Το εφαρμοσμενο μοντελο του ειδικου δικαστηριου για την θεραπεια απο την εξαρτηση ναρκωτικων ουσιων

Δημητρα Φρ. Σορβατζιωτη, Επικ. Καθηγητρια, Τμημα Νομικης, Νομικη Σχολη, Πανεπιστημιο Λευκωσιας

 

‘‘We don’t need drug treatment courts,

we have already the appropriate mechanisms

for dealing with the problem.’’[2]

 

Περίληψη

Η εξάρτηση από τα ναρκωτικά είναι αιτία εγκληματογένεσης και η μη θεραπεία της οδηγεί με ασφάλεια στην υποτροπή. Οι εθνικές έννομες τάξεις ορισμένων κρατών έχουν ιδρύσει δικαστήρια για την θεραπεία της εξάρτησης των δραστών εγκλημάτων που συνδέονται με τα ναρκωτικά ή που η γενεσιουργός αιτία των εγκλημάτων είναι η εξάρτηση. Τα δικαστήρια αυτά επιβλέπουν το θεραπευτικό πρόγραμμα από κοινού με τη θεραπευτική κοινότητα. Έχουν αξιολογηθεί σε έρευνες επί έτη και η αποτελεσματικότητά τους βεβαιώνεται συνεχώς. Η προσέγγιση στα δικαστήρια αυτά είναι διεπιστημονική, η ποινική διαδικασία είναι δομημένη και το θεραπευτικό πλάνο είναι σχεδιασμένο στις ανάγκες του θεραπευόμενου. Το άρθρο στοχεύει σε μια πρώτη σύσταση του θεσμού με έμφαση στο ρόλο του δικαστηρίου, που υιοθετεί τις αρχές της θεραπευτικής δικαιοσύνης. Η πρόταση αφορά στην ίδρυση δικαστηρίου αυτής της καθ’ ύλην αρμοδιότητας στο ελληνικό ποινικό σύστημα. Ο σχεδιασμός απαιτεί μελέτη του δικονομικού συστήματος και του Νόμου περί εξαρτησιογόνων ουσιών. Είναι φανερό ότι σήμερα ευκολότερα από το παρελθόν μπορούμε να υιοθετήσουμε αυτό το μοντέλο δικαστηρίου καθώς όλες οι πληροφορίες και οι «καλές πρακτικές» είναι διαθέσιμες. Η διεπιστημονική προσέγγιση της χρήσης και της εξάρτησης από τα ναρκωτικά και η διεπιστημονική επίλυση της εγκληματικότητας που συνδέεται με αυτά αποτελεί τη μόνη σύγχρονη και επιτυχή αντιμετώπιση του προβλήματος.

Λέξεις-Κλειδιά: Ποινική Δικαιοσύνη, Ναρκωτικά Θεραπεία, Θεραπευτική Δικαιοσύνη, Τοξικομανής, Εξαρτημένος Δράστης, Υποτροπή.

 

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Η μελέτη αυτή πραγματεύεται τη λειτουργία των δικαστηρίων για την θεραπεία της εξάρτησης από τα ναρκωτικά (ΔΘΝ), όπως αυτά έχουν εφαρμοστεί σε πολλά εθνικά συστήματα ποινικής δικαιοσύνης.

H πρόταση για την υιοθέτηση αυτού του μοντέλου δικαστηρίων στην ελληνική έννομη τάξη, βασίζεται στα αποτελέσματα που προκύπτουν από διεθνείς έρευνες, στη βιβλιογραφία και στη συμμετοχική παρατήρηση, που διεξήχθη στα δικαστήρια της Ottawa το έτος 2016-2017. Παρακολουθήθηκαν συνολικά 49 υποθέσεις τόσο στο στάδιο των μη δημοσίων συναντήσεων της ομάδας του ΔΘΝ, που λαμβάνει χώρα πριν την επ’ ακροατηρίω διαδικασία όσο και στο στάδιο της διαδικασίας στο ακροατήριο. Για τη παρακολούθηση των κλειστών διασκέψεων είχε ληφθεί ειδική άδεια από τους Προέδρους των Δικαστηρίων και τον Ομοσπονδιακό Εισαγγελέα του Καναδά που συμμετείχε στη διαδικασία. Από αυτές οι 28 υποθέσεις αφορούσαν εξαρτημένους ενήλικους άνδρες και γυναίκες οι οποίοι είχαν διαπράξει αδικήματα είτε σχετικά με ναρκωτικά είτε άλλα που συνδέονταν όμως αιτιωδώς με την εξάρτηση και είχαν γίνει δεκτοί μετά από αίτηση τους στο ΔΘΝ και 21 υποθέσεις αφορούσαν νέες αιτήσεις. Ο χρόνος που οι 28 θεραπευόμενοι είχαν παραμείνει στο πρόγραμμα διέφερε μεταξύ των. Δύο εκ των υποθέσεων αφορούσαν αποφοιτήσεις. Στις 21 υποθέσεις των νέων αιτήσεων, παρακολουθήθηκε η διαδικασία ελέγχου των κριτηρίων εισαγωγής στο ΔΘΝ και τα προπαρασκευαστικά στάδια συμπεριλαμβανομένης σε έξι περιπτώσεις και της πρώτης δικαστικής ακρόασης. Η συμμετοχική παρατήρηση είχε ως στόχο την κατανόηση δια ζώσης της ειδικής ποινικής διαδικασίας με την παράλληλη παροχή λεπτομερών διευκρινίσεων επί των υποθέσεων από τα μέλη της ομάδας του ΔΘΝ. Τα πορίσματα από τη συμμετοχική παρατήρηση ταυτίστηκαν με τις δημοσιευμένες έρευνες ιδίως ως προς τη σημασία της λειτουργίας ομάδος του ΔΘΝ και του σημαντικού ρόλου του δικαστή στην επιτυχία του προγράμματος.

Στην ανάλυση που ακολουθεί θα δούμε το παράδειγμα των ειδικών δικαστηρίων για τη θεραπεία από την εξάρτηση, ως εφαρμογή της θεραπευτικής δικαιοσύνης και θα προσεγγίσουμε τη σημασία της εφαρμογής αυτής στη δικαστική πρακτική. Τα ΔΘΝ είναι δικαστήρια που γεφυρώνουν τη ποινική δικαιοσύνη με τις υπηρεσίας υγείας και θεραπείας και δημιουργούν συνεργασίες οι οποίες προάγουν τη σχέση της ποινικής δικαιοσύνης με την κοινότητα ενώ παράλληλα ξεφεύγουν από τη παραδοσιακή δομή της ποινικής δικαιοσύνης στοχεύοντας στη μείωση της χρήσης των ναρκωτικών και των συναφών εγκλημάτων για κάθε ένα κατηγορούμενο ξεχωριστά. (Belenco, 1998).

Η ύπαρξη τους στις εκάστοτε έννομες τάξεις αποτελεί σαφή κρατική δήλωση και υλοποιημένη επιθυμία για την εξάλειψη της χρήσης ναρκωτικών ουσιών και τη προστασία της δημόσιας υγείας. Η εφαρμογή αυτού του μοντέλου δικαστηρίου στο ελληνικό ποινικό σύστημα προϋποθέτει πολιτική και νομοθετική βούληση. Ίσως η πρόταση αυτή, η οποία στηρίζεται στην εμπειρία άλλων έννομων τάξεων που έχουν ήδη καταλήξει σε αποδεδειγμένες «καλές πρακτικές» για τη λειτουργία τους, να αποτελέσει την αρχή της συζήτησης, ελπίζω σύντομης και περιεκτικής, για την υιοθέτηση των ΔΘΝ στο ποινικό μας σύστημα.

 

Η ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΣΎΝΗ ΚΑΙ Η ΕΞΑΡΤΗΣΗ ΩΣ ΑΙΤΙΑ ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΣ

Ο πρώτος που χρησιμοποίησε τον όρο «θεραπευτική δικαιοσύνη» (therapeutic jurisprudence) ήταν ο David Wexler το 1987 (Wexler, 1992). H έννοια αρχικά συνδέθηκε με τη διανοητική υγεία και το δίκαιο (mental health law), (Wexler and Winick, 1990) και κατόπιν με τα ποινικά δικαστήρια (Wexler, 1993). Ο Slobogin επαναπροσδιόρισε την έννοια, την οποία αποδέχτηκε ο Wexler, και είπε ότι η θεραπευτική δικαιοσύνη «χρησιμοποιεί τη κοινωνική επιστήμη προκειμένου να μελετήσει σε ποιο βαθμό ένας νομικός κανόνας ή μια πρακτική προάγει την ψυχολογική και σωματική ευεξία των ανθρώπων που επηρεάζει» (Hora, Schma and Rosenthal, 1998). Έκτοτε, η θεραπευτική δικαιοσύνη εξελίχθηκε σε διεπιστημονική προσέγγιση ευρέως φάσματος νομικών θεμάτων (Winick, 1997). Σήμερα αποτελεί διεπιστημονική προσέγγιση του δικαίου (King et al. 2014,) η οποία έχει στόχο τη μείωση των αρνητικών τάσεων του ατόμου που έχει παραπεμφθεί ενώπιόν της και την παράλληλη αύξηση των θετικών (Blagg 2007). Η προσέγγιση της θεραπευτικής δικαιοσύνης περιλαμβάνει (Queensland Review, 2016):

  • τη προώθηση της αλλαγής συμπεριφοράς του ατόμου με απώτερο σκοπό τη συμμόρφωσή του με το σύστημα ποινικής δικαιοσύνης,
  • την υιοθέτηση από το άτομο μιας προσέγγισης που θα προσανατολίζεται στο μέλλον και δεν θα επικεντρώνεται μόνο στην απόδοση ευθύνης και την ενοχή
  • την υιοθέτηση και αναγνώριση του ότι η κοινότητα μπορεί να προστατευθεί όταν θεραπευτούν και είναι υπό παρακολούθηση οι δράστες εγκλημάτων
  • την υιοθέτηση επιστημονικά τεκμηριωμένων προσεγγίσεων και μέτρων που είναι αποτελεσματικά και συμβατά με τις αρχές της ποινικής δικαιοσύνης
  • την αναγνώριση της σημασίας της τήρησης του δίκαιου χαρακτήρα της διαδικασίας. Αυτό συμπεριλαμβάνει:
  • την επιβεβαίωση της ιδιότητας του ατόμου ως ικανού προσώπου και ισότιμου πολίτη
  • το δικαίωμα του ατόμου στη «φωνή» (voice), στην αξία και το σεβασμό
  • την αντιμετώπιση του ατόμου με αξιοπρέπεια
  • την αξιοπρέπεια των ανθρώπων
  • την εφαρμογή ηθικής στη φροντίδα
  • την ενεργητική δικαστική παρέμβαση ·
  • την ενεργητική συμμετοχή όλων των συμμετεχόντων. και
  • την ενθάρρυνση της αυτοδιάθεσης και της ατομικής επιλογής

Τα δικαστήρια για την θεραπεία της εξάρτησης από τις ναρκωτικές ουσίες αποτελούν μια εφαρμογή της θεραπευτικής δικαιοσύνης, τα οποία καίτοι δεν γεννήθηκαν μέσα από την ιδέα της, λειτουργούν ως μορφή της και οι αρχές της εφαρμόζονται για εξαρτημένους κατηγορούμενους.(Hora et.al. 1998).

Τα δικαστήρια για τη θεραπεία από τα ναρκωτικά (ΔΘΝ) εκλαμβάνουν τα ναρκωτικά ως απαγορευμένες εκ του νόμου ουσίες, όπως αυτές ορίζονται κατά την οικεία νομοθεσία. Αφότου διαπιστωθεί η εξάρτηση από τους ειδικούς επιστήμονες, προσπαθούν να ενθαρρύνουν στο κατηγορούμενο, που το επιθυμεί, να ολοκληρώσει τη θεραπεία του, να εξαλείψει τη χρήση ουσιών και την συναφή εγκληματικότητα κατά τη διάρκεια του προγράμματος, να παραμείνει σταθερά σε αποχή (από τη χρήση) και να εισέλθει σε ένα σταθερό κοινωνικό περιβάλλον ως παραγωγικό άτομο. (Rossman et al., 2011, Queensland Review 2916). Κατ’ αυτό τον τρόπο, προσεγγίζουν το θέμα της χρήσης και της εξάρτησης από τις ναρκωτικές ουσίες όχι μόνο ως πρόβλημα του ατόμου και της ποινικής δικαιοσύνης αλλά και ως πρόβλημα που έχει κοινωνικές ρίζες και αφορά τη δημόσια υγεία.

Το πρόβλημα που διαχειρίζονται αυτά τα δικαστήρια είναι την εξάρτηση ως αιτία εγκληματογένεσης και ποινικής υποτροπής. Οι έρευνες έχουν αναδείξει ότι η χρήση και η εξάρτηση από τα ναρκωτικά συνδέονται άμεσα με εκδήλωση εγκληματικής συμπεριφοράς. Το εξαρτημένο άτομο, δύναται να διαπράξει εγκλήματα υπό την επήρεια των ουσιών ενώ οικονομική αδυναμία για την απόκτηση της ουσίας, οδηγεί κατά περιπτώσεις στη διάπραξη εγκλήματος για την αποκόμιση χρημάτων για την αγορά της. Ως εκ τούτου, ο κύκλος του εγκλήματος είναι δύσκολο να σπάσει ενώ οι χρήστες ναρκωτικών είναι και πωλητές και οι πωλητές είναι συχνά και χρήστες (Rossman et.al., 2011).

Όταν η εξάρτηση «ευθύνεται» για το διαπραχθέν έγκλημα, τότε η αιτία αυτή μας κατευθύνει, εγκληματολογικά, να βρούμε την αιτία της μελλοντικής (ποινικής) υποτροπής. Η ερώτηση που πρέπει να μας απασχολήσει είναι εάν το εν λόγω έγκλημα θα είχε διαπραχθεί χωρίς την εξάρτηση του δράστη από τις ναρκωτικές ουσίες. Εάν η απάντηση που προκύπτει από το ιστορικό του συλληφθέντος είναι «όχι, δεν θα είχε διαπραχθεί έγκλημα εάν ο δράστης δεν ήταν εξαρτημένο άτομο», τότε η επόμενη ερώτηση αφορά το εάν χωρίς να θεραπευτεί η εξάρτηση μπορεί να διαπραχθεί το ίδιο έγκλημα ή άλλο παρόμοιο εξαιτίας της. Εάν η απάντηση είναι θετική τότε η συνακόλουθη απάντηση για τη πρόληψη της υποτροπής ή τη μείωση του κινδύνου υποτροπής είναι η θεραπεία από την εξάρτηση. Καθώς η ειδικοπροληπτική λειτουργία της ποινής αποσκοπεί και στην μη υποτροπή (άρθ. 79 ΠΚ), γίνεται φανερό ότι η μόνη ασφαλέστερη διέξοδος και λύση στη μη ανακύκλωση των ίδιων εξαρτημένων κατηγορουμένων στο ποινικό σύστημα και πολλές φορές των συντρόφων και των παιδιών τους είναι η θεραπεία της εξάρτησης.

Είναι φανερό ότι ο κύκλος της εξάρτησης και της εξαιτίας αυτής διάπραξης εγκλημάτων, ενδυναμώνεται με τον εγκλεισμό. Τούτο συμβαίνει, επειδή ο χωροχρονικός αποκλεισμός στη φυλακή, δεν εξαλείφει, από μόνος του την αιτία του εγκλήματος αλλά αντίθετα λειτουργεί σαν μια κυκλική πόρτα όπου σταθερός άξονας είναι η συνεχιζόμενη χρήση των ναρκωτικών και περιστρεφόμενα φύλλα η διάπραξη νέων εγκλημάτων και πειθαρχικών παραπτωμάτων. Μετά δε, το πέρας του χωροχρονικού αποκλεισμού ο εξαρτημένος συνεχίζει να βρίσκεται σε δίδυμη κυκλική πόρτα όπου αντί να κινείται εντός του χώρου των φυλακών κινείται εντός των ορίων της περιοχής που ζει.

 

Η ΕΘΝΙΚΗ ΕΝΝΟΜΗ ΤΑΞΗ

Στην ελληνική έννομη τάξη, ο Νόμος για τις εξαρτησιογόνες ουσίες 4139/2013, όπως έχει τροποποιηθεί, προάγει τη σημασία της θεραπείας του εξαρτημένου από ναρκωτικές ουσίες και το δηλώνει ρητά με το γράμμα του και την αιτιολογική έκθεσή του. Η εξάρτηση, η δήλωση επιθυμίας για θεραπεία, η συμμετοχή σε θεραπευτικό πρόγραμμα και η ολοκλήρωσή του, σηματοδοτεί την ευνοϊκή μεταχείριση του δράστη, η οποία ορίζεται λεπτομερώς στα άρθρα 31, 32, 33 και 34 του νόμου.

Ο εν λόγω νόμος, καίτοι δίνει έμφαση στη σπουδαιότητα της θεραπείας και αποτελεί σημαντική πρόοδο στην ελληνική νομοθεσία ως προς το θέμα της εξάρτησης και της μεταχείρισης εξαρτημένων και θεραπευμένων δραστών, δεν συνδέει το σύστημα της ποινικής δικαιοσύνης με τις υπηρεσίες υγείας με τον τρόπο που λειτουργεί στις περιπτώσεις των ειδικών δικαστηρίων για τη θεραπεία της εξάρτησης. Αυτά τα ειδικά δικαστήρια ανήκουν στο ποινικό σύστημα και διέπονται από τις αρχές της θεραπευτικής δικαιοσύνης. Το ελληνικό δικαστήριο δεν «εγκολπώνεται» τη θεραπεία με την έννοια της επίβλεψης αυτής. Το αποτέλεσμα είναι οι υπηρεσίες υγείας και θεραπείας του τοξικοεξαρτημένου δράστη και το ποινικό σύστημα να λειτουργούν παράλληλα σαν ράγες τραίνου και όχι σαν ομάδα με κοινούς στόχους τη θεραπεία, τη ουσιαστική «βελτίωση» του δράστη και την εθελούσια μεταμόρφωσή του σε παραγωγικό μέλος της κοινωνίας.

 

ΤΑ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑ ΓΙΑ ΤΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΔΡΑΣΤΩΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΞΑΡΤΗΣΗ

Tο πρώτο ΔΘΝ ιδρύθηκε το 1989, στο Μαϊάμι στη Φλώριδα των Ηνωμένων Πολιτειών. Η ίδρυσή του έλαβε χώρα στο πλαίσιο των πολιτικών που αφορούσαν στο πόλεμο κατά των ναρκωτικών σε συνδυασμό με τον συνεχώς αυξανόμενο αριθμό των δικαστικών πινακίων που σχετίζονταν με υποθέσεις ναρκωτικών και τον συναφή υπερπληθυσμό των φυλακών, ειδικά τη δεκαετία του 1980 (Rossman et.al., Zimring, 1993) Στο Καναδά, το πρώτο ΔΘΝ ιδρύθηκε στο Τορόντο το 1998.

Ο Belenko (1998) μετά εννέα χρόνια από τη πρώτη ίδρυσή τους και ενώ είχε μελετήσει μέσω ερευνών τη λειτουργία τους είχε καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η αναγνώριση αφενός του ότι η εξάρτηση από τα ναρκωτικά είναι σημαντικός παράγοντας που συμβάλλει στην εγκληματικότητα και στα κοινωνικά προβλήματα και αφετέρου του ότι ο παραδοσιακός τρόπος τιμωρίας αυτών των δραστών με εγκλεισμό στη φυλακή έχει ελάχιστη έως μηδαμινή επίδραση στην εξάλειψη της εξάρτησης, θα οδηγούσε στην αύξηση του αριθμού των ΔΘΝ. Αυτά τα δικαστήρια όπως είχε υποστηρίξει θα αντιπροσωπεύουν την εθνική απάντηση στο πόλεμο κατά των ναρκωτικών και των εγκλημάτων που σχετίζονται με την εξάρτηση.

Πράγματι τα ΔΘΝ αυξήθηκαν σε μεγάλο αριθμό. Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρέχονται στη Διεθνή Ένωση Δικαστηρίων για την θεραπεία από τα ναρκωτικά (IADTC) τέτοια δικαστήρια εκτός από τις ΗΠΑ και το Καναδά υπάρχουν στην Αυστραλία, στη Νέα Ζηλανδία, στη Τζαμάικα, στο Μεξικό, στη Χιλή, στη Βραζιλία, στις Βερμούδες, στα νησιά Κέυμαν, στη Μεγάλη Βρετανία και Ουαλία, στη Σκωτία, στη Νορβηγία, στην Ιρλανδία και στο Βέλγιο.

Τα ΔΘΝ αντιμετωπίζουν το πρόβλημα των εξαρτημένων κατηγορουμένων από τη θεραπευτική, «ιατροφαρμακευτική» προσέγγιση και η κατάχρηση απαγορευμένων ουσιών προσεγγίζεται όχι «ως ηθική κατάπτωση» αλλά ως κατάσταση που απαιτεί θεραπευτικά μέτρα (Hora et.al. 1998).

Σύμφωνα με τη μελέτη σχετικά με τα δικαστήρια θεραπείας ναρκωτικών η οποία διεξήχθη στην Αυστραλία (Queensland Review, 2016), αναφέρεται ότι τo κυρίαρχο χαρακτηριστικό γνώρισμα κάθε ΔΝΘ είναι η θεραπεία της εξάρτησης από τις ναρκωτικές ουσίες και η εξάλειψη της τάσης προς το έγκλημα. Η θεραπευτική προσέγγιση των ΔΘΝ κινητοποιεί τους θεραπευόμενους να συμμετέχουν σε προγράμματα θεραπείας τόσης διάρκειας όσης απαιτείται ώστε να επέλθουν ατομικές συμπεριφορικές-γνωστικές αλλαγές. Σε συνδυασμό δε, με τις θεραπείες που βασίζονται σε τεκμηριωμένες και βέλτιστες πρακτικές, οι οποίες προσαρμόζονται στις ατομικές ανάγκες, τα ΔΘΝ βρίσκονται στην κατάλληλη θέση ώστε μέσω αυτών, οι παραβάτες υψηλού κινδύνου και ανάγκης να μεταβαίνουν σε ένα τρόπο ζωής μακριά από το έγκλημα και τα ναρκωτικά. (Freiberg et.al. 2016).

To Εθνικό Ινστιτούτο για την Κατάχρηση των Ναρκωτικών των ΗΠΑ (NIDA, 2009), έχει επισημάνει 13 αρχές, οι οποίες υιοθετούνται από τα ΔΘΝ, ως αρχές που είναι αποτελεσματικές για τη θεραπεία της εξάρτησης και αφορούν το πληθυσμό που απασχολεί τη ποινική δικαιοσύνη. Αυτές είναι οι κάτωθι, όπως αποκρυσταλλώθηκαν και στην αυστραλιανή αναφορά (Queensland Review, 2016):

  1. Ο εθισμός στα ναρκωτικά είναι μια ασθένεια η οποία θεραπεύεται αλλά επηρεάζει τη λειτουργία του εγκεφάλου και τη συμπεριφορά.
  2. Η αποκατάσταση από την τοξικομανία απαιτεί αποτελεσματική θεραπεία, ακολουθούμενη από τη διαχείριση του προβλήματος στη πάροδο του χρόνου.
  3. Η θεραπεία πρέπει να διαρκεί αρκετό καιρό προκειμένου να παράγει σταθερές συμπεριφορικές αλλαγές.
  4. Η αξιολόγηση είναι το πρώτο βήμα στη θεραπεία.
  5. Η προσαρμογή των υπηρεσιών στις ανάγκες του ατόμου αποτελεί σημαντικό μέρος της αποτελεσματικής θεραπείας της κατάχρησης ναρκωτικών για τους πληθυσμούς της ποινικής δικαιοσύνης.
  6. Η χρήση ναρκωτικών κατά τη διάρκεια της θεραπείας θα πρέπει να παρακολουθείται προσεκτικά.
  7. Η θεραπεία πρέπει να στοχεύει σε παράγοντες που σχετίζονται με εγκληματική συμπεριφορά.
  8. Η ποινική δικαιοσύνη για να εποπτεύσει τη θεραπεία θα πρέπει να υπάρχει θεραπευτικός σχεδιασμός για το δράστη ενώ οι θεραπευτές θα πρέπει να γνωρίζουν τι απαιτεί η δικαστική επιτήρηση.
  9. Η συνέχιση της φροντίδας είναι απαραίτητη για την επανένταξη των εξαρτημένων ατόμων στην κοινότητα.
  10. Η ισορροπία μεταξύ των ανταμοιβών – επαίνων και των κυρώσεων από το δικαστή ενθαρρύνει την προ-κοινωνική (pro-social) συμπεριφορά και τη συμμετοχή στη θεραπεία.
  11. Για τους παραβάτες με συνυπάρχοντα προβλήματα κατάχρησης ναρκωτικών και ψυχικής υγείας, συχνά απαιτείται μια ολοκληρωμένη θεραπευτική προσέγγιση.
  12. Τα φάρμακα αποτελούν σημαντικό μέρος της θεραπείας για πολλούς παραβάτες που κάνουν χρήση ναρκωτικών.
  13. Ο προγραμματισμός της θεραπείας για παραβάτες που κάνουν χρήση ναρκωτικών και ζουν ή επανέρχονται στην κοινότητα θα πρέπει να συμπεριλαμβάνει σχεδιασμό στρατηγικών για την πρόληψη και θεραπεία σοβαρών χρόνιων παθήσεων, όπως HIV/AIDS, ηπατίτιδα Β και C, και φυματίωση.

Η μελέτη του Belenko (1998) σχετικά με τη λειτουργία των ΔΘΝ, η οποία βασίστηκε στις έρευνες που ήταν διαθέσιμες μέχρι το Μάιο του 1998 και αφορούσαν εννέα περίπου χρόνια λειτουργίας των ΔΘΝ στις ΗΠΑ, κατέληξε σε συμπεράσματα και εκτιμήσεις τα οποία επιβεβαιώνονται και στις μεταγενέστερες έρευνες και δη τις πιο πρόσφατες (Rossman et.al. 2011, Queensland Review 2016, Department of Justice Canada Report, 2009). Όπως και τότε έτσι και σήμερα στο μοντέλο του ΔΘΝ η ποινική διαδικασία και τα θεραπευτικά συστήματα εργάζονται μαζί και «χρησιμοποιούν» την εξουσία του δικαστηρίου για την επιβολή μέτρων που αποσκοπούν στην εξασφάλιση της αποχής από τη χρήση και στην εξάλειψη της συναφούς με την εξάρτηση εγκληματικής συμπεριφοράς.

Το μοντέλο λειτουργίας των ΔΘΝ όπως αναδεικνύουν οι παραπάνω έρευνες περιλαμβάνει: δικαστική εποπτεία δομημένης θεραπείας ανοικτού προγράμματος, έγκαιρη αναγνώριση των κατηγορουμένων που χρειάζονται θεραπεία και παραπομπή στη θεραπευτική διαδικασία όσο το δυνατόν γρηγορότερα ώστε να μειωθεί άμεσα η χρήση ναρκωτικών μέχρι αποθεραπείας, υποχρεωτικές περιοδικές εξετάσεις στο θεραπευτικό κέντρο για τη πιστοποίηση της μη χρήσης, τακτικές ακροάσεις ενώπιον του δικαστή για να παρακολουθείται η πρόοδος της θεραπείας και η συμμόρφωση με τις απαιτήσεις του προγράμματος και τέλος αύξηση της υπευθυνότητας του κατηγορουμένου/δράστη-θεραπευόμενου μέσω μιας σειράς κυρώσεων και ανταμοιβών–επαίνων. Όταν αποφοιτήσει ο θεραπευόμενος από το πρόγραμμα είναι ήδη ενεργό και υγιές μέλος της κοινωνίας.

 

Η ΕΝΑΡΞΗ ΤΗΣ ΔΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ ΚΑΙ Η ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ

Η δικαστική διαδικασία που ακολουθείται στα ΔΘΝ έχει ως ακολούθως (Cooper et.al., 2010): Μετά τη σύλληψη του υπόπτου και την απαγγελία κατηγοριών ο εξαρτημένος ή χρήστης κατηγορούμενος εφόσον επιθυμεί την θεραπεία της εξάρτησης υποβάλλει αίτηση προκειμένου να παραπεμφθεί η υπόθεσή του ενώπιον του ΔΘΝ. Εισάγεται για θεραπευτική αξιολόγηση στη κοινότητα που «συνεργάζεται» με το δικαστήριο προκειμένου να διαπιστωθεί η χρήση, η εξάρτηση και το είδος αυτής. Η Εισαγγελία ελέγχει την υπόθεση ως προς τη σοβαρότητα του αδικήματος και την αιτία διάπραξής του. Αφού μελετηθεί η εξάρτηση σε σχέση με την εγκληματική συμπεριφορά και η πρώτη είναι αιτία της δεύτερης και ελεγχθεί ότι πληρούνται τα κριτήρια που απαιτούνται για την παραπομπή στο ΔΘΝ (Public Prosecution Service Canada, 2014) συναινεί για την έναρξη της διαδικασίας ενώπιον ΔΘΝ. Διατηρεί όμως το δικαίωμα να μην συναινέσει εάν κρίνει ότι τα στοιχεία που υπάρχουν διαθέσιμα δεν υποδεικνύουν την εξάρτηση ως αιτία του παρόντος εγκλήματος, οπότε η υπόθεση παραπέμπεται ενώπιον του ποινικού δικαστηρίου και όχι του ΔΘΝ (Turner et al., 2002). Ο δικαστής, αφού συναινέσει ο κατηγορούμενος ενώπιόν του στη θεραπεία, ορίζει περιοριστικούς όρους προκειμένου να αφεθεί ελεύθερος και όρους που αφορούν στην τήρηση του θεραπευτικού συμβολαίου του με την θεραπευτική κοινότητα. Εφόσον ο κατηγορούμενος τους αποδεχτεί εγγράφως, ακολουθείται η προβλεπόμενη διαδικασία (Marlowe, 2011).

Oι κατηγορούμενοι μπορούν να αιτηθούν την παραπομπή της υπόθεσής τους στα ΔΘΝ (Cooper et.al. 2010) εάν το έγκλημα που έχουν διαπράξει συνδέεται αιτιωδώς με την εξάρτηση από τα ναρκωτικά και δεν είναι βίαιο σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία. Ενδεικτικά αναφέρονται εδώ, εγκλήματα όπως η κατοχή και η διακίνηση μεταξύ χρηστών η διακίνηση από εξαρτημένο άτομο σε τρίτους, η ληστεία, η κλοπή , η απάτη, εγκλήματα κατά της περιουσίας που μοναδικό κίνητρο έχουν την εξάρτηση, η πορνεία (όπου απαγορεύεται). Επίσης στα ΔΘΝ εμπίπτουν και υποθέσεις που αφορούν παραβίασης δικαστικών όρων που οδηγεί σε σύλληψη και εκτέλεση ποινής. Είναι σημαντικό να ειπωθεί ότι σήμερα έχει διευρυνθεί η κλίμακα των εγκλημάτων που μπορούν να υπαχθούν στη διαδικασία των ΔΘΝ αλλά για τη παραπομπή πρέπει κάθε φορά να αποδεικνύεται ότι εξάρτηση είναι η αιτία της συγκεκριμένης εγκληματογένεσης.

Σε αντίθεση με το κλασσικό παράδειγμα του προσδιορισμού εκδίκασης της ποινικής υπόθεσης του χρήστη ή του εξαρτημένου κατηγορούμενου μετά τη πάροδο μεγάλου χρονικού διαστήματος από τη σύλληψη, σε αυτή τη διαδικασία η υπόθεση εξετάζεται πάραυτα και εισάγεται ο δράστης σε θεραπεία (Hora et. al., 1998). Στην ποινική διαδικασία των ΔΘΝ, ο δικαστής, ο εισαγγελέας, ο κατηγορούμενος, ο δικηγόρος του ή δικηγόρος που έχει οριστεί μέσω νομικής αρωγής μαζί με τον επιβλέποντα θεραπευτή, συναντώνται εβδομαδιαίως πριν την συνεδρίαση του δικαστηρίου προκειμένου να αξιολογήσουν ως ομάδα, τη πορεία του θεραπευόμενου (Cooper et.al., 2010).

Η θεραπεία στο πρόγραμμα είναι καθημερινή, υπάρχουν εβδομαδιαίες εμφανίσεις στο δικαστήριο, διεξάγεται εβδομαδιαία ανάλυση ούρων προκειμένου να διαπιστωθεί εάν έχει γίνει χρήση ή όχι (η συχνότητα καθορίζεται σύμφωνα με το θεραπευτικό πρόγραμμα και αφορά σε τυχαίες ημέρες της εβδομάδος), ενώ ελέγχεται και εκτιμάται η «ετοιμότητα» του ατόμου για εργασία ή για σπουδές. Το πρόγραμμα είναι συνήθως διάρκειας δώδεκα μηνών και μπορεί να παραταθεί σε λογικό πλαίσιο. Η διαδικασία της δικαστικής επίβλεψης της θεραπείας ολοκληρώνεται είτε με την αποφοίτηση του θεραπευόμενου είτε με την διακοπή της θεραπείας και την επιβολή ποινής από το ποινικό δικαστήριο. Προκειμένου να διακοπεί η θεραπεία θα πρέπει να διαπιστωθεί ότι επανειλημμένα παραβιάζονται οι όροι του θεραπευτικού συμβολαίου και οι τιμωρίες που έχουν επιβληθεί σε συνδυασμό με τις προτρεπτικές παρεμβάσεις του δικαστή δεν επαναφέρουν στον θεραπευμένο στο πρόγραμμα (Department of Justice Canada Report, 2009, Cooper et.al., 2010, Queensland Review, 2016, Rossman et.al., 2011).

H διάρκεια της θεραπείας ορίζεται σε κάθε ΔΘΝ με άξονα το μοντέλο της θεραπευτικής κοινότητας που έχει αναλάβει τη θεραπεία και σύμφωνα με την ατομική αξιολόγηση του κατηγορουμένου. Στην μελέτη Queensland Review (2016), σχετικά με την διάρκεια και την εντατικότητα της θεραπείας, αναφέρεται ότι η θεραπεία δεν μπορεί να είναι διάρκειας μικρότερης από ενενήντα ημέρες. Ειδικά δε, για όσους συμμετέχουν στο πρόγραμμα μέσω των ΔΘΝ τα πιο ικανοποιητικά αποτελέσματα συνδέονται με την ολοκλήρωση του προγράμματος θεραπείας σε διάστημα μεταξύ 9-12 μηνών κατά την οποία οι συμμετέχοντες λαμβάνουν θεραπεία από 6-10 ώρες κάθε εβδομάδα συμπεριλαμβανομένης, της συμβουλευτικής στην αρχική φάση. Στο Καναδά η διάρκεια του προγράμματος κυμαίνεται μεταξύ οκτώ και δεκαοκτώ μηνών (Department of Justice Canada Report, 2009).

Για τους κατηγορούμενους που ολοκληρώνουν το πρόγραμμα της θεραπείας με δικαστική επίβλεψη άλλοτε αποσύρονται οι κατηγορίες τους υπό όρους και άλλοτε μειώνονται οι ποινές τους ή δεν εκτίουν ποινή εγκλεισμού σε σωφρονιστικό κατάστημα (Belenko, 1998, Rossman et.al. 2011). Στα Καναδικά ΔΘΝ μετά την επιτυχή ολοκλήρωση του προγράμματος δεν επιβάλλεται ποινή του εγκλεισμού (Department of Justice Canada Report, 2009). Ως επί το πλείστον στα ΔΘΝ αποφεύγεται ο εγκλεισμός μετά την επιτυχή  περάτωση του προγράμματος και επιβάλλονται εναλλακτικοί τρόποι ειδικά εάν απαιτείται ρητά από τη βαρύτητα του αδικήματος (Cooper et.al., 2010).

 

Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗ

Το μοντέλο του ΔΘΝ ενσωματώνει έναν πιο ενεργό ρόλο για τον δικαστή, ο οποίος εκτός από το να προεδρεύει στα νομικά και διαδικαστικά ζητήματα της υπόθεσης, λειτουργεί ως άτομο που ως ρόλο έχει την ενίσχυση της θετικής συμπεριφοράς των κατηγορουμένων υπό θεραπεία. Αν και ο δικαστής έχει κυρίαρχο ρόλο στη διαδικασία του ΔΘΝ δεν δύναται να παραβλεφθεί ότι τα ΔΘΝ λειτουργούν ως ομάδα. Ο δικαστής, ο εισαγγελέας τόσο ο επαρχιακός όσο και ο ομοσπονδιακός (όπου προβλέπεται), η υπεράσπιση και ο θεραπευτής, συνεργάζονται για να βοηθήσουν τους κατηγορούμενους αφενός να ξεπεράσουν τα προβλήματα που σχετίζονται με την εξάρτησή τους αφετέρου να είναι σε θέση με τη πάροδο του χρόνου και ενώ είναι στο θεραπευτικό μοντέλο να επιλύσουν άλλα ζητήματα που σχετίζονται με την εργασία, τα οικονομικά και την οικογένεια (Belenko, 1998, Rossman et.al., 2011)

O δικαστής παίζει κρίσιμο ρόλο στη σχέση που θα αναπτυχθεί μεταξύ των συμμετεχόντων στη ομάδα του ΔΘΝ. Επιβλέπει τη θεραπεία αλλά στοχεύει παράλληλα στην επίλυση τυχόν προβλημάτων μεταξύ των θεραπευτών και των λειτουργών της δικαιοσύνης. Έχει μέλημα πώς τυχόν «απείθιες-παραπτώματα» του θεραπευόμενου και μη υπακοή του στους όρους του θεραπευτικού συμβολαίου μπορούν να γίνουν διαχειρίσιμες. Ως παράπτωμα σύμφωνα με το θεραπευτικό συμβόλαιο που έχει υπογράψει ο θεραπευόμενος αναφέρεται ενδεικτικά η μη εμφάνιση στη ορισμένη συνάντηση με το θεραπευτή ή μη λήψη ούρων για εξέταση ή άλλες περιπτώσεις που σηματοδοτούν κίνδυνο επαναφοράς στη χρήση (relapse) (Belenco, 1998). Σε αυτές τις περιπτώσεις, όπως προέκυψε από τη συμμετοχική παρατήρηση στην έρευνα στο Καναδά, ο δικαστής προσπαθεί να γεφυρώσει τις αντιλήψεις των μερών της ομάδος προς όφελος της διαδικασίας και του θεραπευόμενου δίνοντας παράλληλα το μήνυμα της υπεύθυνης και συγκροτημένης επίβλεψης της διαδικασίας

Ως προς την αναγκαιότητα της τακτικής παρουσίασης του θεραπευόμενου ενώπιον του δικαστή, διαπιστώθηκε (NDCI,2004), ότι οι θεραπευόμενοι υψηλού κινδύνου (high risk offenders) που (1) είχαν αντικοινωνική διαταραχή της προσωπικότητας (APD) ή (2) είχαν προηγουμένως αποτύχει σε θεραπεία εξάρτησης από τα ναρκωτικά, η θεραπεία τους πραγματοποιήθηκε ουσιαστικά καλύτερα στο ΔΘΝ, όπου έπρεπε να παρακολουθήσουν συχνές ακροάσεις ενώπιον του δικαστή. Οι παραβάτες μειωμένου κινδύνου (lower risk offenders) είχαν καλύτερη επίδοση με λιγότερη εντατική δικαστική εποπτεία και λιγότερες εμφανίσεις ενώπιον του δικαστή, ενώ οι παραβάτες υψηλότερου κινδύνου (higher risk offenders) είχαν καλύτερη απόδοση με πιο εντατική εποπτεία. Οι συμμετέχοντες δε, με προηγούμενο ιστορικό θεραπείας της εξάρτησης είχαν πολύ καλύτερη επίδοση στη θεραπεία όταν ήταν υποχρεωμένοι να παρακολουθήσουν δικαστικές ακροάσεις μια ή δυο φορές την εβδομάδα αντί όταν και όποτε χρειαζόταν. Οι δε θεραπευόμενοι πιστώνουν την επιτυχία τους στο θεραπευτικό πρόγραμμα στις αλληλεπιδράσεις τους με τον δικαστή.

Στη βίβλο για τους δικαστές των ΔΘΝ (Drug Court Judicial Benchbook) προσδιορίστηκαν εννέα κυρίαρχα και απαραίτητα χαρακτηριστικά για το δικαστή του ΔΘΝ, ο οποίος ηγείται μεταξύ ίσων (is a leader among equals) σε μια διεπιστημονική ομάδα επαγγελματιών (Marlowe 2011):

  1. Συμμετέχει πλήρως ως μέλος της ομάδας του ΔΘΝ, δεσμεύοντας τον εαυτό του στο πρόγραμμα, στην αποστολή, στους στόχους και στις εργασίες ώστε να εξασφαλίσει την επιτυχία τους.
  2. Ως μέρος της ομάδας, ο δικαστής συμβουλεύει πάντα με στόχο την αποτελεσματικότητα και επιβάλει κυρώσεις για τη μη συμμόρφωση με το πρόγραμμα.
  3. Είναι γνώστης γενικά του εθισμού, του αλκοολισμού και της φαρμακολογίας και εφαρμόζει αυτή τη γνώση του για την επιτυχή έκβαση του προγράμματος.
  4. Έχει γνώσεις σχετικά με το φύλο, την ηλικία και τα πολιτιστικά θέματα που μπορούν να επηρεάσουν την επιτυχία του κατηγορούμενου στη θεραπεία.
  5. Ο σχεδιασμός του περιλαμβάνει όλους τους απαραίτητους οργανισμούς και ενδιαφερόμενους φορείς και συνεργάζεται για τον συντονισμό αποτελεσματικών καινοτόμων λύσεων.
  6. Γίνεται υποστηρικτής του προγράμματος, χρησιμοποιώντας τον ηγετικό του ρόλο στη κοινότητα ώστε να συμβάλει στην ανάπτυξη του προγράμματος.
  7. Καθοδηγεί αποτελεσματικά την ομάδα ώστε να αναπτύξει όλα τα πρωτόκολλα και τις διαδικασίες του προγράμματος.
  8. Έχει επίγνωση του αντίκτυπου που έχει η κατάχρηση ουσιών στο δικαστικό σύστημα, στη ζωή των παραβατών, στις οικογένειές τους και στη κοινωνικό σύνολο εν γένει
  9. Συμβάλλει στην εκπαίδευση των συναδέλφων, και δικαστικών αρχών σχετικά με την αποτελεσματικότητα των ΔΘΝ.

Η Αμερικάνικη Ένωση Δικαστών (AJA) η οποία έχει μέλη δικαστές από Αμερική και Καναδά, βασιζόμενη στις έρευνες που διεξήχθησαν στην Αμερική (MacKenzie, 2016) στα ΔΘΝ και ειδικά ως προς το ρόλο του δικαστή, προτάσσει τέσσερις αρχές για το δίκαιο χαρακτήρα της διαδικασίας και σχετίζονται με την επιτυχή λειτουργία αυτού του είδους δικαστηρίου, σε όποια χώρα και εάν αυτό λειτουργεί. Σύμφωνα με αυτές:

Πρώτη αρχή ορίζεται η αποκαλούμενη ως «φωνή» (voice). Η αρχή αυτή αφορά στη δυνατότητα του θεραπευόμενου να μιλήσει και να εκθέσει την άποψή του στον δικαστή. Αυτή η δυνατότητα αυξάνει την ικανοποίησή του με τη διαδικασία και παράλληλα επηρεάζει θετικά την επιθυμία των συμμετεχόντων να αποδεχτούν όποια απόφαση του δικαστή. Η συχνή επαφή με το δικαστή και η επικοινωνία μαζί του εδραιώνει την πεποίθηση ότι ενδιαφέρεται για τη πρόοδο της θεραπείας του καθενός (Rossman et.al., 2011). Θεραπευόμενοι σε συνεντεύξεις τους (για την αρχή αυτή), είπαν (MacKenzie, 2016): «Βοηθά, νοιάζεται, θέλει να προχωρήσεις τη ζωή σου μαζί του», «Ο δικαστής … είναι σαν πατέρας με μια έννοια … φαίνεται να ξέρει το παρελθόν σου, τα παιδιά σου, το όνομά σου, εννοώ ότι γνωρίζει πολλές λεπτομέρειες για σένα, θυμάται τι συζήτησε μαζί σου τη τελευταία φορά που σε είδε στο δικαστήριο», «Αν έχεις ένα δικαστή που επιβλέπει αυτό το πρόγραμμα και είναι σταθερός τότε όλοι γνωρίζουμε τι να περιμένουμε, αλλά όταν έχεις πολλούς δικαστές που αλλάζουν στη διαδικασία δεν γνωρίζουν τι έχεις περάσει ή τι συμβαίνει στη ζωή σου», «Όταν έχεις έναν δικαστή είναι σε θέση να παρακολουθήσει τι κάνεις, ένας είναι πάντα καλύτερος από πολλούς γιατί αποκτάς ένα σταθερό σύνδεσμο», «Όταν έχεις ένα προσωπικό ζήτημα είναι ωραίο να το αναγνωρίζει κάποιος ως τέτοιο. Νομίζω ότι ένας δικαστής είναι καλύτερος επειδή αποκτάς μια αναφορά σε αυτόν».

Η ουδετερότητα (neutrality) είναι η δεύτερη αρχή που πρέπει να διέπει τη διαδικασία και αντανακλά δικαιοσύνη. Ο θεραπευόμενος που πιστεύει ότι ο δικαστής είναι αυτός που εξισορροπεί τις δύο πλευρές (θεραπευτή – θεραπευόμενου) αποδέχεται ευκολότερα την απόφαση του δικαστή σε σχέση με κάποιον που πιστεύει ότι ο δικαστής έχει ήδη προαποφασίσει ανεξάρτητα από το θεραπευόμενο (MacKenzie, 2016).

Τρίτη αρχή είναι η αντιμετώπιση του θεραπευόμενου με σεβασμό (respectful treatment) Η αντιμετώπιση του θεραπευόμενου με αξιοπρέπεια καίτοι δημιουργεί το στοιχείο της πολιτισμένης διαδικασίας δεν κρίνεται επαρκής. Επίσης ούτε ο δίκαιος χαρακτήρας της διαδικασίας είναι επαρκής από μόνος του. Στο ΔΘΝ την αίσθηση δικαιοσύνης πρέπει να την βιώνει τόσο ο ίδιος ο θεραπευόμενος όσο και όσοι θεραπευόμενοι παρακολουθούν τη διαδικασία αναμένοντας τη δική τους σειρά εκφώνησης. Το ότι αφενός έχει δικαιώματα και αφετέρου προστατεύονται πρέπει να γίνει αντιληπτό από όλους τους συμμετέχοντες στη διαδικασία. Η ουσιαστική νομιμότητα της διαδικασίας σύμφωνα με τις έρευνες, γεννιέται και ιδρύεται μέσω της ευγενικής συμπεριφοράς του δικαστή που δείχνει σεβασμό στο θεραπευόμενο. Αυτός ο σεβασμός ανταποδίδεται από τον θεραπευόμενο και έτσι επηρεάζεται θετικά η όλη διαδικασία και η συμμόρφωση στις απαιτήσεις του προγράμματος (MacKenzie, 2016).

Ως τέταρτη αρχή ορίζεται η ύπαρξη και λειτουργία αξιόπιστων Αρχών (trustworthy authorities). Με αυτό τον όρο εννοείται ότι οι Αρχές πρέπει να θεωρούνται καλοπροαίρετες, να φροντίζουν και να προσπαθούν ειλικρινά να βοηθήσουν τους υπό θεραπεία κατηγορούμενους. Η εμπιστοσύνη στις Αρχές κτίζεται αφενός όταν οι κατηγορούμενοι ακούγονται και αφετέρου όταν τους επεξηγείται από το δικαστή πώς η απόφασή του αφορά τις προσωπικές τους ανάγκες. Όταν συμβαίνει αυτό δημιουργείται ένα επίπεδο εμπιστοσύνης με αποτέλεσμα ακόμη και εάν η απόφαση του δικαστή δεν είναι σύμφωνα με τη δική τους άποψη είναι πεπεισμένοι ότι τους έχει ακούσει προσεκτικά και έχει αποφασίσει δίκαια (MacKenzie, 2016).

Συγκεκριμένα, από τη συμμετοχική παρατήρηση στο δικαστήριο της πολιτείας Ottawa, διαπιστώθηκε ότι ο δικαστής ο οποίος επιβλέπει την θεραπευτική πορεία του εξαρτημένου, τον συναντά κάθε εβδομάδα στο δικαστήριο, τον ρωτά εάν έχει κάτι να αναφέρει για το σαββατοκύριακο που πέρασε ή εάν έχει κάποιο άλλο περιστατικό που θέλει να καταθέσει για αυτές τις επτά ημέρες που μεσολάβησαν μεταξύ της προηγούμενης εμφάνισής του στο δικαστήριο και της τελευταίας. Σε όλες τις περιπτώσεις όσοι θεραπευμένοι αντιμετώπισαν κάποια δυσκολία την ανέφεραν ανενδοίαστα και συζήτησαν με το δικαστή τι συνέβη και πώς σκοπεύουν να συνεχίσουν. Η προσέγγιση από το δικαστή δεν ήταν ούτε ανακριτικού τύπου, ούτε αδιάφορη ούτε ανέμενε στρατιωτικού τύπου αναφορά εκ μέρους του θεραπευόμενου. Ο δικαστής ακόμη και όταν επέβαλε κάποια τιμωρία λόγω παραβίασης όρου του θεραπευτικού συμβολαίου, δεν είχε εξουσιαστικό ρόλο στη προσέγγισή του. Αυτό το μοντέλο δικαστικής εξουσίας εξέλειπε τόσο στη διαδικασία στο ακροατήριο όσο και στις συναντήσεις πριν το δικαστήριο.

Ας δούμε όμως αυτό το διάλογο σε μια από τις υποθέσεις που παρακολουθήθηκαν. Η προσέγγιση αυτή ήταν σχεδόν πανομοιότυπη σε όλες τις υποθέσεις και από όλους τους δικαστές που προήδρευαν στις δικασίμους που διεξήχθη η έρευνα (τα ονόματα είναι τυχαία).

Δικαστής (Δ) (σε χαρούμενο ύφος): Καλημέρα κύριε Σμιθ, τι κάνετε;

Κατηγορούμενος Σμιθ (Σ): Καλημέρα Δικαστή, είμαι καλά εσείς; (σε χαρούμενο ύφος και ήρεμο);

Δ: Πολύ καλά ευχαριστώ, έχεις κάποιο περιστατικό να αναφέρεις για τις ημέρες που πέρασαν; (σε ήρεμο φιλικό και καλοπροαίρετο ύφος).

Σ: Oχι κυρία Δικαστή δεν έγινε κάτι, όλα κυλούν σε ρουτίνα δεν υπάρχει κάποιο πρόβλημα είμαι καλά.

Θεραπεύτρια (Θ): Πήγε πολύ καλά δεν υπάρχει τίποτα άλλο ν’ αναφερθεί.

Δ: Πολύ ωραία, μπράβο Τζων (Σμιθ), (τους απευθύνει το λόγο με το μικρό τους όνομα) συνέχισε έτσι, θα τα πούμε την άλλη φορά και επειδή τα πήγες εξαιρετικά δικαιούσαι μια κάρτα καφέ (coffee card). Μπράβο (και τον χειροκροτεί ήρεμα και με προτροπή της και οι παρευρισκόμενοι)

Σ: Ευχαριστώ, γεια σας. (ο Τζών, παραμένει στο ακροατήριο μέχρι να τελειώσουν οι υπόλοιπες υποθέσεις).

Εάν στο ιστορικό του θεραπευόμενου υπάρχει δυσκολία στην εργασία του ή σε κάποιο οικογενειακό θέμα η συζήτηση με το δικαστή επεκτείνεται και σε αυτό. Στην περίπτωση που μια νεαρή θεραπευόμενη είχε χωρίσει με τον σύντροφό της, που ήταν εξαρτημένος, ο διάλογος ήταν ο εξής:

Δ: Πώς ήταν η εβδομάδα σου Κάθριν;

Κ: Εντάξει είμαι, αλλά είχα δύσκολο σαββατοκύριακο. Είδα τον πρώην μου που νόμιζα ότι ήταν στο Τορόντο. Μου μίλησε, γύρισα, τον αναγνώρισα και μου κόπηκε η αναπνοή. (ο «πρώην» της Κάθριν είναι εξαρτημένος και έκαναν για χρόνια χρήση μαζί .Η διακοπή της σχέσης μαζί του ήταν στο πλάνο της θεραπείας της).

Δ: Τι έκανες; Κατάφερες να το διαχειριστείς; Πώς είσαι;

Κ.: Προσπάθησα και τον απέφυγα. Ειδικά όταν μου είπε να συναντηθούμε για καφέ κατάφερα και τον απέφυγα. Νομίζω ότι είμαι καλά. Ναι, είμαι καλά το αντιμετώπισα

Δ: Έκανες τη σωστή επιλογή Κάθριν, είπες όχι. Είμαι περήφανη για σένα. Έχει τελειώσει αυτή η ιστορία, έτσι δεν είναι;

Κ: Ναι, είμαι καλά τώρα. Έχει τελειώσει. (Χαμογελά πειστικά).

Θ: Έχει πολύ καλή απόδοση στις ευθύνες της και είναι πολλή θετική.

Δ:Πήγες πολύ καλά και δικαιούσαι μια κάρτα καφέ και να αποχωρήσεις νωρίτερα.

(Χειροκροτήματα)

Οι έρευνες (MacKenzie, 2016, Rossman et.al., 2011), αναδεικνύουν ως τους πιο αποτελεσματικούς δικαστές των ΔΘΝ αυτούς που δείχνουν σεβασμό στο θεραπευόμενο, είναι ενθουσιώδεις, ακούν προσεκτικά, ενδιαφέρονται για τη πορεία του, γνωρίζουν γι’ αυτόν και τη προσωπική του ιστορία, δείχνουν κατανόηση, είναι προβλέψιμοι και δίκαιοι. Η αποτελεσματικότητα επιβεβαιώνεται από το ποσοστό τήρησης της αποχής από την χρήση κατά τη διάρκεια της θεραπείας, της αποφοίτησης από το πρόγραμμα και της μείωση/εξάλειψης της υποτροπής. Παράλληλα συνεντεύξεις με τους θεραπευόμενους επιβεβαίωσαν ότι τα υψηλά ποσοστά επιτυχίας συνδυάζονται με το πρόσωπο του δικαστή (Department of Justice Canada Report, 2009).

 

ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΗΣ ΧΡΗΣΗΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΘΕΡΑΠΕΛΑ ΚΑΙ ΟΙ «ΕΞΥΠΝΕΣ» ΠΟΙΝΕΣ

Όταν κάποιος βρίσκεται υπό την εποπτική διαδικασία του ΔΘΝ, η υποτροπή στην χρήση (relapse) κατά τη διάρκεια της θεραπείας δεν συνιστά αυτόματα λόγο διακοπής του προγράμματος ή άλλως αποβολής του και παραπομπής του κατηγορουμένου στη ποινική διαδικασία για επιβολή ποινής εγκλεισμού. Τα ΔΘΝ αναγνωρίζουν ότι η υποτροπή στη χρήση κατά τη διάρκεια της θεραπείας αποτελεί μέρος της θεραπείας (Department of Justice Canada Report, 2009). Αναγνωρίζουν επίσης ότι η εξάρτηση είναι μια χρόνια και υποτροπιάζουσα ασθένεια και προσπαθούν υπό το πρίσμα αυτό, να κάμψουν την αυστηρότητα της διαδικασίας. Ακόμη και όσοι παρουσιάζουν μη συμμόρφωση με το θεραπευτικό συμβόλαιο, ενθαρρύνονται να μην το εγκαταλείψουν και αυτό συμβαίνει άλλοτε με επαίνους και άλλοτε με κλιμακωτές κυρώσεις (π.χ. αυξημένος αριθμός εξετάσεων ούρων, κοινοτική εργασία, κατ΄ οίκον περιορισμός, συγγραφή μιας εργασίας ή επιστολής απολογίας, χαμηλού ύψους πρόστιμο, αλλαγή των όρων περιορισμού με άλλους, ηλεκτρονική παρακολούθηση), αλλά ο εγκλεισμός στη φυλακή ακόμη και για κάποιο μικρό διάστημα είναι η τελευταία επιλογή (Turner et. al., 2002, Queensland Report, 2016, Cooper et.al., 2010). Οι κυρώσεις σε κάθε περίπτωση έχουν ως στόχο τη πρόληψη και αποτροπή τέλεσης νέου εγκλήματος ενώ στις Η.Π.Α προσδιορίστηκε ότι όταν κάποια ΔΘΝ επέβαλλαν εγκλεισμό στη φυλακή, ως τιμωρία, αυτό συνιστούσε επιλογή που συνδεόταν με τον ορατό κίνδυνο νέας σύλληψης είτε για ναρκωτικά είτε για έγκλημα σχετικό (Rossman et.al., 2011).

Ο δικαστής στο ΔΘΝ δεν «καραδοκεί» να επιβάλλει ποινή ή να κηρύξει την θεραπεία ανεπιτυχή και τον θεραπευόμενο μη ικανό να τηρήσει το θεραπευτικό συμβόλαιο. Δεν πρεσβεύει ότι η εξάρτηση από τις ναρκωτικές ουσίες δεν θεραπεύεται και δεν «αναμένει» να αποδείξει εμπράκτως κάτι τέτοιο. Τουναντίον, είναι σε αυτή τη δικαστική θέση διότι αναγνωρίζει την εξάρτηση ως σοβαρή ασθένεια και ως αιτία εγκλήματος και έχει την ειλικρινή διάθεση να ενθαρρύνει τη συνέχιση της θεραπείας, ενώ δεν ξεχνά να υπενθυμίζει με «έξυπνες» τιμωρίες (smart sanctions) ότι υπάρχει ο κίνδυνος παραπομπής στο ποινικό δικαστήριο, εάν ο θεραπευόμενος δεν σκοπεύει να ακολουθήσει τελικά, τους όρους του θεραπευτικού συμβολαίου.

Όλες οι παραπάνω έρευνες αλλά και ο τρόπος λειτουργίας του ΔΘΝ, επιβεβαιώνουν ότι η ενημέρωση του δικαστηρίου για τυχόν παραβιάσεις του θεραπευτικού συμβολαίου λαμβάνει χώρα στις μη δημόσιες συναντήσεις της ομάδος πριν τις ακροάσεις (pre-trial meetings). Ο θεραπευτής είναι αυτός που ενημερώνει για την πορεία είτε αυτή είναι ομαλή είτε παρουσιάζει ανησυχίες.

Προκειμένου να γίνει κατανοητό αυτό, στην υπόθεση του Bill (τυχαίο όνομα), η θεραπεύτρια στη συνάντηση της ομάδος πριν το δικαστήριο (Αύγουστος 2017, Ottawa DTC) ανέφερε:

Θεραπεύτρια (Θ): Έχει (ο θεραπευόμενος) μια αγωνιώδη συμπεριφορά, μοιάζει να υπεκφεύγει, χθες δεν μπορούσε να ουρήσει για το τεστ, έχει χάσει βάρος, νομίζω ότι έχουμε «κόκκινες σημαίες» (red flags).

Δικαστής (Δ): Δεν είμαι σίγουρη ότι μας λέει την αλήθεια. Μήπως να δούμε το θέμα των ποινών; (εννοεί, των προβλεπομένων από τη διαδικασία του ΔΘΝ).

Εισαγγελέας (Ε): Θα πρότεινα δέκα ώρες κοινοτικής εργασίας.

Δ: Είναι πολλές, ίσως οκτώ ημέρες είναι αρκετές.

Θ: Είναι χειριστικός με το σύστημα. Εάν επιβληθεί κοινοτική εργασία θα είναι σα να τη «γλίτωσε». Προτείνουμε ανάκληση των όρων του. Ήταν καλά πριν τις 4 Ιουλίου 2017. Δεν ούρησε στις 4 Ιουλίου και κατόπιν «ξέφυγε».

Δ: Δεν έχουμε όμως απόδειξη ότι έκανε χρήση.

Ε: Ήταν χειριστικός με το τελευταίο τεστ ούρων.

Δ: Παρουσιάζει ίδιο τρόπο αντίδρασης με τότε που «ξέφυγε» πάλι αλλά δεν έχουμε αποδείξεις. Το να μην ουρήσει δεν αποδεικνύει ότι έκανε χρήση.

Ε: Ίσως τότε είναι προτιμότερο να προειδοποιηθεί ότι επίκειται ανάκληση των όρων του.

Να σημειωθεί ότι καθ’ όλη τη διάρκεια της συνάντησης διαπιστώθηκε, (όπως και σε συναντήσεις με άλλο δικαστή και άλλο θεραπευτή σε άλλη δικάσιμο), ότι η συνομιλία λάμβανε χώρα σε απόλυτα ήρεμο και συνεργατικό πνεύμα που έδειχνε ενδιαφέρον και ειλικρινή ανησυχία για την υπόθεση του θεραπευόμενου. Τα μέλη της ομάδος είχαν απόλυτη διάθεση εύρεσης συναινετικής λύσης και δεν επέμεινε κάποιος στο ότι «αφού προσπαθεί εξαπατήσει τους θεραπευτές θα τον τιμωρήσουν παραδειγματικά». Ας δούμε όμως τι ακολούθησε στη διαδικασία (την ίδια ημέρα) στην αίθουσα του δικαστηρίου.

Δ: Καλημέρα Bill, τι κάνεις;

Β. Καλημέρα. Θα ήθελα να πω ότι χθες δεν κατάφερα να ουρήσω για το τεστ, βρέθηκα σε μια κατάσταση που ένοιωθα φοβισμένος. Απολογούμαι για αυτό που έγινε αλλά δεν είχα σκοπό να το κάνω.

Δ: Μήπως συμβαίνει κάτι;

Β. Όχι.

Θ: Δεν έδωσε δείγμα για τεστ ούρων. Συμπλήρωσε όμως τις κοινοτικές ώρες εργασίας του επιτυχώς.

Δ: Σου είχε επιβληθεί (ως ποινή) να κάνεις μια εργασία, η οποία αφορούσε στο να περιγράψεις τι κάνεις κάθε μέρα (daily chart).

B: Ναι το έκανα αλλά είναι πολύ μικρό κείμενο (παραδίδει ένα μικρό χαρτί στη Δικαστή).

Δ: Απ΄ ότι βλέπω, δεν έχεις καταβάλει κάποια σημαντική προσπάθεια για αυτό το κείμενο, δεν έχεις περιγράψει όπως όφειλες, τη κάθε ημέρα σου. Ανησυχώ για εσένα Bill, βλέπω «κόκκινες σημαίες». Είσαι πράγματι σίγουρος ότι μου λες όλη την αλήθεια;

Β: Δεν κρατώ κάποιο μυστικό.

Δ: Εάν δεν είσαι ειλικρινής, αυτό συνιστά μια πράξη εκ μέρους σου (η δικαστής είναι πολύ ήρεμη αλλά δείχνει σαν να γνωρίζει κάτι που δεν της ομολογεί ο Bill).

Εισαγγελέας (Ε): Δεν έχει δώσει δείγμα ούρων ούτε το Μάιο, ούτε στις 4 Ιουλίου και όταν δεν γίνονται αυτές οι εξετάσεις ξεκινάμε κάθε φορά νέα μέτρηση-αξιολόγηση. (Εννοεί για να βρεθεί η «καθαρή μέρα» απ την οποία θα ξεκινήσουν να μετρούν πόσες «καθαρές μέρες» έχει συμπληρώσει για την ολοκλήρωση του προγράμματος ή την επόμενη φάση.) Δεν θα βγει ποτέ από εδώ, δεν θα ολοκληρώσει, μοιράζομαι την έγνοια της δικαστή και προτείνω ανάκληση των όρων για μια ημέρα

Δικηγόρος υπεράσπισης (ΔΥ): Καθ’ όλη την εβδομάδα ήταν πάντα στην ώρα του για την θεραπεία και έχει πρόβλημα με την ουροδόχο κύστη του. Δεν μπορεί εύκολα να ουρήσει (shy bladder). Η τιμωρία της κοινοτικής εργασίας και όχι αυτή της ανάκλησης των όρων, είναι η καλύτερη λύση σε αυτή τη περίπτωση.

Δ: Γνωρίζεις Βill, ότι το να μην κάνεις το τεστ της ανάλυσης είναι σοβαρό παράπτωμα. Περισσότερη κοινοτική εργασία θα ήταν βοηθητική αλλά σίγουρα θέλουμε ένα δείγμα ούρων για ανάλυση. (Η δικαστής δείχνει πολύ σκεπτική και προβληματισμένη αλλά και αποφασιστική να δώσει τέλος σε αυτό που έχει χαρακτηριστεί από την ομάδα ως «χειραγώγηση του συστήματος» εκ μέρους του Βill.)

Β. Είμαι πολύ αγχωμένος αυτή τη στιγμή (έχει κοκκινίσει και ιδρώσει). Νομίζω ότι θα τα παρατήσω.

Δ: Ξέρεις, είμαι ευχαριστημένη που για αρκετό καιρό τώρα είσαι στην ώρα σου για θεραπεία αλλά εάν φύγεις από το πρόγραμμα δεν θα ξεκινήσεις από την πρώτη φάση (εννοεί ότι θα τον παραπέμψει στη ποινική διαδικασία και ότι δεν θα του επιβάλλει να ξεκινήσει πάλι πρόγραμμα).

Β: Δεν κατάφερα να ουρήσω δεν μπορώ να σκεφτώ ότι κινδυνεύω τώρα να με στείλετε πίσω στη φυλακή. Δεν πάω πίσω στη φυλακή (είναι εξαιρετικά στρεσαρισμένος, έχει νοιώσει τη πίεση και είναι ορατό σε όλους τους παρευρισκόμενους).

Δ: Εάν σου πω να κάνεις οκτώ ώρες κοινοτικής εργασίες μέχρι την επόμενη Τετάρτη θα το κάνεις;

Β: Ναι σύμφωνοι (Thats a deal). (Ο Bill πηγαίνει στο τελευταίο έδρανο των καθισμάτων της αίθουσας, είναι κόκκινος, έχει ιδρώσει, κάθεται στο κάθισμα εξαιρετικά ανήσυχος και βγάζει το φούτερ του παραμένοντας με μια μπλούζα με κοντό μανίκι, ενώ δεν κάνει ζέστη. Οι υπόλοιποι θεραπευόμενοι που είναι στην αίθουσα γυρίζουν και τον κοιτούν. Αυτός δεν κινείται ούτε αντιδρά στα βλέμματα. Έχει καταλάβει ότι αυτή τη φορά γλίτωσε τη φυλακή αλλά δεν μπορεί να συνεχίσει να «παίζει»).

Είναι άξιο παρατήρησης ότι αυτό που είχε ήδη συζητηθεί στη συνάντηση της ομάδος πριν την δικαστική ακρόαση έλαβε χώρα στο ακροατήριο, όμως ο υπό θεραπεία ένοιωσε τη πίεση και τη νοιώσαμε και όσοι παρακολουθούσαμε στην αίθουσα.

Είναι φανερό ότι ο δικαστής για την επιλογή και επιβολή των «έξυπνων» ποινών εξατομικεύει κατά περίπτωση σύμφωνα με το ιστορικό του θεραπευόμενου και διατηρεί τη ευελιξία ως κλειδί επιτυχίας για την ολοκλήρωση του προγράμματος. Έχει αναδειχθεί ότι οι δικαστές που είναι ευέλικτοι όταν ακολουθούν μια γνωστή δομή κυρώσεων είναι σχεδόν δυόμισι φορές πιο πιθανό να μειώσουν την υποτροπή σε σύγκριση με τους δικαστές που ακολουθούν μια άκαμπτη δομή κυρώσεων (MacKenzie, 2016).

Παράλληλα εκτός από το εύρος επιλογής τιμωριών, οι οποίες ακόμη και όταν επιβάλλονται η ενθάρρυνση από το δικαστή για τη συνέχιση του προγράμματος είναι ουσιαστική και εκφράζεται ρητά, υπάρχει και ένα αντίστοιχο εύρος επαίνων για την καλή πρόοδο των θεραπευομένων. Οι έπαινοι μπορεί να περιλαμβάνουν κάρτες καφέ, κουπόνια, ανακοίνωση της υπόθεσης πρώτης στο δικαστικό πινάκιο και αναχώρηση νωρίτερα από την αίθουσα, αναγνώριση νέας κατάταξης στη βαθμίδα προόδου (elite, star elite κλπ), μείωση των εμφανίσεων για ακρόαση της υπόθεσης. Οι έπαινοι καθορίζονται από το κάθε ΔΘΝ και συνδέονται με την θεραπευτική πρόοδο του θεραπευομένου. (Cooper et al., 2010) Παράλληλα πρέπει να σημειωθεί ότι κάθε φορά που ο δικαστής εκφράζει χωρίς ενδοιασμούς την ικανοποίησή του, αυτό έχει αντίκτυπο στους παρευρισκόμενους στο ακροατήριο που αναμένουν τη σειρά εκφώνησης της υπόθεσης τους και που δεν βρίσκονται πάντα στην ίδια φάση του προγράμματος.

 

Η ΑΠΟΦΟΙΤΗΤΗΣΗ ΑΠΟ ΤΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΚΑΙ Η ΥΠΟΤΡΟΠΗ

Η αποφοίτηση είναι μια διαδικασία που λαμβάνει χώρα στην αίθουσα του δικαστηρίου και ο απόφοιτος του θεραπευτικού προγράμματος που ολοκλήρωσε το πρόγραμμα με δικαστική επίβλεψη, καλείται πρώτος απ’ όσους συμμετέχοντες είναι στο ίδιο δικαστήριο για την υπόθεσή τους. Στην περίπτωση του (T) αλλά και σε άλλη που παρακολουθήθηκε, συνέβη κάτι παρόμοιο με αυτό που περιγράφεται παρακάτω. Έχει επιλεγεί να παρουσιαστεί μια υπόθεση η οποία αφορούσε σε σοβαρό έγκλημα κατά τη καναδική νομοθεσία, διακεκριμένη περίπτωση, και συγκεκριμένα σε πώληση ναρκωτικών από τελειόφοιτο μαθητή στους συμμαθητές του στο χώρο του σχολείου. Σε αυτή τη περίπτωση καίτοι το έγκλημα ήταν πολύ σοβαρό με επαπειλούμενη ποινή εγκλεισμού, η Εισαγγελία από κοινού με τη Δικαστή αποφάσισαν να δώσουν την ευκαιρία της θεραπείας στον κατηγορούμενο, που αιτήθηκε να διεξαχθεί η διαδικασία ενώπιον ΔΘΝ αντί ενώπιον του ποινικού δικαστηρίου. Ο αιτιολογικός λόγος βρίσκει έρεισμα στην ηλικία του, των 17 ετών σε συνδυασμό με την εξάρτησή του, που ήταν η αιτία του εγκλήματος και στην επιθυμία απεξάρτησής του. Ο νεαρός ολοκλήρωσε το πρόγραμμα σε εννέα μήνες, διάστημα το οποίο κρίθηκε ως «χρόνος ρεκόρ» ενώ παράλληλα είχε ολοκληρώσει με επιτυχία μια σειρά από παράπλευρα προγράμματα που είχε συστηθεί από τους θεραπευτές του.

Ας δούμε την αποφοίτηση: Στην αίθουσα του δικαστηρίου νεαρός με βαμμένα στη μια πλευρά τα μαλλιά του μπλε και νεαρή με βαμμένα μαλλιά μωβ στην άλλη πλευρά, κάθονται στα έδρανα Ο νεαρός κρατά στα χέρια ένα skateboard. Εμφανίζεται η Δικαστής και ανακοινώνει το όνομά του πρώτο.

Δ. Καλημέρα Τζών (τυχαίο όνομα) τι κάνεις;

Τ (Τζών): Καλημέρα είμαι πολύ καλά. Εσείς πως είστε;

Δ. Είμαι πολύ καλά και χαίρομαι που σήμερα αποφοιτείς από το πρόγραμμα. Είχες εκπληκτική πρόοδο και τελείωσες σε εννέα μήνες, χρόνος ρεκόρ. Συγχαρητήρια. (χειροκροτήματα)

Τ. Σας ευχαριστώ πολύ. Ναι, πράγματι τελείωσα.

Η προϊσταμένη της θεραπευτικής κοινότητας λαμβάνει το λόγο, τον συγχαίρει για τη πρόοδο και αναφέρει τις ώρες που παρακολούθησε επιτυχώς τα παράλληλα προγράμματα και της συμπεριφορικής αλλαγής, τον επευφημεί, τον αγκαλιάζει και τον χειροκροτεί μαζί με τους υπόλοιπους. Το ίδιο κάνει και η προσωπική του θεραπεύτρια αμέσως μετά, η οποία δίνει ένα παλιό νόμισμα μεταλλικό (χωρίς οποιαδήποτε αξία) σε κάποιον στη πρώτη σειρά και ζητάει να περάσει από τα χέρια όλων και ο καθένας μας να ευχηθεί μια καλή ευχή για τον Τζων. Αυτό γίνεται και του το παραδίδει αγκαλιάζοντας τον, εμφανώς συγκινημένη.

Κατά τη διάρκεια αυτής της διαδικασίας έχει ανοίξει η πόρτα πίσω από την έδρα της Δικαστή και η Προϊσταμένη δικαστής των ΔΘΝ διασχίζει την αίθουσα και κάθεται στα έδρανα ανάμεσα στους παρευρισκόμενους. Μετά τη θεραπεύτρια, σηκώνεται και από τη θέση της και λέει: «Τζων, δεν θα μπορούσα ποτέ να απουσιάζω από αυτή τη μεγάλη στιγμή! Μαζί ξεκινήσαμε και πάλεψες πολύ και τώρα είσαι εδώ. Θέλω να σε αγκαλιάσω και να σου πω μπράβο. Χαίρομαι που επένδυσα σε εσένα και απέδειξες το στοίχημα αυτό. Μπράβο» (τον αγκαλιάζει και τον φιλά ενώ όλοι χειροκροτούν σε κλίμα ειλικρινούς συγκίνησης). Η ίδια κάθεται πάλι στη θέση της και δεν αποχωρεί.

Τότε, η Ομοσπονδιακή εισαγγελέας σηκώνεται προκειμένου να διαβάσει ένα κείμενο που έγραψε για αυτόν. Τίτλος του κειμένου: «Χαμαιλέων». Παρατίθενται αποσπάσματα της ομιλίας:

«Ο χαμαιλέων αλλάζει χρώμα αλλά δεν αναφέρομαι, όπως θα σκεφτόταν κάποιος, στο χρώμα των μαλλιών σου αλλά στην ικανόνητά σου να δώσεις εντολή στον εγκέφαλό του να αλλάξει, όπως κάνει το ερπετό αυτό. [….] Παρόλο που «έπεσες» και τιμωρήθηκες, που έχασες το status σου κατάφερες και επανέκαμψες επιτυχώς. Και ήταν με πολλή σκληρή δουλειά. [….] Πωλούσες ναρκωτικά σε παιδιά στο σχολείο αλλά ξέρεις τώρα που μπορείς να τους οδηγήσεις αυτό. [….] Μπορείς πια να στηριχτείς στα πόδια σου που είναι εξαιρετικά ευέλικτα και ιδιαίτερα όπως του χαμαιλέοντα που πιάνεται σε στενά κλαδιά. Όταν διασχίζεις την οδό Elgin με τη σανίδα του, σε βλέπω που μένεις όρθιος στο σωστό δρόμο. Συγχαρητήρια Τζων.» (Τον αγκαλιάζει και τον φιλά).

Κατόπιν η δικαστής της έδρας κατεβαίνει από τη θέση της, διασχίζει την αίθουσα και παραδίδει στον Τζων το «μετάλλιο ελευθερίας», τον αγκαλιάζει με τη σειρά της, τον φιλά και τον συγχαίρει πάλι. Επιστρέφοντας στην έδρα και επειδή εκ του νόμου έπρεπε να επιβληθεί ποινή λόγω της βαρύτητας του αδικήματος, επέβαλλε ένα έτος ποινής με όρους στη κοινότητα.

Τις αποφοιτήσεις παρακολουθούν όλοι οι συμμετέχοντες στο πρόγραμμα και το μήνυμα είναι για όλους το ίδιο: Η απεξάρτηση είναι πολύ δύσκολη αλλά μπορούν να τα καταφέρουν.

 

ΥΠΟΤΡΟΠΗ

Τα ΔΘΝ από την ίδρυσή τους (1989) μέχρι σήμερα έχουν σημειώσει θετικά αποτελέσματα σε σχέση με την ποινική υποτροπή. Η υποτροπή εξετάζεται σε δύο στάδια, κατά τη διάρκεια του προγράμματος και μετά την ολοκλήρωσή του. Ως προς τα ποσοστά νέας σύλληψης κατά τη διάρκεια του προγράμματος, οι αξιολογήσεις διαπιστώνουν ότι η εγκληματική συμπεριφορά μειώθηκε σημαντικά τόσο κατά τη διάρκεια της συμμετοχής στο πρόγραμμα όσο και μετά την επιτυχή ολοκλήρωση του προγράμματος. Συνεπώς και στα δύο επίπεδα τα ποσοστά υποτροπής είναι σημαντικά χαμηλότερα (Belenko, 1998, Finigan, Carey and Cox, 2007, Department of Justice Canada Report, 2009, Rossman et.al., 2011, Queensland Review, 2016). Κατά τη διάρκεια του προγράμματος, ο συνδυασμός θεραπείας, επαναλαμβανομένων εξετάσεων ούρων, τακτικής ακρόασης ενώπιον του δικαστή, συνεχούς κατάρτισης της ομάδος του ΔΘΝ και κοινωνικής υποστήριξης, παρουσίασε σημαντική μείωση της υποτροπής. Χαρακτηριστικά μια έρευνα ανέδειξε ότι ενήλικοι αποφοιτήσαντες από ΔΘΝ, σε ποσοστό μέχρι 75% δεν «ξαναβλέπουν χειροπέδες» (MacKenzi, 2016).

Στην έρευνα (Cooper et.al.,2010) αναδείχτηκε ότι η αποφοίτηση από τα ΔΘΝ και η μη υποτροπή είχαν σημαντικά υψηλά ποσοστά ενώ παράλληλα οι αποφοιτήσαντες από προγράμματα ΔΘΝ είχαν υψηλότερα ποσοστά μη υποτροπής σε σχέση με όσους ολοκλήρωσαν τη θεραπεία χωρίς δικαστική επίβλεψη. Έρευνες μετα-ανάλυσης επίσης επιβεβαιώνουν ότι τα ΔΘΝ μειώνουν την εγκληματικότητα και τη χρήση των ναρκωτικών (Marlowe, 2011). Το ζήτημα δε, του κόστους των ΔΘΝ σχετίζεται με το ύψος της ποινής που θα επιβαλλόταν από το ποινικό δικαστήριο. Έτσι εάν υποτεθεί ότι οι συμμετέχοντες σε ΔΘΝ δεν διαπράξουν νέο αδίκημα το κόστος του ΔΘΝ είναι 70% χαμηλότερο σε σύγκριση με δύο χρόνια εγκλεισμού. (Department of Justice Canada Report, 2009). Παράλληλα, αξιολογώντας το κοινωνικό όφελος των ΔΘΝ ανεδείχθη ότι οι δράστες επανέρχονται στη κοινότητα παραγωγικοί και κατά συνέπεια τόσο ο μη εγκλεισμός τους όσο και η μη διάπραξη νέου εγκλήματος που σηματοδοτεί εγκλεισμό μειώνει το κόστος της φυλάκισης ενώ η εμπιστοσύνη της κοινωνίας στο θεσμό των ΔΘΝ αυξάνεται (Cooper et.al.,2010).

 

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

Τα ΔΘΝ όπως εφαρμόζουν τη θεραπευτική δικαιοσύνη παρουσιάζουν αποτελεσματική αντιμετώπιση του προβλήματος της εξάρτησης από τα ναρκωτικά και μειώνουν ή εξαλείφουν την υποτροπή του ατόμου που συνδέεται αιτιωδώς με την ασθένεια της εξάρτησης. Η θεραπεία του αιτίου της εγκληματικότητας είναι η μόνη απάντηση στο πόλεμο κατά των ναρκωτικών και στη συναφή αύξηση της εγκληματικότητας. Η καθυστέρηση ίδρυσης τέτοιων δικαστηρίων στην εγχώρια έννομη τάξη δεν βρίσκει πλέον έρεισμα. Οι έρευνες από το 1989 μέχρι σήμερα επιβεβαιώνουν συνεχώς την επιτυχή λειτουργία τους. Δεν απομένει παρά να μελετηθεί άμεσα το ελληνικό δικονομικό σύστημα σε συνδυασμό με το Νόμο περί εξαρτησιογόνων ουσιών ώστε να προβούμε στην ίδρυσή τους. Τυχόν ενδοιασμός των αρμόδιων φορέων όχι μόνο στερείται επιστημονικής βάσης αλλά αποκαλύπτει καθολική άρνηση της διεπιστημονικής προσέγγισης του προβλήματος των ναρκωτικών.

 

 

Παραπομπές

  1. Bean, P., 2002. Drug treatment courts, British style: The drug treatment court movement in Britain.Substance use & misuse, 37(12-13), pp.1595-1614.
  2. Belenko, S., 1998. Research on drug courts: A critical review. National Drug Court Institute Review,1(1), pp.1-42.
  3. Blagg, H., 2008. Problem-oriented courts. Law Reform Commission of Western Australia, Research Paper.
  4. Cooper, C.S., Franklin, B. and Mease, T., 2010. Establishing drug treatment courts: Strategies, experiences and preliminary outcomes. Volume one: Overview and survey results.
  5. Cox, B.A., 2007. The Impact of a Mature Drug Court Over 10 Years of Operation: Recidivism and Costs–Final Report.
  6. Department of Justice Canada, 2009. Drug Treatment Court Funding Program Summative Evaluation. Final Report. Available at: http://www.justice.gc.ca/eng/rp-pr/cp-pm/eval/rep-rap/09/dtcfp-pfttt/dtcfp.pdf
  7. Finigan, M., Carey, S. and Cox, A., 2007. The impact of a mature drug court over 10 years of operation: Recidivism and costs. Portland, OR: NPC Research.
  8. Freiberg, A., Payne, J.L., Gelb, K.R., Morgan, A. and Makkai, T., 2016. Drug and Specialist Courts Review. Available at:

http://www.courts.qld.gov.au/__data/assets/pdf_file/0004/514714/dc-rpt-dscr-final-full-report.pdf

  1. Hora, P.F., Schma, W.G. and Rosenthal, J.T., 1998. Therapeutic jurisprudence and the drug treatment court movement: Revolutionizing the criminal justice system’s response to drug abuse and crime in America.Notre Dame L. Rev.,74, p.439.
  2. http://www.iadtc.com/board.htm
  3. King, M., Freiberg, A., Batagol, B. and Hyams, R., 2014. Non-adversarial justice. Federation Press.
  4. MacKenzie, B., 2016. The Judge Is the Key Component: The Importance of Procedural Fairness in Drug-Treatment Courts. Rev., 52, p.8.
  5. Marlowe, D., 2011. The drug court judicial benchbook.
  6. National Drug Court Institute (NDCI),2004. IV, Issue 2. Available at: https://www.ndci.org/resources/publications-resources/drug-court-review/2004-p/
  7. National Institute on Drug Abuse (NIDA) 2009,.Principles of Drug Addiction Treatment: A Research-Based Guide (Third Edition). NIH Publication No. 12–4180. Available at: https://www.drugabuse.gov/publications/principles-drug-addiction-treatment-research-based-guidethird-edition/preface
  8. Public Prosecution Service of Canada,2014. Drug Treatment Courts. Available at: http://www.ppsc-sppc.gc.ca/eng/pub/fpsd-sfpg/fps-sfp/tpd/p6/ch01.html
  9. Queensland Drug and Specialist Courts Review. Final Report (2016) Available at: http://www.courts.qld.gov.au/__data/assets/pdf_file/0004/514714/dc-rpt-dscr-final-full-report.pdf
  10. Rossman, S.B., Roman, J.K., Zweig, J.M., Rempel, M., Lindquist, C.H., Willison, J.B., Downey, P.M. and Fahrney, K., 2011. The multi-site adult drug court evaluation: Study overview and design. Washington, DC: Urban Institute.
  11. The Canadian Association of Drug Treatment Court Professionals (CADTC). Available at: http://cadtc.org/dtc-program-title/
  12. Turner, S., Longshore, D., Wenzel, S., Deschenes, E., Greenwood, P., Fain, T., Harrell, A., Morral, A., Taxman, F., Iguchi, M. and Greene, J., 2002. A decade of drug treatment court research. Substance Use & Misuse, 37(12-13), pp.1489-1527.
  13. Wexler, D.B. and Winick, B.J., 1990. Therapeutic jurisprudence as a new approach to mental health law policy analysis and research. Miami L. Rev.,45, p.979.
  14. Wexler, D.B., 1992. Putting mental health into mental health law: Therapeutic jurisprudence. Law and Human Behavior,16(1), p.27.
  15. Wexler, D.B., 1993. Therapeutic jurisprudence and the criminal courts. & Mary L. Rev.,35, p.279.
  16. Winick, B.J., 1997. The jurisprudence of therapeutic Psychology, Public Policy, and Law, 3(1), p.184.

Zimring, F.E., 1993. Drug treatment as a criminal sanction. U. Colo. L. Rev.,64, p.809.

[1] Τα Δικαστήρια Θεραπείας της Εξάρτησης από τα Ναρκωτικά (Drug Treatment Courts) αποτελούν τμήμα της έρευνας: Sentencing in Criminal Justice System. Towards a common European perspective. A comparative approach in common and continental law systems, (Η επιβολή ποινής στο Σύστημα Ποινικής Δικαιοσύνης. Προς μια κοινή Ευρωπαϊκή προοπτική. Μια συγκριτική προσέγγιση του ηπειρωτικού και του κοινοδικαιικού συστήματος δικαίου). Οι χώρες των οποίων τα συστήματα ερευνώνται είναι η Ελλάδα, η Κύπρος και ο Καναδάς. Η έρευνα έχει χρηματοδοτηθεί από το Ίδρυμα “Universitas” μέσω του Ιδρύματος Ερευνών του Πανεπιστημίου Λευκωσίας(University of Nicosia Research Foundation, UNRF)

[2] Αυτή την αρνητική αντιμετώπιση για τα ΔΘΝ αποκαλείται ως “structural temerity” (εγγενής άρνηση) από τον καθηγητή Bean (2002) στο άρθρο του που επεξηγεί την αρνητική αντιμετώπιση των Βρετανών για τα ΔΘΝ. Την παρομοιάζει με το αντίστοιχο σύνδρομο, όπως το αποκαλεί, όσων ήταν αρνητικά διακείμενοι στην ίδρυσή τους και στις Ηνωμένες Πολιτείες το 1990. Η Μ. Βρετανία σήμερα έχει ΔΘΝ και λειτουργούν σύμφωνα με τις γενικές αρχές των ΔΘΝ. (Cooper, Franklin and Mease, 2010)

[3] “Drug Treatment Court” is part of the project: “Sentencing in Criminal Justice System. Towards a common European perspective. A comparative approach in common and continental law systems”.

The countries reviewed are Greece, Cyprus and Canada. The research has been funded by “Universitas Foundation”, through the University of Nicosia Research Foundation (UNRF)

[4] Prof. Bean uses the phrase “structural temerity” to describe the hesitation of the British to establish drug treatment courts. He says this passive opposition comes with statements like ‘‘we don’t need drug treatment courts, we have already the appropriate mechanisms for dealing with the problem.’’ This echoes the responses heard in the 1990’s in the United States during the beginning of the DTC movement. In the UK, drug treatment courts now operate accordingly to therapeutic jurisprudence principles. (Cooper, Franklin and Mease, 2010).