Τέχνη, ναρκωτικά και απεξάρτηση

Χαράλαμπος Πουλόπουλος

Διδάκτωρ Εφαρμοσμένων Κοινωνικών Επιστημών Πανεπιστημίου Bradford, Διευθυντής ΚΕΘΕΑ

 

Στον Περικλή… της αμφισβήτησης και της ανατροπής…

Η σχέση των ανθρώπινων κοινωνιών με τις ψυχότροπες ουσίες που συνηθίζεται να αποκαλούνται ναρκωτικά έχει μακρά ιστορία. Η ιδιότητά των ουσιών να μεταβάλλουν τη διάθεση, το συναίσθημα, την αντίληψη, τη συμπεριφορά και τις σωματικές λειτουργίες του ανθρώπου τους επεφύλαξε μια ιδιαίτερη θέση στη θρησκεία, τις τελετές μύησης, τις εορταστικές τελετουργίες, το εμπόριο, την ιατρική, την ψυχοθεραπεία, τον πόλεμο αλλά και την τέχνη.

Στη σύγχρονη εποχή τα ναρκωτικά φαίνεται να αποκτούν πολλές φορές μια προνομιακή σχέση με την τέχνη. Από τη παρισινή Λέσχη των Χασισοποτών, όπου συναντιόντουσαν ο Θεόφιλος Γκοτιέ, ο Ζεράρ ντε Νερβάλ, ο Ευγένιος Ντελακρουά και ο Αλέξανδρος Δουμάς πατήρ και τους «Τεχνητούς Παραδείσους» του Baudelaire, (1860) μέχρι και σήμερα οι ναρκωτικές ουσίες έχουν αφήσει το στίγμα τους στην καλλιτεχνική δημιουργία.

Διατρέχοντας τις διάφορες εκφάνσεις της σχέσης τέχνης και ναρκωτικών στη σύγχρονη εποχή φαίνεται να διακρίνονται δύο κυρίως θέματα.

Το πρώτο θέμα αφορά στην χρήση ναρκωτικών από καλλιτέχνες, η οποία συνδέθηκε με την ανάγκη να επιτευχθεί μεγαλύτερη ελευθερία στην έκφραση, να απελευθερωθεί η φαντασία και να αποδεσμευτούν οι δημιουργικές δυνάμεις. Αρκετοί καλλιτέχνες πειραματίστηκαν με τις ουσίες, θεωρώντας ότι οι αλλαγές στην συνείδηση τις οποίες προκαλεί η χρήση ουσιών μπορούν να αποτελέσουν νέες πηγές καλλιτεχνικής έμπνευσης. Αντιπροσωπευτική περίπτωση αυτής της τάσης είναι η ψυχεδελική τέχνη της δεκαετίας του 1960, που αντλούσε την έμπνευσή της από τη χρήση παραισθησιογόνων, όπως το LSD, η μεσκαλίνη και η ψυλοκιβύνη. Οι καλειδοσκοπικές, πολύχρωμες και ιλιγγιώδες εικόνες που προκαλεί η χρήση αυτών των ουσιών γεννούσαν την προσδοκία μετάβασης σε ένα νέο, ανεξερεύνητο πεδίο της ανθρώπινης συνείδησης, που θα έφερνε την επανάσταση στις εικαστικές τέχνες και στη μουσική.

Το δεύτερο θέμα αφορά από την κοινωνία στην επένδυση των ουσιών με συμβολικά νοήματα, τα οποία, όπως παρατηρεί ένας κορυφαίος μελετητής τους, συνιστούν μια εξίσου ισχυρή και ενίοτε τοξική πραγματικότητα (Edwards, 2005). Για τη γενιά των beat, για παράδειγμα, που εμφανίστηκε στις ΗΠΑ τη δεκαετία του 1950, η χρήση των ουσιών αποτελούσε ένα ακόμα μέσο εναντίωσης απέναντι σε ό,τι μισούσαν στην αμερικανική κοινωνία: τον ατομικισμό, τον καταναλωτισμό, το μιλιταρισμό και το συντηρητισμό της. Οι ουσίες κατέχουν κεντρικό ρόλο και στα τρία εμβληματικά έργα της γενιάς των beat. Ο Jack Kerouac στο Δρόμο (On the Road, 1956) αναδεικνύει την ιδεολογία της ελευθεριότητας και της φυγής, απορρίπτοντας όλα όσα υπόσχεται το σύστημα: οικονομική επιτυχία, κοινωνική άνοδο, ατομική πρόοδο. Η χρήση αλκοόλ και μαριχουάνας είναι αναπόσπαστο κομμάτι της ανθρωπογεωγραφίας που διαμορφώνει. Στο Junkie ο William S. Burroughs (1953) περιγράφει την καθημερινή εμπειρία της χρήσης και του περιθωρίου, ενώ και ο Allen Ginsberg (1956) συνοψίζει στο Ουρλιαχτό τους φόβους και τις προσδοκίες μιας γενιάς σε απόγνωση:

 

«Είδα τα καλύτερα μυαλά της γενιάς μου διαλυμένα από την τρέλα,

υστερικά γυμνά και λιμασμένα,

να σέρνονται μέσα στους νέγρικους δρόμους την αυγή γυρεύοντας

μιαν αναγκαία δόση,…»

 

Η γενιά των beat έδωσε τη σκυτάλη στα μεταγενέστερα κινήματα των χίπις και του πανκ. Αστέρια της ροκ όπως ο Μorisson, η Joplin, ο Hendrix, ο Kurt Cobain, αναζήτησαν την καλλιτεχνική απελευθέρωση και εξέφρασαν την κοινωνική αμφισβήτηση μέσα από τη χρήση ουσιών∙ την ίδια στιγμή, βέβαια αυτή τους οδήγησε στην αυτοκαταστροφή. Η εμπλοκή τους στη χρήση και η σύνδεσή τους με την υποκουλτούρα των ναρκωτικών, αν και συνεχίζει, εν πολλοίς να αποτελεί συστατικό του μύθου που τους περιβάλλει, ίσως να αδίκησε το καλλιτεχνικό τους έργο. Όπως άλλωστε παρατήρησε ο Baudelaire (1860) για το χασίς και το όπιο, οξύνουν τις αισθήσεις, αλλά βυθίζουν επίσης σε έναν όχι και τόσο ευνοϊκό λήθαργο για την ποιητική παραγωγή.

Στη χώρα μας οι επιδράσεις των παραπάνω κινημάτων έγιναν ορατές στην περίοδο της μεταπολίτευσης, όταν αυξήθηκε βαθμιαία η χρήση της ηρωίνης και απέκτησε έντονα ιδεολογικά χαρακτηριστικά. Η Πλατεία Εξαρχείων, σημείο συνάντησης για νέους, καλλιτέχνες διανοούμενους και χρήστες ναρκωτικών έγινε το επίκεντρο της αμφισβήτησης και της σύγκρουσης με την κοινωνία, όπου η χρήση ηρωίνης έπαιζε το δικό της ρόλο. Στις εμβληματικές φιγούρες της εποχής ανήκουν η ηθοποιός και ποιήτρια Κατερίνα Γώγου και οι συνθέτες Νικόλας Άσημος και Παύλος Σιδηρόπουλος, όλοι πρόωρα και βίαια χαμένοι. Ο τελευταίος, μάλιστα, θα σχολιάσει κάποτε:

«Θέλω να πω στους πιτσιρικάδες ότι δεν υπάρχει κανένας, μα κανένας απολύτως λόγος να δοκιμάσουν ηρωίνη. Δεν μπορεί να σου δώσει κανένα όραμα, καμιά ψευδαίσθηση, κανένα βίζιον ας πούμε, άμα είσαι ποιητής, ζωγράφος ή καλλιτέχνης… Η ηρωίνη είναι κάτι που σε εκμηδενίζει, είναι ένας μύθος, μια μπούρδα…» http://cgi.di.uoa.gr/~bitsikas/v3/documents.html

Στη δεκαετία του 1990 και του 2000 τα ναρκωτικά άρχισαν να γίνονται σταδιακά μέρος της κυρίαρχης κουλτούρας και του lifestyle. Απέκτησαν αίγλη (glamour) και συνδέθηκαν με την κοινωνική καταξίωση. Η χρήση συγκεκριμένων ουσιών, όπως της κοκαΐνης, από ηθοποιούς, μουσικούς και μοντέλα συμβολίζει την επιτυχία και την κοινωνική θέση και παράλληλα θεωρείται αντανάκλαση του ταλέντου και τη δημιουργικότητας. Αυτή η εξέλιξη συμβάλλει στη δημιουργία κουλτούρας ανοχής απέναντι στις ουσίες και στην περαιτέρω διάδοσή τους. Βέβαια η χρήση ναρκωτικών και αλκοόλ συνεχίζει να καταστρέφει καλλιτέχνες για να θυμηθούμε τους πολύκροτους θανάτους τα τελευταία χρόνια των Amy Whinehouse και Whitney Houston λόγω υπερβολικής δόσης ουσιών.

Η χρήση ωστόσο και η εξάρτηση πλήττουν κυρίως τις κοινωνικά και οικονομικά ασθενέστερες ομάδες και γνωρίζουν έξαρση σε περιόδους βίαιου κοινωνικού και οικονομικού μετασχηματισμού και κλονισμού της κοινωνικής συνοχής όπως αυτή που διανύουμε σήμερα στη χώρα μας. Αυτή η διαπίστωση μας φέρνει πιο κοντά στην καρδιά του σημερινού μας θέματος που είναι η σχέση της τέχνης με τους εξαρτημένους και την απεξάρτηση.

Είναι γνωστό ότι η ζωή στη χρήση οργανώνεται γύρω από την αναζήτηση, εξασφάλιση και κατανάλωση των ουσιών. Τα ναρκωτικά και η χρήση αποτελούν το κυρίαρχο μοτίβο που καθορίζει τους χώρους όπου κινείται ο χρήστης, το δίκτυο επαφών του, τις καθημερινές δραστηριότητες και ιεροτελεστίες, τον τρόπο που σχετίζεται με τους άλλους, τη στάση και τη συμπεριφορά, την αργκό και τη γλώσσα του σώματος που χρησιμοποιεί, τον τρόπο ντυσίματος, τις μουσικές ή λογοτεχνικές του προτιμήσεις. Αποτελούν εκφάνσεις αυτού που ονομάζουμε κουλτούρα της χρήσης. Στο πλαίσιο της κουλτούρας αυτής η επαφή με την τέχνη έχει συνήθως αποσπασματικό χαρακτήρα και επικεντρώνεται περισσότερους στους συμβολισμούς που μπορεί να έχει ένα έργο τέχνης από τη σκοπιά ενός χρήστη.

Επιπλέον όταν ένας εξαρτημένος χρήστης εκφράζεται καλλιτεχνικά, δημιουργώντας, για παράδειγμα, ένα γκράφιτι ή ένα τραγούδι, «κομίζει», κατά την καβαφική έκφραση, σε αυτά τη θλίψη, το φόβο, την επιθετικότητα και το αδιέξοδο της εξάρτησης. Τα σχήματα, οι μορφές, τα χρώματα, οι μουσικές και οι λέξεις που διαλέγει εκφράζουν την οργή, την αμφισβήτηση και τον πόνο που βιώνει απέναντι στο εαυτό του, την οικογένειά του και την κοινωνία. Με αυτό το φορτίο φθάνει κάποια στιγμή στη θεραπεία, και ορισμένες φορές τα θεραπευτικά πλαίσια αξιοποιούν την καλλιτεχνική έκφραση ως μέσο για να εκτιμήσουν τις ανάγκες και την κατάσταση το ατόμου.

Οι θεραπείες μέσω τέχνης στηρίζονται στην αρχή ότι οι εμπειρίες, οι σκέψεις και τα συναισθήματα του ανθρώπου μπορούν να εκφραστούν περισσότερο με μη λεκτικούς τρόπους, όπως τα χρώματα, τα σχήματα, η μουσική, ο ρυθμός και η κίνηση. Η αποδέσμευση από την αποκλειστικά λεκτική, κυριολεκτική και λογική έκφραση, μπορεί να απελευθερώσει βαθύτερα συναισθήματα, να δώσει διέξοδο σε πιο μύχιες σκέψεις, να αποκαλύψει επώδυνα βιώματα, δίνοντας το έναυσμα για βαθύτερη επεξεργασία τους. Ως μέσο επικοινωνίας με μεγάλη γκάμα διαφορετικών εκφραστικών εργαλείων για την διερεύνηση και εξωτερίκευση της φαντασίας, του ασυνείδητου και του συναισθήματος, η καλλιτεχνική δραστηριότητα αποτελεί μέσο για τη θεραπευτική διαδικασία που οδηγεί στην προσωπική αλλαγή.

Μέχρι σήμερα έχουν αναπτυχθεί μια σειρά από μέθοδοι θεραπείας μέσω της τέχνης, όπως η μουσικοθεραπεία, η χοροθεραπεία, η δραματοθεραπεία και η εικαστική θεραπεία (Παπαγεωργίου, 1999). Η έμφαση εδώ, αντίθετα με ό,τι συμβαίνει στην Τέχνη, είναι στη δημιουργική διαδικασία και όχι στο αισθητικό αποτέλεσμα. Η τέχνη προσφέρεται στον άτομο ως μια νέα γλώσσα για να αποκωδικοποιήσει το συναισθηματικό του κόσμου, να εκφράσει το άρρητο, να καθρεφτίσει την προσωπικότητα και τα ενδιαφέροντα του, να φτάσει σε μια νέα κατανόηση του εαυτού και σε καλύτερη διαχείριση των προβλημάτων του (Μάτσα, 2008).

Ωστόσο, η θεραπεία απεξάρτησης προϋποθέτει βαθύτερη επεξεργασία των συναισθημάτων, των στάσεων και των συμπεριφορών των ατόμων, που μπορεί να έχουν τις ρίζες τους στα πρώιμα παιδικά χρόνια, στο οικογενειακό περιβάλλον, στη διαδικασία κοινωνικοποίησης του ατόμου, στην εκπαιδευτική του πορεία. Η επεξεργασία αυτή είναι μια πολύπλοκη και μακροχρόνια διαδικασία, η οποία απαιτεί ατομική και ομαδική θεραπεία σε ένα περιβάλλον ασφάλειας, αλληλοϋποστήριξης και ισότιμου διαλόγου (Πουλόπουλος, 2011). Έτσι από μόνη της η τέχνη δεν μπορεί να αποτελέσει θεραπεία για τους εξαρτημένους. Είναι μια συμπληρωματική μορφή θεραπείας για την προσωπική αλλαγή, που μπορεί να τροφοδοτήσει με σημαντικές και ιδιαίτερα αξιοποιήσιμες πληροφορίες τη θεραπευτική διαδικασία, αλλά δεν μπορεί να την υποκαταστήσει.

Στη διάρκεια της θεραπείας, η διαδικασία επανακοινωνικοποίησης που συντελείται αφορά και τη σχέση του ατόμου με την τέχνη. Το πρώτο βήμα είναι να απομακρυνθεί το άτομο από την κουλτούρα και τα σύμβολα της χρήσης. Από την πρώτη στιγμή συμμετοχής στη θεραπευτική κοινότητα ο χρήστης καλείται μαζί με τις ουσίες να εγκαταλείψει και ότι σηματοδοτεί ή παραπέμπει στην κουλτούρα της χρήσης, όπως τα πεισιθάνατα χρώματα που διάλεγε όταν βρισκόταν στην πιάτσα, την ακρόαση τραγουδιών που σχετίζονται με τα ναρκωτικά, τη λογοτεχνία που αναφέρεται στη χρήση ουσιών. Στη συνέχεια μέσα από μια μακροχρόνια, διαδικασία το άτομο ξαναχτίζει τη σχέση του με τη μάθηση, την εκπαίδευση, την τέχνη και τον πολιτισμό. Σε όλη τη διάρκεια της θεραπείας τα μέλη των κοινοτήτων έχουν τη δυνατότητα να συμμετέχουν σε δημιουργικές ομάδες καλλιτεχνικής φωτογραφίας, ζωγραφικής, θεάτρου, μουσικής, δημιουργικής γραφή κ.ά. αλλά και να έρθουν συστηματικά σε επαφή με την τέχνη ως θεατές, ακροατές και αναγνώστες.

Αυτή η δημιουργική ενασχόληση με την τέχνη στη διάρκεια της θεραπείας υποστηρίζει την προσπάθεια που καταβάλλει το άτομο για να επαναπροσδιορίσει τον εαυτό του και τη σχέση του με την κοινωνία και να νοηματοδοτήσει τη ζωή του:

Για να μπορέσει να φτάσει στο καλλιτεχνικό αποτέλεσμα, το άτομο χρειάζεται να αποκτήσει αυτοπειθαρχία. Χρειάζεται να μπορέσει να οραματιστεί, να σχεδιάσει, να πειραματιστεί, να κινητοποιήσει τις δημιουργικές τους δυνάμεις, να αποκτήσει νέες δεξιότητες. Αυτό οδηγεί σε ένα βαθύ αίσθημα ικανοποίησης και προσωπικής αξίας. Συγχρόνως δίνει τη δυνατότητα να οργανωθούν τα συγκεχυμένα συναισθήματα και οι καταστάσεις που βιώνει, ώστε να αποκτήσουν σαφήνεια και νόημα, και σταδιακά να συνειδητοποιήσει τα όριά του και τη σχέση του με τον εαυτό του και τους άλλους. Μέσα από την καλλιτεχνική δημιουργία ευνοείται η επικοινωνία και η συνοχή της ομάδας. Το άτομο μπορεί να ξαναδεί το παρελθόν, να κατανοήσει το παρόν και να φανταστεί το μέλλον. Διευρύνονται οι προσλαμβάνουσες και το πλαίσιο αναφοράς του, αποκαλύπτονται νέες όψεις της πραγματικότητας, βρίσκει νέους τρόπους να συνδεθεί με την κοινωνία.

Γίνεται νομίζω κατανοητό ότι αυτή η λειτουργία της τέχνης μπορεί να έχει και αποτελεσματική προληπτική διάσταση, δημιουργώντας ένα δίκτυ ασφαλείας για τα παιδιά και τους νέους που βρίσκονται σε κίνδυνο ή αδιέξοδο και αναζητούν άλλους τρόπους να εκφραστούν εκτός από εκείνους που προσφέρει η παραδοσιακή μαθηματοκεντρική εκπαίδευση. Από αυτήν την άποψη η τέχνη και οι δημιουργικές δραστηριότητες μπορούν να αποτελέσουν ένα σημαντικό εναλλακτικό εργαλείο στο σχολείο και στην τοπική κοινωνία για την υποστήριξη των νέων.

Αν η τέχνη αποτελεί μια εμπειρία μάθησης και αυτογνωσίας σε προσωπικό επίπεδο για τους εξαρτημένους που συμμετέχουν στη θεραπεία, είναι συγχρόνως και ένα μέσο κοινωνικής δράσης και συμμετοχής για τις θεραπευτικές κοινότητες και τα μέλη τους. Οι θεραπευτικές κοινότητες αμφισβήτησαν εξ αρχής τις κυρίαρχες πολιτικές αντιλήψεις και έχουν γράψει τη δική τους ιστορία στην προσπάθεια να μειωθούν οι διακρίσεις σε βάρος των ευάλωτων ομάδων και να ενισχυθούν οι αρχές της ισότητας και της κοινωνικής δικαιοσύνης. Συχνά αντιμέτωπες κατά την ίδρυσή τους με μια εχθρική περιβάλλουσα κοινότητα –που σε κάποιες περιπτώσεις επιδίωξε την απομάκρυνσή τους- οι θεραπευτικές κοινότητες αγωνίστηκαν να ανατρέψουν τις προκαταλήψεις και τα στερεότυπα απέναντι στους χρήστες, να χτίσουν γέφυρες επικοινωνίας και συνεργασίας με την κοινωνία, να την κινητοποιήσουν ενάντια στο πρόβλημα, αναδεικνύοντας το ρόλο των κοινωνικών παραγόντων στη δημιουργία της εξάρτησης αλλά και στη αντιμετώπισή της.

Οι κοινωνικές και περιβαλλοντικές δράσεις, αλλά και η τέχνη και ο πολιτισμός είναι τα οχήματα μέσα από τα οποία οι θεραπευτικές κοινότητες δίνουν το «παρών» στην κοινωνία. Θεατρικές παραστάσεις, καλλιτεχνικές εκθέσεις, μουσικές συναυλίες, δρώμενα σε ανοικτούς χώρους, εκδόσεις, όλα με τη συμμετοχή των μελών τους,:

  • καταπολεμούν το στίγμα και τον κοινωνικό αποκλεισμό και αλλάζουν τον τρόπο με τον οποίο η κοινωνία αντιλαμβάνεται το πρόβλημα και αντιμετωπίζει τους απεξαρτημένους,
  • προάγουν μηνύματα πρόληψης και προβάλλουν ένα «καθαρό» τρόπο ζωής χωρίς εξαρτήσεις,
  • διαμορφώνουν κοινωνικές συμμαχίες για την υποστήριξη της πρόληψης, της απεξάρτησης και της κοινωνικής ένταξης,
  • κινητοποιούν τους ανθρώπους που αντιμετωπίζουν πρόβλημα εξάρτησης και τις οικογένειές τους να μιλήσουν ανοικτά για αυτό και να έρθουν σε επαφή με πηγές βοήθειας.

Η καλλιτεχνική δημιουργία είναι ένας δρόμος για την πνευματική ελευθερία και την υπέρβαση, που αντανακλά τη θέληση και τη μοναδικότητα του ανθρώπου. Οι θεραπευτικές κοινότητες, που επιδιώκουν την απεξάρτηση του ανθρώπου από τα ναρκωτικά και την απελευθέρωσή του από το φαύλο κύκλο της εξάρτησης, βρίσκουν στην τέχνη ένα ισχυρό σύμμαχο για να βοηθήσουν τα μέλη τους να αλλάξουν, αλλά και για να στείλουν το μήνυμα στην κοινωνία ότι η αλλαγή αυτή είναι δυνατή.

 

Bιβλιογραφία

Baudelaire, S. (1860). Τεχνητοί Παράδεισοι. Μετάφραση Νίκος Φωκάς, Αθήνα: Βιβλιοπωλείον της Εστίας, 2008.

Burroughs, William S. (1953). Junkie. Μετάφραση Γιώργος Μπέτσος, Επιμέλεια σειρά Άρης Μαραγκόπουλος, 1η Έκδοση– Αθήνα: Τόπος, 2009.

Dalley, T., Case, C., Schaverien, J., Weir, F., Halliday, D., Nowell Hall, P., Waller, D. (1987) στο Θεραπεία μέσω Τέχνης: Η Εικαστική Προσέγγιση. Ελληνικά Γράμματα: Αθήνα

Edwards, Griffith, (2005). Matters of Substance: Drugs: Is Legalization the Right Answer- or the Wrong Question? Αποποινικοποίηση της χρήσης ουσιών: Σωστή απάντηση ή λάθος ερώτηση; Μετάφραση Μιχάλης Λαλιώτης-1η έκδοση- Αθήνα: Ερευνητές, ΚΕΘΕΑ, 2010.

Ginsberg, Allen (2008). Ουρλιαχτό, Καντίς και άλλα ποιήματα. Μετάφραση Άρης Μπερλής, Αθήνα: Άγρα.

Kerouac, Jack (1956). Στο Δρόμο (On the Road). Μετάφραση Δήμητρα Νικολοπούλου Αθήνα: Εκδόσεις Πλέθρον, 1996.

Κείμενα Παύλου Σιδηρόπουλου http://cgi.di.uoa.gr/~bitsikas/v3/documents.html

Μάτσα, Κ. (2008) Ψυχοθεραπεία και Τέχνη στην Απεξάρτηση. Το παράδειγμα του 18 άνω. ΑΓΡΑ: Αθήνα

Παπαγεωργίου-Ευδοκίμου, Ρ,. (1999) Δραματοθεραπεία – Μουσικοθεραπεία: Η επέμβαση της τέχνης στην ψυχοθεραπεία. Ελληνικά Γράμματα: Αθήνα

Πουλόπουλος, Χ. (2011). Κοινωνική Εργασία και Εξαρτήσεις: Οι κοινότητες της αλλαγής. Εκδόσεις ΤΟΠΟΣ: Αθήνα.