, συνέβαλε δημιουργικά στη βελτίωση και προώθηση της προσπάθειας αυτής. Κατέθεσε έγκαιρα τις δικές του προτάσεις με αναλυτικό Σχέδιο Δράσης (2007-2010), στο οποίο περιλαμβάνονταν στόχοι, νέες μονάδες, χρονοδιάγραμμα και οικονομικός προϋπολογισμός. Πρότεινε ακόμη τρόπους βελτίωσης των σχεδίων του υπουργείου.
Μέχρι σήμερα δεν έχει οριστικοποιηθεί το συζητούμενο Σχέδιο Δράσης και, κατά συνέπεια, δεν έχει τεθεί σε εφαρμογή η ανάπτυξη θεραπευτικών παρεμβάσεων, παρά την ογκούμενη ζήτησή τους σχεδόν από όλες τις περιοχές της χώρας. Ούτε βέβαια έχουν εξασφαλιστεί πόροι στους προϋπολογισμούς των ετών 2007, 2008 και 2009 που να επιτρέπουν στοιχειώδη ανάπτυξη. Αξίζει ακόμη να σημειωθεί ότι για την ίδια χρονική περίοδο δεν έχει εγκριθεί κανένα αίτημα για την πρόσληψη νέου προσωπικού, ώστε να καλύψει κενά που έχουν δημιουργηθεί στα υφιστάμενα προγράμματα αλλά και να στελεχώσει νέα προγράμματα.
Το ΚΕΘΕΑ, προκειμένου να ξεπεράσει την κατάσταση ακινησίας που έχει δημιουργήσει η κρατική πολιτική, η οποία κινδυνεύει να δημιουργήσει συνθήκες οπισθοδρόμησης και μαρασμού, αλλά κυρίως προκειμένου να αντιμετωπίσει τα πιεστικά αιτήματα διάφορων τοπικών κοινωνικών φορέων, των οποίων γίνεται αποδέκτης, για την κάλυψη πραγματικών αναγκών, υιοθέτησε μια δυναμική πολιτική στενής συνεργασίας με την τοπική αυτοδιοίκηση όλων των βαθμίδων.
Η πολιτική αυτή σχεδιάστηκε στη βάση διαδοχικών προσεγγίσεων ώστε να δημιουργηθούν συνθήκες στενής συνεργασίας όλων των τοπικών κοινωνικών δυνάμεων με το ΚΕΘΕΑ, με στόχο τη δημιουργία θεραπευτικών δομών που θα υπηρετήσουν τις ανάγκες της περιοχής. Ο σχεδιασμός αυτός περιλαμβάνει τα ακόλουθα βήματα:
– Διερεύνηση από στελέχη του ΚΕΘΕΑ των πραγματικών αναγκών της περιοχής για τη δημιουργία θεραπευτικών δομών.
– Κινητοποίηση του συνόλου, εάν είναι δυνατόν, των κοινωνικών φορέων της περιοχής και όλων των βαθμίδων της τοπικής αυτοδιοίκησης στην ιδέα της δημιουργίας μονάδων του ΚΕΘΕΑ στην περιοχή τους. Η αποδοχή από την τοπική κοινωνία των σκοπούμενων παρεμβάσεών του αποτελεί βασική προϋπόθεση για το ΚΕΘΕΑ, ώστε να επιχειρήσει την εγκατάσταση νέας μονάδας σε κάποια περιοχή.
– Με βάση τα παραπάνω ακολουθεί ο σχεδιασμός του τύπου της παρέμβασης που ενδείκνυται για την περιοχή.
– Ο σχεδιασμός αυτός συζητείται με τους φορείς της τοπικής αυτοδιοίκησης και τους άλλους κοινωνικούς φορείς, ώστε να προσδιοριστεί το μέρος του βάρους του όλου εγχειρήματος που θα επωμιστεί η κάθε πλευρά.
– Η συμφωνία συνήθως καταλήγει στο να αναλάβουν οι τοπικοί φορείς την παραχώρηση κτηριακών εγκαταστάσεων και υλικοτεχνικής υποδομής ή/και μέρος των δαπανών για τα λειτουργικά έξοδα. Το ΚΕΘΕΑ, από τη μεριά του, αναλαμβάνει τη διοικητική και επιστημονική ευθύνη, τη στελέχωση −θεραπευτική και άλλη−, τις δαπάνες μισθοδοσίας που συνεπάγεται αυτό και, κατά περίπτωση, μέρος των λειτουργικών δαπανών.
– Συνήθως, η παρέμβαση ξεκινά με τη δημιουργία ενός συμβουλευτικού κέντρου το οποίο στελεχώνει προσωπικό κάποιου προγράμματος που λειτουργεί ήδη σε γειτονική περιοχή. Το συμβουλευτικό αυτό κέντρο αναλαμβάνει την κινητοποίηση και προετοιμασία για θεραπεία των χρηστών. Για τη θεραπεία τα μέλη παραπέμπονται σε κάποιο άλλο πρόγραμμα διαμονής του ΚΕΘΕΑ. Με αυτό τον τρόπο αντιμετωπίζεται, σε ένα πρώτο στάδιο, η στενότητα προσωπικού, λόγω της μέχρι σήμερα μη ικανοποίησης των αιτημάτων πρόσληψης νέου προσωπικού.
– Ανάλογα με την πρόοδο των πραγματικών συνθηκών κάθε περιοχής η νέα παρέμβαση αποκτά σταδιακά και νέες μονάδες μέχρι να καταστεί ολοκληρωμένο πρόγραμμα.
Με τον τρόπο που περιγράψαμε παραπάνω το ΚΕΘΕΑ κατόρθωσε να ξεπεράσει τη στασιμότητα στην οποία έχει οδηγήσει αντικειμενικά η ασκούμενη κρατική πολιτική στον τομέα των εξαρτήσεων, και όχι μόνο απέναντι στο ΚΕΘΕΑ. Έτσι, από το 2002, το ΚΕΘΕΑ σε συνεργασία με την τοπική αυτοδιοίκηση και τους τοπικούς κοινωνικούς φορείς κατόρθωσε να αναπτύξει δώδεκα (12) νέες παρεμβάσεις στις ακόλουθες πόλεις: Βόλο, Πάτρα, Καβάλα, Αλεξανδρούπολη, Κομοτηνή, Τρίκαλα, Ιωάννινα, Κιλκίς, Γιαννιτσά, Μυτιλήνη, Καλαμάτα, Ραφήνα.
Είναι βέβαια δεδομένο ότι η προσπάθεια της από κοινού με την τοπική κοινωνία αντιμετώπισης των εξαρτήσεων, αν και είναι πολύ σημαντική για την υλική, αλλά κυρίως για την ηθική υποστήριξη που παρέχει, καθώς έτσι επιτρέπεται η ουσιαστική ένταξη της Θεραπευτικής προσπάθειας μέσα στην κοινωνία, έχει τα όριά της. Εάν η πολιτεία δεν συνειδητοποιήσει και δεν κάνει πράξη την αρχή που λέει ότι η οποιαδήποτε ανάπτυξη προϋποθέτει τους αντίστοιχους πόρους, καθώς και εάν δεν ανατραπούν οι υπάρχουσες πρακτικές, που θέτουν προσκόμματα στις διαδικασίες στελέχωσης, εξασφάλισης προμηθειών, ανάθεσης έργων και, εντέλει, στέγασης και λειτουργίας των υπηρεσιών που βρίσκονται στην «πρώτη γραμμή», θα καταστεί αδύνατη και αυτού του τύπου η επέκταση των θεραπευτικών παρεμβάσεων.
Τη στιγμή που γράφονται οι λέξεις αυτές εκκρεμούν αιτήματα που έχουν ξεκινήσει οι διερευνητικές διαδικασίες από δεκαπέντε (15) άλλες πόλεις: Γρεβενά, Κοζάνη, Καστοριά, Άρτα, Μεσολόγγι, Λειβαδιά, Κόρινθο, Ναύπλιο, Χαλκίδα, Ρόδο, Χανιά, Λαύριο, Παιανία, Ελευσίνα, Ίλιον.
Για την Εκδοτική Ομάδα
Γεράσιμος Νοταράς