Έμμεσες βλάβες απο το αλκοόλ: Οι Επιπτώσεις απο τις «έμμεσες συνέπειες της κατανάλωσης αλκοόλ» στον πληθυσμό και οι προτεραιότητες στον τομέα της υγείας [1]

 

NORMAN GIESBRECHT[2], SAMANTHA CUKIER[3],  DAN STEEVES[4]

 Μετάφραση Γεωργία Χριστοφίλη

DOI: https://doi.org/10.57160/EMKV8391

 

Π ε ρ ί λ η ψ η

 Ο όρος «έμμεσες συνέπειες από την κατανάλωση αλκοόλ» περιγράφει το κοινωνικό κόστος και τις βλάβες που απορρέουν από την ατομική κατανάλωση αλκοόλ. Αυτή η οπτική αποτελεί χρήσιμη πηγή τόσο για μια ουσιαστική δημόσια πολιτική για την υγεία όσο και για την παρακολούθηση της κατανάλωσης αλκοόλ και τη μείωση του κενού που υπάρχει ανάμεσα στα προβλήματα που προκαλεί το αλκοόλ και στους αποτελεσματικούς τρόπους αντιμετώπισής τους.

 ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΩΝ ΣΕ ΕΠΙΠΕΔΟ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ

Διεθνείς αναλύσεις έχουν δείξει ότι η παγκόσμια επιβάρυνση από τη χρήση αλκοόλ είναι σχεδόν ίση με αυτή του καπνού [1,2]. Σε ορισμένες χώρες χαμηλής θνησιμότητας της Νότιας Αμερικής η επιβάρυνση είναι μεγαλύτερη ακόμα και από αυτή του καπνού [3]. Σε παγκόσμιο επίπεδο, η επιβάρυνση από τη χρήση του αλκοόλ είναι μεγαλύτερη από τις επιδράσεις καθενός από τα παρακάτω: υψηλή χοληστερίνη, δείκτης μάζας σώματος, χαμηλή κατανάλωση φρούτων και λαχανικών, σωματική ακινησία και παράνομη χρήση ναρκωτικών [1]. Παρά την πληθώρα των αποδεικτικών στοιχείων εξακολουθούν να υπάρχουν σημαντικές διαφορές μεταξύ των επιδημιολογικών αποδείξεων σχετικά με τις βλάβες που προκαλούνται από τον καπνό από τη μια πλευρά και το επίπεδο πρόληψης και προστασίας από την άλλη. Το νομοθετικό πλαίσιο για τον καπνό όπως αυτό προέκυψε από τις αποδείξεις σχετικά με τις βλάβες που συσχετίζονται με τον καπνό και αφορούσε περισσότερες από 200 μη κυβερνητικές οργανώσεις (ΜΚΟ) από περισσότερες από 90 χώρες χρησιμοποιείται ώστε να παρέχει ένα συγκριτικό παράδειγμα [4]. Σε αντίθεση με τον καπνό οι ολοένα αυξανόμενες αποδείξεις σχετικά με τις επιβαρύνσεις που σχετίζονται με το αλκοόλ δεν ήταν επαρκείς μέχρι σήμερα ώστε να προκαλέσουν παγκόσμιες επεμβάσεις ίσης έντασης [5].

Οι λόγοι αναφορικά με τα αίτια της παρούσας κατάστασης είναι πολλοί. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται οι δημόσιες απόψεις σχετικά με τα ενδεχόμενα οφέλη για την υγεία που έχει το αλκοόλ, την υψηλή επικράτηση κατανάλωσης αλκοόλ σε πολλές χώρες, την «κανονικοποίηση» της κατανάλωσης αλκοόλ και την ένταξη της χρήσης του αλκοόλ σε πολλές περιστάσεις, την χαλαρή σχέση ανάμεσα στις κυβερνήσεις και στην βιομηχανία ποτών και την επιθετική πολιτική διαφήμισης των αλκοολούχων προϊόντων [6,7]. Ένας άλλος πιθανός παράγοντας είναι οι παρανοήσεις που υπάρχουν σχετικά με τη φύση και το βαθμό των προβλημάτων και της βλάβης που προκαλεί η χρήση αλκοόλ, συμπεριλαμβάνοντας τις βλάβες προς τρίτους και όχι μόνο προς το ίδιο το άτομο. Το θέμα του συγκεκριμένου εκδοτικού σημειώματος είναι οι δευτερεύουσες βλάβες από το αλκοόλ.

 Έμμεσες βλάβες από το αλκοόλ

Αρκετοί όροι έχουν χρησιμοποιηθεί για να περιγράψουν την επίδραση του αλκοόλ σε άτομα άλλα εκτός από αυτό που κάνει τη χρήση: σε αυτές περιλαμβάνονται οι κοινωνικές συνέπειες [8], εξωτερικοί παράγοντες [9,10], η θυματοποίηση [11,12] και οι έμμεσες βλάβες [13].  Παρόλο που το εύρος αυτών των όρων δεν είναι ίδιο, κοινό στοιχείο αποτελεί η βλάβη ή το κοινωνικό βάρος που προκαλείται από τη χρήση αλκοόλ και το οποίο δεν αφορά μόνο το ίδιο το άτομο που κάνει χρήση αλλά και άλλους είτε είναι άτομα που κάνουν σοβαρή κατανάλωση αλκοόλ [12] είτε δεν πίνουν καθόλου αλκοόλ [10] είτε είναι ακόμη έμβρυα.

Ο όρος «έμμεσες βλάβες από την κατανάλωση αλκοόλ» προτείνεται ως σύνοψη όλων αυτών των επιπτώσεων/βλαβών. Αυτός ο όρος αναφέρεται στις βλάβες από το αλκοόλ σε άλλα άτομα από το άτομο που κάνει χρήση, παρόλο που ορισμένα από τα θύματα του αλκοόλ μπορεί να κάνουν επίσης σοβαρή χρήση αλκοόλ ή να έχουν υποστεί ήδη βλάβες στην περίοδο του συμβάντος. Γενικότερα, ο παραπάνω όρος αναφέρεται στις κοινωνικές συνέπειες από τη χρήση αλκοόλ όπως είναι η πρόκληση τραύματος σε άλλους [10], τα προβλήματα στην εργασία, τα περιστατικά σε συνθήκες μαζικής μεταφοράς, τα προβλήματα στην οικογένεια, η βία ή η κακοποίηση [8,13,14].

Αυτό το εκδοτικό σημείωμα αντλεί τις πληροφορίες του από στοιχεία από τον Καναδά και άλλες χώρες για να δείξει ότι οι έμμεσες βλάβες από την κατανάλωση αλκοόλ είναι πολλές και συνεπάγονται σημαντικό κοινωνικό κόστος. Το βάρος και το κόστος από αυτές τις συνέπειες αφορούν τον γενικό πληθυσμό, μεταξύ του οποίου περιλαμβάνονται και παιδιά, άτομα που απέχουν από το αλκοόλ καθώς και άτομα που καταναλώνουν μέτριες αλλά και υψηλές ποσότητες αλκοόλ. Η έκταση αυτού του κόστους δεν καταγράφεται ιδιαίτερα [4] και συνεπώς συχνά παραμελείται ή εκλογικεύεται, όταν γίνεται συζήτηση γύρω από τις πολιτικές για το αλκοόλ. Από την άλλη πλευρά τονίζονται τα οφέλη από την παραγωγή φορολογικού εισοδήματος ενώ αγνοούνται το κόστος και οι συνέπειες από τις έμμεσες βλάβες του αλκοόλ.

Η έμφαση στις έμμεσες επιπτώσεις από την κατανάλωση αλκοόλ ενδεχομένως να συνεισφέρει στην συζήτηση που αφορά στις πολιτικές για το αλκοόλ. Αυτό γίνεται σαφές όταν διερευνώνται οι μακροχρόνιες και πολυδιάστατες πρωτοβουλίες που έχουν στόχο τον έλεγχο της κατανάλωσης αλκοόλ κατά την οδήγηση. Οι επιπτώσεις δεν αφορούν μόνο τις μειωμένες λειτουργίες του ατόμου αλλά και τα αθώα θύματα των έμμεσων επιδράσεων από την κατανάλωση αλκοόλ [10,15]. Ολοκληρωμένες εκστρατείες αυτού του τύπου έχουν καταφέρει να επηρεάσουν την πολιτική με βάση τις έμμεσες επιδράσεις από την κατανάλωση αλκοόλ.

Παραδείγματα έμμεσων προβλημάτων από το αλκοόλ

Οι έμμεσες επιπτώσεις της κατανάλωσης αλκοόλ δεν είναι εμφανείς μόνο σε σχέση με την οδήγηση υπό την επήρεια αλκοόλ αλλά και σε τομείς όπως είναι η διαπροσωπική βία. Τα τετραετή αναδρομικά συγκεντρωτικά στατιστικά στοιχεία που δίνει το Υπουργείο Δικαιοσύνης των Ηνωμένων Πολιτειών δείχνουν ότι το 38% των ατόμων που εμπλέκονται σε περιστατικά βίας βρίσκονται υπό την επήρεια αλκοόλ την ώρα του περιστατικού [16]. Επιπλέον, τόσο οι σεξουαλικές επιθέσεις όσο και οι βιασμοί είναι πιθανότερο να συμβούν όταν ο θύτης καταναλώνει αλκοόλ: το 1997 το 40% των ατόμων που διέπραξαν σεξουαλικά αδικήματα στις Ηνωμένες Πολιτείες ήταν σε κατάσταση μέθης [16].

Οι έρευνες στο γενικό πληθυσμό παρουσιάζουν ένα άλλο είδος αποδείξεων. Στην Καναδική Έρευνα του 2004 για τις Εξαρτήσεις, ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα του πληθυσμού ατόμων 18 ετών και άνω (n = 13.328) ρωτήθηκε εάν είχαν βιώσει κάποιου είδους παρενόχληση ή βλάβη ως αποτέλεσμα της κατανάλωσης αλκοόλ τρίτων [17]. Περίπου το 33% των συμμετεχόντων ανέφεραν ότι τον περασμένο χρόνο βίωσαν ένα ή περισσότερα βλαπτικά επεισόδια λόγω της κατανάλωσης αλκοόλ τρίτων. Τα στοιχεία του 2008 από τη Nova Scotia (για άτομα ηλικίας 15 ετών και άνω) και τα στοιχεία του 2006 από το Οντάριο (για άτομα ηλικίας 18 ετών και άνω) είναι παρόμοια (Πίνακας 1) [18,19]. Ομοίως, μια Νορβηγική μελέτη [12] με 2.170 συμμετέχοντες κατέληξε ότι το 40% των ατόμων είχε βιώσει στους τελευταίους 12 μήνες ένα ή δυο βλαπτικά περιστατικά από την κατανάλωση αλκοόλ τρίτων. Μεταξύ των περιστατικών καταγράφονται η παρενόχληση σε δημόσιο χώρο ή σε κάποια συγκέντρωση/πάρτυ και η σωματική βλάβη. Μια αμερικανική μελέτη από τον Greenfield και τους συνεργάτες του [9] βασίστηκε σε μέρος του δείγματος (n = 2550) μιας εθνικής μελέτης του 2005. Οι συμμετέχοντες ρωτήθηκαν για έξι «εξωτερικούς παράγοντες» που σχετίζονται με τη χρήση αλκοόλ, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονταν τα οικογενειακά προβλήματα, οι επιθέσεις, να είναι συν-επιβαίνοντες σε όχημα με μεθυσμένο οδηγό, τα ατυχήματα με το αυτοκίνητο και τα οικονομικά προβλήματα. Το 60% ανέφερε ότι είχε βιώσει ένα ή περισσότερα από αυτά τα προβλήματα κάποια στιγμή στη ζωή του και το 9% ανέφερε το ίδιο για τους τελευταίους 12 μήνες. Αυτά τα παραδείγματα από τρεις χώρες είναι ενδεικτικά των αποδείξεων που έχουν συγκεντρωθεί σχετικά με τις έμμεσες συνέπειες από τη χρήση αλκοόλ.

Συνέπειες για τη έρευνα και την πολιτική

 Η έννοια των «έμμεσων επιπτώσεων από την κατανάλωση αλκοόλ» έχει τουλάχιστον τρεις «προεκτάσεις». Αρχικώς είναι σημαντικό να συνειδητοποιήσουν τις έμμεσες επιπτώσεις όλοι όσοι διαχειρίζονται πολιτικές για το αλκοόλ και χρηματοδοτούν και υλοποιούν προγράμματα πρόληψης, συμπεριλαμβανομένων όσων αφορούν στο χώρο εργασίας, στους νέους και στην οικογένεια. Για παράδειγμα, η πληροφορία ότι το ένα τρίτο του πληθυσμού των ενηλίκων, σε περιοχές όπως ο Καναδάς επηρεάζεται αρνητικά κάθε χρόνο από περιστατικά που σχετίζονται με το αλκοόλ αρκεί για να αιτιολογήσει ένα σημαντικό ποσοστό χρηματοδότησης δράσεων πρόληψης.

Δεύτερον, χρειάζονται πιο συστηματικές και διευρυμένες μελέτες διερεύνησης των διαστάσεων του φαινομένου, συμπεριλαμβανόμενης της αποτίμησης του βάρους που προκαλείται στο σύστημα υγείας και πρόνοιας από τα κοινωνικά και οικογενειακά προβλήματα που σχετίζονται με τις «έμμεσες επιπτώσεις από την κατανάλωση αλκοόλ» [4]. Στις μελέτες αυτές περιλαμβάνεται η διερεύνηση του κόστους για τα ίδια τα άτομα που κάνουν χρήση αλκοόλ, για τρίτους, για την κυβέρνηση ή για το ευρύτερο κοινωνικό σύνολο.

Τρίτον, η έννοια των «έμμεσων επιπτώσεων από την κατανάλωση αλκοόλ» υποστηρίζει περαιτέρω τις κρατικές πολιτικές και τις πρωτοβουλίες της κοινότητας οι οποίες δεν σταματούν στην απαγγελία κατηγοριών στο θύμα ή στην αποκλειστική εστίαση στο άτομο. Οι πολιτικές, που αφορούν ολόκληρο τον πληθυσμό, οι οποίες φαίνεται να είναι πιο αποτελεσματικές [7] απευθύνονται στους επαγγελματίες δημόσιας υγείας και στους υποστηρικτές των διαφόρων πολιτικών. Η διασφάλιση της διατήρησης της τιμής του αλκοόλ στο ίδιο  επίπεδο με το κόστος ζωής, ο έλεγχος της διαθεσιμότητας του αλκοόλ, ο περιορισμός της προώθησης του αλκοόλ, η προαγωγή της πολιτικής της ελεγχόμενης κατανάλωσης αλκοόλ και άλλων συναφών πολιτικών μέσω διαδικτύου, η παρακολούθηση της κατάστασης και η έγκαιρη παρέμβαση δεν θα ωφελήσουν μόνο τα άτομα που κάνουν σοβαρή κατανάλωση αλκοόλ αλλά και τους συντρόφους τους, τα μέλη των οικογενειών τους καθώς και μέλη των κοινωνικών δικτύων κάθε ατόμου που κάνει κατανάλωση αλκοόλ αλλά και τρίτους.

Προκειμένου να ληφθούν σημαντικά μέτρα πρόληψης και απαντήσεις σε θέματα προαγωγής της υγείας και προστασίας από το αλκοόλ θα πρέπει να δοθεί αφενός η απαραίτητη έμφαση στην καταγραφή των βλαβών από την κατανάλωση αλκοόλ για το ίδιο το άτομο αλλά και να υπολογιστούν οι βλάβες, το κόστος και οι συνέπειες για την ευρύτερη κοινωνία. Με την καταγραφή αυτών των χαρακτηριστικών και υπό το πρίσμα των «έμμεσων συνεπειών από την κατανάλωση αλκοόλ» είναι πιο εφικτό να διευκολυνθεί η δημόσια πολιτική και τα προληπτικά για την υγεία μέτρα καθώς επίσης και να διευκολυνθεί μια συντονισμένη αντίδραση, η οποία θα είναι σύμφωνη με τα σύγχρονα επιδημιολογικά στοιχεία αναφορικά με τις σημαντικές επιπτώσεις από την ασθένεια και τις βλάβες από τη χρήση αλκοόλ.

 

Ευχαριστίες

Οι Anca Lalomiteanu και Rose Schmidt συνέβαλαν με τα στοιχεία από το Οντάριο που παρουσιάζονται στον Πίνακα 1. Ευχαριστούμε για το υλικό που παρείχαν οι Thomas Greenfield, Robin Room και Ingeborg Rossow καθώς και για τις εύστοχες παρατηρήσεις από τους κριτικούς αναγνώστες παλαιότερης έκδοσης του παρόντος άρθρου. Όσον αφορά στην συμβολή ενός από τους συγγραφείς (N.G.), το Υπουργείο Υγείας και Μακρόχρονης Πρόνοιας του Οντάριο έχει παράσχει υποστήριξη στο Κέντρο Εξαρτήσεων και Ψυχικής Υγείας καλύπτοντας τις δαπάνες μισθοδοσίας του επιστημονικού προσωπικού και τις λειτουργικές δαπάνες. Οι απόψεις που εκφράζονται σε αυτό το άρθρο δεν ταυτίζονται απαραίτητα με την άποψη του Υπουργείου Υγείας και Μακρόχρονης Πρόνοιας.

 

Δήλωση συμφερόντων:

Κανένα συμφέρον

Λέξεις κλειδιά: έμμεσες συνέπειες, κατανάλωση αλκοόλ, επικίνδυνη κατανάλωση αλκοόλ, βλάβη, πολιτική για το αλκοόλ, προτεραιότητες στην υγεία

[1] Τίτλος Πρωτοτύπου: “Collateral damage from alcohol: implications of ‘second-hand effects of drinking’ for populations and health priorities” Addiction, Vol. 105, No. 8, August  2010

[2] Διεύθυνση αλληλογραφίας: Public Health and Regulatory Policy Section, Social, Prevention and Health Policy Research Department, Centre for Addiction and Mental Health, 33 Russell Street, Toronto, Ontario M5S 2S1, Canada, and Dalla Lana School of Public Health, Faculty of Medicine, University of Toronto, Ontario, Canada. E-mail: norman_giesbrecht@camh.net

[3] Διεύθυνση αλληλογραφίας: School of Health and Human Performance, Dalhousie University, Halifax, Nova Scotia, Canada, and Addiction Services, South Shore, SouthWest and Annapolis Valley Health, 197 Dufferin Street, Suite 200, Bridgewater, Nova Scotia B4V 2G9 Canada. E-mail: scukier@ssdha.nshealth.ca

[4] Διεύθυνση αλληλογραφίας: Addiction Prevention and Treatment Services, Capital District Health Authority, Dartmouth, Nova Scotia, Canada. E-mail: dan.steeves@cdha.nshealth.ca

 

References

  1. WHO. The World Health Report: Reducing Risks, Promoting Health. Geneva: World Health Organization; 2002.
  2. Rehm J., Mathers C., Popova S., Thavorncharonensap M., Teerawattananon Y., Patra J. Global burden of disease and injury and economic costs attributable to alcohol use and alcohol-use disorders. Lancet 2009; 373: 2223– 33.
  3. Monteiro M. G. Alcohol and Public Health in the Americas: A Case for Action. Washington, DC: Pan American Health Organization; 2007.
  4. Casswell S. Alcohol industry and alcohol policy—the challenge ahead. Addiction 2009; 104: 3–5.
  5. Room R. International control of alcohol: alternative paths forward. Drug Alcohol Rev 2001; 25: 581–95.
  6. Jernigan D. H. The extent of global alcohol marketing and its impact on youth. Contemp Drug Probl; in press; 2010.
  7. Babor T., Caetano R., Casswell S., Edwards G., Giesbrecht N., Graham K. et al. Alcohol, No Ordinary Commodity: Research and Public Policy. Oxford: Oxford University Press; 2003.
  8. Klingemann H., Gmel G., editors. Mapping the Social Consequences of Alcohol Consumption. Norwell, MA: Kluwer Academic Publishers; 2001.
  9. Greenfield T. K., Ye Y., KerrW., Bond J., Rehm J. R., Giesbrecht N. Externalities from alcohol consumption in the 2005 National Alcohol Survey: implications for policy. Int J Environ Res Public Health 2009; 6: 3205–24.
  10. Connor J., Casswell S. The burden of road trauma due to other people’s drinking. Accid Anal Prev 2009; 41: 1099– 103.
  11. Giesbrecht N., West P. Drinking patterns and drinking-related benefits, harm and victimization experiences: reports from community-based general population survey. Contemp Drug Probl 1997; 24: 557–79.
  12. Rossow I., Hauge R. Who pays for the drinking? Characteristics of the extent and distribution of social harms from others’ drinking. Addiction 2004; 99: 1094–102.
  13. Langley J. D., Kypri K., Stephenson S. C. Second hand effects of alcohol use among university students: computerized survey. BMJ 2003; 327: 1023–24.
  14. Weitzman E. Risk modifying effect of social capital on measures of heavy alcohol consumption, alcohol abuse, harms, and secondhand effects: national survey findings. J Epidemiol Commun Health 2005; 59: 303.
  15. Fell J. C., Voas R. B. Mothers Against Drunk Driving [MADD]: the first 25 years. Traffic Inj Prev 2006; 7: 195– 212.
  16. Greenfield L., Henneberg M. Alcohol, crime, and the criminal justice system. Alcohol & Crime: Research and Practice for Prevention, Alcohol Policy XII Conference: Washington, DC, 11–14 June 2000.
  17. Kellner F. Alcohol-related problems: prevalence, incidence and distribution. In: Adlaf E., Begin P., Sawka A., editors. Canadian Addiction Survey (CAS): A National Survey of Canadians’ Use of Alcohol and Other Drugs: Prevalence of Use and Related Harms: Detailed Report. Ottawa: Canadian Centre on Substance Abuse; 2005, p. 33–47.
  18. Focal Research Consultants. Culture of Alcohol Use in Nova Scotia. Halifax: Nova Scotia Department of Health Promotion and Protection; 2008.
  19. Ialomiteanu A., Adlaf E. M. CAMH Monitor 2006: Technical Guide. Toronto: Centre for Addiction and Mental Health; 2007. Available at: http://www.camh.net/Research/ Areas_of_research/Population_Life_Course_Studies/ CAMH_Monitor/CM2006_TechDoc.pdf (accessed 5 July 2010).